— Καύσωνες, πυρκαγιές και καταστροφικές πλημμύρες. Αυτή θα είναι η ζωή μας από δω και πέρα;
Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αν αυτή θα είναι η νέα κανονικότητα, όπως δηλαδή τη ζήσαμε φέτος το καλοκαίρι. Σε κάθε περίπτωση, είναι βάσιμο να αναμένουμε στη Μεσόγειο –που άλλωστε θεωρείται κλιματικό hot spot σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη– ακραία φαινόμενα με μεγαλύτερη ένταση και διάρκεια αλλά και συχνότερα. Θα έλεγα ότι αυτό αφορά κυρίως τους καύσωνες, χωρίς όμως να παραβλέπεται ο συνδυασμός κλιματικών φαινομένων, δηλαδή καύσωνας και ξηρασία (που εν τέλει συμβάλλουν ώστε οι δασικές πυρκαγιές να είναι περισσότερο επιθετικές) ή θαλάσσιος καύσωνας και καταιγίδες (που οδηγούν σε ακραίες καταιγίδες). Στην περίπτωση των συνδυασμένων φαινομένων οι επιπτώσεις του ενός φαινομένου δεν προστίθενται απλώς σε αυτές του άλλου αλλά λειτουργούν ενισχυτικά.
— Γιατί η κακοκαιρία Daniel ήταν η πιο καταστροφική που έχουμε βιώσει;
Η ποσότητα της βροχής που έπεσε σε πολλές περιοχές της Θεσσαλίας ξεπέρασε κατά πολύ την αντίστοιχη ποσότητα άλλων ακραίων φαινομένων, λ.χ. του Ιανού. Δεν νομίζω ότι υπάρχει περιοχή στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη που δεν θα πλημμύριζε με τέτοια ύψη βροχής, όμως οι επιπτώσεις θα ήταν μικρότερες στις περιοχές εκείνες στις οποίες υπήρχαν διαχειριστικά σχέδια και αντίστοιχα έργα. Σε ό,τι αφορά στο ακραίο φαινόμενο, φαίνεται ότι υπάρχει σύνδεση με την κλιματική αλλαγή (αν και οφείλω να πω ότι απαιτείται περισσότερη μελέτη), καθώς προέκυψε από μια διαταραχή (με την ονομασία «ωμέγα εμποδισμός») στην ατμοσφαιρική κυκλοφορία που σε συνδυασμό με την αυξημένη επιφανειακή θαλάσσια θερμοκρασία στο Αιγαίο μετέφερε για πολλές συνεχόμενες ημέρες θερμές και υγρές μάζες προς την περιοχή της Θεσσαλίας. Η διαταραχή αυτή εμφανίζεται συχνότερα τα τελευταία έτη, όπως και η αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας στη Μεσόγειο.
Έχει σημασία να μεταφέρουμε στους πολίτες ότι το στοίχημα δεν έχει χαθεί και ότι υπάρχουν λύσεις για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, οι οποίες σταδιακά θα οδηγήσουν στον περιορισμό ή και στην αναστροφή του προβλήματος.
— Αναρωτιέμαι γιατί, αφού μάθαμε πλέον να ζούμε με τους σεισμούς, δεν έχουμε μάθει να ζούμε με τις φωτιές και τα ακραία φαινόμενα;
Στην περίπτωση των σεισμών, διαμορφώθηκαν νέοι αντισεισμικοί κανονισμοί, ενσωματώθηκαν άμεσα στις κατασκευές αλλά και ενημερώθηκαν οι πολίτες. Όντως σε ό,τι αφορά στις δασικές πυρκαγιές και τα ακραία φαινόμενα φαίνεται ότι έχουμε μείνει πίσω, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν σχετικά σχέδια, όπως ο Ξενοκράτης. Είναι προφανές ότι αποτελεί πρώτη προτεραιότητα η κατάρτιση εξειδικευμένων διαχειριστικών σχεδίων για κάθε κλιματικό κίνδυνο, όμως με προσοχή ώστε αυτά τα σχέδια να εξειδικεύονται ανάλογα με την περιοχή και τις πιέσεις που ήδη δέχεται. Οι δήμοι έχουν σημαντική ευθύνη για αυτή την προτεραιότητα και είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό ότι από πρόσφατη έρευνα της διαΝΕΟσις προκύπτει πως το 75% των ερωτώμενων δεν γνωρίζει το σχέδιο του δήμου του σε περίπτωση ακραίων φαινομένων. Νομίζω ότι είναι ευκαιρία το θέμα της προστασίας από ακραία φαινόμενα να αποτελέσει στοιχείο για την επιλογή των δημοτικών παρατάξεων που διεκδικούν να διοικήσουν τις πόλεις της χώρας.
— Ακούμε και διαβάζουμε ειδικούς να λένε ότι η κλιματική αλλαγή απαιτεί νέους και τεράστιους πόρους. Και εσείς έχετε τονίσει πολλές φορές ότι χρειάζεται να δοθεί προτεραιότητα στην προληπτική αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης. Θα θέλατε να μας πείτε πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Ας πάρουμε για παράδειγμα την αγροτική παραγωγή. Γνωρίζουμε ήδη ότι σε ορισμένες αγροτικές περιοχές στην Ελλάδα σημειώνονται χαμηλότερα ύψη βροχής. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν αφήνεις το πρόβλημα να ενισχυθεί, αλλά παρεμβαίνεις προληπτικά με έργα, για παράδειγμα με τον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα, με την κατασκευή ταμιευτήρων συγκράτησης του νερού στη στεριά (αντί δηλαδή να παροχετεύεται στη θάλασσα) ή με δράσεις όπως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών. Όλα τα παραπάνω συγκροτούν το σχέδιο προσαρμογής στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Προφανές είναι ότι τέτοια σχέδια πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους και τις μελλοντικές εκτιμήσεις για τις κλιματικές συνθήκες και να διαμορφώνονται για τις πόλεις, τους παραγωγικούς τομείς (γεωργία, τουρισμός, ενέργεια) και το φυσικό περιβάλλον. Σε μια τέτοια προσέγγιση όντως απαιτούνται πόροι, όμως το κόστος είναι σημαντικά χαμηλότερο από αυτό που απαιτείται για την αποκατάσταση των ζημιών όταν τελικά θα προκύψουν.
— Πώς θα είναι ο κόσμος σε δέκα χρόνια, αν δεν λάβουμε σημαντικές δράσεις απέναντι στην κλιματική αλλαγή;
Αν η διεθνής κοινότητα –με την εξαίρεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει την πιο συγκροτημένη πολιτική– συνεχίσει να μην εφαρμόζει τις δεσμεύσεις για τη σταδιακή εξάλειψη της χρήσης των ορυκτών καυσίμων (άνθρακας, λιγνίτης, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) ώστε να μειωθούν οι συγκεντρώσεις των αερίων θερμοκηπίου, οι εκτιμήσεις μιλούν για αύξηση της θερμοκρασίας μεταξύ 1,5 και 2 βαθμών Κελσίου, δηλαδή πάνω από το κατώτερο όριο που έχει τεθεί από τη Συμφωνία των Παρισίων και πολύ κοντά στο ανώτερο όριο. Σε μια τέτοια εξέλιξη, η κανονικότητα θα περιλαμβάνει φαινόμενα όπως αυτά που ζήσαμε φέτος στην Ελλάδα, αν και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η ακριβής ένταση και η χωρική αποτύπωση των φαινομένων.
Άρα πρώτη προτεραιότητα παραμένει η σταδιακή εξάλειψη της χρήσης των ορυκτών καυσίμων με παράλληλη στροφή στην εξοικονόμηση ενέργειας και στις ανανεώσιμες πηγές. Ήδη οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν κερδίσει χώρο και έχουν αναπτύξει σημαντική δυναμική (λ.χ. στη χώρα μας το 40% της ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται από τον ήλιο και τον άνεμο). Παράλληλα όμως το λόμπι των ορυκτών καυσίμων αντιστέκεται σθεναρά. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι οι 5 μεγάλες πολυεθνικές που εξορύσσουν και διαχειρίζονται ορυκτά καύσιμα δαπάνησαν σε επενδύσεις 1,2 τρισ. δολάρια το 2022, με το ποσοστό για δράσεις αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής να περιορίζεται σε μόλις 0,2%.
— Πιστεύετε ότι έχει χαθεί το στοίχημα;
Δεν το πιστεύω, χωρίς όμως να παραγνωρίζω τις πολλές και δομικές δυσκολίες. Έχει όμως σημασία να μεταφέρουμε στους πολίτες ότι το στοίχημα δεν έχει χαθεί και ότι υπάρχουν λύσεις για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, οι οποίες σταδιακά (μετά από 3 τουλάχιστον δεκαετίες) θα οδηγήσουν στον περιορισμό ή και στην αναστροφή του προβλήματος. Αυτό απαιτεί έναν γενναίο ενεργειακό και οικονομικό μετασχηματισμό που θα έχει ορίζοντα 30ετίας, με αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν άμεσα, να εντατικοποιηθούν τη δεκαετία του 2030 και να συνεχίσουν με έντονο ρυθμό και την τελευταία δεκαετία πριν τον στόχο του 2050. Παράλληλα, πιστεύω ότι πρέπει να μην καλλιεργείται φόβος στους πολίτες για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, λ.χ. ότι η ζωή μας θα είναι με φαινόμενα όπως του καλοκαιριού που πέρασε, καθώς τότε ο πολίτης θεωρεί την κατάληξη αναπόφευκτη και την όποια προσπάθεια ανώφελη. Η επιστημονική γνώση πρέπει να καλλιεργεί αισιοδοξία (λ.χ. προβάλλοντας τις λύσεις) και η επιστημονική κοινότητα να είναι φειδωλή στις τοποθετήσεις της.
— Σύμφωνα με μελέτη του ΟΗΕ, έως το 2030 θα υπάρχουν 300 εκατομμύρια κλιματικοί πρόσφυγες. Ποιο είναι το σχόλιό σας και πόσο μπορεί να επηρεάσει τη χώρα μας;
Η κλιματική αλλαγή χαρακτηρίζεται από κλιμακωτές επιπτώσεις. Η ξηρασία οδηγεί σε απώλεια υδατικών πόρων και εγκατάλειψη αγροτικών καλλιεργειών. Οι τοπικοί πληθυσμοί αναγκάζονται να μεταναστεύσουν είτε εντός της χώρας τους ή στο εξωτερικό. Ήδη καταγράφονται μεταναστευτικά ρεύματα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Το πόσο θα επηρεάσουν τη χώρα μας είναι δύσκολο να το εκτιμήσω.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.