Η ΛΥΣΗ ΓΙΑ την επαναλειτουργία του ιστορικού σιδηροδρομικού δικτύου της Πελοποννήσου, το οποίο είναι ανενεργό από το 2010, έρχεται από την… Ελβετία. Το πώς και το γιατί είναι μία μεγάλη και ενδιαφέρουσα ιστορία, η οποία έχει παρελθόν και, από ό,τι φαίνεται, εφόσον υπάρξει και η εγχώρια πολιτική βούληση, ένα πολύ δημιουργικό μέλλον.
Σπανίως υπάρχουν καλές ειδήσεις για τον σιδηρόδρομο στη χώρα μας. Μετά το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών αποκαλύφθηκε όλη η παθογένεια που κρατούσε για πολλές δεκαετίες τελματωμένο το πιο φθηνό και πιο πράσινο μέσο μεταφοράς, το οποίο θεωρείται παγκοσμίως και το πλέον ασφαλές. Κάτι που σήμερα δύσκολα μπορούν να πιστέψει πια η ελληνική κοινωνία και το επιβατικό κοινό στη χώρα μας, που φέρει ως συλλογικό τραύμα την τραγωδία των Τεμπών.
Μέσα στον ορυμαγδό της ειδησεογραφίας που αφορά τον σιδηρόδρομο, είναι ίσως η μόνη καλή είδηση των τελευταίων μηνών. Ανέκυψε από το συμπόσιο που διοργάνωσε η πρεσβεία της Ελβετίας, η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ), σε συνεργασία με τον δήμο Ναυπλίου και τη στήριξη του Fichti Art Festival, ενός δυναμικού τοπικού φεστιβάλ που με τις δράσεις του αφυπνίζει την τοπική κοινωνία για θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς. Σ’ αυτό το συμπόσιο το τρένο «επέστρεψε» στις ράγες του μετρικού σιδηροδρομικού δικτύου της Πελοποννήσου, ως μία δυναμική δυνητική πιθανότητα.
Η μελέτη σκοπιμότητας σε συνδυασμό με το επιχειρηματικό σχέδιο είναι το πλέον κρίσιμο στάδιο για τη χρηματοδότηση ενός έργου από τα ευρωπαϊκά ταμεία, στα οποία θα αναζητηθούν οι οικονομικοί πόροι για το ξαναζωντάνεμα του σιδηροδρομικού δικτύου της Πελοποννήσου.
Από την Ελβετία στο Ναύπλιο
Στο ιστορικό κτίριο του Βουλευτικού στο Ναύπλιο παρουσιάστηκαν και συζητήθηκαν διεξοδικά οι παράμετροι που αφορούν την εκπόνηση της μελέτης σκοπιμότητας και του επιχειρηματικού σχεδίου που θα οδηγήσουν στη σταδιακή επαναλειτουργία του ιστορικού σιδηροδρόμου της Πελοποννήσου.
Ο ομότιμος καθηγητής ΕΤΗ Ζυρίχης Bernd Scholl και ο Hans Peter Vetsch, κορυφαίοι εμπειρογνώμονες παγκοσμίως για τον σιδηρόδρομο, συνέταξαν μία πρόταση για το πώς πρέπει να συνταχθεί μία ολοκληρωμένη μελέτη σκοπιμότητας, την οποία δημοσιοποίησε ο καθηγητής Scholl στο συμπόσιο του Ναυπλίου μέσω μίας αναλυτικής παρουσίασης.
Η μελέτη σκοπιμότητας σε συνδυασμό με το επιχειρηματικό σχέδιο είναι το πλέον κρίσιμο στάδιο για τη χρηματοδότηση ενός έργου από τα ευρωπαϊκά ταμεία, στα οποία θα αναζητηθούν οι οικονομικοί πόροι για το ξαναζωντάνεμα του σιδηροδρομικού δικτύου της Πελοποννήσου. Σε αδρές γραμμές, μέσω αυτής της μελέτης αιτιολογείται όχι μόνο με ποια κατασκευαστικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά πρέπει να υλοποιηθεί ένα έργο, αλλά γίνεται ακριβής καταγραφή και αποτίμηση των ωφελειών σε συνδυασμό με το κόστος του έργου. Το ελληνικό Δημόσιο είχε δαπανήσει 61 χιλιάδες ευρώ για μία τέτοια μελέτη πριν από τρία χρόνια, η οποία όμως δεν έπιασε τόπο, καθώς κρίθηκε από την Ευρώπη ανεπαρκής και απορρίφθηκε.
Πώς όμως έφτασαν οι Ελβετοί εμπειρογνώμονες, με τη θερμή μάλιστα υποστήριξη του πρέσβη της Ελβετίας στην Ελλάδα Stefan Estermann, να βάζουν πλάτη για το «τρένο του Τρικούπη»;
Πώς προέκυψε η ελληνοελβετική συμμαχία για το τρένο
Τις απαντήσεις για την «ελληνοελβετική συμμαχία» τις βρίσκουμε από την Ειρήνη Φρεζάδου, αρχιτέκτονα-πολεοδόμο, μέλος ΔΣ ΕΛΛΕΤ, η οποία είναι συντονίστρια του έργου και η ψυχή της διοργάνωσης στο Ναύπλιο.
Οι ζυμώσεις της ελληνοελβετικής πρωτοβουλίας ξεκίνησαν το 2016 και το όλο εγχείρημα για την επαναλειτουργία του μετρικού δικτύου της Πελοποννήσου βασίζεται, όπως ανέφερε, «στο πετυχημένο παράδειγμα των μονών μετρικών γραμμών Albula και Bernina της Rhaetian Railways, που έχουν κηρυχθεί μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO».
Η ίδια πραγματοποίησε τις μεταπτυχιακές της στην έδρα χωρικού σχεδιασμού του Πολυτεχνείου ΕΤΗ της Ζυρίχης με καθηγητή τον Bernd Scholl, γεγονός που τη βοήθησε να βάλει τους πρώτους σπόρους για αυτή την ελληνοελβετική πρωτοβουλία.
Το επόμενο βήμα ήρθε τον περασμένο Μάρτιο, όταν οι εμπειρογνώμονες παρουσίασαν σε κυβερνητική στελέχη των υπουργείων Μεταφορών και Τουρισμού, σε εκπροσώπους των περιφερειών και σε σιδηροδρομικούς φορείς την εμπειρία τους από την ανάπτυξη του σιδηροδρομικού τουρισμού και τον σημαντικό ρόλο που μπορεί να παίζει ως ισχυρός μοχλός οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Και δεν έχουν άδικο. Το ταξίδι με το τρένο δίνει τη δυνατότητα να απολαύσει κανείς τα πιο όμορφα τοπία και πολιτιστικά μνημεία της Πελοποννήσου.
Η ωραία κοιμωμένη που πρέπει να ξυπνήσει
Τη δυναμική αυτή, που τώρα χάνεται για τις κοινωνίες και την οικονομία, την περιέγραψε με εμφατικό τρόπο ο πρέσβης της Ελβετίας Stefan Estermann στο Ναύπλιο. Παρομοίασε το ανενεργό σήμερα δίκτυο της Πελοποννήσου ως «ένα κρυμμένο πολύτιμο πετράδι, μία ωραία κοιμωμένη». «Είμαι πεπεισμένος», είπε, «ότι ο σιδηροδρομικός τουρισμός έχει μέλλον στην Ελλάδα γιατί διαθέτει αυτή την υπέροχη πολιτιστική κληρονομιά», αλλά και γιατί «ο τουρισμός συνδέεται με τη δημιουργία εμπειριών», κάτι που «μπορεί να χτιστεί γύρω από το τρένο».
«Μπορείτε να φτιάξετε σιδηροδρομικούς σταθμούς που θα είναι καφέ, μουσεία, πωλητήρια για τοπικά προϊόντα», σχολίασε, τονίζοντας, ότι «η επαναλειτουργία του σιδηροδρόμου θα συνεισφέρει σημαντικά στην αναζωογόνηση των αγροτικών περιοχών. Θα ξαναζωντανέψει όλα αυτά τα όμορφα χωριά και τους οικισμούς στην ενδοχώρα και τα βουνά της Πελοποννήσου». Ο Ελβετός πρέσβης παρότρυνε το δυναμικό αυτού του σιδηροδρομικού δικτύου «να ενσωματωθεί στο όραμα της χώρας για το μέλλον», ζητώντας από τους φορείς να συμβάλουν άμεσα στο ξύπνημα της «ωραίας κοιμωμένης», δίνοντας τον τόνο ενός ρομαντικού φιλελληνισμού στις δηλώσεις και τα σχόλια του.
Κάτι που ανέδειξε στην παρέμβασή της και η Λυδία Καρρά, η πρόεδρος της ΕΛΛΕΤ, η οποία αναφέρθηκε στη μακρά ελβετική παράδοση φιλελληνισμού από την εποχή του Ιωάννη Γαβριήλ Εϋνάρδου. Η ίδια ανέφερε ότι «είναι οικονομικά αδόκιμο να παραμένει σε εγκατάλειψη μία υφιστάμενη εθνική υποδομή, την αξία της οποίας αποτίμησε ο καθηγητής Bernd Scholl σε περίπου 2 δισ. ευρώ και πρότεινε τη συγχρηματοδότηση της μελέτης μέσω crowdfunding.
Πράγματι, ο καθηγητής Bernd Scholl εκτίμησε την υποδομή που βρίσκεται σε αχρησία στα δύο δις. Είπε όμως και κάτι άλλο, που κανονικά θα έπρεπε να βάλει σε εγρήγορση τους αρμόδιους που λαμβάνουν τις αποφάσεις. Ανέφερε ότι η επανεκκίνηση του σιδηροδρόμου δεν μπορεί να παραμείνει μία πιθανή πραγματικότητα, αλλά πρέπει να πάρει σάρκα και οστά σύντομα.
Γιατί, εάν παρέλθει ένα διάστημα δύο χρόνων ακόμη χωρίς να αλλάξει κάτι, η απαξίωση και η καταστροφή του δικτύου δεν θα επιτρέψει την επαναλειτουργία του. Για την κατάσταση του δικτύου οι Ελβετοί έχουν πλήρη εικόνα, όχι μόνο μέσα από τη συλλογή στοιχείων, αλλά και από την επιτόπια παρουσία των ίδιων στο δίκτυο. Όπως αποκάλυψε η κ. Καρρά, ο καθηγητής μαζί με τον πρέσβη περπάτησαν περίπου 40 χιλιόμετρα για να διαπιστώσουν την κατάσταση των γραμμών.
Οι παράμετροι για την εκπόνηση της μελέτης σκοπιμότητας και επιχειρηματικού σχεδίου που παρουσίασε ο B. Scholl στο Ναύπλιο αφορούν το πρώτο τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής, το τμήμα Κόρινθος-Τρίπολη.
Ο καθηγητής εμμέσως πλην σαφώς σημείωσε ότι η ύπαρξη του μετρικού δικτύου δίνει ρεαλιστικά χαρακτηριστικά στην επανεκκίνηση του δικτύου της Πελοποννήσου. Μία αλλαγή τη σημερινής μετρικής γραμμής με κανονική θα είχε ως αποτέλεσμα ένα υπέρογκο κόστος, το οποίο το προσδιόρισε σε 10 με 12 εκ. ανά χιλιόμετρο.
Στο εξωτερικό, με φωτεινό παράδειγμα την Ελβετία, τα μετρικά δίκτυα είναι μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτά τα δίκτυα, που έχουν κατασκευαστεί σε πολύ πιο άγρια ανάγλυφα από αυτό της Πελοποννήσου, λειτουργούν με συνέπεια και προσφέρουν τουριστικές, επιβατικές και εμπορικές σιδηροδρομικές υπηρεσίες. Το τρίτο βήμα της ελληνοελβετικής πρωτοβουλίας θα γίνει μέσα στο 2025.
Κατά το διήμερο συμπόσιο φάνηκε ότι πολλοί θέλουν το τρένο να επιστρέψει στις ράγες. Φορείς και φίλοι του Σιδηροδρόμου έδωσαν το παρών, με δυναμικές παρεμβάσεις. Την υποστήριξή του στο επόμενο βήμα που είναι η χρηματοδότηση της μελέτης σκοπιμότητας και επιχειρηματικού σχεδίου, όπως προτάθηκε από τους Ελβετούς εμπειρογνώμονες, δήλωσε ο Δημήτρης Πτωχός, περιφερειάρχης Πελοποννήσου, ο Δήμαρχος Ναυπλιέων Δημήτριος Ορφανός, ο ευρωβουλευτής Γιάννης Μανιάτης και ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ Παναγιώτης Τερεζάκης.
Αλλά και η κοινωνία θέλει τον τρένο ξανά στην Πελοπόννησο. «Για να ξανασφυρίξει το τρένο στην Πελοπόννησο», έγραφαν τα μπλουζάκια των μαθητών από το δημοτικό σχολείο Φιχτίων, της κοινότητας που βρίσκεται ο σιδηροδρομικός σταθμός των Μυκηνών του ανενεργού μετρικού δικτύου. Αυτό είναι το σύνθημα της ελληνοελβετικής πρωτοβουλίας: «Ο αγώνας δίνεται για να διασφαλιστεί το δικαίωμα της νέας γενιάς στην πολιτιστική της κληρονομιά και σε ένα βιώσιμο μέλλον», λένε οι διοργανωτές του συνεδρίου και η παρουσία των μαθητών αυτό ακριβώς σηματοδοτεί.
Για την επαναλειτουργία του μετρικού δικτύου ο χρόνος δεν είναι με το μέρος όσων επιζητούν να βρεθεί μία λύση επανεκκίνησης. Ο σιδηροδρομικός αυτός πλούτος μέρα με τη μέρα απαξιώνεται. Πολλοί σταθμοί, σημαντικά δείγμα της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής ρημάζουν. Το δίκτυο έχει λεηλατηθεί και έχει δασωθεί, βγάζοντας διάφορα τμήματα σε αχρηστία. Ήδη έχουν περάσει 13 χρόνια από τον περίφημο νόμο για την εξυγίανση του ΟΣΕ, με τον οποίο η Πελοπόννησος έχασε τα τρένα οριστικά, μετά από 120 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας του δικτύου και αφού τρία χρόνια νωρίτερα δαπανήθηκαν 70 εκατομμύρια ευρώ για τον εκσυγχρονισμό του δικτύου Κόρινθος-Καλαμάτα, που τώρα βρίσκεται σε αχρησία.