Ματωμένα νυφικά

Ματωμένα νυφικά Facebook Twitter
Οι εύκολοι τρόποι εκμαίευσης συμπόνοιας και συμπάθειας εξασφαλίζουν στον θεατή μια γρήγορη συναισθηματική πέψη, γαργαλώντας παράλληλα την κοινωνική του συνείδηση.
0

Πόσα ακούραστα δάχτυλα, πόσα προσηλωμένα βλέμματα, πόσα μαρτυρικά ξενύχτια, πόσες βασανιστικές εργατοώρες απαιτούνται για να φτιαχτεί το πιο πολύτιμο γαμήλιο ένδυμα στον κόσμο;

Σε αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει η «Lacrima», παρουσιάζοντας επί σκηνής το (υποτιθέμενο) χρονικό δημιουργίας του νυφικού που θα φορεθεί από την πριγκίπισσα της Αγγλίας στον επικείμενο γάμο της. Στη διάρκεια της τρίωρης παράστασης, παρακολουθούμε στενά τους τρεις φορείς που συνεργάζονται πυρετωδώς για τη μετατροπή του βασιλικού ονείρου σε αφράτο, χειροπιαστό κομψοτέχνημα: το ατελιέ μόδας στο Παρίσι, η πρόταση του οποίου εγκρίθηκε από το Παλάτι, το εργαστήρι κεντήματος στη Βομβάη, που έχει επιφορτιστεί με τον στολισμό της ουράς, και τέλος, το κέντρο δαντελοποιίας στην Αλανσόν, που θα αποκαταστήσει το αιωνόβιο πέπλο-κειμήλιο από το Victoria & Albert Museum του Λονδίνου.

Η αρχική ευδαιμονία που προκαλείται από την ανάληψη της παραγγελίας δίνει σταδιακά τη θέση της σε εναγώνιες συσκέψεις, προβληματισμούς, διλήμματα και αντιπαραθέσεις μεταξύ των εμπλεκομένων. Πότε θα είναι έτοιμο το δείγμα; Πώς θα δικαιολογηθούν οι επιπρόσθετες εκατόν δεκαπέντε ώρες εργασίας του Αμπντούλ; Γιατί δεν μπορούν να γίνουν επιπρόσθετες προσλήψεις, ώστε να επιταχυνθούν οι ρυθμοί; Πρέπει να χρησιμοποιηθούν πλαστικά ή αληθινά μαργαριτάρια; Μήπως το βάρος των δεύτερων επιβαρύνει επικίνδυνα τα νήματα; Τι λέει επ’ αυτού το Παλάτι;

«Θα ήθελα το νυφικό μου να ισορροπεί μεταξύ μοντέρνου και παραδοσιακού», ακούμε τη φωνή της πριγκίπισσας να μας εκμυστηρεύεται αφελώς, και γρήγορα συνειδητοποιούμε πόση οδύνη περικλείεται σε τούτη την περίφημη «παράδοση» με το «ένδοξο» παρελθόν: πόσες νεαρές πλέκτριες δαντέλας τυφλώνονταν παλαιότερα, επειδή δούλευαν δεκαεξάωρα χωρίς να σηκώνουν κεφάλι, πώς προτιμώνταν οι κωφές επειδή τίποτε δεν μπορούσε να αποσπάσει την προσοχή τους, πώς ξεχνούσαν ακόμη και ν’ αναπνεύσουν για να μη «χάσουν» πόντο, πώς καταστρέφονταν η υγεία και η ζωή τους ενόσω ύφαιναν μεθοδικά την πιο ξακουστή δαντέλα της υφηλίου, όπως αυτή του χειροποίητου βασιλικού πέπλου, που τώρα, εν έτει 2024, θα αφαιρεθεί πανηγυρικά από τις μουσειακές προθήκες, προκειμένου να λαμπρύνει έναν ανόητο γάμο και να ενισχύσει θριαμβευτικά την πίστη των ανθρώπων σε έναν πανίσχυρο θεσμό.

Αν εξαιρέσει κανείς το «ιστορικό» –το μόνο αληθινά συγκινητικό– κομμάτι της «Lacrima», εκείνο δηλαδή που αποκαλύπτει το ακραία καταπιεστικό περιβάλλον μέσα στο οποίο παραγόταν η «βασίλισσα» της δαντέλας στην Αλανσόν, όλη η υπόλοιπη παράσταση εξαντλείται σε μια απλοϊκή αφήγηση οικογενειακών μικρο-δραμάτων, κανένα εκ των οποίων δεν εξετάζεται σε βάθος αλλά σκιαγραφείται πρόχειρα, με «αισθησιακές» πινελιές κακοποίησης, διαγενεακής ασθένειας και συναισθηματισμού. 

Κι αν σήμερα πια οι πλέκτριες της Αλανσόν έχουν ιδρύσει σωματείο, κι αν τα ωράρια εργασίας ελέγχονται από τον νόμο, κι αν η ποιότητα του φωτός στα εργαστήρια έχει βελτιωθεί, κανείς δεν μπορεί να προστατεύσει τον έμπειρο Ινδό τεχνίτη της «Lacrima», που σκύβει νυχθημερόν πάνω από ένα ύφασμα για να προλάβει το πιεστικό deadline της «έκτακτης» βασιλικής παραγγελίας: ο φιλότιμος Αμπντούλ θα βρεθεί κι αυτός με το οπτικό του νεύρο κατεστραμμένο, άνεργος και παροπλισμένος, ενώ ο αντικαταστάτης του περιμένει ήδη έξω από την πόρτα∙ η ουρά του νυφικού πρέπει να ολοκληρωθεί πάση θυσία, όσα ανθρώπινα μάτια κι αν χρειαστεί να μετατραπούν σε πέρλες για να τη στολίσουν.

Το «τότε» και το «τώρα»: μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο –αυτό που αφορά τη διαχρονική μοίρα των θυμάτων της εργασιακής εκμετάλλευσης–, η Nguyen τοποθετεί τις σημερινές ιστορίες που απαρτίζουν τον μυθοπλαστικό καμβά της «Lacrima». Η μεγαλύτερη έμφαση δίδεται στην επικεφαλής του παρισινού ατελιέ, τη Μαριόν, κεντρική ηρωίδα της παράστασης. Στην περίπτωση της τελευταίας, η Γαλλίδα σκηνοθέτις –που υπογράφει και το κείμενο– δεν χάνει απλώς τον στόχο της, αλλά υποκύπτει στον εντυπωσιασμό και στο μελόδραμα. Ξαφνικά το θέμα μας δεν είναι η εργασιακή βία αλλά η γυναικεία κακοποίηση. «Με ξεφτιλίζεις, παλιοπουτάνα!», ωρύεται ο φαινομενικά κομψός σύζυγος και μέλος της ομάδας της, αφού πρώτα την έχει ανακρίνει εξονυχιστικά σχετικά με τις χθεσινοβραδυνές κινήσεις της και την έχει αναγκάσει να ουρήσει σ’ ένα κύπελλο, έτσι ώστε να εξακριβώσει αν τον απατά με τον Ζοζέφ (!). Η Μαριόν σκύβει το κεφάλι υπακούοντας, χρόνια τώρα καταπώς φαίνεται, στην τυραννική συμπεριφορά του συντρόφου της, μέχρις ότου αποφασίζει τελικά να ορθώσει το ανάστημά της και να καταγγείλει τον δράστη, γεγονός που προκαλεί την μήνιν της έφηβης κόρης τους: «Σε μισώ!», φωνάζει η κοπέλα στη μητέρα της, η οποία οδηγείται σε απόγνωση κι επιχειρεί ν’ αυτοκτονήσει καταπίνοντας μια σειρά από χάπια.

Κανένας δεν αμφισβητεί τα ευγενή κίνητρα της Nguyen, την επιθυμία της να φανερώσει την αθέατη όψη της βιομηχανίας της πολυτέλειας, τις απαιτητικές, ανταγωνιστικές και ενίοτε επιβλαβείς συνθήκες μέσα στις οποίες παράγονται τα πανάκριβα αντικείμενα πόθου των απανταχού εύπορων αγοραστών, σε μια εποχή που ακόμη και οι μεγαλύτεροι οίκοι μόδας ράβουν και κεντούν τα ενδύματά τους στην Ινδία.

Ματωμένα νυφικά Facebook Twitter
Η αρχική ευδαιμονία που προκαλείται από την ανάληψη της παραγγελίας δίνει σταδιακά τη θέση της σε εναγώνιες συσκέψεις, προβληματισμούς, διλήμματα και αντιπαραθέσεις μεταξύ των εμπλεκομένων.

Όμως η (πολιτική) ευαισθησία και η ενσυναίσθηση δεν αρκούν, όταν μιλάμε για θέατρο. Αν εξαιρέσει κανείς το «ιστορικό» –το μόνο αληθινά συγκινητικό– κομμάτι της «Lacrima», εκείνο δηλαδή που αποκαλύπτει το ακραία καταπιεστικό περιβάλλον μέσα στο οποίο παραγόταν η «βασίλισσα» της δαντέλας στην Αλανσόν, όλη η υπόλοιπη παράσταση εξαντλείται σε μια απλοϊκή αφήγηση οικογενειακών μικρο-δραμάτων, κανένα εκ των οποίων δεν εξετάζεται σε βάθος αλλά σκιαγραφείται πρόχειρα, με «αισθησιακές» πινελιές κακοποίησης, διαγενεακής ασθένειας και συναισθηματισμού. 

Η κακοποιημένη μοντελίστ που επιχειρεί να αφαιρέσει τη ζωή της, η κόρη που ωρύεται «Τι πήγα κι έκανα;» αντικρίζοντας τη μητέρα της στο πάτωμα, οι πυροσβέστες που καταφτάνουν φουριόζοι για να τη σώσουν, ο μετανοημένος δυνάστης-σύζυγος που πάει για θεραπεία, η ηλικιωμένη πλέκτρια που αναζητά τα ίχνη της πρόωρα χαμένης αδελφής της, η αλληλογραφία της τελευταίας που πέθανε σε άσυλο από μια μυστηριώδη νόσο –και μήπως τώρα την έχει κληρονομήσει η εγγονή της στην Αυστραλία;–, ο δύσμοιρος Αμπντούλ που σκίζεται στη δουλειά για να στέλνει χρήματα στη μοναχοκόρη του, οι εύκολοι τρόποι εκμαίευσης συμπόνοιας και συμπάθειας εξασφαλίζουν στον θεατή μια γρήγορη συναισθηματική πέψη, γαργαλώντας παράλληλα την κοινωνική του συνείδηση.

Έτσι, ενώ θεωρητικά η σκηνοθέτις επιδιώκει να στείλει ένα προοδευτικό μήνυμα καταγγελίας κι ευαισθητοποίησης, να ενσκύψει στην οδύνη των αφανών ηρώων της βιομηχανίας της μόδας, να μας φανερώσει πόσα δάκρυα χύνονται μέχρις ότου πιάσουμε εμείς στα χέρια μας ένα όμορφο αντικείμενο, στην πράξη υιοθετεί μια άκρως συντηρητική φόρμα, την πρωτοεπίπεδη αναπαράσταση μιας πολυπρόσωπης ιστορίας.

Η τέχνη, όμως, δεν ειναι σκέτο «περιεχόμενο», δεν οδεύει αποκλειστικά βάσει του σημαινόμενου, δεν δείχνει το αυτονόητο, δεν εξισούται με την πειθώ ή το πάθος των ηθοποιών, με την αληθοφάνεια της σκηνικής δράσης.  

Στην εποχή μας, γράφει ο Byung-Chul Han, Νοτιοκορεάτης φιλόσοφος και θεωρητικός του πολιτισμού, «η τέχνη έχει γίνει διαφανής όσον αφορά το νόημά της. Δεν σαγηνεύει πλέον. Οι φόρμες δεν μιλούν από μόνες τους. Η γλώσσα των μορφών, των σημαινόντων, χαρακτηρίζεται από συμπύκνωση, πολυπλοκότητα, υπερβολή, έναν υψηλό βαθμό αμφισημίας, που αγγίζει ακόμη και την αντίφαση. Όλα αυτά τώρα εξαφανίζονται, κι έτσι ερχόμαστε αντιμέτωποι με απλουστευμένα αιτήματα και μηνύματα που επιβάλλονται τεχνητά στο έργο τέχνης». Ο θρίαμβος της κυριολεξίας επιφέρει τον θάνατο της μεταφοράς: παραστάσεις-«χαλκομανίες» και αγάπες δακρύβρεχτες για να μουσκεύουν στα γρήγορα οι ασφυκτικές καλοκαιρινές νύχτες.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΕΠΕΞ Η σύγχρονη Μήδεια του Σάϊμον Στόουν στο Παλλάς

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2024 / Η σύγχρονη Μήδεια του Σάιμον Στόουν βασίζεται σε πραγματικό γεγονός που συνέβη στο Κάνσας

Το αδιέξοδο μιας γυναίκας που, έχοντας χάσει τα πάντα, εκδικείται τον πρώην άντρα της, σκοτώνοντας ό,τι έχει πιο ακριβό στη ζωή, τα παιδιά της: Από τον Ευριπίδη μέχρι το Κάνσας των ΗΠΑ, η ιστορία της Μήδειας αποτελεί κομμάτι κάθε εποχής.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος κοιτάζει τη γενιά του τρυφερά και πολύ σκληρά

Θέατρο / Γεράσιμος Ευαγγελάτος: «Δεν με συγκινούν οι άνθρωποι όπως παλιά»

Με τρυφερότητα αλλά και αυστηρότητα, ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος, στο νέο του θεατρικό έργο «Blue Train», κοιτάζει τη γενιά του, ταξιδεύοντας μέσα από ματαιώσεις και χαμένες βεβαιότητες, ψάχνοντας έναν δρόμο ελευθερίας και αμοιβαιότητας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κατιάνα Μπαλανίκα

Οι Αθηναίοι / Κατιάνα Μπαλανίκα: «Μέσα μου είμαι κουτάβι, γι’ αυτό και με πάταγαν όλοι»

Η ηθοποιός που αγαπήθηκε για τους κωμικούς της ρόλους έκανε μόνο δράμα στη σχολή. Θα ήθελε να ξαναπαίξει στην τηλεόραση αλλά βλέπει πως δεν θυμούνται τη γενιά της πια. Είναι ευγνώμων για τη ζωή της και την αφηγείται στη LiFO - γιατί είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ιδρυμα Ωνάση: Cavafy Summer School 2024

Θέατρο / H σχέση του καβαφικού λόγου με τη σύγχρονη ποπ κουλτούρα

H πρόσληψη του έργου και της ζωής του ποιητή ως θέατρο και περφόρμανς, η εκμετάλλευση των στίχων του στον χώρο της διαφήμισης, του θεάματος και της πολιτικής. Όλα όσα συζητήθηκαν στο Διεθνές Θερινό Σχολείο Καβάφη 2024.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ένα σπάνιο οπτικό και ηχητικό ντοκουμέντο με τη σπουδαία Ελένη Παπαδάκη

Θέατρο / Μια χαμένη μπομπίνα έρχεται στο φως και μαζί της η φωνή της Ελένης Παπαδάκη

To αρχείο της, που ήταν παραπεταμένο σε μια αποθήκη, και μια μπομπίνα με ανέκδοτο υλικό έρχονται στο φως για να προσθέσουν μερικές ψηφίδες στην καλλιτεχνική διαδρομή της θρυλικής ηθοποιού. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μάριο Μπανούσι

Οι Αθηναίοι / Μάριο Μπανούσι: «Αν δεν εκτεθείς στη ζωή, δεν έχει νόημα»

Ο νεαρός σκηνοθέτης, που έχει ήδη μετρήσει διαδοχικά sold out, άρχισε να βλέπει θέατρο όταν μπήκε στη δραματική σχολή. Του αρέσει η ανθρώπινη αμηχανία, η σιωπή και η ησυχία τον γοήτευαν πάντα. Αν και δεν τα πάει καλά με τα λόγια, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
M. HULOT
Οι παραστάσεις του φθινοπώρου

Fall Preview 2024 / 15 παραστάσεις που έρχονται το φθινόπωρο

Η θεατρική σεζόν 2024-25 χαρακτηρίζεται κυρίως από τις επαναλήψεις της περσινής χρονιάς. Με μια πρώτη ματιά, τα έργα του κλασικού ρεπερτορίου καταλαμβάνουν σημαντική θέση, ενώ δεν λείπουν και οι αναγνώσεις σύγχρονων έργων που έχουν αγαπηθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι σημαίνει ένα sold-out στην Επίδαυρο;

Θέατρο / Τι σημαίνει ένα sold-out στην Επίδαυρο;

Τι είναι αυτό που προσελκύει τους θεατές και προκαλεί τόσο μεγάλο ενδιαφέρον στο κοινό; Μήπως η μαζική προσέλευση πολλές φορές υπονομεύει την παράσταση; Το sold-out στην Επίδαυρο είναι συχνά αμφιλεγόμενο. Πολλοί το περιφρονούν, αλλά όλοι το επιθυμούν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βίκυ Μαραγκοπούλου

Θέατρο / Η Βίκυ Μαραγκοπούλου έκανε το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας case study

Η θρυλική καλλιτεχνική διευθύντρια ανέλαβε να στήσει και να τρέξει το Διεθνές Φεστιβάλ σε μια πόλη και μια χώρα χωρίς προηγούμενη παράδοση στον σύγχρονο χορό. Με τη δουλειά της έδωσε φόρα στους Έλληνες χορογράφους στο διεθνές πεδίο και σήμερα, στην πρώτη αυτοβιογραφική της συνέντευξη, αφηγείται μια πλούσια διαδρομή στον κόσμο της τέχνης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αντώνης Αντύπας (1941-2024): «Το ουσιαστικό θέατρο έχει, για μένα, μια ταπεινότητα»

Απώλειες / Αντώνης Αντύπας (1941-2024): «Το ουσιαστικό θέατρο έχει, για μένα, μια ταπεινότητα»

Ο θεατρικός σκηνοθέτης που πέθανε σήμερα σε ηλικία 83 ετών είχε μιλήσει στη LiFO με αφορμή το έργο του Ευγένιου Ο’Νιλ «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» που σκηνοθέτησε το 2017 για το Εθνικό Θέατρο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΟΥΛΓΕΡΙΔΗΣ