Είναι πολλά τα κρυφά φιλμ του ελληνικού κινηματογράφου. Αν κοιτάξει κανείς τους καταλόγους με τους τίτλους των ταινιών μεγάλου μήκους (αφήνω των μικρών και μεσαίων, γιατί εκεί γίνεται χαμός…) σίγουρα θα εντοπίσει έργα ενός κάποιου βεληνεκούς, που θα ήθελε να τους ρίξει μια ματιά – αν όχι να τα δει ολόκληρα και όπως πρέπει. Αφήνω κατά μέρος το γεγονός πως, σε διάφορες περιπτώσεις, ορισμένα απ’ αυτά (τα «άγνωστα» έργα) θα μπορούσε ν’ αποδειχθούν απείρως πιο ενδιαφέροντα από τη μυριοστή προβολή τού «Καλώς ήλθε το δολάριο» (που το βλέπω, πια, μόνο για τον σπαραξικάρδιο entertainer Ζαν Βασίλη…), ή του «Κάτι να καίει» (που δεν το βλέπω με τίποτα)…
Την 28/9/1973 προβάλλεται στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης η ταινία του Φαίδωνα Γεωργίτση «Ο Αποστάτης». Επρόκειτο για ένα «εμπορικό» φιλμ, που δεν συνδεόταν με το κλίμα του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, όπως εκείνο άρχιζε σιγά-σιγά να διαμορφώνεται στις αρχές του ’70, και που θα μπορούσε να αναζητηθεί (στη συγκεκριμένη διοργάνωση) στον «Ιωάννη το Βίαιο» (Τώνια Μαρκετάκη), στο «Λάβετε θέσεις» (Θόδωρος Μαραγκός) ή στο «Κρανίου Τόπος» (Κώστας Αριστόπουλος).
Ο Φαίδων Γεωργίτσης δεν τα κατάφερε όπως ενδεχομένως θα ήθελε, παρότι επιμέρους στοιχεία τού «Αποστάτη» του θα μπορούσε να συνηγορήσουν προς το υψηλό. Ποια ήταν αυτά; Κατ' αρχάς η άψογη παρουσία της Αλίκης Γεωργούλη, έπειτα το μοντάζ του Θανάση Ρεντζή, η ωραία φωτογραφία του Άρη Σταύρου και βεβαίως η εξαιρετική μουσική του Νίκου Μαμαγκάκη.
Ο Γεωργίτσης είχε επιχειρήσει να γυρίσει ένα καλλιτεχνικώς φιλόδοξο φιλμ κινούμενος στο πλαίσιο μιας ευπρόσωπης παραγωγής… και επηρεασμένος κατά τι από την «Κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας»(!) του Λουίς Μπουνιουέλ, που προβαλλόταν αρχές του ’73 στην Ελλάδα. Στο net διάβασα και κάτι για το «Θεώρημα», όμως αυτό δεν φαίνεται πιθανό επειδή η ταινία του Παζολίνι θα παιζόταν στη χώρα μας επί Μεταπολίτευσης. Εξάλλου, το concept τού… ερωτικού καταλύτη δεν είναι εύρημα παζολινικό – ασχέτως αν η παζολινική εκδοχή του είναι άπιαστη.
Δεν τα κατάφερε, λοιπόν, ο Γεωργίτσης, παρότι διάφορα επιμέρους στοιχεία τού «Αποστάτη» του θα μπορούσε να συνηγορήσουν προς το υψηλό. Ποια ήταν αυτά; Κατ’ αρχάς η λιτή «αριστοκρατική» παρουσία της Αλίκης Γεωργούλη, έπειτα το μοντάζ του Θανάση Ρεντζή, η ωραία φωτογραφία του Άρη Σταύρου και βεβαίως η εξαιρετική μουσική του Νίκου Μαμαγκάκη.
Και τι μουσική! Όχι μόνον αποσπάσματα από τα «11 Λαϊκά τραγούδια του Γιάννη Ρίτσου» που είχαν μόλις κυκλοφορήσει (το «Έφυγες» με τη Μαρία Δουράκη ή κάποια γυρίσματα από το «Άιντε και ντε»), αλλά και ηλεκτρονικοί ήχοι, ηχογραφημένοι στο στούντιο του Πολυτεχνείου του Βερολίνου. Έχω, μάλιστα, την αίσθηση πως ακούω σ’ αυτά κάτι από τον «Ολοφυρμό» τού θρυλικού άλμπουμ «Ελληνική Ηλεκτρονική Μουσική -1», που θα τυπωνόταν λίγο αργότερα (μέσα στο ’74).
Έκπληξη όμως, και μάλιστα μεγάλη, ήταν και το τραγούδι της αρχής που ερμήνευε η Αρλέτα, και που ήταν βασισμένο στους αγγλικούς στίχους της Θεοδώρας Ντάκου (η ποιήτρια από τη Θεσσαλονίκη και γνωστή αστρολόγος).
Η Ντάκου είχε γράψει τα λόγια και σ’ ένα άλλο παλιότερο τραγούδι της Αρλέτας, το «Ένα κορίτσι δεκαεφτά χρονώ» από το LP «Στο Ρυθμό του Αγέρα», άλμπουμ της Lyra από το 1968. Το τραγούδι στον «Αποστάτη» μπορεί να είναι χοντρά επηρεασμένο από το περίφημο “Lady D'Arbanville” του Cat Stevens, έχει όμως (και) τη δική του χάρη.
Αρλέτα στ’ αγγλικά; Φυσικά. Δύο-τρία χρόνια αργότερα η τραγουδοποιός θα έκανε ένα ολόκληρο αγγλόφωνο άλμπουμ, που θα το ακούγαμε όλοι μας ως “Demo” μόλις το 2010…
Διαβάζουμε στη «Μακεδονία» της 29/9/1973, για τον «Αποστάτη»:
«Στο μεταξύ χθες το βράδυ προεβλήθη η ταινία του Φαίδωνα Γεωργίτση “Ο Αποστάτης” για την παρουσία της οποίας στο φεστιβάλ δεν νομίζω πως υπάρχουν έστω και ισχνές δικαιολογίες. Ο Γεωργίτσης που πρωτοεμφανίζεται σαν κινηματογραφικός παραγωγός και σκηνοθέτης παρουσίασε τον “Αποστάτη”, που αν είχε λίγο αποκαλυπτικώτερες σκηνές σεξ, θα μπορούσε θαυμάσια να σταδιοδρομήση σε λαϊκούς κινηματογράφους.
Ο ήρωάς του Λουκάς (Φαίδων Γεωργίτσης), αφού φροντίζει να στείλει στη φυλακή το φίλο του συγγραφέα Κίμωνα Δράκο (Μηνάς Χρηστίδης) εγκαθίσταται στη βίλα του για να καταστήση μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ερωμένες του την σύζυγο του συγγραφέα (Αλίκη Γεωργούλη), την γεροντοκόρη αδελφή του (Ρίκα Σιφάκη) και την υπηρέτριά του (Άννα Φόνσου), παλιά πόρνη του Πειραιά. Ο Λουκάς φέρνει την ηρεμία στο πρώην ταραγμένο σπιτικό και στα διαλείμματα της ερωτικής του προσφοράς στις τρεις γυναίκες, σκέπτεται να κάνη κάτι μεγάλο για την ανθρωπότητα, που, όμως, δεν μπορεί να βρη. Όταν αποφασίζει να φύγη με μια Αγγλίδα, πρώην φιλενάδα του, πεθαίνει φαρμακωμένος από κάποιο δηλητήριο, που έριξε στο γάλα του μια από τις ερωμένες του».
Η ταινία δεν «τράβηξε», όπως προείπαμε, στη Θεσσαλονίκη, παρά το γεγονός πως είχαν υπάρξει και θετικές κριτικές. Έτσι, η παραγωγή (ο Γεωργίτσης δηλαδή) αλλάζει τον τίτλο της για τις ανάγκες πλέον της αγοράς, δίνοντάς της κάτι περισσότερο ταιριαστό με τα κινηματογραφικά ήθη της περιόδου. «Οι Σατανικές Ερωμένες», όπως μετονομάστηκε ο «Αποστάτης», προβάλλονται στις αίθουσες τη σεζόν 1973-74, κόβοντας 41.501 εισιτήρια (28η σε εισπράξεις από τις 44 ταινίες της περιόδου), διαγράφοντας, δηλαδή, και σ’ αυτό τον τομέα μια χαμηλή τροχιά.
Το 2010 η ταινία θα προβληθεί, με όλες τις σχετικές επισημότητες, στο «8ο Φεστιβάλ Cult Ελληνικού Κινηματογράφου» στο Gagarin 205 με νέο τίτλο (ως «Λουκάς ο Αποστάτης») και κυρίως με νέα remastered κόπια, για… περισσότερη απόλαυση. Ο χρόνος, δε γεννάται θέμα, προσπόρισε κάποια οφέλη…
Θέλω να πω πως ο «Αποστάτης» βλέπεται –και πέραν της καλτίλας, για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω, ή και για κάποιους ακόμη– αν και η δική μου γνώμη είναι πως πιο πολύ ακούγεται…
Λουκάς ο αποστάτης (1º μέρος)
Λουκάς ο αποστάτης (2º μέρος)
σχόλια