Μεταφυσική του Ναυπλίου
Η Πρόνοια (2)
Δείτε το πρώτο μέρος εδώ
Πρόνοια Ναυπλίου – Περιδιάβαση στο Χώρο και το Χρόνο
Δημήτρης Χ. Γεωργόπουλος
Ιστορικός - Αρχειονόμος
Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού - 04.12.2018
[Συνέχεια από το Α' μέρος - Αλμανάκ 13.01.2025]
Η εγκατάσταση των προσφύγων στην Πρόνοια συνοδεύτηκε από παρατυπίες, παραλήψεις και παράνομες πράξεις. Γράφει ο αείμνηστος Γεώργιος Χώρας:
"Γενικώς όλοι προέβαλαν αδυναμία πληρωμής της οφειλής τους. Μεταξύ αυτών άλλοι είχαν καταβάλει τις πρώτες δόσεις, άλλοι ώφειλαν ακόμη στο Δημόσιο Ταμείο. Άλλοι ήσαν οφειλέτες για όλο το χρηματικό ποσό της αξίας του οικοπέδου. Άλλοι είχαν εγκατασταθή χωρίς καμμία άδεια, άτυπα ή αυθαίρετα. Μια άλλη κατηγορία "των ευπόρων", κατέλαβαν οικόπεδα στην Πρόνοια για επένδυση των χρημάτων τους και εκμετάλλευση. Αυτοί έβλεπαν μακριά. Ήξεραν ότι υπήρχε οικιστικό πρόβλημα και συνωστισμός στο Ναύπλιον συνεχώς αυξανόμενος. Εζήτησαν λοιπόν να επωφεληθούν από τη μεγάλη ζήτηση κατοικίας. Σημαντικός ήταν ο αριθμός των απόρων, για τους οποίους δεν υπήρχε δυνατότητα ούτε ελπίδα εξοφλήσεως της οφειλής τους προς το Δημόσιο. Πολλοί μάλιστα άποροι συνέχισαν να μένουν σε καλύβες, τις οποίες απλώς μετέφεραν στα οικόπεδα της Πρόνοιας, χωρίς δυνατότητα να στήσουν ούτε παράπηγμα καλλίτερο ούτε οικοδομή".
Ο Καποδίστριας θέλοντας να δώσει λύση στο πρόβλημα που είχε προκύψει υπέγραψε στις 3 Ιουνίου 1831 το ΚΣΤ΄. Ψήφισμα της Δ΄Εθνοσυνέλευσης του Άργους, το οποίο αναφερόταν ειδικά στην Πρόνοια και με το οποίο οι άποροι και οι φτωχοί, που είχαν καλύβες, δεν πλήρωναν καμία εισφορά ενόσο κατοικούσαν σ’ αυτές, ενώ, όσοι είχαν κτίσει σπίτια, εργαστήρια ή οποιοδήποτε άλλο κτίριο με σκοπό να ωφεληθούν, έπρεπε να πληρώσουν το εθνικό δικαίωμα της γης. Τα χρήματα που επρόκειτο να καταβληθούν θα χρησίμευαν για τον καλλωπισμό της πόλης του Ναυπλίου και της Πρόνοιας.
Η στυγερή δολοφονία του Καποδίστρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 και η αναταραχή που ακολούθησε είχε τις συνέπειές της και στον τομέα της δόμησης της Πρόνοιας. Ένα χρόνο μετά τη δημοσίευση του ψηφίσματος, το 1832, είχαν κτιστεί στο προάστιο αρκετές οικοδομές δίχως άδεια. Η κατάσταση της αυθαίρετης δόμησης συνεχίστηκε και επεκτάθηκε μέχρι το τέλος του 1833, γι’ αυτό οι Βαυαροί διόρισαν, ειδικά για την Πρόνοια, μηχανικό με σκοπό να τηρηθεί ακριβώς το σχέδιο.
Σε όλα τα πολεοδομικά σχέδια της Πρόνοιας σημειώνονται δύο ελεύθεροι χώροι. Ο ένας βρίσκεται στο κέντρο σχεδόν του οικισμού, στο μέρος εκείνο που το 1836 κτίστηκε η εκκλησία της Αγίας Τριάδας, και ο άλλος στα ανατολικά όριά του. Σ’ αυτόν τον τελευταίο τον Ιούλιο του 1832 διεξήχθησαν οι εργασίες της Δ΄. Εθνοσυνέλευσης. Βέβαια, δεν υπήρχε η υποδομή, δηλαδή ένα κτίριο στο οποίο θα συνεδρίαζαν οι 224 βουλευτές του Έθνους. Για το σκοπό αυτό κατασκευάστηκε ένα ξύλινο παράπηγμα, η γνωστή "παράγκα". Ήταν ένα ξύλινο ορθογώνιο παράπηγμα από δοκάρια και σανίδες με πλάτος 10-12 μ. και διπλάσιο μήκος. Το ύψος του έφτανε τα 3 μ. και η σκεπή του ήταν "μυτερή". Εσωτερικά, απέναντι από την είσοδο υπήρχαν τα έδρανα του Προέδρου και των Γραμματέων της Εθνοσυνέλευσης, ενώ αριστερά και δεξιά υπήρχαν εξέδρες για το διπλωματικό σώμα και τους ξένους επίσημους. Απέναντι από το προεδρείο είχαν δημιουργηθεί σε ακανόνιστο κύκλο 3 επάλληλες σειρές από σκαμνιά, όπου κάθονταν οι Πληρεξούσιοι.
Το κάπνισμα απαγορευόταν μέσα στην αίθουσα. Όμως, οι "θεριακλήδες" Πληρεξούσιοι δεν μπορούσαν να αντέξουν τόσες ώρες χωρίς να καπνίσουν. Είχαν, λοιπόν, μαζί και τους "τσιμπουκτσήδες" τους, που τριγυρνούσαν έξω από την παράγκα και έχωναν μέσα στα κενά που δημιουργούσαν οι σανίδες των τοιχωμάτων την άκρη του αναμμένου τσιμπουκιού ή το μαρκούτσι του ναργιλέ, έτσι ώστε να ρουφούν οι βουλευτές. Το αποτέλεσμα ήταν πολλές φορές συννεφάκια καπνού να αναδύονται μέσα στο χώρο της Συνέλευσης. [...]
Όπως αναφέραμε στην αρχή αυτής της περιήγησης, η Πρόνοια υπήρξε ένας τόπος βοηθητικός για το κλεισμένο μέσα στα τείχη του Ναύπλιο. Το Ναύπλιο ήταν μια σύγχρονη πόλη εκείνης της εποχής που για να λειτουργήσει είχε ανάγκη από κάποιους απαραίτητους χώρους. Θα έπρεπε π.χ. να είχε στάβλους για τα ζώα και υπόστεγα για τις άμαξες. Καταλύματα για τους κάθε είδους επισκέπτες, καθώς και εργαστήρια. Στο Ναύπλιο λόγω στενότητας χώρου οι λειτουργίες αυτές ήταν δύσκολο να εξυπηρετηθούν και επιπλέον στοίχιζαν ακριβά. Έτσι, το λαϊκό προάστιο της Πρόνοιας προσέφερε στο αστικό Ναύπλιο χώρους και υπηρεσίες. Ενδιαφέρουσες είναι οι περιγραφές των ξένων περιηγητών για τα καταλύματα της Πρόνοιας.
Την 1η Αυγούστου 1836 ο George Cochran έφτασε στο Ναύπλιο μέσω Επιδαύρου. Έφτασε όμως αργά τη νύχτα, όπως μας διηγείται ..:
"Γύρω στις δέκα το βράδυ φθάσαμε στην Πρόνοια, ένα χωριό στα περίχωρα του Ναυπλίου, όπου είμαστε αναγκασμένοι να σταματήσουμε για να περάσουμε τη νύχτα μας. Το Ναύπλιο ήταν οχυρωμένη πόλη και ως εκ τούτου οι πύλες του έκλειναν πάντοτε στις εννέα το βράδυ. Ο ταξιδιώτης θα πρέπει να φεύγει από την Επίδαυρο στις δέκα το πρωί και όχι στις μία, όπως κάναμε εμείς. Έτσι, είμαστε υποχρεωμένοι να βολευτούμε κάτω από άσχημες συνθήκες. Οι αγωγιάτες μάς οδήγησαν σε ένα μεγάλο κτίριο, οι ένοικοι του οποίου κοιμούνταν. Κτυπήσαμε τη μεγάλη πόρτα για δέκα περίπου λεπτά και τελικά ένα άτομο κατέβηκε και μας άνοιξε. Μπήκαμε με τις αποσκευές μας σε μια αυλή, η οποία προοριζόταν για τα εμπορεύματα. Υπήρχαν, όμως, και μερικά δωμάτια σε ένα διάδρομο επάνω για τους ταξιδιώτες εκείνους, που έφταναν αργά και δεν μπορούσαν να μπουν στο Ναύπλιο. Το δωμάτιο στο οποίο τακτοποιηθήκαμε ήταν αρκετά ευρύχωρο αλλά χωρίς καμιά επίπλωση. Τακτοποιήσαμε τα στρώματά μας και κοιμηθήκαμε, αφού φάγαμε λίγο κρύο κρέας και ψωμί και ήπιαμε ένα πολύ καλό κρασί".
Μια άλλη υπηρεσία που προσέφεραν οι γυναίκες της Πρόνοιας ήταν η ανατροφή έκθετων βρεφών. Το 19ο αιώνα την πρόνοια για τα έκθετα βρέφη την είχε ο Δήμος. Επειδή, όμως, δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τραφούν και να επιβιώσουν αυτά τα βρέφη παρά μόνο με μητρικό γάλα, ο Δήμος ανέθετε, "επί πληρωμή", σε γυναίκες που θηλάζονταν να θρέψουν αυτά τα παιδιά. Πολλά από τα παιδιά συνέχιζαν να ζουν μ’ αυτές τις οικογένειες και μετά τον απογαλακτισμό.
Επιπλέον, η Πρόνοια αποτέλεσε και αποτελεί πηγή εργατικού δυναμικού. Μεγάλο μέρος του προσωπικού του εργοστασίου κονσερβών "ΚΥΚΝΟΣ" κατοικούσε στην Πρόνοια. Ο "ΚΥΚΝΟΣ" δημιουργήθηκε το 1910 και αποτελούσε για το Ναύπλιο μια σημαντική βιομηχανική μονάδα, όπου εργαζόταν ένα μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού (ανδρικού και γυναικείου) των συνοικισμών της Πρόνοιας και του Νέου Βυζαντίου, καθώς και των γύρω χωριών. Στις αρχές του 21ου αιώνα το εργοστάσιο έκλεισε, γιατί οι εγκαταστάσεις της βιομηχανίας μεταφέρθηκαν στη δυτική Πελοπόννησο. Σήμερα, εκεί όπου γινόταν η επεξεργασία των προϊόντων που παλαιότερα παρήγαγε ο τόπος, ορθώνεται και λειτουργεί Super Market. Μια μονάδα μεταποίησης αντικαταστάθηκε από μια μονάδα διανομής. Ένα ακόμη παράδειγμα αποβιομηχάνισης του τόπου.
Αφήσαμε τελευταίο ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο της φυσιογνωμίας της Πρόνοιας. Είναι οι ταβέρνες της, τα "κρασοπουλιά" της και τα γλέντια της. Οι άνθρωποι του μόχθου μετά τη σκληρή δουλειά έβρισκαν καταφύγιο στις ταβέρνες και τα κρασοπωλεία. Με την παρέα και το κρασί η χαρά γινόταν διπλή και η λύπη μισή. Ήταν τέτοια τα γλέντια που πολλοί κάτοικοι από το Ναύπλιο έρχονταν για να τα απολαύσουν. [...]
Τη δεκαετία του 1990 πολλοί παλιοί κάτοικοι της Πρόνοιας μετακινήθηκαν προς τις Εργατικές Κατοικίες, που τότε κατασκευάστηκαν, ενώ, στα σπίτια που άδειασαν, εγκαταστάθηκαν οικονομικοί μετανάστες.
Σήμερα η Πρόνοια επεκτείνεται βόρεια και ανατολικά και "ανακαινίζεται". Τα παλιά, μικρά σπίτια πέφτουν και στη θέση τους σηκώνονται σύγχρονα οικοδομήματα. Επειδή τα οικόπεδα είναι μικρά, χτίζονται μονοκατοικίες και έτσι δεν αλλοιώνεται η φυσιογνωμία του οικισμού από ογκώδεις κατασκευές. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η κεντρική οδός της Πρόνοιας, όπου και εδώ η "αντιπαροχή" έχει κάνει αισθητή την παρουσία της.
Παρόλα αυτά στον κεντρικό δρόμο της Πρόνοιας υπάρχουν ακόμη σπίτια που βλέποντάς τα κανείς ανασυνθέτει την "ταπεινή" ιστορία αυτού του προαστίου, που είχε την τύχη, και την ατυχία, να ζει δίπλα στο δοξασμένο και ξακουστό ΝΑΥΠΛΙΟ. Πάντως, οι παλιοί Προνοιώτες, ακόμη και αν δε ζουν πλέον στην Πρόνοια, έχουν συνείδηση της ταυτότητάς τους και είναι υπερήφανοι γι’ αυτήν.