Αλέξης Παπαδόπουλος: Η Πρωτοχρονιά μου στην Βενετία, χωρίς δωμάτιο

Αλέξης Παπαδόπουλος: Η Πρωτοχρονιά μου στην Βενετία, χωρίς δωμάτιο Facebook Twitter
Bauer Ηοtel, Βενετία
0

Ήταν το τέλος του θλιβερού έτους του «9/11». Ο τότε σύντροφός μου, ο Στηβ, κι εγώ είχαμε αποφασίσει να περάσουμε τα Χριστούγεννα στη Ρώμη και το Νέο Έτος στη Βενετία. Θα έπρεπε κάτι να είχαμε υποπτευθεί για την κατάσταση εκείνης της εποχής των μεγάλων γεωπολιτικών ταραχών από τη σχετική τουριστική ερημιά της Ρώμης χριστουγεννιάτικα. Φτάσαμε βράδυ, λοιπόν, σιδηροδρομικώς στη Βενετία την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2002, με βαρύ κρύο και βροχή, και πήραμε το πλωτό «λεωφορείο» από τον σταθμό για το ιστορικό κέντρο.

Να επισημάνω ότι εκείνο τον καιρό δεν γνώριζα ακόμα τη Βενετία και ότι κανένας από τους δυο μας δεν μιλούσε ούτε λέξη ιταλικά. Επίσης ότι οι οικονομικές μου δυνατότητες περιορίζονταν στις αναμενόμενα λιγοστές αποδοχές ενός νεοδιορισμένου εκπαιδευτικού, ενώ ο Στηβ ήταν «between jobs», όπως λένε ευγενικά οι Αμερικανοί το να είναι κανείς άνεργος. Είχα κάνει κράτηση σε ένα φτηνό ξενοδοχείο μέσω Διαδικτύου, κάτι σχετικά καινούργιο τότε, ενώ έπρεπε να βρούμε τον προορισμό μας με τη βοήθεια παραδοσιακού χάρτη, αφού βέβαια ακόμη δεν υπήρχαν smartphones.

Με το ρολόι πλέον να πλησιάζει μεσάνυχτα και όλα μας τα σχέδια να έχουν αποτύχει, τριγυρνούσαμε σε μια άγνωστη πόλη, με αποσκευές στο χέρι, να βρέχει ασταμάτητα και το κρύο να τσούζει, προσπαθώντας να βρούμε κατάλυμα.

Σύντομα διαπιστώσαμε ότι το όνομα του μικρού δρόμου όπου βρισκόταν το ταπεινό μας ξενοδοχείο δεν εμφανιζόταν στον χάρτη. Εν ολίγοις, όλα άρχισαν με μικρά προβλήματα που στη συνέχεια πήραν ακόμα χειρότερες διαστάσεις. Μετά από μια μικρή οδύσσεια σε μια άδεια Βενετία, βρήκαμε επιτέλους τον μικρό μας δρόμο, το ξενοδοχείο όμως ήταν κλειστό. Ποτέ δεν μάθαμε γιατί.

Με το ρολόι πλέον να πλησιάζει μεσάνυχτα και όλα μας τα σχέδια να έχουν αποτύχει, τριγυρνούσαμε σε μια άγνωστη πόλη, με αποσκευές στο χέρι, να βρέχει ασταμάτητα και το κρύο να τσούζει, προσπαθώντας να βρούμε κατάλυμα. Και κατάλυμα βρήκαμε, αναπάντεχα, όταν φτάσαμε σε μια μεγάλη μπαρόκ piazza, στη μια πλευρά της οποίας στεκόταν ένα όμορφο μοντέρνο κτίριο, το Hotel Bauer. Δεν γνώριζα τότε βέβαια τι ήταν το Bauer και ενδόμυχα ήλπιζα ότι λόγω μοντέρνας αρχιτεκτονικής θα ήταν ένα ιταλικό Best Western. Ανεβαίνοντας τα σκαλιά συνειδητοποίησα το λάθος μας, αλλά εκείνη τη στιγμή, στην κατάστασή μας, μία ώρα πριν από τα μεσάνυχτα και έτοιμος να σφάξω τον Στηβ που παραπονιόταν ακατάπαυστα για τα πάντα, προχώρησα προς τη ρεσεψιόν. Το άψογο, το υπέροχο Bauer με το απίστευτα ευγενικό προσωπικό υποδοχής άκουσε το sad story μας και μας πρόσφερε ένα δωμάτιο σε τιμή προσφοράς, η οποία, ακόμα κι έτσι, ήταν τέσσερις φορές υψηλότερη από εκείνη του ξενοδοχείου που είχα αρχικά κλείσει.

Τα μεσάνυχτα και η αλλαγή του χρόνου μάς βρήκαν ξαπλωμένους και εξαντλημένους στο κρεβάτι μας μέσα σε ένα πανέμορφο δωμάτιο, μάλλον από τα μικρότερα του Bauer, το οποίο, όπως είδαμε το επόμενο πρωί περιλάμβανε και ένα palazzo. Μια μικρή πρωτοχρονιάτικη περιπέτεια που μας άνοιξε, ανύποπτα, μια πόρτα σε μια Βενετία που ποτέ δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θα ζούσαμε, και μια ιστορία που αναδεικνύει το class του Bauer και του προσωπικού του.

Ο Αλέξης Παπαδόπουλος είναι καθηγητής Γεωγραφίας στο DePaul University, Chicago, Illinois

0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Τα Άγραφα είναι ό,τι πιο ατόφιο και αληθινό έχει απομείνει στην Ελλάδα»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Τα Άγραφα είναι ό,τι πιο ατόφιο και αληθινό έχει απομείνει στην Ελλάδα»

Πριν από πέντε χρόνια και μέσα σε μόλις τρεις μέρες, η Βασιλική Κοϊμτζίδου επέλεξε να ζήσει στο ορεινό Πετρίλο που μετρά δέκα μόνιμους κατοίκους και προσπαθεί να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε να τολμήσουν να κατοικήσουν και άλλοι νέοι στο χωριό.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η Ελένη Τσομπανίδου γύρισε στο χωριό της, τα Δίκαια του Έβρου και βρήκε αυτό που έψαχνε χρόνια στο εξωτερικό

Γειτονιές της Ελλάδας / «Σε ένα χωριό με εκατό ανθρώπους, μπορείς να κάνεις τη διαφορά πιο εύκολα»

Αφήνοντας πίσω της τη ζωή στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, η Ελένη Τσομπανίδου επέστρεψε στα Δίκαια Έβρου και ζωντανεύει ανενεργούς χώρους μέσα από την τέχνη και τη συνεργασία με την τοπική κοινότητα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Οικοτοπία: Η νέα πρωτοβουλία αναβίωσης του Καλοχωρίου στην Ήπειρο δείχνει τον δρόμο για την αναζωογόνηση και άλλων ορεινών χωριών σε όλη την Ελλάδα

Γειτονιές της Ελλάδας / «Θα βάλουμε τα δυνατά μας να αναζωογονήσουμε το Καλοχώρι»

Με ένα συνεργατικό καφενείο και με οργανικά μποστάνια, αναβαθμίζοντας μονοπάτια και ανακαινίζοντας πέτρινες κατοικίες, μια μικρή ομάδα φιλοδοξεί να ξαναζωντανέψει το καταπράσινο χωριό της Ηπείρου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Αν σταθείς ήσυχος στο δάσος, θ' ακούσεις τους ψιθύρους των δέντρων»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Αν σταθείς ήσυχος στο δάσος, θ' ακούσεις τους ψιθύρους των δέντρων»

Έπειτα από μια ανάβαση στο φαράγγι του Ανθοχωρίου, ο Χρήστος Αθανασιάδης ανακάλυψε το ησυχαστήριό του, ένα πετρόχτιστο κονάκι χωρίς ρεύμα, και άφησε πίσω του την Αθήνα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Εφόσον ντρέπεσαι να μας πεις από ποιο χωριό είσαι, φρόντισε να μάθουμε το χωριό σου μέσα από την τέχνη σου, για να έρθουμε κιόλας»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Εφόσον ντρέπεσαι να μας πεις από ποιο χωριό είσαι, φρόντισε να το μάθουμε μέσα από την τέχνη σου»

Δύο 26χρονοι επέστρεψαν στον τόπο καταγωγής τους, το Φανάρι Καρδίτσας, και του έδωσαν νέα ζωή μέσα από το καλλιτεχνικό φεστιβάλ Nowstalgism.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο Νικόλας και η Ευσεβία ευχήθηκαν πριν από 11 χρόνια να αφήσουν την Αθήνα για τη Δημητσάνα και η μοίρα τούς έκανε το χατίρι

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στη Δημητσάνα βρήκαμε μια οικογένεια που πραγματικά νοιάζεται»

Η επαγγελματική υποβάθμιση του Νικόλα έγινε η αρχή για μια νέα, καλύτερη ζωή με την Ευσεβία. Αφήνοντας πίσω τα ακατόρθωτα deadlines, τώρα ανοίγουν το παράθυρό τους κάθε πρωί και βλέπουν ένα ελατόδασος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Αργυρό Πηγάδι

Γειτονιές της Ελλάδας / «Καθημερινά χαιρετώ τον ήλιο που ξεπροβάλλει μέσα από τις κορυφές των βουνών»

Ο Βασίλης Κωνσταντινίδης επέστρεψε στο Αργυρό Πηγάδι Αιτωλοακαρνανίας έπειτα από είκοσι επτά χρόνια στην Αθήνα και πλέον ηγείται του καφενείου και του ξενώνα του χωριού.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Στις Ροβιές κάθε μέρα τελειώνει με ένα υπέροχο ηλιοβασίλεμα

Γειτονιές της Ελλάδας / Στις Ροβιές κάθε μέρα τελειώνει με ένα υπέροχο ηλιοβασίλεμα

Ο Άκης Φράγκος κατάφερε να κάνει το πάθος του επάγγελμα και να ζει από τις καταδύσεις, έχοντας γεννηθεί, μεγαλώσει και συνεχίζοντας να μένει στο ίδιο χωριό της Βόρειας Εύβοιας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η Ρούλα Αντωνίου άφησε τις πόλεις για την Καλλονή, ένα μικρό χωριό στα Τζουμέρκα, εκεί που η ψυχή ανασαίνει ελεύθερα.

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στα Τζουμέρκα η ψυχή ανασαίνει ελεύθερα»

Μέλος μιας κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται στη φιλοξενία, την εστίαση, τη μελισσοκομία και την αγροτική παραγωγή, η Ρούλα Αντωνίου υποστηρίζει πως η ζωή στο χωριό μπορεί να είναι εξίσου γεμάτη, όπως και στην πόλη, αλλά με περισσότερο νόημα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Στο Μπουράνο μασουλώντας μπουσολάι

Nothing Days / Δαντέλες, μπισκότα, ανεξέλεγκτος τουρισμός: Μια βόλτα στο πολύχρωμο Μπουράνο

Το νησί της Βενετίας, που κάποτε ήταν ένα ψαροχώρι και κέντρο της τοπικής δαντελοποιίας, βρίσκεται στο έλεος του υπερτουρισμού, κινδυνεύοντας να χάσει τον χαρακτήρα και τους κατοίκους του.  
M. HULOT
Χίβα: Αναζητώντας τους Δρόμους του Μεταξιού

Ταξίδια / Ένα ταξίδι στο Ουζμπεκιστάν των παλατιών και των ερειπωμένων προμαχώνων

Οι έμποροι τρώνε γίδα βραστή για πρωινό, οι γυναίκες μοιάζουν με μικρά ουράνια τόξα, ενώ τιρκουάζ τρούλοι υψώνονται προς τον ουρανό. Εκεί, απ' όπου κάποτε περνούσε ο Δρόμος του Μεταξιού, η ζωή κυλάει ήσυχα.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΕΣΟΣ