ΞΥΠΝΩΝΤΑΣ ΧΘΕΣ και αναλογιζόμενος τις υποχρεώσεις και την πιθανή εξέλιξη της ημέρας ούτε που θα μπορούσε να μου περάσει από το μυαλό ότι μερικές ώρες αργότερα θα ζούσα από κοντά την ατμόσφαιρα που δημιούργησε στην κηδεία του Mad Clip το πλήθος των νεαρών οπαδών του.
Δεν γνώριζα καν ότι θα γινόταν χθες το απόγευμα, παράλληλα σχεδόν με το λαϊκό προσκύνημα της σoρού του Μίκη Θεοδωράκη, την ώρα που πήγαινα στο μητρικό μου που βρίσκεται κοντά στα νεκροταφεία Ν. Σμύρνης - Π. Φαλήρου όπου και κατέληξε η νεκρώσιμη ακολουθία. Αναφέρω και τα δύο διπλανά κοιμητήρια γιατί ήταν αδύνατο να καταλάβει κάποιος περαστικός σε πιο ακριβώς γινόταν η ταφή αφού η λαοθάλασσα των 18χρονων με τις μαύρες μπλούζες (κορίτσια πολλά εξ αυτών) είχε κατακλύσει τον δρόμο και στις δύο εισόδους και παντού, σταματώντας για πολλή ώρα την κυκλοφορία και προκαλώντας ένα κομφούζιο που επεκτεινόταν σε ολόκληρη την γύρω περιοχή.
Ομολογώ ότι η εμπειρία ήταν εντυπωσιακή (και επίσης με έκανε να αισθανθώ πιο «μπούμερ» από ποτέ). Πιτσιρικάδες να έχουν σκαρφαλώσει στη μάντρα του νεκροταφείου μπας και καταφέρουν να δουν (και να τραβήξουν με το κινητό) το κατάλευκο φέρετρο που μετέφερε τον δημοφιλή Έλληνα τράπερ στην τελευταία του κατοικία, μηχανάκια και αυτοκίνητα να μαρσάρουν δαιμονικά ως ηχητικό ξόδι, μπάφος παντού και καμένο λάστιχο στον αέρα ως ύστατη σπονδή, συγχρόνως όμως και μια νηφάλια γενικά ατμόσφαιρα, αρμόζουσα στην πένθιμη περίσταση.
Δεν φρίκαρα όπως τόσες φίλες και τόσοι φίλοι που βρήκαν φρικαλέες τις εικόνες από την κηδεία όπως βρήκαν φρικαλέο και απαράδεκτο τον τρόπο που έχασε την ζωή του, όπως έβρισκαν φρικαλέα και την μουσική, όπως έβρισκαν φρικαλέα και την ίδια του την ύπαρξη ακόμα – η δημοτικότητά του μια ασυγχώρητη προσβολή στα ιδεολογικά και αισθητικά κεκτημένα και στις πολύτιμες ευαισθησίες μας.
Από σκοπιά παρατήρησης και μόνο ήταν ένα μοναδικό event και νιώθω μάλλον τυχερός που το πέτυχα έτσι απρόσμενα. Σίγουρα ξεσκαρτάρισε κάποιες προκαταλήψεις. Και εν πάση περιπτώσει δεν φρίκαρα όπως τόσες φίλες και τόσοι φίλοι (ακόμα και αρκετά νεαρότερης ηλικίας από μένα) που βρήκαν φρικαλέες τις εικόνες από την κηδεία όπως βρήκαν φρικαλέο και απαράδεκτο τον τρόπο που έχασε την ζωή του, όπως έβρισκαν φρικαλέα και τη μουσική, όπως έβρισκαν φρικαλέα και την ίδια του την ύπαρξη ακόμα – η δημοτικότητά του μια ασυγχώρητη προσβολή στα ιδεολογικά και αισθητικά κεκτημένα και στις πολύτιμες ευαισθησίες μας.
Το τι γράφτηκε εις βάρος αυτού του ατόμου (με το πτώμα του ακόμα ζεστό μάλιστα) τις τελευταίες μέρες, συχνά σε μια εντελώς εμμονική και επιπόλαιη αντιδιαστολή με την απώλεια του μεγάλου Έλληνα συνθέτη (το εθνικό υπόδειγμα από τη μία και το εθνικό μίασμα από την άλλη), ξεπερνούσε συχνά κάθε επιτρεπτό όριο.
Χάσμα γενεών ίσως, αλλά φυσικά όχι μόνο. Ξεπρόβαλε και πάλι αυτή η τάση χειραγώγησης του γούστου της «νεολαίας» που επιμένει να μη συνειδητοποιείται και να μην ευαισθητοποιείται με τους τρόπους που μόνο εμείς, οι θεματοφύλακες του ορθού και του όσιου, μπορούμε να της υποδείξουμε.