H σχέση του καβαφικού λόγου με τη σύγχρονη ποπ κουλτούρα

Ιδρυμα Ωνάση: Cavafy Summer School 2024 Facebook Twitter
Tο Διεθνές Θερινό Σχολείο Καβάφη 2024 προσέγγισε τον Αλεξανδρινό ποιητή μέσα από μια σειρά σεμιναρίων και παρουσιάσεων από τη σκοπιά του θεάτρου, της περφόρμανς και της επιτελεστικότητας. Εικονογράφηση: Ίδρυμα Ωνάση
0


ΜΕ ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΤΗ ΘΕΑΤΡΙΚΟΤΗΤΑ
του καβαφικού ποιητικού σύμπαντος και το δραματικό στοιχείο στην ποίησή του, το Διεθνές Θερινό Σχολείο Καβάφη 2024 προσέγγισε τον Αλεξανδρινό ποιητή μέσα από μια σειρά σεμιναρίων και παρουσιάσεων από τη σκοπιά του θεάτρου, της περφόρμανς και της επιτελεστικότητας. Δηλαδή επικεντρώθηκε στο θεατρικό στοιχείο και στις σκηνοθετικές απόπειρες που κρύβουν τα ποιήματα του Καβάφη, στη σχέση του γενικότερα με τον κόσμο του θεάτρου, αγγίζοντας ζητήματα όπως η επιτελεστική χρήση της γλώσσας, οι πολλαπλές ταυτότητες που κατασκευάζονται στο καβαφικό έργο, η εκμετάλλευση των στίχων του στον χώρο του θεάματος, της διαφήμισης και της πολιτικής. Η αναπληρώτρια καθηγήτρια Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας στο ΑΠΘ Μαρία Οικονόμου, συνδημιουργός ενός «video-essay» με τίτλο «CavafyMachine», συμμετείχε ως εισηγήτρια στο φετινό πρόγραμμα και μας αποκαλύπτει τη σχέση του καβαφικού λόγου με τη σύγχρονη εποχή.   

— Ποια χαρακτηριστικά του Καβάφη θεωρείτε ότι προσφέρονται για πολυδιάστατη μελέτη, ώστε να φωτιστεί και να γίνει πιο κατανοητό το έργο του; 
Κάθε ενασχόληση με τον Κ.Π. Καβάφη προϋποθέτει την είσοδο σε ένα πεδίο ήδη γιγαντωμένο· όχι απαραίτητα απελευθερωμένο από διανοητικές εντάσεις, οπωσδήποτε όμως καλά χαρτογραφημένο χάρη σε στρατιές κριτικών και μελετητών, παλαιότερων και νεότερων – μολαταύτα, υπάρχουν ακόμα σημεία ανεξερεύνητα, τα οποία οδηγούν σε νέες επικράτειες σκέψης. Μου αρέσει να εισέρχομαι στο «πεδίο-Καβάφη» ως ένα είδος επισκέπτριας, με το αποστασιοποιημένο βλέμμα, ας πούμε, μιας εθνογράφου που παρατηρεί όσα θαυμαστά συμβαίνουν εκεί. Υπό αυτή την έννοια, η ενασχόλησή μου με τον Καβάφη δεν είναι αυτή μιας καβαφολόγου ούτε στρέφεται στην ποίησή του καθαυτή. Κυρίως εστιάζει στους μηχανισμούς προβολής και στις ερμηνείες που η ποίησή του έλκει ή, ακόμη, στους «λόγους» με τους οποίους συνάπτεται: από τη μετάφραση και την τέχνη ως τη διαφήμιση και την πολιτική. 

Αν η «μυθολογία», σύμφωνα με τον Barthes, φυσικοποιεί την ιστορία, τότε τι πιο «φυσικό» και «αναγκαίο» από την απαγγελία της ποίησης του Καβάφη; Τι πιο «φυσικό» και «αναγκαίο» από μια (φαντασιακή) κοινή κληρονομιά; 

Από αυτήν τη βολική απόσταση και με αφορμή την πρόσκληση που μου απηύθυνε το Θερινό Σχολείο Καβάφη αποφάσισα να θέσω το εξής ερώτημα: τι κάνουν οι απαγγελίες ποιημάτων του Καβάφη στην «πραγματικότητά» μας; Τι συμβαίνει όταν, για παράδειγμα, ο Γ.Π. Σαββίδης απαγγέλλει και ηχογραφεί το «Εν τω μηνί Αθύρ», όταν η «Ιθάκη» του Καβάφη ηχεί σε ένα διαφημιστικό σποτ αυτοκινήτου, όταν η κόρη του Edward Said εκφωνεί το «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» στην κηδεία του πατέρα της; Αφ’ ης στιγμής θέσουμε το ερώτημα αυτό, κινούμαστε στον χώρο της επιτελεστικότητας ή, όπως είθισται να λέμε γραμματολογικά, στον χώρο των «ομιλιακών ενεργημάτων», των «speech acts». Εκ των πραγμάτων, δηλαδή, αρχίζουμε να συνομιλούμε με τη σχετική θεωρία του John Austin και, αναπόφευκτα, με την αντίδραση που αυτή προκάλεσε, μεταξύ άλλων, στον Derrida. Η γλώσσα –και υπεραπλουστεύω τώρα τον Austin– μπορεί επιτελεστικά να παράγει μια κατάσταση πραγμάτων, δεδομένου ότι πληρούνται κάποιες συνθήκες ή συμβάσεις. Όταν ορκιζόμαστε, φέρ’ ειπείν, όταν μας ανακηρύσσουν συζύγους, όταν απευθύνουμε κατάρες στον χειρότερο εχθρό μας (ή, ακόμη πιο θεαματικά: όταν ο Θεός λέει τη φράση «γενηθήτω φως» και, την ίδια στιγμή, το φως δημιουργείται), τότε σε όλες αυτές τις περιπτώσεις κάνουμε λέγοντας. Η επιτελεστικότητα αναφέρεται, με δυο λόγια, σε ομιλίες-συμβάντα. Εφόσον, λοιπόν, συχνά «το να πεις κάτι είναι να κάνεις κάτι», αξίζει να διερευνηθεί μέσα από αυτή την οπτική το αν και κατά πόσο η απαγγελία ή και η παράθεση ακόμη της ποίησης του Καβάφη παρεμβαίνει στην «πραγματικότητα», κάνει πράγματα με λέξεις. 

Μαρία Οικονόμου
Η Μαρία Οικονόμου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας στο Α.Π.Θ. 

— Σε ποια ποιήματα έχετε εντοπίσει έντονη θεατρικότητα και αυτό στο οποίο δώσατε έμφαση στην εισήγησή σας στο Cavafy Summer School 2024, το performativity; Πιστεύετε ότι αυτό αποτελεί φαινόμενο της εποχής του γενικότερα ή στυλιστικό χαρακτηριστικό της προσωπικής του γραφής;
Πολλά ποιήματα του Καβάφη περιέχουν περιπτώσεις επιτελεστικότητας, την «performativity» για την οποία μιλάτε. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πρόχειρα ποιήματα που αναφέρονται σε υποσχέσεις και προσευχές, σε όρκους και στέψεις βασιλέων, σε καταστάσεις που απαιτούν «το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι». Σε ένα πρώιμο κείμενό της η συνάδελφος Μαρία Μπολέτση παρατήρησε θαυμάσια ότι ο Καβάφης περιγράφει συχνά τέτοιες περιπτώσεις επιτελεστικών ομιλιών και, μάλιστα, ότι αυτές είναι ως επί το πλείστον «ατυχείς» και «ανεκπλήρωτες» – πράγματι, προσευχές δεν εισακούονται και όρκοι καταπατώνται. Και ότι σε αυτές τις, ας τις ονομάσουμε, ματαιώσεις αλλά και, γενικότερα, σε αυτό που έχει ξεφτίσει, ξεθυμάνει ή ανεπιστρεπτί χαθεί ο Καβάφης αντιτάσσει την πράξη της ποιητικής δημιουργίας. Κατά μία έννοια, δηλαδή, αυτό που δεν ευοδώνεται στη ζωή ή χάνεται αποκαθίσταται όταν πλάθεται ξανά, εντός της ποίησης ως μακρινός αντίλαλος, ως θραύσμα του παρελθόντος, ως μισοσβησμένο ίχνος, έστω.

Από την άλλη πλευρά, η θεατρικότητα στον Καβάφη δεν ταυτίζεται απαραιτήτως με την επιτελεστικότητα, δεν πρέπει να εξομοιώνουμε τους δύο όρους. Και η θεατρικότητα, όπως σωστά παρατηρείτε, απαντά κατά κόρον στην ποίησή του. Άλλοτε ως θεατρικό δρώμενο άλλοτε ως «δραματοποίηση της δημόσιας σφαίρας των ρωμαϊκών ή ελληνιστικών χρόνων», ακόμη και ως απόηχος του «Άμλετ» σε ένα ποίημα. Στο μεταξύ, αυτόν τον «θεατρικό» Καβάφη έχει αναδείξει η κριτική (ας πούμε, η μελέτη της Μ. Αθανασοπούλου).

Όμως, θα ήθελα να στρέψω τη συζήτηση προς το ερώτημα που έθεσα, εν προκειμένω στο αν η απαγγελία ποιημάτων του Καβάφη δρα επιτελεστικά, παράγει συμβάντα, σχηματίζει τον κόσμο. Ίσως θα πρέπει να αναφερθώ πιο συγκεκριμένα σε ένα παράδειγμα απαγγελίας, αφού θυμίσω πρώτα το προφανές, ότι, κατά κάποιον τρόπο, στην απαγγελία συνυπάρχουν η εξάρτηση και η απόσταση. Διότι απαγγελία σημαίνει απόδοση –ανάγνωση ή από μνήμης εκφώνηση– ενός κειμένου και ταυτοχρόνως απόσταση από την αρχική πηγή, αφού η απαγγελία είναι διαμεσολάβηση, πραγματοποιείται διά της φωνής αυτού ή αυτής που απαγγέλλει. 

Ιδρυμα Ωνάση: Cavafy Summer School 2024 Facebook Twitter
Hχο-γράφημα αποσπάσματος από την απαγγελία του καβαφικού ποιήματος «Ένας θεός των» από τον Γ. Π. Σαββίδη

Όταν άρχισα να ακούω –σε ένα ψυχαναγκαστικό replay– απαγγελίες ποιημάτων του Καβάφη από τον Γ.Π. Σαββίδη, το έκανα εστιάζοντας αποκλειστικά στο φωνητικό γεγονός. Και το έκανα αφού είχα διαβάσει κάποια δοκίμια για τη φωνή (του Michel Chion, του Mladen Dolar, του Roland Barthes), τα οποία με βοήθησαν να αφουγκραστώ προσεκτικότερα και, πάντως, πιο υποψιασμένα αυτό που αποκαλείται υφή ή «κόκκος της φωνής». Όταν, λοιπόν, ακούει κανείς τη φωνή του Γ.Π. Σαββίδη να απαγγέλλει Καβάφη, ακόμα κι αν διαπιστωμένα δεν διαθέτει «μουσικό αυτί», όπως εγώ, δεν μπορεί παρά να συμπεράνει ότι η φωνή αυτή θυμίζει «τελετουργική» φωνή. 

Ο τονισμός, οι αναπνευστικές παύσεις –υπολογισμένες και όχι δυσπνοϊκές–, οι ιδιότυπες «συγκοπές» και συνηχήσεις, προπάντων η ανύψωση της φωνής προς έναν τόνο πιο υψηλό και μουσικό, λες και δεν αγγίζει πια το έδαφος της πραγματικότητας ή της απλής γλώσσας, αλλά και χωρίς, την ίδια στιγμή, να εισχωρεί εντελώς στη σφαίρα της μουσικής – όλα αυτά φέρνουν τη φωνή του Γ.Π. Σαββίδη κοντά στη λειτουργική υμνωδία. Σχεδόν αποκομίζει κανείς την εντύπωση ότι ψαλμωδεί Καβάφη με μια φωνή λιγότερο μελωδική από τη φωνή ενός τραγουδιού και, συγχρόνως, αποκλίνουσα από τη φωνή της καθημερινής ομιλίας. Παρόμοια με τη φωνή ενός πρωθιερέα –που θα πει: ενός medium, διάμεσου μεταξύ θεού και ανθρώπων–, η φωνή του μετατρέπεται σε ηχείο της (θεϊκής) καβαφικής ποίησης. Κι είναι ακριβώς αυτός ο ιδιαίτερος συνδυασμός ύμνου και αφήγησης, αυτός ο συγκεκριμένος τόνος της απαγγελίας εν είδει τελετουργίας που παράγει και εν τέλει εδραιώνει κάτι, αυτό που, κατά περίπτωση, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «πολιτισμός», «κανόνας», «ιστορία», «ταυτότητα», «μυθολογία» (με την έννοια του Barthes). Αν η «μυθολογία», σύμφωνα με τον Barthes, φυσικοποιεί την ιστορία, τότε τι πιο «φυσικό» και «αναγκαίο» από την απαγγελία της ποίησης του Καβάφη; Τι πιο «φυσικό» και «αναγκαίο» από μια (φαντασιακή) κοινή κληρονομιά; 

— Απ’ ό,τι φαίνεται, δύο τουλάχιστον από τα διάσημα ποιήματά του, η «Πόλη» και η «Ιθάκη», έχουν τύχει παγκόσμιας αποδοχής. Ως εκ τούτου, οποιοσδήποτε παίρνει εύκολα το δικαίωμα να τα χρησιμοποιήσει, όπως συνέβη με το δεύτερο στις διαφημίσεις της SEAT Εxeo. Θεωρείτε ότι η πολλαπλή χρήση στίχων Καβάφη από την ποπ κουλτούρα ή σε διαφημίσεις καταναλωτικών αγαθών (ακόμα και αν το δούμε χιουμοριστικά, στην περίπτωση μιας γατοτροφής) ευτελίζει τη σημασία τους ή αποτελεί ιδανικό τρόπο ώστε να συνδεθεί το κοινωνικό σύνολο με την ποίηση του;
Η διάχυση της ποίησης συνεπάγεται επαναπλαισίωση, μετανάστευση σε διάφορους λόγους, συχνά «παραχάραξη». Η ποίηση είναι και ιδιοποίηση. Δεν είναι περίεργο, συνεπώς, που η ποίηση του Καβάφη εντοπίζεται και στην ποπ κουλτούρα. Και μολονότι τείνουμε να προσεγγίζουμε τα προϊόντα της κουλτούρας αυτής μέσω της διάκρισης μεταξύ «χαμηλού» και «υψηλού», κάποτε μάλιστα με διάθεση καταγγελτική ή σκωπτική κιόλας, θα ήταν αφελές, νομίζω, να προσπεράσουμε το –άκρως πραγματικό– ενδεχόμενο ότι διαμορφώνουν την πραγματικότητά μας. 

Ιδρυμα Ωνάση: Cavafy Summer School 2024 Facebook Twitter
Μοντέρνος «Κύκλωπας» / Στιγμιότυπο από τη διαφήμιση του Seat Exeo με απαγγελία της «Ιθάκης» του Καβάφη (2009)

Το 2009 μεταδόθηκε τηλεοπτικά η διαφήμιση του τότε νέου Seat Exeo, την οποία θα συνόψιζα ως εξής: ένα αεροδυναμικό αυτοκίνητο κινείται αθόρυβα στους δρόμους μιας πόλης, πιθανόν βορειοευρωπαϊκής· συγχρόνως ηχεί μια «ακουσματική» φωνή (είναι η φωνή, λέει ο Chion, που, εν αντιθέσει προς την «τελετουργική», δεν γνωρίζεις την προέλευσή της· επί το απλούστερον, το voice over). Τώρα η φωνή απαγγέλλει ορισμένους μόνο στίχους της «Ιθάκης» του Καβάφη. Φανερά το ταξίδι του Οδυσσέα έχει σμικρυνθεί εδώ στην κλίμακα ενός αστικού περιβάλλοντος, πολιτισμένου και ζηλευτού sub specie temporis nostri, όπου ένας άνδρας οδηγός βρίσκεται καθ’ οδόν με το αυτοκίνητό του προς το συνοικιακό ταχυδρομείο προκειμένου να παραδώσει έναν φάκελο – άραγε, μπορεί να εικάσει κανείς ευλόγως ότι το μήνυμά του απευθύνεται σε εμάς τους καταναλωτές; Αναλόγως, λοιπόν, προς τη διαδρομή που διανύει το όχημα και σε συνδυασμό με την «Ιθάκη» του Καβάφη, ξεδιπλώνονται οι νέες «περιπέτειες», αντιηρωικές οπωσδήποτε και καθημερινές: να ένας «Κύκλωπας» εκεί, να και οι Λαιστρυγόνες… 

Ιδρυμα Ωνάση: Cavafy Summer School 2024 Facebook Twitter
Το χειρόγραφο της Ιθάκης. © Αρχείο Καβάφη, Ίδρυμα Ωνάση

Αφήνοντας παράμερα το ιδεολογικό κομμάτι, δηλαδή την ωμή σύνδεση της ποίησης του Καβάφη με τη φιλελεύθερη οικονομία, ας απομονώσουμε κι ας ακούσουμε πάλι, από τεχνικής καθαρά άποψης, τη φωνή της απαγγελίας στη διαφήμιση αυτή. Η φωνή είναι ανδρική ή μάλλον είναι η φωνή μιας αυτάρεσκης αρρενωπότητας. Ο ιδιοκτήτης της –υποτίθεται ότι– γνωρίζει την εκλεπτυσμένη περιπέτεια. Όμως, αυτό που ενδιαφέρει κυρίως εδώ είναι ότι η φωνή ηχεί –και πάλι!– ως υμνωδία, με εκείνον τον ιδιαίτερο τόνο με τον οποίο οφείλει κανείς να εκφωνεί την ποίηση που της αρμόζει η αιωνιότητα. Στο τέλος, τουλάχιστον ο υποψιασμένος ακροατής, θα καταλάβει ότι η απαγγελία θυμίζει κάτι, ηχεί κάπως σαν επανάληψη της επανάληψης της επανάληψης. Και, πράγματι, αντιπαραβάλλοντας τη βρετανική, γαλλική, γερμανική και ισπανική εκδοχή της διαφήμισης Seat, δεν μπορεί παρά να αντιληφθεί κανείς αμέσως τις «οικογενειακές ομοιότητες».

Απαγγελίες του ποιήματος Ιθάκη σε διαφορετικές γλώσσες

Οι απαγγελίες στις διαφορετικές γλώσσες της διαφήμισης Seat δεν ηχούν απλώς εξωφρενικά ίδιες αλλά όλες ανεξαιρέτως απομιμούνται μιαν άλλη απαγγελία, εν προκειμένω αυτή του Sean Connery, όταν εκείνος, με ελαφρώς σκωτσέζικη προφορά και συνοδευόμενος από το πομπώδες electro-kitsch του Βαγγέλη Παπαθανασίου, διαβάζει το ποίημα «Ithaca». Όλες επαναλαμβάνουν αυτή την προηγούμενη απαγγελία, λες και είναι ο μυστικός υποβολέας τους. Κατά συνέπεια, η διαφήμιση της Seat καταλήγει να είναι εξόχως διδακτική ακριβώς επειδή μας δείχνει τον τρόπο βάσει του οποίου δομούνται συχνά αλυσίδες παραπομπών απαγγελιών. Επομένως, μέσα από αυτή την οπτική δεν μπορώ να μη σκεφτώ τον Derrida όταν αντέτεινε στον Austin ότι το επιτελεστικό δεν είναι «σταθερό» αλλά διέπεται από την επανάληψη. Το επιτελεστικό (αυτό που κάνει λέγοντας) επαναλαμβάνει πάντα μια προηγούμενη διαδικασία, ένα μοντέλο ή μια τελετουργική σύμβαση. Η ίδια η ύπαρξή του βασίζεται στην παράθεση. Έτσι μόνο, για να επιστρέψω στο συγκεκριμένο παράδειγμά μας, μπορεί η δήθεν διαχρονική αστική ιδεολογία να βρίσκει έκφραση σε μια διαφήμιση αυτοκινήτων και να εδραιώνεται (και) με τη βοήθεια της απαγγελίας ενός ποιήματος του Καβάφη. 

Η άλλη τηλεοπτική διαφήμιση που αναφέρατε γυρίστηκε το 1999 για λογαριασμό των γατοτροφών Sheba. Εδώ η φωνή είναι γυναικεία. Υποβλητική, σαγηνευτική, επίσης μετέωρη μεταξύ αφήγησης και άσματος, απαγγέλλει, τούτη τη φορά στα ιταλικά, το ποίημα «Η γαλή» του Καβάφη. Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν και γι’ αυτή την απαγγελία. Πάντως, άξιο αναφοράς μού φαίνεται εδώ ότι, παράλληλα προς τη φωνή που ηχεί, κατονομάζεται τώρα ο «δημιουργός» του ποιήματος με καλλιγραφικά γράμματα, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται στο μεταξύ σε διπλώματα, ενθύμια ή και ευχετήριες κάρτες, και με φιοριτούρες κάτω από το «Κ» αποκαλύπτεται το όνομα: «Konstantinos Kavafis». Κατόπιν, παρενθετικά δίνεται η χρονολογία γέννησης και θανάτου του. Αλήθεια, αναρωτιέται κανείς ευλόγως, τι σημασία να έχει αυτό για τους τηλεθεατές που μπορεί μεν να είναι ιδιοκτήτες γατών αλλά, στην πλειονότητά τους, ποσώς θα ενδιαφέρονται για την ελληνική ποίηση; Στην πραγματικότητα, οι πληροφορίες αυτές δεν έχουν κάποια εκπαιδευτική λειτουργία. Δεν διδάσκουν, ας πούμε, τη διάρκεια ζωής του ιστορικού προσώπου. Παραδόξως, οι βιογραφικές παρενθέσεις που μιμούνται την τυπογραφική σύμβαση εγχειριδίων, εγκυκλοπαιδειών ή επιτύμβιων στηλών αφιστορικοποιούν τον Καβάφη και το κείμενό του, εισάγοντάς τους σε μια αφηρημένη σφαίρα πολιτισμικών αγαθών: η ποίηση έχει μετατραπεί εδώ σε σχήμα άδειο, σε μια συγκεκριμένη ατμόσφαιρα. Καταπώς φαίνεται, η ποπ κουλτούρα δίνει μεγάλη σημασία στην επανασύνδεσή της με αυτό που θεωρούμε «υψηλή κουλτούρα». Υιοθετεί στοιχεία από τη σχολική μας παιδεία και τον κλασικό κανόνα, επειδή είναι εύκολα αναγνωρίσιμα και, προπάντων, επειδή αποτελούν αντικείμενα «αστικής λατρείας». 

Sheba (TV Spot 1999)

— Τι σας παρακίνησε ώστε να δημιουργήσετε το φιλμ «CavafyMachine»; Η ικανοποίηση της μεγάλης διάδοσης της ποίησης του Καβάφη ή η αποστροφή εξαιτίας της χρήσης της; 
Το «CavafyMachine» προέκυψε το 2013, όταν, με αφορμή το επετειακό έτος Κ.Π. Καβάφη, η ομώνυμη έδρα του Πανεπιστημίου του Michigan απηύθυνε πρόσκληση σε ακαδημαϊκούς, καλλιτέχνες, ερευνητές και ερευνήτριες να γράψουν κάτι για τον ποιητή. Μια τέτοια πρόσκληση έλαβα κι εγώ – και την αναδέχτηκα, αν και με αμηχανία. Διότι, αναρωτιόμουν τότε, πώς να εισχωρήσω (και το κυριότερο, θέλω να εισχωρήσω;) στο «πεδίο-Καβάφη»; Θέλω να γίνω μέρος αυτής της άμετρα γιγαντωμένης ενασχόλησης με τον ποιητή, η οποία (τουλάχιστον αυτό είναι σαφές για τον γραμματολόγο) δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά και μόνο στη «λογοτεχνική ποιότητα» της ποίησής του ούτε στη «διαχρονική οικουμενικότητά» του αλλά υπαγορεύεται εξίσου, αν όχι σε μεγαλύτερο βαθμό, από ιδεολογικά, οικονομικά, θεσμικά ή άλλου είδους κριτήρια; Ο μόνος τρόπος που βρήκα να απαντήσω σε αυτό ήταν θεματοποιώντας ακριβώς αυτόν τον πολλαπλασιασμό λόγων γύρω από τον Καβάφη. Έτσι, από κοινού με τον Ulrich Meurer, με χαρτόνι και ψαλίδια Singer στο χέρι και με μια μικρή κάμερα, βαλθήκαμε να στήσουμε ένα μικρό «βίντεο-δοκίμιο», ένα «video-essay», το οποίο θα μιλά γι’ αυτήν τη μηχανή-Καβάφη: για τη χωρίς όρια διάδοσή του, ενδεχομένως την «υφαρπαγή» του, ακόμη και την εργαλειοποίησή του. Το «CavafyMachine», γελοιωδώς ερασιτεχνικό, ίσως κιόλας χοντροκομμένα παιδικό, συγκεφαλαιώνει σε εικόνα όσα σας είπα προηγουμένως. Σαν opera buffa διακωμωδεί, δείχνοντας σειραϊκά «καβαφάκια» να μετατοπίζονται, να διασπείρονται και να διακλαδίζονται αενάως – από την «υψηλή κουλτούρα» ως και τη διαφήμιση και την πολιτική.    

CavafyMachine / Recut

— Παρατηρείτε διαστρέβλωση των στίχων του σε περιπτώσεις που γίνεται χρήση τους από πολιτικούς ή αποκαλύπτεται έτσι μια διάσταση «θεατρικότητας» στην πολιτική; Θα μπορούσαμε εδώ να μιλήσουμε για performativity; 
Μόλις τις προάλλες ανακάλυψα ότι, όταν κανείς επισκέπτεται την ιστοσελίδα του υπουργείου Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, είναι δυνατό, μέσω της μηχανής αναζήτησης, να εντοπίσει περιπτώσεις Ελλήνων κυβερνητικών αξιωματούχων που αναφέρονται στον Καβάφη ή απαγγέλλουν στίχους του. Τα πρωτεία, σύμφωνα με τον αλγόριθμο, κατέχει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς – ας πούμε, δίνει συνέντευξη στην εφημερίδα «Al-Ahram» της Αιγύπτου (9/10/2018) και, αναφερόμενος σε «έναν από τους προσφορότερους τομείς συνεργασίας των δύο χωρών, αυτόν του πολιτισμού», κατονομάζει ως επιφανές παράδειγμα τον «Έλληνα Αιγυπτιώτη Καβάφη» ή, λίγο πριν συνομολογηθεί η Συμφωνία των Πρεσπών, σχολιάζει «με τα λόγια», όπως λέει, «του αγαπημένου μου ποιητή καθώς και αγαπημένου ποιητή πολλών Ελλήνων, του Καβάφη, ότι έρχεται η ώρα που πρέπει να πεις το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι». Εξυπακούεται ότι δεν είναι ο μόνος πολιτικός που εκβάλλει στον Καβάφη. Παρόμοια ο νυν διάδοχός του (Γ. Γεραπετρίτης), για να αναφέρω ένα άλλο παράδειγμα, δεν θα παραλείψει, κατά τη συνάντηση με τον Αιγύπτιο υπουργό Εξωτερικών, να απαγγείλει ολόκληρα τα «Τείχη» – και να τα ερμηνεύσει «αλλιώς»: στη δική του εκδοχή τα τείχη, που βαθμηδόν υψώνονται, συμβολίζουν έναν νέο κόσμο συμπερίληψης.

Μπορεί με όλα αυτά να γελά κάποτε ο γραμματολόγος· μπορεί, μάλιστα, να αντικρίζει σε αυτά λαμπρές κοινοτοπίες, ρητορικά πυροτεχνήματα. Όμως, μια και ρωτάτε αν στην πολιτική τα παραθέματα ή οι απαγγελίες ποιημάτων του Καβάφη θα μπορούσαν να εκληφθούν ως «performativity», δεν μπορώ παρά να απαντήσω κι εγώ ρωτώντας: μπορούμε πράγματι να διακρίνουμε με σαφήνεια μεταξύ μίας, ας πούμε, «απλής» πολιτικής εργαλειοποίησης και ενός «γνήσιου» ομιλιακού ενεργήματος; Αλήθεια, πού είναι ουσιωδώς η διαφορά ανάμεσα στην εκφώνηση και στη μετατροπή δύο ατόμων σε συζύγους και τη μετατροπή ενός πολίτη σε καταναλωτή ή σε πολιτικό οπαδό μέσω της εκφώνησης και απαγγελίας ενός ποιήματος; Άραγε, η διαφορά θα πρέπει να εντοπιστεί στη δημιουργία ενός «νομικού γεγονότος» (στην πρώτη περίπτωση) σε αντίθεση με τη δημιουργία ενός «ιδεολογικού» (στη δεύτερη); Αλλά και πάλι, η επίδραση, ας πούμε, ενός βαφτίσματος και τα αποτελέσματα της προπαγάνδας δεν δημιουργούν πραγματικότητα; Εν τέλει, δεν κάνουν λέγοντας; 

Ιδρυμα Ωνάση: Cavafy Summer School 2024 Facebook Twitter
Το «CavafyMachine» σαν opera buffa διακωμωδεί, δείχνοντας σειραϊκά «καβαφάκια» να μετατοπίζονται, να διασπείρονται και να διακλαδίζονται αενάως – από την «υψηλή κουλτούρα» ως και τη διαφήμιση και την πολιτική.    

— Αποτελεί ωστόσο διαπολιτισμικό «κέρδος» η απαγγελία του ποιήματος «Περιμένοντας τους βαρβάρους», όπως έγινε σε μια αραβική κηδεία, αυτή του Edward Said, στη Νέα Υόρκη; Αποδεικνύει τη σύζευξη με το αραβικό στοιχείο της χώρας όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του; Τι σηματοδοτεί αυτή η επιλογή; 
Θυμάμαι (το έχω φυλάξει έκτοτε σε κάποιο συρτάρι) ότι τον Οκτώβριο του 2003 η Αμερικανική Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών MGSA έστειλε σε όλα τα μέλη της ένα ηλεκτρονικό μήνυμα. Έναν δισέλιδο απολογισμό γραμμένο από τον Παλαιστίνιο-αιγύπτιο ποιητή και αρθρογράφο Tamim Al-Barghouti και δημοσιευμένο στο «Al-Ahram Weekly» σχετικά με την κηδεία του Edward Said, ο οποίος είχε πεθάνει λίγες ημέρες νωρίτερα στο Riverside της Νέας Υόρκης. Το κείμενο πληροφορούσε, μεταξύ άλλων, ότι η κόρη του Said, Najla, είχε απαγγείλει το «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» στο πλαίσιο της τελετής ταφής του πατέρα της, «ένα από τα αγαπημένα ποιήματά του», όπως παρατηρούσε. Ασφαλώς δεν προκαλεί έκπληξη αυτό. Ήδη, στο ακαδημαϊκό του έργο ο Said καταπιάνεται αρκετά συχνά με τον Καβάφη. Ας πούμε, στο δοκίμιό του «Cairo and Alexandria» περιγράφει την επίσκεψή του στο «Cavafy room», μέρος τότε του Ελληνικού Προξενείου της Αλεξάνδρειας, σε εκείνο το δωμάτιο που περιείχε τα ξενόγλωσσα βιβλία, χειρόγραφα, φωτογραφίες, ακόμη και κάποια αλληλογραφία του ποιητή. Και, βέβαια, καταπιάνεται με τον Καβάφη στο βιβλίο του «On late style» – «Για το όψιμο ύφος» θα το μετέφραζα. Μάλιστα, σημειώνει εκεί ότι η μυθοπλαστική αναπαράσταση της Αλεξάνδρειας από τον Καβάφη αφήνει εκτός θεώρησης τον σύγχρονο αραβικό κόσμο. 

Ιδρυμα Ωνάση: Cavafy Summer School 2024 Facebook Twitter
Αχρονολόγητο φωτογραφικό πορτρέτο του Καβάφη από το εργαστήριο των Fettel & Bernard στην Αλεξάνδρεια, περ. 1896. © Αρχείο Καβάφη/Ίδρυμα Ωνάση

Αλλά η απαγγελία στην προκειμένη περίπτωση δεν συνδέεται τόσο με τα ακαδημαϊκά ενδιαφέροντα του Said όσο, θα έλεγα, με τον ακτιβισμό του. Ας μη λησμονούμε ότι ο Said είχε ιδρύσει από κοινού με τον Daniel Barenboim τη West-Eastern-Divan Orchestra, οραματιζόμενος ειρηνικές λύσεις για τη Μέση Ανατολή· ας μη λησμονούμε ότι μετά το επεισόδιο με τη ρίψη πέτρας στα σύνορα Λιβάνου - Ισραήλ το 2000 τού είχε αποδοθεί το παρατσούκλι «καθηγητής της τρομοκρατίας», «professor of terror». Μέσα από αυτή την οπτική η απαγγελία του ποιήματος «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» του Καβάφη στο πλαίσιο της κηδείας του Said, αυτής της «αμερικανο-αραβικής εικόνας», όπως χαρακτηριζόταν, καθίσταται εκ των πραγμάτων σχόλιο στη σύγχρονη γεωπολιτική. Πέραν αυτού, όμως, η απαγγελία κάνει και κάτι ακόμη. Αποσπά το ποίημα από το αρχικό του περιβάλλον με τρόπο ριζικό και, κατά μία έννοια, αντιστρέφει την οπτική γωνία. Γιατί αν ο αναγνώστης ή, εν πάση περιπτώσει, αυτός που εκφωνεί το εν λόγω ποίημα ταυτίζεται συνήθως με το «εμείς» που μιλά και, άρα, θέτει τον εαυτό του αντιμέτωπο ή πάντως σε σχέση με τους βαρβάρους (τους περιμένει, τους φαντάζεται, τους προσκαλεί…), τώρα εδώ, η φωνή που απαγγέλλει είναι η φωνή, υποτίθεται, των ίδιων των «βαρβάρων». Οι ερωτήσεις του ποιήματος και τα σχόλια/απαντήσεις λαμβάνουν έτσι μια άλλη διάσταση. Αρχίζουν αίφνης να συσχετίζονται με κοινότητες που αντιμετωπίζουν την άνοδο της νεο-αποικιοκρατίας, με εκτοπισμένους Παλαιστίνιους, με «νεοφερμένους Άραβες στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής». Ίσως γι’ αυτό η απαγγελία της Najla Said, μολονότι δεν έχει σωθεί δυστυχώς καμία ηχογράφησή της, μου είναι από τις πιο συμπαθείς. Γιατί αφήνει πίσω επιτελεστικές πρακτικές που συντηρούν αστικούς μύθους και τις πολιτικές βαρβαρότητές τους (ταυτότητες, εθνικισμούς, «υψηλούς πολιτισμούς» και τα συναφή). Αντιθέτως. ανοίγεται προς κάτι άλλο, υποδεικνύει μια νέα πολιτική.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Στάθης Γουργουρής: «Ο Καβάφης δεν ανήκει πουθενά ‒ ανήκει παντού»

Βιβλίο / Στάθης Γουργουρής: «Ο Καβάφης δεν ανήκει πουθενά ‒ ανήκει παντού»

O καθηγητής συγκριτικής λογοτεχνίας, κοινωνικών και κλασικών σπουδών στο Κολούμπια μιλά στη LiFO για την εμπειρία του ως επιμελητής των μαθημάτων του διεθνούς θερινού σχολείου Καβάφη, τη στενή του σχέση με τον Έντουαρντ Σαΐντ αλλά και την πολυσυζητημένη κρίση που περνούν τα τμήματα ανθρωπιστικών σπουδών σε όλο τον κόσμο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η διεθνής αίγλη και το μεγαλείο του Καβάφη

Βιβλίο / Η διεθνής αίγλη και το μεγαλείο του Καβάφη

Η καθηγήτρια Συγκριτικής Γραμματολογίας του Πρίνστον και μεταφράστρια Κάρεν Έμεριχ μιλά για την περίπτωση του Αλεξανδρινού ποιητή με αφορμή τη συμμετοχή της στο φετινό International Cavafy Summer School που διοργάνωσε η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η διεθνής αίγλη και το μεγαλείο του Καβάφη

Βιβλίο / Η διεθνής αίγλη και το μεγαλείο του Καβάφη

Η καθηγήτρια Συγκριτικής Γραμματολογίας του Πρίνστον και μεταφράστρια Κάρεν Έμεριχ μιλά για την περίπτωση του Αλεξανδρινού ποιητή με αφορμή τη συμμετοχή της στο φετινό International Cavafy Summer School που διοργάνωσε η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η διεθνής αίγλη και το μεγαλείο του Καβάφη

Βιβλίο / Η διεθνής αίγλη και το μεγαλείο του Καβάφη

Η καθηγήτρια Συγκριτικής Γραμματολογίας του Πρίνστον και μεταφράστρια Κάρεν Έμεριχ μιλά για την περίπτωση του Αλεξανδρινού ποιητή με αφορμή τη συμμετοχή της στο φετινό International Cavafy Summer School που διοργάνωσε η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μια εικόνα από το υπνοδωμάτιο του Καβάφη και άλλα δύο μοναδικά τεκμήρια από την ψηφιακή συλλογή του Αρχείου Καβάφη

Αρχαιολογία & Ιστορία / Μια εικόνα από το υπνοδωμάτιο του Καβάφη και άλλα δύο μοναδικά τεκμήρια από την ψηφιακή συλλογή του Αρχείου Καβάφη

Η Εκτελεστική Διευθύντρια και Διευθύντρια Παιδείας Ιδρύματος Ωνάση, Έφη Τσιότσιου, μας παρουσιάζει τρία σπάνια τεκμήρια από το πλούσιο Αρχείο Καβάφη, την ημέρα της επετείου γέννησης και θανάτου του Αλεξανδρινού ποιητή.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Θέατρο / O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο πολυσυζητημένος σκηνοθέτης της τελετής έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, που έγινε διάσημος για τις φιλόδοξες, μεγαλειώδεις παραστάσεις του, πιστεύει απόλυτα στη μαγική δύναμη του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ