Το όνομα της ηθοποιού Καίτης Κωνσταντίνου, που πέθανε χθες σε ηλικία 61 ετών, έχει συνδεθεί απαρέγκλιτα στη μνήμη μας με την πιο χαρακτηριστική villain της ελληνικής τηλεόρασης: τη Σωσώ από την κωμική σειρά «Εγκλήματα». Το να σημαδεύεται για όλη του την καριέρα ένας ηθοποιός από έναν μόνο ρόλο, έστω κι αν έχει καταθέσει και άλλες αξιόλογες και πετυχημένες δουλειές, είναι κατάρα αλλά και μεγάλη ευλογία.
Μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν θα θυμόμαστε όλοι την Καίτη Κωνσταντίνου απλώς για τη μοχθηρή και μισάνθρωπη Σωσώ Παπαδήμα, που από μικροαστή νοικοκυρά που την απατά ο άντρας της εξελίσσεται σε αδίσταχτη serial killer, δηλαδή για τον ρόλο που έγραψε ο σεναριογράφος Λευτέρης Παπαπέτρου. Δεν έκανε η Σωσώ την Καίτη αλλά η Καίτη τη Σωσώ. Δεν καταξίωσε μόνο ο ρόλος την ηθοποιό, αλλά το ταλέντο και η αξεπέραστη ερμηνεία της έδωσαν νόημα και υπόσταση στη Σωσώ, έναν ρόλο που έμεινε στην τηλεοπτική ιστορία και επηρέασε την ποπ κουλτούρα.
Η Καίτη Κωνσταντίνου γεννήθηκε στη Ροδοδάφνη Αχαΐας, ένα χωριό έξω από το Αίγιο, στις 18 Δεκεμβρίου 1963. Αν και αρχικά σχεδίαζε να σπουδάσει ιατρική, τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή. Ταυτόχρονα αποφοίτησε και από τη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, το 1986, μαζί με τις φίλες της Μαρία Καβογιάννη και Υρώ Μανέ, με τις οποίες θα συμπρωταγωνιστήσει αργότερα στα «Εγκλήματα» αλλά και σε θεατρικές παραστάσεις. Πριν ασχοληθεί με την υποκριτική, δούλεψε για δύο χρόνια ως φιλόλογος σε σχολείο, αλλά ήταν κάτι που δεν της πήγαινε ποτέ, οπότε η ενασχόληση με το θέατρο κάποια στιγμή έγινε μονόδρομος.
Η Σωσώ δεν ήταν μόνο μια ακραία εκδήλωση των πληγωμένων αισθημάτων μιας εκδικητικής νοικοκυράς αλλά και η άλλη όψη μιας ποδοπατημένης και πολλαπλά ματαιωμένης ευαισθησίας. Η Καίτη Κωνσταντίνου κατάφερε να της δώσει το βάθος και την υπόγεια ειρωνεία που χρειαζόταν ώστε να την απογειώσει.
Ο πρώτος της ρόλος ήταν στη θεατρική παράσταση «Εσωτερικές Φωνές» στο Θέατρο Τέχνης, τη σεζόν 1986-1987. Μαζί με τις Μαρία Καβογιάννη και Υρώ Μανέ αλλά και τους Κώστα Κόκλα και Χρήστο Χατζηπαναγιώτη τη δεκαετία του ’90 θα σχηματίσουν μια ομάδα που θα ανεβάσει αρκετές πετυχημένες κωμικές παραστάσεις, φέρνοντας φρέσκο αέρα στο θέατρο, όπως η μεγάλη θεατρική επιτυχία «Ο Αϊ-Βασίλης είναι σκέτη λέρα» (1995-1997), σε διασκευή Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου και σκηνοθεσία Κώστα Αρζόγλου, στο καινούργιο τότε Θέατρο Αποθήκη. Η χημεία αυτής της ομάδας αργότερα θα μεταφερθεί και στην τηλεόραση. Θα ακολουθήσουν πολλές ακόμα παραστάσεις για την Καίτη: «Αναμείνατε στο ακουστικό σας» (1998-1999), σε διασκευή Θοδωρή Πετρόπουλου και σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, «Τα μωρά τα φέρνει ο πελαργός», των Ρέππα-Παπαθανασίου (2002), Ριχάρδος ο Γ΄ του Σαίξπηρ (2016) σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά, ένας δραματικός και απαιτητικός ρόλος που θα αναδείξει ακόμα περισσότερο το ταλέντο της, και η τελευταία της παράσταση, το «Συνέβη στο Monterey» του Άκη Δήμου σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά.

Παράλληλα με το θέατρο, έπαιξε και σε πολλές σειρές στην τηλεόραση. Εκτός από τα «Εγκλήματα» (1998-2000), εμφανίστηκε στο «Κάπου σε ξέρω» στο Mega (2001-2002), στο «Δεληγιάννειο Παρθεναγωγείο» στον AΝΤ1 (2007-2008) και στην «Τούρτα της μαμάς» στην ΕΡΤ1 (2020-2022). Η τελευταία τηλεοπτική εμφάνισή της ήταν στη σειρά «Η Κατάρα της Τζέλας Δελαφράγκα» του Alpha, ως Αλέξις Βροντάκη, σε μια παρωδία της σειράς «Σασμός». Είχε παίξει και σε κινηματογραφικές ταινίες, όπως «Το κλάμα βγήκε από τον παράδεισο» (2001), «Ο καλύτερός μου φίλος» (2001) και «Οξυγόνο» (2003).
Μετά την επιτυχία της παράστασης «Αναμείνατε στο ακουστικό σας», τη σεζόν 1997-1998, η Μαρία Καβογιάννη, ο Κώστας Κόκλας, η Καίτη Κωνσταντίνου, ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης και η Υρώ Μανέ πλησίασαν τον Λευτέρη Παπαπέτρου και του ζήτησαν να γράψει μια τηλεοπτική σειρά στην οποία θα έπαιζαν όλοι. Έτσι δημιουργήθηκαν τα «Εγκλήματα», που μετά από πολλές περιπέτειες και απορρίψεις από άλλα κανάλια μεταδόθηκαν από τον AΝΤ1. Tη σκηνοθεσία ανέλαβαν οι Αντώνης Τέμπος και Αντώνης Αγγελόπουλος. Δεν θα είναι υπερβολή να πούμε πως υπήρξε η καλύτερη σειρά στην ελληνική τηλεόραση, μια μαύρη κωμωδία πολύ πρωτοποριακή για την εποχή της, που πέρασαν αρκετά χρόνια για να επανεκτιμηθεί και να αξιολογηθεί σωστά.

Η φιγούρα της απατημένης διαβολογυναίκας Σωσώς που σχεδιάζει τη δολοφονία του άντρα της αλλά και των υπόλοιπων ηρώων, ερμηνευμένη από την Καίτη Κωνσταντίνου, θα μείνει αξέχαστη, με τις δηλητηριώδεις ατάκες της να γίνονται αργότερα memes από μια γενιά που όταν παιζόταν η σειρά ήταν ακόμα παιδιά ή δεν είχαν γεννηθεί καν. Κάτω από την ενσάρκωση του απόλυτου κακού, ενός κακού που επωαζόταν σε μικροαστικά σαλονάκια και χασάπικα μικρομεσαίων ή που έψαχνε εκδίκηση και σεξουαλική απελευθέρωση σε μίζερες γκαρσονιέρες, και απεργαζόταν τα καταχθόνια σχέδιά της, η ευαισθησία τόσο της πολυεπίπεδης ερμηνείας της σε έναν ομολογουμένως δύσκολο ρόλο όσο και της ίδιας της Καίτης δεν μπορούσε να κρυφτεί. Η πίκρα από τις ματαιώσεις μιας ζωής και ο κυνισμός στον οποίο ελλόχευε η τρυφερότητα ήταν φανερά, έστω και αν στο σουρεαλιστικό και αρκετά μαύρο σύμπαν των «Εγκλημάτων» είχαν ξεφύγει και είχαν πάρει τις διαστάσεις μιας ζοφερής, αυθεντικής villain. Η Σωσώ δεν ήταν μόνο μια ακραία εκδήλωση των πληγωμένων αισθημάτων μιας εκδικητικής νοικοκυράς αλλά και η άλλη όψη μιας ποδοπατημένης και πολλαπλά ματαιωμένης ευαισθησίας. Η Καίτη Κωνσταντίνου κατάφερε να της δώσει το βάθος και την υπόγεια ειρωνεία που χρειαζόταν ώστε να την απογειώσει.

Η Καίτη Κωνσταντίνου αναγνώριζε την αξία της τηλεόρασης και των όσων προσέφερε στην καριέρα της και δεν την υποτιμούσε. Σε συνέντευξή της στον Αντώνη Μποσκοΐτη για τη LiFO είχε δηλώσει: «Η τηλεόραση μπορεί να σε καλουπώσει, ειδικά όταν κάποιοι ρόλοι αγαπιούνται από τον κόσμο. Εγώ πέρασα ωραία στην τηλεόραση, έκανα καλά πράγματα και νομίζω ότι υπάρχει ως έναν βαθμό ένας ρατσισμός απέναντί της. Ακούω να λένε συχνά “τηλεοπτική ηθοποιός” και δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει. Είναι ένα μέσο πάρα πολύ δύσκολο, όπου μπορεί κάποιος να δει έναν καλό ηθοποιό του θεάτρου να είναι κακός και το αντίστροφο. Ένα μέσο ακόμη που μας έδωσε την ευκαιρία να κάνουμε και όμορφα και άσχημα πράγματα. Παντού, όμως, συμβαίνει αυτό».

Το γκραν σουξέ της Σωσώς, όμως, δεν θα έπρεπε να μας κάνει να ξεχάσουμε δύο άλλους σπουδαίους τηλεοπτικούς ρόλους, που αν και δεν έτυχαν της ίδιας αναγνωρισιμότητας, έχουν υπάρξει επίσης σταθμοί για την καριέρα της. Το 2001 προβλήθηκε στο Mega η σειρά «Κάπου σε ξέρω», σε σενάριο της Σάρας Γανωτή και του Νίκου Σταυρακούδη και σκηνοθεσία Πηνελόπης Κροντηροπούλου. Η Καίτη Κωνσταντίνου έπαιζε τη Λιλίκα Γεωργίου, που αρχικά ήταν ο Κώστας Καρλάτος, παντρεμένος με τη βουλευτίνα Ρένα Αναστασοπούλου-Καρλάτου (Μαρία Καβογιάννη) και που κάποια στιγμή αποφασίζει να προχωρήσει σε επέμβαση αλλαγής φύλου. Μπορούμε να φανταστούμε πόσο extreme για εκείνη την εποχή, αρχές του 2000, φάνταζε ένας τηλεοπτικός χαρακτήρας σε φυλομετάβαση και πόσο ρίσκο υπήρξε για την ηθοποιό. Μέσω του πιο βατού δρόμου της κωμωδίας μπόρεσε να περάσει στο κοινό ένα δύσκολο για εκείνη την εποχή θέμα, με ευαισθησία, σεβασμό και αγάπη, και με την καθοριστική συνδρομή της ερμηνείας της Καίτης Κωνσταντίνου σε έναν ρόλο-σταθμό για την τηλεόραση, που εντυπωσιάζει ακόμα και σήμερα. Μόνο μια ηθοποιός με τη δική της στόφα και αμεσότητα και την ικανότητα να κρατά δύσκολες ισορροπίες θα κατάφερνε να αντεπεξέλθει σε έναν τέτοιο ριψοκίνδυνο ρόλο που απευθυνόταν στο mainstream κοινό.

Αλλά και στην «Τούρτα της μαμάς», του Αλέξανδρου Ρήγα και του Δημήτρη Αποστόλου, μια κωμωδία που ανέτρεπε τα στερεότυπα των οικογενειακών σειρών, έδωσε μια πολύ συγκινητική ερμηνεία ως Ευανθία Σέκερη Βασίλενα, η μαμά της οικογένειας που διατηρεί blog μαγειρικής και κρατά τις ισορροπίες στο κλασικό ναρκοπέδιο της ελληνικής οικογένειας. Ακόμα και όσοι δεν τη γνώρισαν ποτέ μπορούσαν να διακρίνουν τη ζεστασιά, την ειλικρίνεια και την ενσυναίσθηση που διέκριναν και την ίδια την Καίτη. Για δύο τηλεοπτικές σεζόν, κάθε φορά που επαναλαμβανόταν στο τέλος κάθε επεισοδίου το «Ήρθε η τούρτα της μαμάς, διαδώστε το!» από τα χείλη της Καίτης ήταν η ευφορική κατάληξη μιας πολυπληθούς μάζωξης και η συλλογική ανάκληση μιας ζεστασιάς που χάθηκε ανεπιστρεπτί και δεν παραπέμπει μόνο σε προσωπικές οικογενειακές μνήμες αλλά και σε μια τηλεόραση που άγγιζε το κοινό μέσω ερμηνειών σαν τη δική της. Η ατάκα «Ήρθε η τούρτα της μαμάς, διαδώστε το» δεν θα ακουστεί ποτέ ξανά με τον ίδιο τρόπο. Έφυγε μια σπουδαία κωμική ηθοποιός που θα μείνει αξέχαστη. «Διαδώστε το».