Η ΚΑΝΑΔΗ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Άλις Μονρό, βραβευμένη το 2013 με Νόμπελ Λογοτεχνίας, έφυγε από τη ζωή στις 13 Μαΐου του 2024. Μόλις δύο μήνες μετά, η μικρότερη κόρη της Άντρεα Σκίνερ δημοσίευσε στην εφημερίδα «Toronto Star» ένα άρθρο όπου αποκάλυπτε τη σεξουαλική κακοποίηση που δέχτηκε το καλοκαίρι του 1976 σε ηλικία 9 ετών από τον δεύτερο σύζυγο της μητέρας της (αν και δεν είχαν επίσημα παντρευτεί) Τζέραλντ Φρέμλιν. Η μητέρα της άργησε να πληροφορηθεί το γεγονός, αλλά και όταν, μετά από κάποια χρόνια, της το γνωστοποίησε, αυτή όχι μόνο δεν εγκατέλειψε τον σύντροφό της αλλά αποδέχτηκε τις δικαιολογίες του που ούτε λίγο ούτε πολύ έριχναν το φταίξιμο στο εννιάχρονο κορίτσι. Αυτή η αποκάλυψη σόκαρε όχι μόνο τους λογοτεχνικούς κύκλους αλλά και την καναδική κοινωνία που έχει αναγάγει την αναμφισβήτητα σπουδαία συγγραφέα σε εθνική ηρωίδα.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Μετά τον χωρισμό της από τον επί εικοσαετία σύζυγό της Τζέιμς Μονρό, αποφασίστηκε ότι οι τρεις τους κόρες, Σίλα, Τζένι και Άντρεα Σκίνερ, θα ζούσαν με τον πατέρα τους και τη δεύτερη σύζυγό του στη Βικτόρια της Βρετανικής Κολομβίας, ενώ τα καλοκαίρια θα τα περνούσαν με τη μητέρα τους στο Κλίντον, μια μικρή πόλη στο νότιο Οντάριο· σε αυτή την περιοχή η συγγραφέας τοποθέτησε πολλές από τις ιστορίες της, ως εκ τούτου οι Καναδοί την αποκαλούν «Alice Munro Country». Ένα καλοκαιρινό βράδυ που η Άλις έλειπε, ο Φρέμλιν βρήκε την ευκαιρία να χωθεί στο κρεβάτι της Άντρεα· της έπιασε το χέρι και έτριψε με αυτό τα γεννητικά του όργανα. Κατόπιν τη φοβέρισε να μην το πει στη μητέρα της, γιατί κάτι τέτοιο θα τη σκότωνε.
Αυτό που κάνει σήμερα τους πάντες να αναρωτιούνται είναι για ποιον λόγο η Μονρό αντέδρασε όπως αντέδρασε, γιατί δεν προστάτευσε το παιδί της, γιατί δεν εγκατέλειψε τον άντρα της.
Το εννιάχρονο κορίτσι φοβήθηκε, ωστόσο, όταν επέστρεψε στο πατρικό της, είπε στον ετεροθαλή αδελφό της Άντριου τι της είχε συμβεί. Εκείνος το μετέφερε στη δική του μητέρα, που με τη σειρά της ειδοποίησε τον πατέρα του κοριτσιού, ο οποίος αρνήθηκε να αντιδράσει. Δεν ήθελε να ταράξει τη σχέση της πρώην συζύγου του με τον νέο της σύντροφο για να μην τον κατηγορήσει ότι επιδίωκε να τη διαλύσει. Έτσι, η Μονρό δεν πληροφορήθηκε το γεγονός. Τα παιδιά συνέχισαν να επισκέπτονται τη μητέρα τους τα επόμενα καλοκαίρια, αλλά η μεγαλύτερη αδελφή, Σίλα, είχε σαφείς οδηγίες να μην αφήνει ποτέ την Άντρεα μόνη με τον Φρέμλιν.
Μέσα στα χρόνια, εκείνος εξακολούθησε να την παρενοχλεί. Π.χ. μια φορά πήγαν μαζί για μπάνιο σε ένα ποτάμι της περιοχής και της πρότεινε να κάνουν σεξ γιατί, όπως της εκμυστηρεύτηκε, η ερωτική του ζωή με την Άλις περνούσε κρίση. Εκείνη κατάφερε να τον αποφύγει και μόνο όταν έφτασε στην εφηβεία καταλάγιασαν οι πιέσεις που της ασκούσε σε κάθε ευκαιρία. Παρόλο που η κατάσταση της είχε προκαλέσει προβλήματα όπως αϋπνία, βουλιμία, ημικρανίες, μείωση των επιδόσεων στο σχολείο, δεν μίλησε ποτέ για όλα αυτά στη μητέρα της, μόνο το 1992, όταν έφτασε στην ηλικία των 25 ετών, μέσα από ένα γράμμα. Αφορμή τής είχε δώσει ένα διήγημα που η Μονρό της διάβασε για ένα νέο κορίτσι που δεν μίλησε ποτέ για το δικό του τραύμα, αλλά, όπως της ομολόγησε, φοβόταν ότι θα έριχνε σ' εκείνη το φταίξιμο.
Η αντίδραση της Μονρό ήταν να απομονωθεί στο σπίτι της στο Vancouver Island. Όταν την επισκέφθηκε η Άντρεα, ήρθε αντιμέτωπη με μια συναισθηματικά ανώριμη συμπεριφορά. Θεωρούσε ότι επρόκειτο για μια τακτική του πρώην συζύγου της που σκοπό είχε να την ταπεινώσει. Και σαν να μην έφτανε αυτό, αντιμετώπισε την κόρη της σαν ερωτική αντίζηλο, αν και της αποκάλυψε κι άλλες ύποπτες «φιλίες» του Φρέμλιν με ανήλικα. «Το έμαθα πολύ αργά» είπε, όπως και ότι τον αγαπούσε πάρα πολύ, για να συμπληρώσει με ολίγη από φεμινισμό ότι «η μισογυνική μας κουλτούρα αξιώνει από μένα να αρνηθώ τις ανάγκες μου και να θυσιαστώ για τα παιδιά μου ώστε να επανορθώσω για τις αδυναμίες των ανδρών».
Από την πλευρά του, εκείνος ομολόγησε την πράξη του, στέλνοντας γράμμα στον Τζέιμς Μονρό, όπου παρομοίαζε την Άντρεα με τη Λολίτα του Ναμπόκοφ, η οποία, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, εισέβαλε στο δωμάτιό του αναζητώντας ερωτική συντροφιά. Κατά τ' άλλα, είπε πως ένιωθε ανέντιμος, αηδιασμένος με τον εαυτό του που υπήρξε άπιστος στην Άλις.
Όπως συνήθως συμβαίνει, η οικογένεια έκανε σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα. Όταν η Άντρεα, ώριμη πλέον, έγινε μητέρα δίδυμων παιδιών το 2002, απαίτησε από τη μητέρα της να μην την επισκεφθεί μαζί με τον Φρέμλιν, και εκείνη διαμαρτυρήθηκε, λέγοντας ότι δεν είχε άλλον τρόπο να τη δει, καθώς η ίδια δεν οδηγούσε. Αυτό προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου έκρηξη της Άντρεα και το τέλος στη σχέση μάνας - κόρης.
Το 2004, μετά από δηλώσεις της Μονρό στο περιοδικό «New York» περί εξαιρετικών σχέσεων και με τις τρεις κόρες της και περί του πόσο ευτυχισμένη και τυχερή ένιωθε που είχε στη ζωή της τον Φρέμλιν, η Άντρεα αποφάσισε να αντιδράσει. Συγκέντρωσε παλιά γράμματά του και τα παρέδωσε στις αστυνομικές αρχές. Όταν πήγαν να τον συλλάβουν η συγγραφέας αντέδρασε με οργή χαρακτηρίζοντας την κόρη της ψεύτρα. Εν τέλει ο ογδοντάχρονος Φρέμλιν ομολόγησε το 2005 την ενοχή του και καταδικάστηκε σε 2 χρόνια με αναστολή.
Η υπόθεση δεν είδε το φως της δημοσιότητας τότε και κάθε απόπειρα της Άντρεα να μιλήσει δημόσια έβρισκε τοίχο. Ακόμα και ο βιογράφος της Μονρό, ο Ρόμπερτ Θάκερ, αρνήθηκε να συμπεριλάβει αυτά τα γεγονότα στο βιβλίο του, προφασιζόμενος ότι ενδιαφερόταν αποκλειστικά για το λογοτεχνικό της έργο. Ωστόσο, η θεματική της Άλις Μονρό την περίοδο μετά τις αποκαλύψεις της κόρης της αφορούσε κακοποιημένα παιδιά και άπονες μάνες, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το διήγημα «Vandals» που δημοσιεύτηκε το 1993 στον «New Yorker», όπου κατά κάποιον τρόπο σκιαγραφείται η δική της ιστορία. Αυτό που κάνει σήμερα τους πάντες να αναρωτιούνται είναι για ποιον λόγο η Μονρό αντέδρασε όπως αντέδρασε, γιατί δεν προστάτευσε το παιδί της, γιατί δεν εγκατέλειψε τον άντρα της. Και από εκεί που θεωρούνταν συμπονετική και φιλεύσπλαχνη, «Αγία Άλις», κινδυνεύει να μείνει στην ιστορία ως άσπλαχνη μητέρα.
Συγγραφείς που δήλωναν επηρεασμένοι από το έργο της πλέον την αμφισβητούν, το Πανεπιστήμιο του Δυτικού Οντάριο έκανε ανενεργή την έδρα δημιουργικής γραφής που φέρει το όνομά της, ορυμαγδός αρνητικών σχολίων στο διαδίκτυο ακυρώνει τη φήμη της. Οι πιο ψύχραιμοι ξαναδιαβάζουν τις ιστορίες της με άλλο μάτι. Η Μονρό μεγάλωσε υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας, με βάναυσους γονείς. Η ταξική υπεροχή του Τζέιμς Μονρό τής υπενθύμιζε ανέκαθεν την κοινωνική και συναισθηματική της αναπηρία. Ο Φρέμλιν, από τον οποίο ήταν εξαρτημένη λόγω πλήθους πρακτικών καθημερινών προβλημάτων τα οποία ήταν ανίκανη να αντιμετωπίσει μόνη, ήταν ο μόνος που την έκανε να νιώθει ασφάλεια. Ίσως εκεί να βρίσκεται και η απάντηση στο γιατί στάθηκε αδύνατο να αποδράσει από αυτόν.
Με στοιχεία από New York Times