Λουίζα Μητσάκου: «Μεταφράζω σαν ηθοποιός κι όχι σαν διανοούμενη»

ΛΟΥΙΖΑ ΜΗΤΣΑΚΟΥ Facebook Twitter
Ο αγγλικός λαός δεν έχει καμία σχέση με τον ελληνικό. Οι άνθρωποι, τουλάχιστον οι συνομήλικοί μου, δεν ξέρω για τους νεότερους, είναι πολύ ευγενείς, πολύ ψύχραιμοι, πολύ διακριτικοί. Φωτ.: Μαριλένα Αναστασιάδου
0

EXEI EΠΙΛΕΞΕΙ ΝΑ ΖΕΙ μακριά από την Ελλάδα εδώ και αρκετά χρόνια. Ο τόπος διαμονής της είναι ένα χωριό έξω από το Λίβερπουλ της Αγγλίας. Γκρίζος ουρανός, σκοτεινιά, βροχή και κρύο συνθέτουν το σκηνικό μιας συνειδητής επιλογής απομόνωσης και στοχασμού, καθώς οι περιστάσεις της ζωής της αλλά και η ενασχόλησή της με τον γραπτό λόγο της το επέβαλαν. Ωστόσο, με τον δικό της τρόπο δεν έχει πάψει όλα αυτά τα χρόνια να επικοινωνεί με την Ελλάδα και με το θέατρο, από το οποίο ξεκίνησε ως ηθοποιός.

Θαυμάσιες μεταφράσεις της, κυρίως από το γαλλικό κλασικό θέατρο, έχουν ακουστεί στα ελληνικά από μερικούς από τους σημαντικότερους ηθοποιούς μας σε ιστορικές παραστάσεις. Η μετάφραση ήταν το πρώτο στοιχείο που αναγνωρίσαμε σε αυτές. Η διασημότερή της ίσως ο «Συρανό ντε Μπερζεράκ» του Εντμόν Ροστάν, ενώ αυτήν τη στιγμή παίζεται σε αθηναϊκή σκηνή διασκευή της του «Κουρέα της Σεβίλλης» του Μπομαρσέ.

Αλλά το μεγαλύτερό της επίτευγμα είναι η επιμονή της να μεταφέρει στα ελληνικά κείμενα του Βαλέρ Νοβαρινά, έργα σχεδόν μη μεταφράσιμα. Όπως εξηγεί η ίδια στην εισαγωγή του «Μπροστά στον λόγο»: «Η μετάφραση, ως μέγα πολιτικό, πολιτιστικό και πολιτισμικό γεγονός, δεν είναι απλώς αναγκαία και απαραίτητη, αλλά καθ’ όλα επιβεβλημένη».

Πρόκειται λοιπόν για έναν βαθιά πνευματικό, πολιτικοποιημένο και ταγμένο άνθρωπο, που καμία δυσκολία δεν τον πτοεί να μοχθήσει για όλα εκείνα που θεωρεί ότι πρέπει να ολοκληρώσει. Κι ας λέει η ίδια ότι κυνηγάει ονειροφαντασίες. Παραμένουν στοίχημα ζωής και ακλόνητης πίστης. Βρέθηκε λίγες ώρες στην Αθήνα για την πρεμιέρα του «Κουρέα» με πρωταγωνιστή τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και αρπάξαμε την ευκαιρία για την παρακάτω συνέντευξη.

Ποια αριστερά; Δεν κυβέρνησε καμία αριστερά. Έγραψα έναν μεγάλο επίλογο για τον «Κουρέα της Σεβίλλης» του οποίου ένα μικρό κομμάτι παίζεται. Τελειώνει με τη φράση «Βλέπω ψηλά στον ουρανό, την επανάστασή μας. Εκείνη που τη θάψαμε βαθιά μες στην ψυχή μας. Λάμπει ψηλά στον ουρανό, φεγγοβολεί και άρχει. Κι ας ξέρουμε όλοι, σύντροφοι, πως πλέον δεν υπάρχει». 

— Ξεκινήσατε την καριέρα σας ως ηθοποιός σε άλλες εποχές, με όραμα… 

Ναι, βέβαια, με το Ανοιχτό Θέατρο του Γιώργου Μιχαηλίδη στη «Μάχη της Αθήνας», όπου έπαιζαν και ο Λευτέρης Βογιατζής, ο Τάσος Μπαντής, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, όλοι νέοι τότε. Εγώ ήμουν ήδη παντρεμένη με τον Βασίλη Παπαβασιλείου. 

— Αποτελούσατε λοιπόν μια παρέα εκλεκτών νέων που αργότερα θα πρόσφερε σημαντικό καλλιτεχνικό έργο.  

Όχι, δεν ήμασταν παρέα. Εγώ ήξερα τα παιδιά γιατί παίζαμε μαζί. Επιστρέφαμε σπίτια μας συνήθως με τον Μπαντή, κι ένα βράδυ που περπατούσα με τον Λευτέρη και τον Τάσο, τους είπα να ανέβουν επάνω να γνωρίσουν τον άντρα μου. Κι έτσι γνωρίστηκαν με τον Βασίλη.

ΛΟΥΙΖΑ ΜΗΤΣΑΚΟΥ Facebook Twitter
Η Λουίζα Μητσάκου (πίσω αριστερά), ο Χρήστος Τσάγκας, η Τάνια Σαββοπούλου και μπροστά η Μαρία Αναστασίου. © Αρχείο Λουίζας Μητσάκου

— Αλήθεια, δεν ήταν φίλοι από τη δραματική σχολή;

Όχι, δεν ήταν στην ίδια σχολή. Από το θέατρο και από τις παρέες ξεκίνησαν όλα. Είναι ο λόγος που με συγκινεί που συνεργάζομαι φέτος με τη Σοφία Σπυράτου, γιατί ήταν η ψυχή του Ανοιχτού Θεάτρου τότε ως χορογράφος και ηθοποιός. 

— Μια τέτοια μέρα, που επιστρέφετε στην Αθήνα, σας φέρνει μνήμες από την Ελλάδα;

Δεν χρειάζεται μια τέτοια μέρα για να έχω μνήμες από την Ελλάδα, τις έχω από πάντα. Η Ελλάδα είναι μια πληγή για μένα. Είναι ο τόπος μου. 

— Οι πληγές αυτού του τύπου δεν κλείνουν εύκολα. 

Όχι όταν είσαι μακριά. Επίσης είναι η γλώσσα μου. 

— Και η γλώσσα είναι η πατρίδα.

Μόνο η γλώσσα είναι η πατρίδα. Όπως είπε και ο Χατζιδάκις μετά το Όσκαρ, όταν τον ρώτησαν γιατί δεν μένει στην Αμερική, «δεν μπορώ να μείνω σε μια χώρα που δεν μιλάνε ελληνικά». Δηλαδή, ενώ είναι πολύ καλύτερα από πολλές απόψεις να είναι κανείς στο εξωτερικό, είναι βέβαιο ότι δεν αντέχω που δεν μιλάω παντού ελληνικά. Αυτό είναι ένα πρόβλημα και μπορώ να πω ότι επίσης δεν αντέχω που είμαι μακριά από τους ελληνικούς παλμούς, που είναι εντελώς διαφορετικοί από τους εγγλέζικους, αλλά και μακριά από κάποιους ανθρώπους. Όπως είναι ο Βασίλης Παπαβασιλείου, με τον οποίο έχουμε μια αιώνια σχέση, παρόλο που ο γάμος μας δεν συνέχισε. 

— Δεν διακόψατε τη φιλία σας μέσα στα χρόνια μετά τον χωρισμό σας;

Όχι μόνο δεν διακόπηκε, αλλά θα έλεγα ότι βελτιώθηκε. 

— Ως ηθοποιός δεν ακολουθήσατε, απ’ ό,τι καταλαβαίνω, μια συμβατική καριέρα. 

Η «καριέρα» μου, που κράτησε μόλις 10 χρόνια, δεν ήταν πολύ σώφρων. Δεν έκανα ποτέ εμπορικό θέατρο, σήμερα δεν θα έκανα τις ίδιες επιλογές, εκτός από μια φορά που έπαιξα στον θίασο της Ξένιας Καλογεροπούλου και του Γιάννη Φέρτη. 

— Ένας θίασος που αποτελούσε γέφυρα μεταξύ εμπορικού και ποιοτικού θεάτρου της εποχής. 

Ναι, ακριβώς. Είχα και μια εξαιρετική συνεργασία με τον Απόστολο Δοξιάδη στην Εντοπία με έργο του Μποντ. Μετά συμμετείχα στο Ημικρατικό Θέατρο Στερεάς Ελλάδας της Λαμίας με τον Χρήστο Τσάγκα. Αυτό το έκανα γιατί είχα τη λανθασμένη εντύπωση ότι μπορούσα να κάνω πολιτική παρέμβαση στην ελληνική επαρχία μέσω του θεάτρου. Κι εδώ ερχόμαστε στο ότι εγώ προέρχομαι από μια γενιά με πολιτικά όνειρα και ονειροφαντασίες, πολιτικές περισσότερο, που τις έχω ακόμα. Με άλλον τρόπο βέβαια, αλλά είναι κυρίαρχες μέσα μου.

Κουρέα της Σεβίλλης Facebook Twitter
Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος και ο Φάνης Μουρατίδης στον «Κουρέα της Σεβίλλης» που παίζεται αυτή την περίοδο στο Ακροπόλ.

— Δεν απογοητευτήκατε από τους ανθρώπους;

Πάρα πολύ. Αλλά δεν απογοητεύτηκα από τις ιδέες. Ψάχνω πάντα κάτι να με στηρίξει. 

— Ας πάρουμε την Ελλάδα. Θυμηθείτε τι ακολούθησε από τότε που κάνατε θέατρο μέχρι τώρα.

Τραγικά πράγματα. 

— Δεν εννοώ μόνο την ηγεσία. Αναφέρομαι στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.

Έχετε δίκιο. Παρ’ όλα αυτά προσπαθώ να βρίσκω πράγματα για να γραπώνομαι και να μην καταρρέω. Εγώ νόμιζα ότι μπορούσε να γίνει κάτι στην ελληνική επαρχία και μάλιστα είχα κάνει μια παρέμβαση στον δήμο Λειβαδιάς με τον δήμαρχο, να κάνουμε εκδηλώσεις στα εργοστάσια, είχα γράψει και ένα μανιφέστο όπου είχα εντάξει αυτά που είχε πει ο Στρέλερ όταν είχε ανοίξει το θέατρό του στο Μιλάνο. Απεδείχθησαν όλα αυτά ονειροφαντασίες, αλλά δεν έχει σημασία.

— Ήταν τα μεγάλα ζητούμενα της εποχής.

Ναι, ήταν.  

— Προσγειωθήκατε ποτέ στην πεζή πραγματικότητα; 

Ευτυχώς όχι. 

— Ωστόσο δεν χρειάστηκε να αντιμετωπίσετε πιο ρεαλιστικά τα πράγματα;

Η ιστορία με το Ημικρατικό Θέατρο Στερεάς Ελλάδας κράτησε περί τα 6 χρόνια και μετά σταμάτησα. Η δικαιολογία ήταν ότι γέννησα την κόρη μου, και έπρεπε να μείνω σπίτι. Όταν ξεκίνησε σχολείο, αποφάσισα ότι δεν της πήγαινε το ελληνικό σχολείο και την έστειλα σε αγγλόφωνο. 

— Αυτά απαιτούν μεγάλα βαλάντια, τα συνηθίζουν οι αστικές οικογένειες.

Προέρχομαι από αστικό περιβάλλον με πατέρα στρατηγό. Ήταν περίπτωση ανθρώπου ο πατέρας μου, όμως. Φανταστείτε ότι τη μέρα του πραξικοπήματος του ’67 καθάριζε ένα όπλο και κλαίγοντας έλεγε «δεν το πιστεύω ότι το έκαναν αυτό Έλληνες αξιωματικοί».

Τέλος πάντων, όταν σταμάτησα το θέατρο, επειδή ήθελα να τα βγάζω πέρα μόνη μου, έκανα μεταγλωττισμό στην ΕΡΤ. Για πολλά χρόνια μετέφραζα, επιμελούμουν κείμενα, σκηνοθετούσα και ενίοτε έπαιζα. Κυρίως παιδικά, που τότε ήταν καλά. Δούλεψα όμως και στους υπότιτλους, έκανα και σπικάζ σε ντοκιμαντέρ. Όταν με προσέλαβαν επίσημα, μετά από 6 μήνες παραιτήθηκα γιατί δεν ήθελα να μείνω όλη μου τη ζωή εκεί, ήθελα να έχω ελευθερία κινήσεων. Είχε ενδιαφέρον πάντως, γιατί είχα ανακατευτεί και με το ραδιόφωνο κάνοντας εκπομπές λόγου για το βιβλίο, για το θέατρο, ακόμα και πολιτικό σχολιασμό. 

— Η μετάφραση πώς προέκυψε;  

Ήθελα πάντα να κάνω μεταφράσεις αλλά κάτι με εμπόδιζε. Παράλληλα με τη δραματική σχολή τέλειωσα τη Γαλλική Φιλολογία κι αμέσως μετά πέρασα ένα διάστημα στη Σορβόννη με υποτροφία του γαλλικού κράτους για μια metrise. Είχα δάσκαλο τον Μπερνάρ Ντορτ, τη μεγάλη προσωπικότητα των γαλλικών γραμμάτων, και είχα ξεκινήσει να μεταφράζω τα δύο βιβλία που έγραψε για το θέατρο. Δεν τα ολοκλήρωσα, κάτι με εμπόδιζε.

Τα χρόνια πέρασαν, ο μεταγλωττισμός με βοήθησε πάρα πολύ, όπου έπρεπε αυτό που μετέφραζα να μην μπει στο συρτάρι αλλά να βγει στον αέρα∙ είχα φτάσει στο σημείο να μεταφράζω ντοκιμαντέρ την ώρα που τα σπικάριζα. Αυτό με βοήθησε να μη φοβάμαι και να μη χώνω στο συρτάρι μου τις μεταφράσεις μου, κυρίως εκείνες του θεάτρου, γιατί μεταφράζω σαν ηθοποιός κι όχι σαν διανοούμενη – αν και εν μέρει είμαι.

Στην αρχή έκανα κάποια μικρά θεατρικά, συνεργάστηκα με τον Νίκο Αρμάο, και την ίδια εποχή διάβασα ένα ισπανικό έργο – καταλαβαίνω λίγα ισπανικά με τη βοήθεια των λατινικών μου. Ήταν το έργο του Χοσέ Σάντσις Σινιστέρα «Η πολιορκία του Λένιγκραντ» και με έπιασε μια μανία να ανέβει. Ο Σινιστέρα έλεγε αυτά που ήθελα να πω και δεν μπορούσα. Έκανε μια απόπειρα να το ανεβάσει ο Αρμάος με τη Ζαβιτσιάνου και τη Ρώπα, που τελικά δεν τελεσφόρησε.

Εντωμεταξύ ανέπτυξα μια επικοινωνία με τον Σινιστέρα κι όταν έγινε ένα συνέδριο στην Ισπανία για τους μεταφραστές των έργων του, το οποίο το οργάνωνε το Ευρωπαϊκό Εργαστήρι Θεατρικής Μετάφρασης του Θεάτρου της Ορλεάνης, εκείνος πρότεινε εμένα από την Ελλάδα. 

ΛΟΥΙΖΑ ΜΗΤΣΑΚΟΥ Facebook Twitter
«Ντιμπούκ» σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη.

— Ενώ δεν γνωρίζατε ισπανικά…

Ναι, αλλά ο Σινιστέρα με πίστευε πολύ. Άλλωστε με σημάδεψε πολύ στη ζωή μου το έργο εκείνο. Πήγα λοιπόν στο Αλικάντε, μίλησα για τον συγγραφέα, και γνώρισα τον διευθυντή του εργαστηρίου Ζακ Λενί ο οποίος εκτίμησε τη ζέση που είχα για όλα αυτά, και μου πρότεινε συνεργασία. Τότε μου γνώρισε τον Νοβορινά. Μετά από αυτό είπα στον εαυτό μου ότι μου ανοιγόταν ένας δρόμος που είτε θα αποφάσιζα να τον πάρω είτε όχι. Ζήτησα πολύ χρόνο και μου τον έδωσε.

Στην πορεία μού έδωσε και το «Pour Luis de Fines» αλλά δεν γινόταν να τα κάνω και τα δυο μαζί, και πρότεινα να το κάνει ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ο οποίος είναι συγκλονιστικός μεταφραστής. Διαθέτει δυνατό μεταφραστικό ένστικτο, επαφή με τη γλώσσα και ένα σπάνιο μυαλό, κι επίσης σκέφτηκα ότι το κείμενο χρειαζόταν ένα μυαλό πιο «αρσενικό». Έκανα άλλα κείμενα, όπως το «Τελευταίες λέξεις πριν τη λησμονιά» και δυο-τρία που έχουν εκδοθεί, κι αρχίσαμε ως εργαστήρι, μ’ εμένα υπεύθυνη ενός προγράμματος μετάφρασης ελληνικών έργων αλλά όχι ως μεταφράστρια, να μεταφράζουμε Έλληνες, όπως Δημήτρη Δημητριάδη, Λούλα Αναγνωστάκη, Γιώργο Διαλεγμένο.

Μέχρι που πρότεινα να μεταφραστεί το κορυφαίο κείμενο της Ελλάδας, ο «Ερωτόκριτος». Και το εγχείρημα άρχισε με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση του υπουργείου Πολιτισμού της Γαλλίας – το οποίο είχε ένα πρόγραμμα για εμβληματικά και δύσκολα έργα από όλο τον κόσμο, που το προλάβαμε λίγο πριν λήξουν τα 10 χρόνια που βάζουν προθεσμία για κάθε χώρα– και μια μικρή βοήθεια από το ελληνικό υπουργείο.

Η Ελλάδα δεν είχε προτείνει κάτι, κι έτσι κάναμε τον «Ερωτόκριτο». Χρειάστηκαν 3 χρόνια να ολοκληρωθεί. Εγώ έκανα την κατά λέξη μετάφραση, μετά συναντηθήκαμε στην Κρήτη με τον Γάλλο ποιητή Ρομπέρ Νταβρέ, που έκανε την τελική μετάφραση, την Κλαίρη Μητσοτάκη, και τον Κωνσταντίνο Μπόμπα από το Πανεπιστήμιο της Λιλ και κάναμε σχολιασμό σε όσα είχα μεταφράσει εγώ όλα αυτά τα χρόνια. Όταν πια εκδόθηκε στη Γαλλία, παίχτηκε και από το ραδιόφωνο. 

σιρανο
Πέγκυ Σταθακοπούλου και Μηνάς Χατζησάββας, Συρανό ντε Μπερζεράκ, 2003

— Είναι μεταφράσιμος ο «Ερωτόκριτος»; 

Όχι, είναι αδύνατον, αλλά έχει σημασία που γνώρισαν τον «Ερωτόκριτο» στη Γαλλία. Δεν μεταφράζεται μεν, αλλά ολοκληρώθηκε ένα κείμενο γνωριμίας από έναν Γάλλο ποιητή.

Λίγο αργότερα, μιλώντας με τον Μηνά Χατζησάββα, τον οποίο γνώριζα από τα χρόνια μου στο θέατρο, μου είπε ότι είχε όνειρο να κάνει τον «Συρανό». Μου λέει, το κάνεις; Εγώ έχω συναισθηματική σχέση με τον «Συρανό», ο πατέρας μου ήθελε να γίνει ηθοποιός αλλά δεν γινόταν γιατί ήταν γιος στρατηγού. Κι όταν ήταν στη Σχολή Ευελπίδων, στην πρώτη του κυριακάτικη έξοδο πήγε να δει «Συρανό» με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, όπου ο φίλος του και συγγραφέας Δημήτρης Ιαννόπουλος έπαιζε ως κομπάρσος. Ήθελε να ήταν κι αυτός στη σκηνή και όχι αξιωματικός. Κι επειδή αποστρατεύτηκε πολλές φορές γιατί ήταν δημοκράτης –τον αποστράτευσαν όλες οι δεξιές κυβερνήσεις–, κάθε φορά που αποστρατευόταν ασχολιόταν με επιχειρήσεις θεατρικές. Ένα εντελώς θεατρικό πρόσωπο. Ο τελευταίος θίασος για τον οποίο δούλεψε ήταν του ζεύγους Αναλυτή - Ρηγόπουλου. 

— Ο πατέρας λοιπόν καθόρισε την απόφαση για τη μετάφραση του «Συρανό»; 

Ναι! Ήταν ένα ρίσκο, αλλά έγινε χάρη στην πολύ μεγάλη μου αγάπη για το έργο και άλλη τόση για τον δεκαπεντασύλλαβο. Οι Έλληνες ηθοποιοί δεν μπορούν να πουν εύκολα τον δωδεκασύλλαβο, κι ο δεκαπεντασύλλαβος έχει τη δυσκολία, όπως λέει ο Βασίλης, «αντί να τον πεις, να σε πει». Ο δωδεκασύλλαβος είναι κοφτός σαν σπαθί, ενώ ο δεκαπεντασύλλαβος σαν το κύμα της θάλασσας. Γι’ αυτό πάει πολύ στους Έλληνες.

Ήταν μία κατά γενική ομολογία καλή μετάφραση, φαίνεται από το πόσες φορές ανέβηκε. Η πρώτη σε σκηνοθεσία της Νικαίτης Κοντούρη με τον Μηνά είχε μεγάλη επιτυχία. Μετά μου το ζήτησε ο Καραθάνος για το Εθνικό, καθώς γνωριζόμασταν από τον «Αυτοσχεδιασμό των Βερσαλλιών» του Μολιέρου που είχε κάνει με τον Βασίλη στην Πειραματική του Εθνικού, ακολούθησε ο Κακλέας με τον Χαραλαμπόπουλο που το ανέβασαν δύο φορές, και τέλος ο ΘΟΚ. Εγώ μεταφράζω με το σώμα, όχι με το μυαλό. Αυτό το έχουν όλοι οι ηθοποιοί που μεταφράζουν…

— Ζείτε στην Αγγλία και επιμένετε να μεταφράζετε γαλλικά.

Όχι αποκλειστικά. Μετά έκανα το «Ερωτευμένος Σαίξπηρ»  για τον Κακλέα και τον Χαραλαμπόπουλο, που ήταν διασκευή της ταινίας στα αγγλικά, εντωμεταξύ είχα κάνει και το «Μεφίστο», τη διασκευή της Μνουσκίν για τον Μαστοράκη και το Εθνικό, όπως και το «Ντιμπούκ» που ανέβασε ο Σωτήρης Χατζάκης, επίσης αγαπημένο έργο, μεταφυσικό και υπέροχο. Έτσι έπαψα να φοβάμαι και συνέχισα.

Δεν έχω αφήσει την επαφή μου, η γλώσσα μου είναι που με κρατάει. Μεταφράζω και για τη Στέγη υπέρτιτλους, όπως πρόσφατα τον «Γυάλινο Κόσμο», παλιότερα Πομερά, έργα του Λεπάζ και άλλα πολλά. Έχω κάνει και την  «Ιστορία του Εμπορίου» του Πομερά που εκδόθηκε, αλλά και τον Πινόκιό του που ανέβασε η Ευθυμίου στη Λάρισα.  

— Βλέπετε θέατρο; 

Στην Αθήνα μόνο φίλους. Δεν πολυπάω.  

— Έχει να κάνει με το ότι έχετε δει πολύ στα προηγούμενα χρόνια;

Παίζει έναν ρόλο αυτό. Έχω δει πάρα πολύ θέατρο, και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Και έχω δει κάποια πράγματα που με έχουν σημαδέψει. Το «Campiello» του Στρέλερ, τη «Δωδέκατη νύχτα» του Μπέργκμαν, ασύλληπτη παράσταση, δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Από το γαλλικό θέατρο «Η φιλονικία», η πρώτη παράσταση του Πατρίς Σερό. 

— Ελληνικές παραστάσεις που για σας είναι αξιομνημόνευτες;

Αναφέρω ενδεικτικά τους «Όρνιθες» και τους «Πέρσες» του Κουν, την «Ελένη» του Ρίτσου με τον Βασίλη Παπαβασιλείου. Επίσης οι «Ικέτιδες» του ΘΟΚ σε σκηνοθεσία Χαραλάμπους μετά την εισβολή. Στήθηκαν στην Επίδαυρο όλος ο χορός και είπαν «Ήρθαμε εδώ για να ρωτήσουμε για τους νεκρούς μας». Μια μεγάλη στιγμή στο θέατρο. 

— Πείτε μου τις διαφορές μεταξύ του να ζει κανείς στην Αγγλία σε σχέση με την Ελλάδα; 

Είναι εντελώς διαφορετικά. Ο αγγλικός λαός δεν έχει καμία σχέση με τον ελληνικό. Μια ήρεμη ζωή, βέβαια ζω στην επαρχία και πριν ήμουν στην Οξφόρδη γιατί σπούδαζε εκεί η κόρη μου, μου άρεσε πολύ κι εκεί. Οι άνθρωποι, τουλάχιστον οι συνομήλικοί μου, δεν ξέρω για τους νεότερους, είναι πολύ ευγενείς, πολύ ψύχραιμοι, πολύ διακριτικοί, η απομόνωση είναι ιδανική. 

— Πώς κρίνετε την απόφασή τους να φύγουν από την Ε.Ε.; 

Το θέλουν. Έχουν μια αλαζονεία. Νομίζουν ότι είναι ακόμα αυτοκρατορία, είναι και το παλιό μίσος με τους Γάλλους, αλλά αντιπαθούν και τους Γερμανούς. Έχουν μια αλαζονεία. Διαφορετική από τη δική μας, γιατί κι εμείς έχουμε. 

— Τι σας λείπει από την Ελλάδα;

Κάποιοι άνθρωποι, και μου λείπει να πάω σε μια πρόβα.

— Η Ελλάδα σημαίνει κάτι για εσάς πέρα από τη γλώσσα; 

Η θάλασσά της, τη λατρεύω ατέλειωτα. Όταν ένα μέλος της οικογένειάς μου πέρασε ένα διάστημα στο νοσοκομείο, δεν έφευγα ποτέ, κοιμόμουν εκεί, έκλεβα μόνο μια ώρα και πήγαινα με το αυτοκίνητο μέχρι το Πόρτο Ράφτη, έκανα ένα μπάνιο και γύριζα. Μου δημιουργεί μια αίσθηση αναγέννησης, σαν να μου περνάνε όλα. Είναι σαν μια τεράστια αγκαλιά, μου λείπει αυτή η αγκαλιά, στην Αγγλία έχουν έναν πολιτισμό μη επαφής. Η Ελλάδα είναι πιο της επαφής, αλλά μου λείπει η θάλασσα. Σαν έρωτας είναι η θάλασσα. 

ΛΟΥΙΖΑ ΜΗΤΣΑΚΟΥ Facebook Twitter
Μόνο η γλώσσα είναι η πατρίδα. Όπως είπε και ο Χατζιδάκις μετά το Όσκαρ, όταν τον ρώτησαν γιατί δεν μένει στην Αμερική, «δεν μπορώ να μείνω σε μια χώρα που δεν μιλάνε ελληνικά». Φωτ.: Μαριλένα Αναστασιάδου

— Υπάρχει κάτι που σας κάνει υπερήφανη για τον τόπο μας;

Κάποια πράγματα περισσότερο από το παρελθόν. Από το παρόν κάποιοι άνθρωποι. 

— Ντρέπεστε για το παρόν; 

Όχι, δεν ντρέπομαι, απλώς κατανοώ. Γιατί ξέρω τι είναι να βρίσκεται κανείς σε δύσκολη θέση. Κι ο ελληνικός λαός είναι σε δύσκολη θέση. 

— Όταν λέτε ότι έχετε ανοιχτές πληγές για την Ελλάδα, τι εννοείτε; 

Δύσκολη ερώτηση.

— Εσείς μου δώσατε το έναυσμα. Έχει να κάνει με πολιτική ιδεολογία; Ας πούμε με την αριστερά που κυβέρνησε πριν λίγα χρόνια;

Ποια αριστερά; Δεν κυβέρνησε καμία αριστερά. Έγραψα έναν μεγάλο επίλογο για τον «Κουρέα της Σεβίλλης» του οποίου ένα μικρό κομμάτι παίζεται. Τελειώνει με τη φράση «Βλέπω ψηλά στον ουρανό, την επανάστασή μας. Εκείνη που τη θάψαμε βαθιά μες στην ψυχή μας. Λάμπει ψηλά στον ουρανό, φεγγοβολεί και άρχει. Κι ας ξέρουμε όλοι, σύντροφοι, πως πλέον δεν υπάρχει». 

— Συχνά μιλάμε για επανάσταση. Τι ακριβώς εννοούμε με αυτό; 

Όπως λέει η Χάνα Άρεντ, όταν ακούστηκε η βοή της επανάστασης πρώτη φορά έξω από τις Βερσαλλίες και είπε ο Λουδοβίκος στον πρωθυπουργό του «Alors, c'est une révolte», εκείνος του απάντησε «Non, Sire, c’est une révolution».

Τη διαφορά την έμαθα μεταφράζοντας τον «Ερωτόκριτο». Η φράση «του κύκλου τα γυρίσματα» μεταφράζεται «les révolutions du circle». Révolution είναι η αέναη κίνηση των άστρων. Ο λαός εκείνη τη στιγμή ήθελε την επιστροφή στην παλιά ηθική και στις αξίες. Ήθελε να γυρίσει, ίσως, στον Λουδοβίκο τον Άγιο. Η λέξη λοιπόν «révolution» είναι ποτισμένη από τα άστρα και την αιωνιότητα του σύμπαντος.

Ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει σε μετάφρασή μου από τις εκδόσεις Νεφέλη, με αφορμή τα 150 χρόνια της Κομμούνας, το θεατρικό έργο του Αντάμοφ «Άνοιξη 71». Η Κομμούνα είναι μια στιγμή ιδανική, με την οποία δεν ασχολείται ούτε καν το γαλλικό κράτος. Όπως είπε γι’ αυτήν ο Μαρξ, «οι Κομμουνάροι έκαναν έφοδο για να καταλάβουν τον ουρανό», αλλά ο ουρανός δεν καταλαμβάνεται, αυτή είναι η αλήθεια.

Είναι μια προσωπική μου προσπάθεια να ενωθώ με αυτά που έχω στο μυαλό και στην ψυχή μου, πιστεύω στην Κομμούνα, είμαι σίγουρη ότι θα πέθαινε ούτως ή άλλως, δεν υπήρχε άλλη πιθανότητα. Προσωπικά πιστεύω ότι ο μόνος σύγχρονος Κομμουνάρος που υπάρχει στην εποχή μας είναι ο πρόεδρος της Ουρουγουάης Χοσέ Μουχίκα, ένας πρώην Τουπαμάρος, που θα μας κάνει τη μεγάλη τιμή να μιλήσει στη διαδικτυακή συζήτηση για το έργο του Αντάμοφ και την Κομμούνα. 

— Τι άλλο ετοιμάζετε μέσα στο 2022 μεταφραστικά κι εκδοτικά; 

Θα βγει «Ο Αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών» που, ενώ παίχτηκε, δεν έχει κυκλοφορήσει, κι άλλωστε το 2022 είναι και Έτος Μολιέρου. Επίσης έχουμε προγραμματίσει με τις εκδόσεις Νεφέλη μια σειρά από έργα Γάλλων κλασικών και ελπίζουμε να ξεκινήσουμε με ένα δικό μου μεταφραστικό όνειρο, το «Σιντ» του Κορνέιγ, που δεν έχει παιχτεί ποτέ στο ελληνικό θέατρο. Στη Γαλλία ο ρόλος είναι ταυτισμένος με τον Ζεράρ Φιλίπ. Ελπίζω ότι τα επόμενα χρόνια θα ενδιαφερθεί και ένας από τους πολύ ταλαντούχους νέους Έλληνες σκηνοθέτες. 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Μια …πόρτα που έχει σημασία για όλο το θέατρο

Οπτική Γωνία / Μια «πόρτα» που έχει σημασία για όλο το θέατρο

Το περασμένο Σαββατοκύριακο η Σάσα Σταμάτη πήγε στο θέατρο Ακροπόλ να παρακολουθήσει την παράσταση «Ο κουρέας της Σεβίλλης» με το πρωταγωνιστικό δίδυμο των Βασίλη Χαραλαμπόπουλου και Φάνη Μουρατίδη. Η θεατρική έξοδος δεν είχε την έκβαση που προφανώς επιθυμούσε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ευγένιος τριβιζάς

Οι Αθηναίοι / Ευγένιος Τριβιζάς: «Tα θέματα που απασχολούν την εγκληματολογία προσφέρουν υλικό στα βιβλία μου»

Εγκληματολόγος και συγγραφέας, γεννήθηκε σε αυτό το σύμπαν και ζει σε πόλεις που έχει εφεύρει σε όλο τον κόσμο και στο Διάστημα: Ο Ευγένιος Τριβιζάς αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Οι πρώτες φωτογραφίες από το Αμαντέους σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Πολιτισμός / Πρώτες φωτογραφίες από τις πρόβες του «Αμαντέους» σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου

Ο Αντόνιο Σαλιέρι, αρχιμουσικός της αυλής του αυτοκράτορα Ιωσήφ, συναντιέται με τον νεαρό Αμαντέους. Καθώς η συνάντησή τους μετατρέπεται σε ανηλεή σύγκρουση, η αιώνια μάχη αποκαλύπτεται.
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Θέατρο / Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Ο νεαρός σκηνοθέτης Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος ανεβάζει στην Πειραματική του Εθνικού το «ΜΑ ΓΚΡΑΝ'ΜΑ», μια ευαίσθητη σκηνική σύνθεση, αφιερωμένη στη σιωπηλή ηρωίδα της οικογενειακής ιστορίας μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Ματαρόα στον ορίζοντα»: Φέρνοντας ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Θέατρο / «Ματαρόα στον ορίζοντα»: Ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Στην πολυεπίπεδη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια και συνεισφέρουν από κοινού στην αφήγηση των επίδοξων ταξιδιωτών ενός ουτοπικού πλοίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το video art στο ελληνικό θέατρο

Θέατρο / Video art στο ελληνικό θέατρο: Έχει αντικαταστήσει τη σκηνογραφία;

Λειτουργεί το βίντεο ανταγωνιστικά με τη σκηνογραφία και τη σκηνική δράση ή αποτελεί προέκταση του εθισμού μας στην οθόνη των κινητών μας; Οι γιγαντοοθόνες είναι θεμιτές στην Επίδαυρο ή καταργούν τον λόγο και τον ηθοποιό; Πώς φτάσαμε από τη video art στα stage LED screens; Τρεις video artists, τρεις σκηνοθέτες και ένας σκηνογράφος καταθέτουν τις εμπειρίες τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Οσιέλ Γκουνεό: «Είμαι πρώτα χορευτής και μετά μαύρος»

Χορός / «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως έναν μαύρο χορευτή μπαλέτου αλλά ως έναν χορευτή καταρχάς»

Λίγο πριν εμφανιστεί ως Μπαζίλιο στον «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο κορυφαίος κουβανικής καταγωγής χορευτής Οσιέλ Γκουνεό –έχει λάβει πολλά βραβεία, έχει επίσης εμφανιστεί στο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα του Παρισιού, στο Λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης και στο Ελίζιουμ του Λονδίνου– μιλά για την προσωπική του πορεία στον χορό και τις εμπειρίες που αποκόμισε, ενώ δηλώνει λάτρης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ