Λίγο προτού ο Αντώνης Φωνιαδάκης δώσει για τέταρτη φορά το «παρών» στην Καλαμάτα βρεθήκαμε για έναν καφέ στο Σύνταγμα και είπαμε μερικά ενδιαφέροντα πράγματα για τη δουλειά που θα δείξει εκεί, για τον σύγχρονο χορό, για τη μέχρι τώρα καλλιτεχνική του πορεία, τις αναζητήσεις, τα ερεθίσματα και τα μελλοντικά του σχέδια.
— Έχει κάποια ιδιαιτερότητα το «Bolerο», έχεις κάποιον συγκεκριμένο λόγο που το ανεβάζεις;
Πρόκειται για μια μουσική σύνθεση του Ραβέλ πασίγνωστη, άκρως υποβλητική, μεθυστική, μινιμαλιστική επίσης, που πολύ την αγαπώ. Δεν είμαι, φυσικά, ο μόνος που είχε την ιδέα να τη χορογραφήσει, στην Καλαμάτα όμως παρουσιάζω μια νέα εκδοχή του έργου, το οποίο αρχικά χορογράφησα για την Ομάδα Μοντέρνου Χορού της Ριέκα το ’19, με δικούς μου χορευτές.
— Είναι η τέταρτη φορά που συμμετέχεις στο Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, σωστά;
Πράγματι, μάλιστα η 29η διοργάνωσή του συμπίπτει με τα είκοσι χρόνια της δικής μου καριέρας στον χορό, η οποία ξεκίνησε κιόλας από εκεί! Πρωτοεμφανίστηκα το 2003, χορογραφώντας σε ντουέτο την παράσταση «Sensitive screens skins intervals» το 2003, επανήλθα χορεύοντας σόλο την «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» και πριν από μερικά χρόνια ανεβάσαμε την παραγωγή «Lynx» μαζί με το μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Αντί όμως στην τέταρτη παρουσία μου στο φεστιβάλ να οργανώσω μια μεγαλεπήβολη παράσταση για να γιορτάσω τα εικοσάχρονα, προτίμησα κάτι πιο λιτό, αναπάντεχο και αυτοσχέδιο, όπως το «Bolero», το οποίο μάλιστα θα παιχτεί όχι στο Μέγαρο Χορού αλλά στην υπαίθρια σκηνή της κεντρικής πλατείας, χωρίς ειδικά φώτα, σκηνικά και άλλες ανέσεις, και σε απόσταση αναπνοής από το κοινό. Δεν ξέρω, αλλά εγώ το βρίσκω πολύ γλυκό, δεδομένου κιόλας ότι καθόλου δεν μου λείπουν οι μεγάλες, «αστραφτερές» παραγωγές σε διεθνούς φήμης θέατρα. Είμαι, βλέπεις, και του σαλονιού και του αλωνιού, θεωρώ, δε, ότι κάθε παράσταση είναι ιερή, ανεξάρτητα από το πού παίζεται! Δεν ξέρεις έπειτα τι ερεθίσματα μπορεί να δώσει ακόμα και σε κάποιο νέο παιδί που τυχαία βρέθηκε εκεί – εγώ, ας πούμε, μικρός πρωτοείδα σύγχρονο χορό και τον ερωτεύθηκα στο προαύλιο ενός σχολείου.
Δεν με φοβίζει κανένα είδος, αισθητική ή τεχνική, χαίρομαι να πειραματίζομαι, να ακουμπάω τάσεις ή προσεγγίσεις που δεν αρμόζουν, υποτίθεται, σε μια συγκεκριμένη περσόνα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι σε κάθε νέα μου δουλειά να βάζω ένα ακόμα πετραδάκι στην τεχνική, στην αυτογνωσία μου, στην αισθητική και στην εννοιολογική μου έρευνα, κάτι που με κάνει πιο πλούσιο και πιο γενναιόδωρο τελικά.
— Αν έκανες μια ανασκόπηση της εικοσαετούς παρουσίας σου στον χορό;
Είμαι καταρχάς περήφανος και χαρούμενος που μπορώ πια να έχω πέντε-έξι νέες παραγωγές να τρέχουν κάθε χρόνο. Απασχολούμαι περισσότερο ως ανεξάρτητος δημιουργός και χορογραφώ κατά παραγγελία για μικρές ή μεγαλύτερες ομάδες χορού, κρατικές ή ανεξάρτητες, κλασικές ή μοντέρνες. Οι περισσότερες χορογραφίες που κάνω στηρίζονται κατά βάση στο δικό μου κορμί, συνεχίζω δηλαδή να χορεύω όχι μόνο για τη δική μου ευχαρίστηση και για να παραμένω σε φόρμα αλλά και νοερά, μέσω των εκάστοτε χορευτών μου. Αλλά είναι αλήθεια ότι δεν είχα διανοηθεί αυτή την εξέλιξη όταν παρουσίασα την πρώτη μου χορογραφική απόπειρα στην Καλαμάτα δύο δεκαετίες πριν, ούτε καν φανταζόμουν ότι θα έκανα καριέρα σε αυτήν τη «βιομηχανία», και μάλιστα μια καριέρα πολυμορφική, αφού έχω κάνει όπερα, σινεμά, θέατρο… Αυτά, μάλιστα, όντας εδώ και πολλά χρόνια κάτοικος εξωτερικού, χωρίς σταθερή βάση, ένας νομάς τρόπον τινά, και μάλιστα αυτοδημιούργητος, χωρίς κάποιο ίδρυμα ή θεσμό να με «σπρώχνει». Πλέον τρέχω και δεν προλαβαίνω, η επόμενη τριετία, ας πούμε, είναι όλη κλεισμένη.
— Έχεις πειραματιστεί και στον χορό με διάφορα είδη, από το κλασικό μπαλέτο μέχρι το χιπ χοπ και τον πεντοζάλη.
Ναι, μου αρέσει αυτή η πολυσυλλεκτικότητα, εξάλλου ο σύγχρονος χορός έχει ανοιχτεί πάρα πολύ, αγκαλιάζοντας το ανθρώπινο σώμα ως έχει. Δεν με φοβίζει κανένα είδος, αισθητική ή τεχνική, χαίρομαι να πειραματίζομαι, να ακουμπάω τάσεις ή προσεγγίσεις που δεν αρμόζουν, υποτίθεται, σε μια συγκεκριμένη περσόνα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι σε κάθε νέα μου δουλειά να βάζω ένα ακόμα πετραδάκι στην τεχνική, στην αυτογνωσία μου, στην αισθητική και στην εννοιολογική μου έρευνα, κάτι που με κάνει πιο πλούσιο και πιο γενναιόδωρο τελικά. Μου αρέσουν οι δοκιμασίες και οι προκλήσεις, και δεν μένω μόνο στον χορό· με ενδιαφέρουν επίσης τα εικαστικά, το σχέδιο, η φωτογραφία… μόνο με τη μουσική δεν έχω ασχοληθεί, παρότι ο Μικρασιάτης παππούς μου ήταν θαυμάσιος μουσικός. Έπαιζε μαντολίνο, έγραφε κι ο ίδιος μουσική και τραγούδια, τη δική του καλλιτεχνική φύση φαίνεται ότι κληρονόμησα!
— Η Κρήτη, απ' όπου κατάγεσαι, έχει μεγάλη παράδοση στη μουσική και τον χορό.
Έτσι είναι, παρότι βέβαια καμία σχέση με τον σύγχρονο χορό! Υπάρχει όμως ένας έντονος αέρας καλλιτεχνίας, μια τρέλα, μια ζωτικότητα –από παιδάκια χορεύαμε, θυμάμαι, στα πανηγύρια στον ρυθμό των λυράρηδων– που ευνοούν τέτοιες αναζητήσεις. Ευτύχησα, βέβαια, να έχω και γονείς που όχι μόνο δεν με αποπήραν αλλά με ενθάρρυναν κιόλας να συνεχίσω. Είναι έπειτα και τα στοιχεία της φύσης, ο ήλιος, οι αέρηδες, τα κύματα της θάλασσας, η Κρήτη είναι ένας τόπος όπου βάλλεσαι διαρκώς από κίνηση. Η οποία άλλους τους μουρλαίνει κι άλλους τους γαληνεύει, εμένα πάντως σίγουρα με ευνόησε.
— Ποια δουλειά σου θα ξεχώριζες;
Δύσκολο να πω, όλες έχουν τον λόγο και την αξία τους. Ενδεικτικά αναφέρω την τελευταία δουλειά που έκανα για το Κρατικό Θέατρο του Κάσελ με τίτλο «Urlicht / Primal Light / Πρωταρχικό Φως» και συνεργάτες όπως ο Σάκης Μπιρμπίλης στα φώτα, ο Αναστάσιος Σοφρωνίου στα κοστούμια και ο συνθέτης Ζιλιέν Ταρίντ, την οποία θεωρώ κομβικής σημασίας. Σημαντικές δουλειές έχω κάνει και με το Μπαλέτο της Γενεύης, την Όπερα της Λιόν, καθώς επίσης με τη Μάρθα Γκράχαμ.
— Διάβαζα σε μια παλιότερη συνέντευξή σου ότι σέβεσαι μεν την παράδοση, αλλά θέλεις και να την ταρακουνάς.
Βεβαίως τη σέβομαι και την εκτιμώ, όταν όμως πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό έργο που συνομιλεί με ένα μεγαλύτερο κοινό θεωρώ καθήκον μου να διευρύνω την προβληματική μου. Αυτό εννοούσα με το «ταρακούνημα». Ναι, υπάρχει και στο «Bolero» κάποιος νεωτερισμός, ένα σπορ στοιχείο τρόπον τινά, με πέντε χορεύτριες να χορεύουν πάνω σε τραμπολίνο –σωστός άθλος!–, θυμίζοντας όλους εκείνους τους πωρωμένους που κάνουν cardio στα γυμναστήρια μέχρις εξαντλήσεως. Μια εμμονή που υπάρχει και στην εν λόγω μουσική σύνθεση, η οποία χτίζεται πολύ «ύπουλα», φτάνοντας σε μια κορύφωση που ισούται με δέκα οργασμούς! Μου αρέσει γενικότερα να βρίσκω σημεία επαφής σε πράγματα φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους που όμως η τέχνη τα «κεντάει», φέρνοντάς τα κοντά.
— Ένα νέο αγόρι ή κορίτσι που θέλει να κάνει χορό σού ζητάει μια γνώμη. Τι του λες;
Θα του έλεγα ότι χρειάζεται να δουλέψει σκληρά σε καθημερινή βάση, τεστάροντας διαρκώς τον εαυτό και τις αντοχές του ώστε να δει αν συμβαδίζει με την προσπάθειά του. Το ταλέντο, εφόσον υπάρχει, σίγουρα βοηθά, δεν κάνει όμως ευκολότερη την προσπάθεια που απαιτείται. Αν, λοιπόν, όντως αξίζει και διαθέτει πάθος, ήθος, υπομονή και επιμονή, θα τον βρει τον δρόμο του. Είναι σίγουρα δύσκολη η εγχώρια «αγορά» και τα χρήματα λίγα, υπάρχουν όμως ευκαιρίες και στο εξωτερικό ανάλογα με τον σωματότυπο και το είδος που επιθυμεί να ακολουθήσει.
— Τώρα που το λες, έχω δει νεαρά παιδιά να χορεύουν καταπληκτικό breakdance στο Μοναστηράκι, λες και σπουδάζουν πολλά χρόνια χορό.
Είδα κι εγώ πέρσι breakdancers στο Φεστιβάλ Αθηνών και παρότι αυτοδίδακτοι ήταν πραγματικά αξιοζήλευτοι, με μια τεχνική σχεδόν υπεράνθρωπη. Κι αν θεωρούμε δύσκολο τον κλασικό χορό, το breakdance διαλύει κυριολεκτικά τα όρια της ανθρώπινης ανατομίας! Ακόμα όμως και τέτοια θαυμαστά ταλέντα δεν θα έκαναν εύκολα καριέρα εδώ. Για να ανθήσει ο χορός χρειάζεται πιο οργανωμένη, πιο ουσιαστική στήριξη από την πολιτεία, με έμφαση στην εκπαίδευση, χρειάζεται επίσης να μπορείς να βιοπορίζεσαι, έστω στοιχειωδώς, από αυτόν.
— Κάποιοι σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες που θα ξεχώριζες;
Δεν παρακολουθώ τόσο στενά τα πράγματα στην Ελλάδα για να εκφέρω ολοκληρωμένη άποψη, οι πρώτοι όμως που μου έρχονται στο νου είναι ο Χρήστος Παπαδόπουλος και ο Ευριπίδης Σαμπάτης.
— Είπες στην αρχή ότι ζεις περισσότερο σαν νομάς, στο βιογραφικό σου ως «έδρα» σου αναφέρεται το Παρίσι.
Βάση μου εδώ και μια επταετία είναι πράγματι το Παρίσι, αλλά κι εκεί μένω δύο μήνες τον χρόνο το πολύ. Πραγματικό μου «σπίτι» είναι η βαλίτσα μου!
— Θα έχεις, ωστόσο, κάποια εικόνα για όσα συμβαίνουν εκεί καιρό τώρα με τις διαδηλώσεις, τις ταραχές κ.λπ.
Κοίτα, οι Γάλλοι, θεωρούνται ευνοημένοι με την έννοια ότι έχουν ένα κράτος που λειτουργεί, που διαθέτει πολύ καλές υποδομές και εφαρμόζει γενναιόδωρες προνοιακές πολιτικές, από τις οποίες κι εγώ ωφελήθηκα ένα διάστημα που ήμουν άνεργος. Έχουν όμως ταυτόχρονα μεγάλη παράδοση στο να μάχονται για τα δικαιώματά τους και όσα θεωρούν κεκτημένα. Δεν δέχονται επ’ ουδενί να τους στερήσεις το παραμικρό, γι' αυτό και βγαίνουν μαζικά στους δρόμους και συγκρούονται. Δεν ξέρω αν έχουν πάντα δίκιο, τους αναγνωρίζω ωστόσο ότι δεν το βάζουν εύκολα κάτω! Υπάρχουν ολόκληρες κοινωνικές ομάδες που νιώθουν αποκλεισμένες. Το σίγουρο είναι ότι αν ζεις στο Παρίσι δεν βαριέσαι ποτέ, όλο και κάτι θα συμβαίνει.
— Κατεβαίνουν και οι καλλιτέχνες εκεί στους δρόμους, όπως συνέβη εδώ με το θέμα των πτυχίων;
Όχι, δεν είδα κάτι τέτοιο στη Γαλλία, όσον αφορά την Ελλάδα όμως θα πω ότι είναι απαράδεκτο σε μια χώρα όπου ο πολιτισμός είναι από τα μεγαλύτερά της κεφάλαια να μην έχει βρεθεί ακόμα σε ζητήματα που αφορούν την καλλιτεχνική παιδεία μια ισορροπία, ένα πλαίσιο που να είναι σαφές και να λειτουργεί. Στη Γαλλία η διαδικασία του να πάρεις ένα επαγγελματικό δίπλωμα ώστε να μπορείς να διδάξεις σε μια σχολή χορού, για παράδειγμα, είναι πολύ απλή και με το χαρτί αυτό μπορείς να δουλέψεις οπουδήποτε στην Ευρώπη. Εδώ μας αρέσει, φαίνεται, να κάνουμε τα εύκολα, δύσκολα. Έπειτα, ξέρεις, ναι, όλοι παλεύουμε για κάτι, και καλά κάνουν οι καλλιτέχνες και κινητοποιούνται, έχει όμως σημασία το αν το πλαίσιο στο οποίο μπαίνουμε για να παλέψουμε μας προστατεύει ή κάνουμε κι εμείς τα στραβά μάτια.
— Κάτι που δεν έχεις ακόμα κάνει, αλλά θα ήθελες;
Πολλά θα μπορούσα να πω, αλλά, αν θες κάτι πιο ιδιαίτερο, θα με κέντριζε να χορογραφήσω κάποιο ανερχόμενο αστέρι της ποπ! Αυτή θα ήταν σίγουρα μια διαφορετική εμπειρία. Με εξιτάρει, επίσης, το αρχαίο δράμα. Τον επόμενο χρόνο θα κάνω «Τρωάδες» στο Μόναχο, αλλά μιλάμε για μια χορευτική και όχι θεατρική παράσταση. Μια άλλη δουλειά που προγραμματίζω μέσα στο 2024 θα είναι με το Hong Kong Ballet πάνω σε μουσική των Depeche Mode, θα παρουσιάσω επίσης τον «Ίκαρο» στη Όπερα του Ανόβερο. Γενικά μιλώντας, εκείνο που επιδιώκω είναι να συνεχίσω να έχω διάθεση και δημιουργικότητα έτσι ώστε να προκαλώ και να συγκινώ άλλους δημιουργούς να βρεθούμε είτε σε μικρότερης είτε σε μεγαλύτερης κλίμακας δουλειές, που να έχουν όμως κάτι να πουν.
— Κατάφερες, πάντως, να γίνεις ένας διεθνής καλλιτέχνης.
Έγινα από ανάγκη, επειδή δεν ήταν πολλές οι ευκαιρίες στον τόπο μου. Μπορεί να ακούγεται εντυπωσιακό το «διεθνής», όμως δεν σημαίνει κάτι αυτό από μόνο του, εξάλλου όλος ο πλανήτης είναι πια ένα μεγάλο χωριό. Πλέον μου έρχονται αιτήματα συνεργασίας ακόμα και μέσα από τα σόσιαλ μίντια, από νέους ανθρώπους σε άλλες χώρες που δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα με ήξεραν, αλλά είδαν δουλειές μου και κάτι τους έκαναν. Για να φτάσω όμως στο σημείο αυτό έφτυσα αίμα κανονικά, και ακόμα και τώρα τίποτα δεν είναι δεδομένο, την αξία σου θα πρέπει να την αποδεικνύεις κάθε φορά στην πράξη.
Ο Αντώνης Φωνιαδάκης μιλάει για την παράσταση Πρωταρχικό Φως.
Το «Bolero» του Αντώνη Φωνιαδάκη παρουσιάζεται στις 15/7, στις 21:00, στην κεντρική πλατεία της Καλαμάτας, στο πλαίσιο του 29ου Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας. Στη συνέχεια θα περιοδεύσει σε άλλες πόλεις.
https://kalamatadancefestival.gr/performances/andonis-foniadakis/#