ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑ «Μανταλένα» του 1960, η πλοκή για τη φτωχή κόρη που μόνο περιουσιακό της στοιχείο είναι ένα μικρό σπίτι, μια κάμαρα για την ακρίβεια, διατρέχεται από την παροιμία «νύφη χωρίς σπίτι και γαμπρός χωρίς βρακί». Όταν η κάμαρα τυλίγεται στις φλόγες, η «Μανταλένα» μένει στους δρόμους. Η ταινία, ιλαρή και τραγική ταυτόχρονα, δίνει, ωστόσο, στοιχεία για το προνόμιο –μικρό ή μεγάλο- της ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα και της σημασίας που οι άνθρωποι απέδιδαν σε αυτήν.
Με τη φράση «κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου» μεγαλώσαμε οι περισσότεροι. Και αυτοί που βρήκαμε ένα τέτοιο και αυτοί που δεν ευτυχήσαμε με κάποιο «πατρικό» ή «προικώον», όλοι τίτλοι πατριαρχικής εμπνεύσεως, καθώς πολύ συχνά το «πατρικό» χτίστηκε με κόπους μητρός και πατρός ταυτόχρονα ή το «προικώον» ακόμα συχνότερα αποτέλεσε αφετηρία κακών γάμων και δυσλειτουργικών οικογενειών, καθώς αυτό (το «προικώον») υπήρξε και το μόνο δόλωμα για την τέλεση του γάμου.
Γενικώς, η ιδιοκτησία ενός ακινήτου στη χώρα μας είναι ταυτισμένη από τη μία με την προκοπή και από την άλλη με το εύκολο εισόδημα. Την ίδια στιγμή, στο ελληνικό σήμερα, η εύρεση κεραμιδιού, νοικιασμένου ή αγορασμένου, με την επέλαση ξένων funds και επιχειρηματικών σχημάτων που αξιοποιούν την πρακτική του AirBnB έχει γίνει εξαιρετικά δύσκολο και ακριβό σπορ – έχουμε γράψει σχετικά εδώ και εδώ. Μετά την κρίση στην αγορά ακινήτων, τόσο τα ενοίκια όσο και οι τιμές πώλησης έχουν εκτοξευτεί, ωστόσο, σπανίως αναφερόμαστε στην ποιότητα των διαμερισμάτων με τα οποία τελικώς καταλήγουμε.
Φυσικά, δεν είμαστε όλοι εργένηδες. Και δεν υπάρχει πάντα έστω και η στοιχειώδης οικονομική άνεση ή η ευχέρεια χρόνου για όλο αυτό το ψάξιμο με ηρεμία και καλή έρευνα αγοράς που θα εντοπίσει το επόμενο σπιτικό ενός ανθρώπου, ενός ζευγαριού ή μιας οικογένειας. Ειδικά δε για οικογένειες με χαμηλά ή έστω ζορισμένα εισοδήματα, όλο αυτό το τρέξιμο μπορεί να δημιουργήσει σοβαρό «βραχυκύκλωμα» στη λειτουργία της οικογένειας.
Όσοι το πρόσφατο διάστημα έχουν επιδοθεί σε αυτό το «σαφάρι» εύρεσης κατοικίας, γνωρίζουν: τα διαμερίσματα που βρήκαν από αγγελίες ή / και με τη βοήθεια μεσιτικών γραφείων είναι –κοινό μυστικό- για κλάματα, παρ’ όλα αυτά αμπαλαρισμένα με τρομερή διατύπωση αναφορικά με τις επισκευές (;) και τα κατά φαντασίαν προνόμια (;) τους.
Για παράδειγμα, σπασμένα πατώματα, ανύπαρκτα τζάμια, περιφρονημένες ενεργειακές κλάσεις, εξωτερικές σωληνώσεις που κάπως συνδέονται με τα ηλεκτρικά του διαμερίσματος στο μπάνιο (!), είδη υγιεινής του ’60 και του ’70, κακοποιημένα και πολυμεταχειρισμένα «σερβίρονται» ως ρετρό. Στόρια της προπροηγούμενης δεκαετίας, σκουριασμένα κάγκελα σε μπαλκόνια με σπασμένα ρήθρα και καταξεσκισμένες τέντες παρέχονται προς ενοικίαση με την επισήμανση ότι το ενοίκιο θα πέσει ένα δύο κατοστάρικα, αν ο καταταλαιπωρημένος ενοικιαστής δεν έχει αξιώσεις επιδιόρθωσης. Όχι πόρτες ασφαλείας, θερμοσίφωνες – σκοτώστρες, φύλλα ντουλάπας που δεν κλείνουν (και δεν καθαρίστηκαν ποτέ), ξεγοφιασμένα παρκέ, πλακάκια και ταπετσαρίες που μαδιούνται λίγο – λίγο.
Ακόμα και στο market place του Facebook μπορεί κανείς να εντοπίσει αυτά τα «κελεπουράκια» φωτοσοπαρισμένα και διαφημισμένα με σπάνια συγγραφική τέχνη, αλλά το ενοίκιο, όχι απλώς δεν πέφτει, παρά τραβά ανηφόρες ψηλές με θέα τον Προφήτη Ηλία.
(Να εδώ μία αγγελία ενός τέτοιου υπόγειου «παλατιού» στο Market Place του Facebook από καλή, κεντρική γειτονιά των Αθηνών: «Διαμέρισμα υπογείου 80 τ.μ. ,1 υπνοδωμάτιο,πλήρως ανακαινισμενο με έπιπλα και ηλεκτρικές συσκευές, αυτονομια θερμανσης φυσικό αέριο,διατίθεται για μακροχρόνια ενοικίαση – 750 ευρώ»..!)
Προφήτη Ηλία, λέγοντας, πριν από λίγο καιρό, καλός φίλος ενημερώθηκε από τον ιδιοκτήτη, ότι το δυάρι του στην Καισαριανή, ουδέποτε ανακαινισμένο επί δεκαετίας, από τα 350 ευρώ θα σκαρφάλωνε στα 600 και αν δεν συμφωνούσε τότε θα έπρεπε τον Αύγουστο να του το παραδώσει. Το «σαφάρι» του φίλου άρχισε στα μέσα Ιουνίου, άλλο διαμέρισμα βρέθηκε και το δυάρι στα σύνορα Παγκρατίου – Καισαριανής νοικιάστηκε τελικά σε τετραμελή οικογένεια στα 700 ευρώ...
Βέβαια, και πέρα από τη γενικευμένη γκρίνια, στην Αθήνα που βρίσκεις διαμέρισμα προς ενοικίαση με το τουφέκι, δεν υπάρχουν πολλές επιλογές. Αν το διαμέρισμα σού παραδοθεί με ένα βάψιμο, ένα σφουγγάρισμα και όλα τα κουσούρια της πλάσης εντός του, θα πρέπει να πεις και «ευχαριστώ» και ό,τι κάνεις μόνος σου μετά και κυρίως με την αυστηρή σύσταση ότι η όποια «επιδιόρθωση» δεν παρακρατείται από το ενοίκιο – μιλημένα, ξηγημένα.
Και επίσης, γνώση κοινή, δεν υπάρχει πραγματικός ελεγκτικός φορέας που να επιτηρεί τον ιδιοκτήτη – αυτοκράτορα για το διαμέρισμα που παραδίδει στον ενοικιαστή, εδώ ισχύει το εθιμικού δικαίου αυτονόητο «βρείτε τα μεταξύ σας».
Ο Λ. Κ,. έμενε για ακριβώς 10 χρόνια σε ένα δυάρι πολυκατοικίας του ’60. Όταν νοίκιασε το διαμέρισμα, ο ιδιοκτήτης του είπε ότι αν δεν ήθελε βάψιμο και επιδιορθώσεις μπορούσε να του το αφήσει στα 250 ευρώ. Τα 250 γίναν 350 μέσα σε 2 χρόνια και μετά 400...
«Όσα χρόνια έμεινα, με εξαίρεση τον ηλεκτρικό πίνακα που κάποια στιγμή παρουσίασε πρόβλημα και έπρεπε να τον αλλάξει, όλα εκεί μέσα κατέρρεαν, αλλά δεν έφτιαξε ποτέ τίποτα. Θα μου πεις, γιατί έμενες; Μα, γιατί μετά δεν υπήρχε κάτι που να μη με γδέρνει για να μπορώ να το νοικιάσω, οπότε συμβιβάστηκα και εγώ και έφτιαχνα ό,τι μπορούσα. Επισμάλτωση στο μπάνιο, βάψιμο στα μπαλκόνια, μικροεπιδιορθώσεις σε τοίχους όσο έπιανε το χέρι μου, τέτοια πράγματα του τα έκανα. Σκέψου ότι όταν μπήκα εγώ στο σπίτι, υπήρχαν κηλίδες αίματος στο παρκέ, τις οποίες όπως μου είπε δεν μπορούσε να καθαρίσει, γιατί θα έπρεπε να πληρώσει για να ξηκώσει το παρκέ και να βάλει καινούριο. Το έξυσα και το λούστραρα εγώ μόνος μου. Όταν έφυγα ένα μεγάλο μέρος του διαμερίσματος το βρήκε καινούριο και πάντως σε καλύτερη κατάσταση από αυτή μου το παρέδωσε», εξηγεί ο Λουκάς.
Εννοείται πως γνωρίζει ότι οι ζημιές και οι εν γένει επιδιορθώσεις επιβαρύνουν τον ιδιοκτήτη.
Φυσικά, δεν είμαστε όλοι εργένηδες. Και δεν υπάρχει πάντα έστω και η στοιχειώδης οικονομική άνεση ή η ευχέρεια χρόνου για όλο αυτό το ψάξιμο με ηρεμία και καλή έρευνα αγοράς που θα εντοπίσει το επόμενο σπιτικό ενός ανθρώπου, ενός ζευγαριού ή μιας οικογένειας. Ειδικά δε για οικογένειες με χαμηλά ή έστω ζορισμένα εισοδήματα, όλο αυτό το τρέξιμο μπορεί να δημιουργήσει σοβαρό «βραχυκύκλωμα» στη λειτουργία της οικογένειας.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαινόταν και σε πρόσφατη έρευνα του Eteron για τα ενοίκια στην Ελλάδα, εδώ, αντίθετα με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν υπάρχει επίσης και καθόλου κοινωνικός ενοικιαζόμενος τομέας, «δηλαδή, κατοικία που να ανήκει σε δημόσιους, δημοτικούς ή μη κερδοσκοπικούς φορείς και να διατίθεται με ειδικά κριτήρια σε τιμές χαμηλότερες της αγοράς».
Μάλιστα, στην έρευνα γίνεται σαφές ότι και «σύμφωνα με την Eurostat, η ενοικιαζόμενη κατοικία αποτελεί περίπου το 20,5% της αγοράς κατοικίας πανελλαδικά, ποσοστό πολύ κοντά στον Ευρωπαϊκό μέσο όρο του 22,2%, ενώ στα μεγάλα αστικά κέντρα το ποσοστό αυτό διπλασιάζεται. Για παράδειγμα, στον Δήμο Αθηναίων, με βάση τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής (ΕΛΣΤΑΤ, 2011), το 38% των νοικοκυριών κατοικούσε σε ενοίκιο ενώ σε ορισμένες περιοχές το ποσοστό φτάνει και το 50%. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ χαμηλότερο στις μικρές πόλεις και τις αγροτικές περιοχές».
Περίπου, όπως τα λέει και η Μένια Τ., που εξηγεί αυτό που έζησε πριν από λίγους μήνες.
«Πέρσι το καλοκαίρι, η ιδιοκτήτρια μας ενημέρωσε ότι θα χρειαζόταν το διαμέρισμα στο οποίο μέναμε εγώ, ο άνδρας μου, η κόρη μου και η μητέρα μου, η οποία δεν βρίσκεται πια στη ζωή. Μας είπε ότι θα χρειαζόταν το διαμέρισμα για ιδιοκατοίκηση και όσο πιο γρήγορα την εξυπηρετούσαμε τόσο το καλύτερο. Μέχρι τότε για περίπου 80 τ.μ, πληρώναμε 450 ευρώ. Χρειαστήκαμε περίπου 6 μήνες εντατικής έρευνας για να βρούμε τελικά μικρότερο σπίτι, σε πιο υποβαθμισμένη γειτονιά –και αυτό με τη βοήθεια μεσιτικού γραφείου- περίπου στην ίδια τιμή, 400 ευρώ. Λίγο καιρό μετά είδαμε το σπίτι σε αγγελία, βαμμένο και ελαφρώς ανακαινισμένο (άλλαξε τις τζαμαρίες στις μπαλκονόπορτες του σαλονιού) στην τιμή των 600 ευρώ. Θα μπορούσε να το είχε συζητήσει μαζί μας, αλλά προφανώς γνώριζε ότι τέτοια αύξηση δεν θα την αντέχαμε και επίσης, όσα χρόνια μείναμε εκεί δεν δέχθηκε να πληρώσει καμία από τις επιδιορθώσεις στις οποίες προχωρήσαμε, πέρα από εκείνην του θερμοσίφωνα για την οποία έπρεπε να κουβεντιάσουμε πάρα πολύ», μου εξηγεί η Μένια και συμπληρώνει: «Εκείνο πάντως που μας έκανε εντύπωση πέρα από τα κάποτε παρανοϊκά ενοίκια, για ένα τριάρι ας πούμε σε πολυκατοικία 40ετίας, 700 ευρώ, ήταν ότι επισκεφθήκαμε άπειρα σπίτια που στην καλύτερη περίπτωση ήταν μισοκατεστραμμένα εσωτερικά ή με πολύ σοβαρά προβλήματα σε σωληνώσεις, πατώματα, ηλεκτρικά. Φυσικά, δεν είχαμε άπειρες επιλογές και αποδεχθήκαμε την υποβάθμιση γιατί δεν είχαμε ούτε άλλο κουράγιο ούτε άλλες εναλλακτικές».
Κάπως έτσι, ο ιδιοκτήτης ακινήτου στέφεται απόλυτος άρχων της σκακιέρας. Μπορεί να διαθέτει προς ενοικίαση τον κόπο του πατρός του σε τιμές – σοκ και με ποιότητα, την οποία δικαιολογεί πολύ πολύ πειστικά με τον συνολικό αφανισμό που η ακρίβεια έχει προκαλέσει και στο δικό του –ενδεχομένως- πορτοφόλι.
Το «παλατάκι» του Βέγγου στο «Θα σε κάνω βασίλισσα» δεν είναι μυθοπλασία. Είναι τα σπίτια μας στις ελληνικές μεγαλουπόλεις. Κακοσυντηρημένα και παιδεμένα από τον καιρό, αλλά δικά μας και γι’ αυτό τα νοικιάζουμε ή τα πουλάμε όσο θέλουμε, ξεχαρβαλωμένα από τα χρόνια ενοικίασης και πλημελλώς επιδιορθωμένα, μικρά χρέπια που είχαμε το προνόμιο να τα βρούμε έτοιμα και γι’ αυτό να τους αλλάξουμε τα φώτα στην εκμετάλλευση. Μία βόλτα από Κυψέλη, Αττική, Καλλιθέα, Κολωνό, αλλά και από Πειραιά και από Γλυφάδα «εξηγούν» τι συμβαίνει, ενώ αν αποφασίσεις να βγεις κι απ’ το κλεινόν άστυ, εκεί να δεις πόσο πωλείται ο καθαρός αέρας και η θέα στα ρημαγμένα βοσκοτόπια.
Στο σήμερα, η αστή Μανταλένα θα βολευόταν μια χαρά σε ένα χρέπι του κέντρου χωρίς πολλά πολλά θυμόσοφα των νησιωτών φίλων της.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, από την ΠΟΜΙΔΑ γίνεται απολύτως σαφές τι ισχύει για τους ιδιοκτήτες λίγο πριν παραδώσουν τα κλειδιά του διαμερίσματός τους στον επόμενο ενοικιαστή:
«ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΜΙΣΘΙΟΥ. Πριν από κάθε νέα μίσθωση πρέπει να βεβαιωνόμαστε ότι τό μίσθιο είναι κατάλληλο και ασφαλές για αυτούς που θα το χρησιμοποιήσουν. Ρελέ ηλεκτροπληξίας στον κεντρικό πίνακα, ασφαλή κάγκελα στα μπαλκόνια, κουφώματα σε καλή κατάσταση, υδραυλικά χωρίς διαρροές και κλειδαριά ασφαλείας στην εξώπορτα είναι βασικά σημεία που πρέπει οπωσδήποτε να ελέγχουμε πριν δώσουμε τα κλειδιά σε έναν νέο ενοικιαστή κατοικίας. Ποτέ δεν ενοικιάζουμε ακίνητο που δεν πληροί αυτές τις ελάχιστες προυποθέσεις. Φροντίζουμε πάντοτε το μίσθιο να το ελέγχει διεξοδικά και ο ενοικιαστής, για τυχόν παρατηρήσεις του, και στο μισθωτήριο πάντοτε αναφέρουμε ότι και ο ενοικιαστής έλεγξε το μίσθιο ακίνητο και το βρήκε κατάλληλο για τη χρήση για την οποία το νοίκιασε».
Περισσότερες πληροφορίες για τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη εδώ.