Η Dimand έχει εξελιχθεί σε εγχώρια υπερδύναμη στον χώρο του real estate development κι αυτό δεν έγινε χωρίς όραμα και πείσμα για την υλοποίησή του, όπως κατέστη σαφές στη συνάντηση με τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Δημήτρη Ανδριόπουλο. Η ξενάγησή μας στην κορυφή του Πύργου του Πειραιά, που αυτήν τη στιγμή ετοιμάζεται να ζωντανέψει ξανά ως ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της εταιρείας, είναι για εκείνον ένα πρότζεκτ που αποτελεί μεγάλο στοίχημα, ενώ ο ίδιος το θεωρεί ιστορική στιγμή για την περιοχή. Την ίδια ώρα, η Dimand υλοποιεί τουλάχιστον εννέα ακόμη έργα μεγάλης κλίμακας, κάτι που δημιουργεί άλλη μια ιστορική συγκυρία για την εταιρεία και την καθιέρωσή της στην πρώτη γραμμή.
— Πώς βλέπετε την αγορά του real estate στην Ελλάδα; Υπάρχουν περιθώρια ανάκαμψης;
Η αγορά του real estate στην Ελλάδα βιώνει μια κρίση δωδεκαετίας, με μια-δυο μικρές αναλαμπές. Δηλαδή, η κρίση στα ακίνητα ξεκίνησε Μάιο με Ιούνιο του 2008, λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση της Lehman Brothers, όταν πρώτες οι τράπεζες σταμάτησαν να χρηματοδοτούν αγορές ακινήτων, μετά ήρθε η ελληνική κρίση και τα δύσκολα χρόνια της περιόδου 2015-2018, ακολούθησε μια καλή περίοδος από τα τέλη του 2018 και το 2019 και, πριν προλάβει αυτό να πάρει μεγάλη δυναμική, ήρθε η πανδημία, που προκάλεσε μια «επιπεδοποίηση», όχι κατάρρευση. Οπότε νομίζω ότι η ελληνική αγορά θα ανακάμψει, αυτά είναι τα δείγματα που έχουμε μέσα στην πανδημία. Οι τιμές είναι εξαιρετικά χαμηλές, έτσι πιστεύω ότι ο συνδυασμός αυτού του επιπέδου των τιμών για τους ξένους με την παρατεταμένη κρίση και τις αλλαγές που έχει φέρει η πανδημία στα κτίρια γραφείων, στις κατοικίες και στα logistics θα έχει ως αποτέλεσμα μια δυναμική πορεία από το 2022 κι έπειτα, σε περίπτωση που δεν συμβεί κάτι απρόοπτο.
Θέλω να νιώθω πάντοτε τη δύναμη να λέω ότι είμαι Έλληνας, ότι η χώρα μου πηγαίνει καλά, προσέχουμε το περιβάλλον, προοδεύουμε, εξελισσόμαστε, μειώνεται η διαφθορά, βελτιώνεται η συμπεριφορά μας απέναντι στο περιβάλλον και στον αστικό χώρο. Όλα αυτά με ενδιαφέρουν πολύ. Για να πάει η χώρα καλά, πρέπει εμείς, οι επιχειρηματίες, αλλά και κάθε εργαζόμενος να προσπαθούμε να βελτιωνόμαστε, γιατί έτσι και μόνο έτσι μπορεί να προοδεύσει η χώρα.
— Γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια, Αστέρια Γλυφάδας, Πύργος Πειραιά, Σαρόγλειο Μέγαρο στην Ομόνοια, πρώην κτίρια «Παπαστράτος» στον Πειραιά, ακίνητο στη λεωφόρο Συγγρού: ποιο από αυτά τα πρότζεκτ σας σάς απορροφά περισσότερο χρόνο; Ποιο σας δυσκολεύει περισσότερο ή, έστω, έχει τις μεγαλύτερες προκλήσεις;
Εμείς αυτήν τη στιγμή υλοποιούμε συγχρόνως εννέα πρότζεκτ. Αναφέρατε κάποια από αυτά. Είναι μια μοναδική στιγμή για την εταιρεία. Με απασχολούν εξίσου όλα. Όμως, επειδή το γήπεδο της ΑΕΚ το παρακολουθούν πάνω από τρία εκατομμύρια Έλληνες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και επειδή βρισκόμαστε στον όγδοο και τελευταίο χρόνο υλοποίησής του και είναι η χρονιά που τελειώνει, αυτό θα έλεγα ότι είναι ένα από τα πιο «ευαίσθητα» πρότζεκτ. Με απασχολεί πάρα πολύ, είναι πολύ πολύπλοκο και σύνθετο, αφού αφορά τα συναισθήματα τριών εκατομμυρίων ανθρώπων και βάλε. Αυτό που τώρα είναι ιδιαίτερο και σημαντικό, και είναι στο ξεκίνημά του, απορροφώντας πολύ χρόνο και ενέργεια, είναι ο Πύργος του Πειραιά. Ήταν παρατημένος, όπως ξέρετε, για σαράντα επτά χρόνια, σαν μούμια, και ο δήμαρχος Γιάννης Μώραλης θα μείνει, πιστεύω, στην ιστορία της πόλης γιατί επί της θητείας του, μεταξύ άλλων, το κτίριο αυτό ξαναγεννιέται ‒ πρόκειται για το δεύτερο ψηλότερο κτίριο στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή. Έχει ξεκινήσει το έργο, για το οποίο τώρα κάνουμε τις στατικές ενισχύσεις. Θα είναι ένα τοπόσημο, ένα στολίδι, στην είσοδο του λιμανιού. Εκεί που επί χρόνια κάθε Έλληνας ή ξένος αναρωτιόταν γι’ αυτό το νεκρό κτίσμα, σε δύο χρόνια θα το δει γεμάτο ζωή, θα είναι ένας «φάρος» μέσα στο λιμάνι.
— Τι μπορεί να μας δείχνει η «δυσκολία» σε ένα πρότζεκτ; Μπορείτε να μας απαντήσετε δίνοντας παραδείγματα από την εμπειρία σας;
Η μεγαλύτερη δυσκολία στη δουλειά που κάνουμε, γιατί όλα μας τα πρότζεκτ είναι μεγάλου μεγέθους έργα, είναι η γραφειοκρατία αλλά και το πόσο πολυσύνθετα είναι από μόνα τους. Η ανταμοιβή για όλη τη δυσκολία είναι η χαρά που σου δίνει η δημιουργία. Ιδίως τα τελευταία οκτώ χρόνια, που κάνουμε αστικές αναπλάσεις, ένα ολοκληρωμένο έργο μας δίνει μεγάλη χαρά, επηρεάζοντας θετικά τη γειτονιά, τον δήμο, το αποτύπωμα της πόλης. Αλλά η πολύπλοκη νομοθεσία και ο τρόπος με τον οποίο έχει δομηθεί η πολεοδομική ωρίμανση και η αδειοδότηση είναι η μεγαλύτερη πρόκληση και δυσκολία στην εργασία μας.
— Με ποια κριτήρια αποφασίζετε ότι το τάδε έργο ταιριάζει στο δείνα αρχιτεκτονικό γραφείο;
Τώρα θίγετε μία από τις πιο λεπτές και ευαίσθητες πτυχές στη δουλειά μας. Εμείς συνεργαζόμαστε με τα περισσότερα αρχιτεκτονικά γραφεία στην ελληνική αγορά και μερικές φορές, όχι παραπάνω από δυο-τρεις, με ξένους.
— Όπως οι Bennetts Αssociates, για το Importex στη λεωφόρο Συγγρού…
Ναι, ακριβώς! Όπως οι Bennetts Arssociates συνεργάστηκαν με την Divercity Architects. Όπως οι WATG, οι RTKL Αssociates πιο παλιά. Θα έλεγα, λοιπόν ‒για να απαντήσω στην προηγούμενη ερώτησή σας‒ ότι, όταν αποφασίζουμε και αποκτάμε ένα έργο, στην πολλή αρχή του πάντοτε μας απασχολεί ποιος είναι ο κατάλληλος αρχιτέκτονας που, εξηγώντας του λίγο το όραμά μας, θα μπορεί, με τον σχεδιασμό του, να το εξελίξει. Είναι πολύ κρίσιμη αυτή η στιγμή, της επιλογής του αρχιτεκτονικού γραφείου, γι’ αυτό και έχουμε χωρίσει νοερά σε κατηγορίες τους αρχιτέκτονες: υπάρχουν αυτοί που είναι πιο δυνατοί στο concept, άλλοι πιο δυνατοί στην παραγωγή, άλλοι στη λεπτομέρεια, άλλοι στα οικιστικά, άλλοι καταλαβαίνουν καλύτερα τα κτίρια γραφείων. Έτσι, γνωρίζουμε και έχουμε δουλέψει με πάρα πολλούς από αυτούς, όπως το γραφείο ΑΣΠΑ του Σπύρου Τσαγκαράτου, αλλά πειραματιζόμαστε και με καινούργιους, όπως με το γραφείο PILA για τον Πύργο του Πειραιά. Είναι ένα ένστικτο που μας λέει εκείνη τη στιγμή ότι το όραμα και το δημιουργικό concept για το τάδε ακίνητο θα μπορέσει να το εξελίξει ο δείνα αρχιτέκτονας.
— Πώς θα θέλατε να δείτε την εταιρεία, αλλά και τη χώρα προέλευσής της, στο μέλλον;
Θα ξεκινήσω από την Ελλάδα, παρότι τα τελευταία δεκατρία χρόνια λειτουργούμε υπό καθεστώς κρίσης, πίεσης, αλλά επιτυχώς. Θέλω να δω τη χώρα μου να εξελίσσεται, να προοδεύει και να κερδίζει μια καλύτερη θέση, αυτή που της αξίζει στο διεθνές στερέωμα και στον διεθνή περίγυρο. Θέλω πάντα να νιώθω υπερήφανος που είμαι Έλληνας, γιατί, με εξαίρεση κάποια μικρά διαλείμματα, το είχαμε χάσει αυτό το συναίσθημα. Τις περιόδους 2011-12, 2015-16 μας ρωτούσαν φίλοι στο εξωτερικό πώς είμαστε, βλέποντάς μας λίγο σαν κακομοίρηδες. Θέλω να νιώθω πάντοτε τη δύναμη να λέω ότι είμαι Έλληνας, ότι η χώρα μου πηγαίνει καλά, προσέχουμε το περιβάλλον, προοδεύουμε, εξελισσόμαστε, μειώνεται η διαφθορά, βελτιώνεται η συμπεριφορά μας απέναντι στο περιβάλλον και στον αστικό χώρο. Όλα αυτά με ενδιαφέρουν πολύ. Για να πάει η χώρα καλά, πρέπει εμείς, οι επιχειρηματίες, αλλά και κάθε εργαζόμενος να προσπαθούμε να βελτιωνόμαστε, γιατί έτσι και μόνο έτσι μπορεί να προοδεύσει η χώρα. Άρα, αυτό που θέλουμε είναι να εξελίσσουμε την εταιρεία μας μέσα από την εκπαίδευση, την αναζήτηση, κυρίως προσέχοντας πολύ το αποτύπωμά μας στο περιβάλλον και στην κλιματική αλλαγή, που είναι οι κίνδυνοι για το άμεσο μέλλον.
— Καταρτίσατε το επόμενο απολύτως «πράσινο» επενδυτικό πλάνο για την περίοδο 2021-2026, με μεγάλη έμφαση και σε έργα αναπλάσεων. Πόσο επείγον είναι το «πράσινο» κτίριο;
Εμείς, το 2009-2010 αποφασίσαμε να σχεδιάζουμε και να πιστοποιούμε όλα τα κτίρια με το αμερικανικό πιστοποιητικό, το χρυσό LEED (Leadership in Energy and Environmental Design). Αυτό πολλοί δεν το κατάλαβαν, αφού δεν έβλεπαν ποιο θα ήταν το όφελος από αυτή την επένδυση. Άρα θα λέγαμε ότι ήμασταν πρωτοπόροι στη δημιουργία «πράσινων» κτιρίων. Έβλεπα πρόσφατα μια ανεξάρτητη έρευνα που έλεγε ότι περίπου κατά 45% τα «πράσινα» κτίρια που έγιναν στην Ελλάδα ήταν δικά μας, πράγμα που με έκανε ιδιαίτερα υπερήφανο. Όλα τα κτίρια που φτιάξαμε είχαν το χρυσό πιστοποιητικό και δύο το πλατινένιο. Αποκεί και πέρα, για την επόμενη πενταετία μπαίνουμε σε ένα καινούργιο concept που ονομάζουμε «All Green», όπου πλέον δεν είναι μόνο το κτίριο «πράσινο» αλλά και οι χρήστες του, έχοντας πιστοποίηση «πράσινης» συμπεριφοράς. Γι’ αυτό και ο Πύργος του Πειραιά ονομάζεται «All Green Tower». Επίσης, από το 2016 και μετά, που ξεκινήσαμε τις μεγάλες αστικές αναπλάσεις, εξελίξαμε ακόμα περισσότερο τη σχέση μας με το περιβάλλον, κάνοντας μάλιστα παρεμβάσεις στην περιοχή των κτιρίων. Στον Άγιο Διονύσιο, για παράδειγμα, εκεί όπου αγοράσαμε τα παλιά εργοστάσια του Παπαστράτου, δεν είναι μόνο ότι φτιάξαμε «πράσινα» κτίρια που τώρα είναι μισθωμένα, αλλά βοηθήσαμε τον δήμο, μέσω δωρεάν μελετών, και τώρα γίνεται ένα έργο μεγάλης αστικής ανάπλασης με πολύ πράσινο και μεγαλύτερα πεζοδρόμια, όλα με υλικά φιλικά προς το περιβάλλον. Αυτό το έργο, όταν τελειώσει, δηλαδή του χρόνου, θα αλλάξει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα του περιβάλλοντος και της ζωής των ανθρώπων που ζουν εκεί. Σε συνδυασμό με τις υποδομές της περιοχής, πετυχαίνουμε μείωση του CO2, χαμηλότερες θερμοκρασίες, λιγότερο ενεργοβόρα κτίρια, αναβαθμίζοντας τελικά την ποιότητα ζωής των εργαζομένων και των κατοίκων της περιοχής.
— Δηλαδή, η κοινωνική ευθύνη αποτελεί σε μεγάλο βαθμό δέσμευση της εταιρείας.
Το πρόγραμμα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης είναι κάτι που κάνουμε χωρίς να το διαφημίζουμε πολύ, γιατί το φτιάξαμε για να υπηρετείται ο σκοπός, όχι για διαφήμιση. Αυτήν τη στιγμή συμμετέχουμε σε πολλά έργα, βοηθώντας δήμους, την κυβέρνηση, υπουργεία και άλλες δράσεις, είτε δωρίζοντας μελέτες είτε συμμετέχοντας με χρήματα ή με τεχνογνωσία και εργασία. Βοηθάμε τον ευρύτερο δημόσιο τομέα να πετύχει πιο γρήγορα πράγματα που από μόνος του θα καθυστερούσε πάρα πολύ.
— Είναι αναγκαία η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε μια χώρα σαν την Ελλάδα; Ποιες είναι οι λύσεις που βλέπετε στις τριβές μεταξύ αυτών των δύο τομέων και ποια η προοπτική της εξέλιξης και της συνεργασίας τους;
Τα τελευταία σαράντα χρόνια ήταν πάρα πολύ κακή η σχέση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Υπήρχε καχυποψία, στιγματιζόταν κάποιος εφόσον έπαιρνε την πρωτοβουλία να συνεργαστεί είτε με τον δημόσιο είτε με τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές ως πολιτικό μήνυμα και πυροτέχνημα, για να «πληγώνει» ο ένας τον άλλον. Και το αποτέλεσμα ήταν επί σαράντα χρόνια να μένουμε στάσιμοι ή να πηγαίνουμε προς τα πίσω. Τα τελευταία χρόνια ‒και αυτό ήταν ένα από τα καλά που έφερε η κρίση‒, με την αλλαγή της νομοθεσίας και τις ανάγκες που προέκυψαν άλλαξε λίγο η κουλτούρα, υπήρξε μια απενοχοποίηση, με αποτέλεσμα να δούμε εκπληκτικά πράγματα από συμπράξεις του ιδιωτικού με τον δημόσιο τομέα, όπως το ΚΠΙΣΝ και η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση. Τελικά, ο φορολογούμενος και ο πολίτης είναι αυτοί που το απολαμβάνουν. Αν, λοιπόν, αυτά γίνονται με διαφάνεια, προγραμματισμό και κοινό στόχο και από τις δύο πλευρές, τότε νομίζω πως είναι μονόδρομος να πάρει έκταση αυτή η συνεργασία, να εξελιχθεί και αυτό που περιγράφουμε ως έργα σύμπραξης των δύο τομέων να γίνονται άτυπα και να έχουν πολλές άλλες εκφάνσεις. Έτσι, μάλιστα, θα εξελιχθεί το όλο σύστημα.
— Ποια θα θέλατε να είναι η αθηναϊκή Ριβιέρα στο άμεσο μέλλον;
Επειδή είμαι δρομέας και έτρεχα σε κάθε πόλη, γιατί ήταν ο τέλειος τρόπος για να τη γνωρίσω, π.χ. έτρεχα στους παραλιακούς δρόμους της Βαρκελώνης, της Λεμεσού, του Αμβούργου, του Σαν Φρανσίσκο, του Λος Άντζελες, της Νέας Υόρκης, θα έλεγα το παραλιακό μέτωπο, από τον Πειραιά μέχρι το Σούνιο, που το έχουμε τόσο εγκαταλελειμμένο, κατακερματισμένο και βρόμικο. Το παρατηρούσα εδώ και μία δεκαπενταετία. Η Αθήνα είχε το «τρελό» ιδίωμα να έχει στρέψει την πλάτη της στο παραλιακό μέτωπο και στο νερό. Με την Ολυμπιάδα δημιουργήθηκαν ορισμένοι θύλακες, αλλά τα τελευταία τέσσερα χρόνια υπάρχει μια σειρά από έργα δημόσια, όπως το Φαληρικό Μέτωπο, και ιδιωτικά, τα οποία πλέον πιστεύω ότι θα συνιστούν αυτό που λέμε «παραλιακό μέτωπο» και αθηναϊκή Ριβιέρα σε τέσσερα-πέντε χρόνια από σήμερα, όταν θα έχει τελειώσει η πρώτη φάση του Ελληνικού και το Φαληρικό Μέτωπο, τα Αστέρια Γλυφάδας και η μαρίνα Αλίμου. Εκεί θα έχουν δημιουργηθεί ένας ποδηλατόδρομος, ένας πεζόδρομος και μια σειρά από μοναδικά τοπόσημα, όπου το αστικό κομμάτι του παραλιακού μετώπου, δηλαδή αυτά τα είκοσι δύο χιλιόμετρα από το ΣΕΦ μέχρι τη Βουλιαγμένη, θα είναι ό,τι καλύτερο έχει να δείξει μια πόλη στην Ευρώπη.
— Μακάρι…
Σας το λέω και το πιστεύω, γιατί τους τελευταίους τρεις μήνες αλλά και τους επόμενους θα χρηματοδοτούμε τις μελέτες αξιοποίησης του δημόσιου χώρου και του παραλιακού μετώπου που θα δωρίσουμε στην περιφέρεια Αττικής, για να τις υλοποιήσει. Είναι ένα από τα οράματα που έχω για την επόμενη πενταετία.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.