Ο πολυβραβευμένος χορογράφος Γιόχαν Ίνγκερ ξεκίνησε το 1985 ως χορευτής στο Βασιλικό Μπαλέτο της Σουηδίας της Στοκχόλμης. Συνεπαρμένος από τον Γίρι Kίλιαν, έγινε το 1990 μέλος του περίφημου Nederlands Dans Theater, όπου χόρευε μέχρι το 2002. Ο σπουδαίος χορογράφος, του οποίου η δουλειά τον είχε οδηγήσει μέχρι εκεί, τον παρότρυνε να μεταπηδήσει στη χορογραφία. Σταδιακά εγκαταλείπει τη χορευτική του καριέρα και αφοσιώνεται αποκλειστικά στη χορογραφία, την οποία υπηρετεί μέχρι σήμερα. Στην Εθνική Λυρική Σκηνή θα παρουσιάσει μία από τις πλέον εμπνευσμένες και πετυχημένες του χορογραφίες επάνω στην Κάρμεν του Προσπέρ Μεριμέ σε μουσική των Μπιζέ, Σεντρίν και Άλμπαρεθ, που πρωτοπαρουσιάστηκε το 2015 στο Εθνικό Μπαλέτο της Ισπανίας.
— Έχει ενδιαφέρον ότι εσείς, ένας Σκανδιναβός χορογράφος, επιλέξατε ένα τόσο χαρακτηριστικά ισπανικό θέμα.
Ο διευθυντής του Εθνικού Μπαλέτου της Ισπανίας Χοσέ Κάρλος Μαρτίνες, σήμερα διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού, ήθελε έναν διεθνή χορογράφο να κάνει ένα ισπανικό έργο, είτε την Κάρμεν είτε τον Δον Κιχώτη. Εγώ επέλεξα την Κάρμεν γιατί μπορεί να είναι ισπανικό θέμα αλλά βασίζεται σε βιβλίο Γάλλου συγγραφέα που τοποθετεί τη δράση στη Σεβίλη. Πάνω απ’ όλα, πρόκειται για ένα οικουμενικό θέμα και οφείλει κανείς να το δει σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αλλά με έναν αέρα Ισπανίας. Ξέρετε, ζω τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στη Σεβίλη.
Υπήρχαν θεατρικοί οργανισμοί που δεν ενδιαφέρονταν για μια τέτοια παραγωγή, δεν καταλάβαιναν γιατί έπρεπε να δουν την Κάρμεν από έναν Σουηδό χορογράφο.
— Οπότε η ισπανική κουλτούρα δεν σας είναι ξένη.
Παραμένω ξένος, αλλά γνωρίζω την ισπανική κουλτούρα και τη βιώνω καθημερινά. Κατά κάποιον τρόπο, προσπαθώ να βρω να γίνω Ισπανός με σουηδικό τρόπο…
— Ομολογώ ότι βρίσκω αρκετά αλλόκοτο το πάντρεμα αυτών των δύο πολιτισμών.
Πάντως, καταπιάνομαι, αν όχι με το Ιερό Δισκοπότηρο της Ισπανίας, με πολύ συγκεκριμένες πολιτισμικές παραμέτρους. Υπήρχαν θεατρικοί οργανισμοί που δεν ενδιαφέρονταν για μια τέτοια παραγωγή, δεν καταλάβαιναν γιατί έπρεπε να δουν την Κάρμεν από έναν Σουηδό χορογράφο. Υπήρχε μια καχυποψία και μια αμφιβολία για το αν και κατά πόσο θα μπορούσα να την κάνω. Αυτό, βέβαια, συνέβαινε προτού ολοκληρώσω το έργο.
— Παρόλο που ήταν ανάθεση του Εθνικού Μπαλέτου, το οποίο σήμαινε ότι ο διευθυντής του σας εμπιστευόταν και ενδιαφερόταν για τον τρόπο που θα προσεγγίζατε ένα ισπανικό θέμα.
Ακριβώς.
— Βρίσκω, επίσης, ενδιαφέρουσα τη μουσική που χρησιμοποιείτε. Εκτός της διάσημης μελωδίας από την ομώνυμη όπερα του Μπιζέ, χρησιμοποιείτε και τα Carmen Suites που ο Ρώσος Ροντιόν Σεντρίν έγραψε για τη γυναίκα του Μάγια Πλισέτσκαγια.
Όχι, η εκδοχή του Σεντρίν είναι η μουσική του Μπιζέ σε διαφορετική ενορχήστρωση, περισσότερο ρυθμική, στην οποία έχει προσθέσει έγχορδα και κρουστά.
— Άρα πρόκειται για μια σύγχρονη διασκευή. Αλλά υπάρχει και η μουσική του Μαρκ Άλμπαρεθ.
Οι σουίτες του Μπιζέ κρατούν μόλις 45 λεπτά και θέλαμε να κάνουμε μια παράσταση που θα κρατούσε μιάμιση ώρα. Χρειαζόμασταν ακόμα περισσότερη μουσική, έτσι ήρθα σε επαφή με τον Ισπανό συνθέτη Μαρκ Άλμπαρεθ ώστε να συνθέσει τη μουσική που θα αντανακλούσε τη ζήλια, τη σύγχυση και τη σκοτεινιά του Ντον Χοσέ. Προσθέσαμε ηλεκτρονική μουσική που περιγράφει τη διάθεση στην οποία βρίσκεται.
— Σε τι διαφέρει η δική σας εκδοχή από τη διάσημη όπερα;
Όλοι, όταν αναφέρονται στην Κάρμεν, εννοούν την όπερα, δεν τη ξέρουν ως μπαλέτο. Αυτό που την κάνει να διαφέρει στην εκδοχή μου έχει να κάνει με το βιβλίο του Μεριμέ, όπου βλέπουμε όλη την εξέλιξη του Ντον Χοσέ, ενός στρατιωτικού καριέρας που εργάζεται στο καπνεργοστάσιο όπου δουλεύει και η Κάρμεν. Όταν ο Μπιζέ πρότεινε στον διευθυντή του θεάτρου την Κάρμεν, σε μια εποχή που όλη μιλούσαν για το πόσο βίαιο βιβλίο ήταν, εκείνος το απέρριψε γιατί οι παραστάσεις του απευθύνονταν σε όλη την οικογένεια. Ο Μπιζέ αναγκάστηκε να το ελαφρύνει ώστε να γίνει προσιτό σε όλους, Έγραψε μια όπερα που απέχει από το βιβλίο, ενώ εγώ επέλεξα να ακολουθήσει δραματουργικά την αλλαγή στη συμπεριφορά του Ντον Χοσέ. Η Κάρμεν τού γίνεται εμμονή κι εκείνος φτάνει σε σημείο να βγει εκτός εαυτού, καταλήγοντας να γίνει φονιάς. Η Κάρμεν, αντιθέτως, καθόλη την εξέλιξη της ιστορίας, παραμένει, λίγο πολύ, η ίδια.
— Σε δηλώσεις σας έχετε πει ότι εξαιτίας της βίας που εμπεριέχει το έργο θελήσατε να το δείξετε μέσα από τα μάτια ενός παιδιού. Αναρωτιέμαι πώς ένα μικρό αγόρι βλέπει τη λαγνεία και τη σεξουαλικότητα της Κάρμεν;
Το αγόρι είναι μάρτυρας, μια κάπως κρυφή φιγούρα, οπότε δεν είναι ότι βλέπουμε τα συμβάντα μέσα από τα μάτια του. Βλέπουμε το αγόρι να γίνεται μάρτυρας, αλλά όχι των ερωτικών σκηνών. Στο βιβλίο αποκαλύπτεται μια κατάσταση αντρικής εσωτερικής βίας. Θυμάμαι ότι όταν ήμουν κι εγώ παιδί, ένας φίλος μου ενεπλάκη σε μια βίαιη κατάσταση. Αυτό τον άλλαξε για πάντα, ξεκίνησε καράτε και πυγμαχία, ώστε να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του, αποτέλεσε μια καθοριστική εμπειρία. Αναρωτιόμουν πάντοτε αν θα επαναλάμβανε το ίδιο μοτίβο όταν θα γινόταν και ο ίδιος πατέρας. Έχοντας υπάρξει ως παιδί μέρος μιας τέτοιας κατάστασης, θα την επαναλάμβανε ως γονέας ή θα έσπαγε τον κύκλο; Αυτό το ερώτημα ήθελα να εισαγάγω στην Κάρμεν.
— Οπότε βλέπουμε ένα παιδί επί σκηνής;
Ναι, υπάρχει ένα παιδί.
— Τελικά, πως εξέλαβε τη δική σας εκδοχή της Κάρμεν το ισπανικό κοινό;
Όλα πήγαν καλά! Μάλιστα, αποτελεί τη μεγαλύτερη επιτυχία του θιάσου τα τελευταία χρόνια. Κάνει διεθνή περιοδεία και αυτό το διάστημα παρουσιάζεται στην Αμερική, στο Χιούστον. Αποτελεί μια πολύ σημαντική παραγωγή τόσο στο εσωτερικό της Ισπανίας όσο και διεθνώς. Ο καθένας μπορεί να εντοπίσει κάτι σε αυτή την παράσταση με το οποίο να μπορεί να συνδεθεί και να τον αφορά. Ήμουν τυχερός γιατί δεν είναι δεδομένο πάντα ότι όλα θα πάνε καλά. Ωστόσο, κάπου κάπου, το σύμπαν συνωμοτεί και η δουλειά πάει εκπληκτικά. Και σε αυτή την παραγωγή τα πάντα, σκηνικά, κοστούμια, μουσική και χορογραφία, λειτουργούν άψογα.
— Υπάρχει περίπτωση αυτή τη μεγάλη επιτυχία να συνδέεται με την έντονη κινητικότητα που υπάρχει σχετικά με γυναικεία θέματα, την κατακραυγή για το φαινόμενο των γυναικοκτονιών και όλα όσα συζητιούνται το τελευταίο διάστημα διεθνώς;
Ναι, αλλά δεν νομίζω ότι έχει να κάνει με το σήμερα. Νομίζω ότι η Κάρμεν πάντα ενέπνεε τις γυναίκες που αποζητούσαν την ανεξαρτησία τους.
— Πώς ήταν η επαφή σας με το Μπαλέτο της ΕΛΣ στην Αθήνα;
Η βασική μου επαφή ήταν όταν ήρθα να κάνω τη διανομή, αλλά αυτό συνέβη αρκετό καιρό πριν. Η παράσταση ήταν να κάνει πρεμιέρα τον Ιούνιο, αλλά αναβλήθηκε λόγω εκλογών. Αυτήν τη στιγμή είναι σχεδόν έτοιμη, καθώς την έχει δουλέψει η ομάδα μου.
— Απ’ όσο ξέρω, έχετε διδάξει την Κάρμεν και σε άλλες χώρες. Προσθέτουν κάτι οι ερμηνευτές διαφορετικών ιδιοσυγκρασιών στο αρχικό αποτέλεσμα;
Μέσα στα χρόνια έχω αναπτύξει μια δική μου γλώσσα. Στην περίπτωση της Κάρμεν μπορεί και να πρόσθεσα κάποιες κινήσεις ή χειρονομίες –δεν εννοώ φλαμένκο– που συνδέονται με την ισπανική κουλτούρα, αλλά η βάση είναι το προσωπικό μου στυλ. Ο χορός και η κίνηση είναι μια γλώσσα που πιστεύω ότι είναι οικουμενική και ως χορευτής, εφόσον έχεις κλασική εκπαίδευση και επαφή με το σύγχρονο, μπορείς να την καταλάβεις. Δεν είχα κανένα πρόβλημα με το casting στην Αθήνα, τίποτα που δεν μπορούσε να λυθεί τέλος πάντων. Αντιθέτως, η ετοιμασία προχωράει εξαιρετικά.
Κάρμεν
Γιόαν Ίνγκερ / Ροντιόν Σεντρίν – Ζωρζ Μπιζέ, Μαρκ Άλμπαρεθ
07, 10, 14, 15, 18, 25 Φεβρουαρίου 2024
Ώρα έναρξης: 19:30 (Κυριακή: 18:30)
Χορογραφία: Γιόαν Ίνγκερ
Βοηθός χορογράφου, δημιουργία: Ούρτσι Αράνμπουρου
Δραματουργία: Γκρέγορ Ακούνια-Πολ
Μουσική: Ροντιόν Σεντρίν – Ζωρζ Μπιζέ
Νέα ενορχήστρωση της μουσικής του Μπιζέ: Άλμπαρο Ντομίνγκεθ Βάθκεθ
Μουσική σύνθεση: Μαρκ Άλμπαρεθ
Μουσική διεύθυνση: Έκτορας Ταρτανής
Σκηνικά: Κουρτ Άλλεν Βίλμερ και Λετίθια Γκανιάν (AAPEE) με το στούντιο deDos
Κοστούμια: Νταβίδ Ντελφίν
Αναβίωση κοστουμιών: Μαρία Λουίσα Ράμος Κορράλες
Φωτισμοί: Τομ Bίσσερ
Κάρμεν
Έλενα Κέκκου / Ελευθερία Στάμου
Δον Χοσέ
Ντανίλο Ζέκα / Βαγγέλης Μπίκος
Ταυρομάχος
Γιάννης Μητράκης
Θουνίγα
Γιάννης Γκάντσιος
Αγόρι
Αλίσια Τάουσεντ
Σκυλιά
Έρεθ: Στέλιος Κατωπόδης
Αντόνιο: Κάιτο Τακαχάσι
Ματτία: Ντανιέλε Πεκοράρι
Γιάκομπο: Γιώργος Χατζόπουλος
Φρουροί
Αλεϊς: Στέφανο Πιετραγκάλλα
Τόμπυ: Μάνες Αλμπέρντι
Kορίτσια
Άλλι: Χριστίνα Μακρίδου / Άννα Φράγκου
Αϊντα: Μάρτα Ριβέρο ντε Μιράντα
Μαρ: Μαρίτα Νικολίτσα / Αρετή Νότη
Σάρα: Αρετή Νότη / Ζωή Σνοινοπλοκάκη
Μανουέλα: Μαρίτα Νικολίτσα / Ελευθερία Στάμου
Καγιόκο: Μάγδα Κούκου-Φέρρα
Άγκνες: Αριάδνη Φιλιππάκη
Σκιές
Ντανιέλε Πεκοράρι
Γιώργος Χατζόπουλος
Με την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.