ΤΟ «GODZILLA MINUS ONE» έκανε ένα έκτακτο, ολιγοήμερο πέρασμα από τις ελληνικές αίθουσες τον περασμένο Δεκέμβρη, χωρίς να επικοινωνηθεί η κυκλοφορία του – όχι μόνο δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή, ούτε καν δελτίο Τύπου δεν λάβαμε– και μετά δεν μπορούσε να το βρει κανείς πουθενά. Ούτε το (δικαιότατο) Όσκαρ Οπτικών Εφέ βοήθησε καθόλου και η αιτία πίσω από αυτή την εξαφάνιση είχε όνομα: Godzilla x Kong: The New Empire.
Επειδή η Legendary θα έβγαζε καινούργια, αγγλόφωνη ταινία Γκοτζίλα, έθεσε όρο στη συμφωνία της με την Toho, τη γενέτειρα του μυθικού κινηματογραφικού τέρατος, η δική τους, γιαπωνέζικη εκδοχή του Γκοτζίλα να προβληθεί για λίγο στις αίθουσες και έπειτα να αποσυρθεί ολοσχερώς και να κρατηθεί μακριά από VOD και streaming πλατφόρμες για μήνες. Μπορείτε να φανταστείτε, λοιπόν, την έκπληξή μας, όταν διαπιστώσαμε ότι δίχως τυμπανοκρουσίες, σχεδόν στα κρυφά, η ταινία έχει προστεθεί από τις αρχές του μήνα στον κατάλογο του Netflix.
Κάθε εμφάνιση του τέρατος μετράει, έχει αντίκτυπο μεγάλο και κινηματογραφείται με μια ιδέα που αναδεικνύει τόσο το μέγεθος της απειλής όσο και τα γενικά και τα επιμέρους στοιχήματα – είμαστε πεπεισμένοι ότι ο Σπίλμπεργκ λατρεύει την ταινία.
Είναι τόσο κρίμα που οι περισσότεροι δεν μπορέσαμε να δούμε το «Godzilla Minus One» σε αίθουσα και πήραμε αντ’ αυτoύ ένα φεστιβάλ ψηφιακής οχλαγωγίας από τον Άνταμ Γουίνγκαρντ. Βλέπεις, η μία ταινία δίνει την εντύπωση ότι παρακολουθείς ένα παιδί να παίζει με τα παιχνίδια του –μπορεί να έχει τη χάρη του κι αυτό μερικές φορές–, ενώ η άλλη αποτελεί σπουδαίο, ατόφια επικό σινεμά.
Ήδη από την εισαγωγική σκηνή της επίθεσης καταλαβαίνεις ότι θα δεις έναν πολύ διαφορετικό Γκοτζίλα. Ο φακός τοποθετείται στο ύψος του ανθρώπινου βλέμματος, όπως στην πρωτότυπη δημιουργία του 1954, και η επίθεση του τέρατος είναι βάναυση και άγρια. Πρόκειται για έναν Γκοτζίλα μοχθηρό, για τον κακό της υπόθεσης και όχι για έναν αντιήρωα που αποκαθιστά τη φυσική ισορροπία, κατεδαφίζοντας στο μεταξύ μερικά οικοδομικά τετράγωνα. Στην παράδοση της σειράς, δε, ο Γκοτζίλα φέρει συμβολική διάσταση στο έργο. Δεν εκπροσωπεί την τιμωρία μας για τις παρεμβάσεις στη φύση, δεν ενσαρκώνει την πυρηνική απειλή ή τον κολασμό για τη χρήση πυρηνικών όπλων, αλλά το φάντασμα του πολέμου, που επιστρέφει για να στοιχειώσει μια μεταπολεμική Ιαπωνία η οποία προσπαθεί ακόμα να επουλώσει τις πληγές της και παλεύει να διασκεδάσει τις ενοχές και να κρύψει την ντροπή της.
Ο κεντρικός χαρακτήρας, ένας πιλότος καμικάζι που δίστασε να εκτελέσει τα αυτοκτονικά, επιθετικά του καθήκοντα και επέλεξε να ζήσει, ενσαρκώνει αυτή την ταπείνωση. Οι επιθέσεις του Γκοτζίλα θα δώσουν στον ήρωα την ευκαιρία να εξιλεωθεί. Κι εδώ έγκειται η υπέροχη ιδέα που φωλιάζει στην καρδιά της ταινίας. Στην ιαπωνική κουλτούρα η αυτοθυσία είναι συνυφασμένη με την τιμή και την περηφάνια.
Στην ταινία οι πολίτες αυτοοργανώνονται, χωριστά από ένα κράτος που τους έσυρε σε έναν αιματηρό πόλεμο και τους τοποθέτησε στη λάθος πλευρά της Ιστορίας – Χιροσίμα και Ναγκασάκι, πολύς κόσμος ξεχνά ότι η Ιαπωνία συντάχθηκε με τις δυνάμεις του Άξονα. Η αυτοοργάνωσή τους στοχεύει στην αυτόνομη αντιμετώπιση της απειλής και καταλήγει να επαναπροσδιορίσει την έννοια της αυτοθυσίας. Βλέπεις, στην αποστολή που οργανώνουν ο θάνατος δεν αντιμετωπίζεται ως πράξη ανδρεία, ούτε συνιστά αυτοσκοπό. Είναι πιθανός, μα αποφευκτέος. Για να μην τα πολυλογούμε, έχουμε μια ταινία όπου οι ήρωες δεν πρέπει να πεθάνουν για την πατρίδα τους, αλλά να ζήσουν για την πατρίδα τους, πρέπει να κατατροπώσουν τον εχθρό με τον κατάλληλο τρόπο, ώστε να μη χαθεί ούτε μία ζωή. Ε, και αυτό το εύρημα καθιστά το «Godzilla: Minus One» μια γνήσια αντιπολεμική ταινία, μεταξύ άλλων.
Αρκετός φιλμικός χρόνος αφιερώνεται στη ζωή που σταμάτησε λόγω πολέμου και παλεύει να κινηθεί μπροστά, μα απειλείται με πισωγύρισμα από αυτήν τη γιγάντια σαύρα. Το δράμα της ταινίας εστιάζει στον άνθρωπο, ενίοτε με την υπερβάλλουσα δραματικότητα του σινεμά της Άπω Ανατολής, που στο δυτικό μας μάτι φαντάζει over the top, αλλά, όπως έχουμε αντιληφθεί από τα συμφραζόμενα, στο δικό τους δεν δείχνει τέτοια. Και επειδή το ανθρώπινο δράμα βρίσκεται στον πυρήνα της, επειδή πίσω από την κάμερα υπάρχει σκηνοθέτης και όχι τροχονόμος, η προσέγγιση της δράσης είναι ανθρωποκεντρική. Δεν τον μέλει η δομή της καταστροφής τον Τακάσι Γιαμαζάκι, τον ενδιαφέρουν το δέος και ο φόβος που νιώθουν οι άνθρωποι που είχαν την ατυχία να βρεθούν στο επίκεντρό της – είπαμε, οι επιθέσεις κινηματογραφούνται από το ύψος του βλέμματος. Την κινηματογραφική εννοιολόγηση του δέους αποπειράται η σκηνοθεσία του Γιαμαζάκι, αυτό θέλει να αισθανθούμε. Έτσι, κάθε εμφάνιση του τέρατος μετράει, έχει αντίκτυπο μεγάλο και κινηματογραφείται με μια ιδέα που αναδεικνύει τόσο το μέγεθος της απειλής όσο και τα γενικά και τα επιμέρους στοιχήματα – είμαστε πεπεισμένοι ότι ο Σπίλμπεργκ λατρεύει την ταινία.
Η δουλειά των υπευθύνων οπτικών εφέ είναι καταπληκτική, ειδικά στις θαλάσσιες σκηνές, και πραγματοποιήθηκε με το 1/20ό του κόστους αντίστοιχων αμερικανικών παραγωγών – για δες που τελικά χρειάζονται κυρίως μεράκι, επιμονή και χρόνος, παρά θεόρατοι προϋπολογισμοί. Η τοποθέτηση της δράσης λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο φέρνει μαζί της και μια άλλη κινηματογραφική αύρα, τόσο πιστά και ευθέως αναφερόμενη στην πολεμική περιπέτεια της εποχής, ώστε νομίζεις πως θα εμφανιστεί στην οθόνη ο Γκρέγκορι Πεκ από στιγμή σε στιγμή. Νευραλγική είναι και η σημασία του score του Ναόκι Σάτο, με έγχορδα επιτακτικά, με χορωδιακά αποσπάσματα επιβλητικά και με έξι (!) διαφορετικά θέματα. Η μουσική του Σάτο φέρνει τη συγκινησιακή φόρτιση και ενισχύει την επικότητα, τελώντας σε συμβιωτική σχέση με την εικόνα, σε βαθμό που αδυνατείς να φανταστείς τη μία χωρίς την άλλη. Θυμίζει, έτσι, εκείνο το «σινεμά των καλύτερων μας χρόνων» για το οποίο μιλούν οι παλιότεροι.
Σε μια εποχή που η αξιολογική κατάταξη έρχεται ψυχαναγκαστικά, γρήγορα και εύκολα, προσπαθούμε να την αποφύγουμε, ωστόσο όταν οι αρετές μιας ταινίας είναι τέτοιες, δεν υπάρχει λόγος να συγκρατηθούμε. Το «Godzilla: Minus One» είναι ένα από τα καλύτερα monster movies που γυρίστηκαν ποτέ. Εκπροσωπεί ένα αποδραστικό σινεμά με μυαλό και καρδιά, εγκληματικά απόν από τη μεγάλη οθόνη τα τελευταία χρόνια.
Θερμή παράκληση προς εσάς που φτάσατε ως εδώ: μη δείτε την ταινία ούτε στo laptop σας, ούτε στο κινητό σας. Αν έχετε τη δυνατότητα, παρακολουθείστε τη σε τηλεόραση αρκετών ιντσών και με όσο το δυνατόν καλύτερο ηχοσύστημα. Α, θερμή παράκληση και προς όποιον αρμόδιο διαβάζει: φέρτε ξανά την ταινία στις κινηματογραφικές αίθουσες, έστω και για μία εβδομάδα. Εκεί ανήκει.
Η ταινία «Godzilla: Minus One» είναι διαθέσιμη στο Netflix