Ένα μεσημέρι, σε μια ήσυχη αίθουσα μέσα στο κτίριο του Εθνικού Θεάτρου, αρχίσαμε μια συζήτηση χωρίς σχέδιο με τη Μαρία Σκουλά, τη Μάσα στις «Τρεις Αδελφές» του Άντον Τσέχοφ που παίζονται στο Εθνικό, σε σκηνοθεσία της Μαρίας Μαγκανάρη. Ήταν βέβαιο ότι θα καταφέρναμε να πούμε πράγματα που ενδιαφέρουν πολύ κόσμο γιατί γνωριζόμαστε από πάντα. Αυτό δεν κάνει τα πράγματα απαραίτητα πιο εύκολα, αλλά η Μαρία πιστεύει στην έννοια του χάους και ακριβώς από εκεί ξεκινήσαμε.
― Πες μου τη θεωρία σου για το χάος μέσα σου.
Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου· και στη δουλειά και σε οτιδήποτε θέλω από εκεί ξεκινάω, από μια αναστάτωση μέσα μου. Το έχω αποδεχτεί τελευταία, γιατί τώρα άρχισε να λειτουργεί και να το κατανοώ. Προφανώς δεν σκέφτομαι με βάση τη γραμμικότητα και τη χρονική αλληλουχία, αλλά πιστεύω ότι πριν από αυτά υπάρχει κάτι άλλο μέσα μου. Έχω αρχίσει να το εμπιστεύομαι και να επιτρέπω να ανακατευτούν όλα τα πράγματα και κάποια στιγμή ξέρω ότι θα συνδεθούν με την ανάγκη μου και θα μπουν σε λόγια.
― Αυτό που παρατηρώ μέσα στα χρόνια είναι πως τώρα εκφράζεσαι πιο ελεύθερα. Εγώ το λέω χειραφέτηση, εσύ πώς το λες;
Έτσι το λες; Εγώ ίσως φοβάμαι τη λέξη. Αν η ηλικία, το πέρασμα του χρόνου, οι πράξεις και οι αποφάσεις που παίρνεις για σένα, η ανάγκη να πράξεις με μεγαλύτερη ελευθερία είναι μέρος της χειραφέτησης, ναι, είμαι πολύ καλά, τα έχω καταφέρει και είμαι πάνω από την επιφάνεια.
Κάποιες φορές, όταν φτάνουμε στην τελευταία ευθεία πριν από την πρεμιέρα, απομονώνομαι. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα πως μπορεί μια σκέψη από την πραγματική ζωή να με παρασύρει εύκολα έξω από αυτό που υποδύομαι. Είναι κάτι πολύ ισχυρό σήμερα, παλιά δεν ήταν έτσι. Όταν ήμουν πιο μικρή, μου ήταν το πιο φυσικό πράγμα να παίζω, να κάνω πρόβα∙ ίσως ήταν ο μόνος τρόπος να εκφραστώ, σήμερα γίνεται και αλλιώς.
― Είσαι σε μια νέα παράσταση, ξεκινήσατε πριν από λίγες μέρες. Τι σε απασχολεί αυτές τις πρώτες μέρες, τι σε δυσκολεύει;
Πάντα με δυσκολεύει το πέρασμα από το θέατρο στην αληθινή ζωή και το αντίθετο. Πώς σώζεις αυτό το όνειρο −όταν είσαι στη σκηνή− όταν γίνεται καθημερινότητα, ρουτίνα για τρεις μήνες, πώς το κρατάς ζωντανό ενώ έχεις άλλα χίλια πράγματα, ενώ συνεχίζεται η ζωή σου; Και πώς θα καταφέρεις, όταν τελειώσει αυτό το peak, να επιστρέψεις στην καθημερινότητα; Αυτό με απασχόλησε πολύ τις τελευταίες μέρες.
― Παίζεις τη Μάσα, έναν πολύ ποθητό ρόλο για μια ηθοποιό. Πώς την έχεις καταλάβει;
Θα μπορούσαμε να μιλάμε ώρες για αυτά τα πρόσωπα και ειδικά για τις τρεις αδελφές, που τις θεωρώ πολύ ελκυστικές και ιδιαίτερες γυναίκες. Όταν άρχισα να μελετάω τη Μάσα, έγραψα όλα της τα λόγια στη σειρά, γιατί όταν τα βλέπεις μέσα στις σκηνές είναι διαφορετικά. Αυτό το πρόσωπο λοιπόν, αυτή η γυναίκα, δεν λέει ωραίες φράσεις, δεν εκφράζεται. Το ότι δεν αντέχει αυτό που συμβαίνει γύρω της είναι σαφές από τη σιωπή της και κυρίως μέσα από την παρουσία της. Αυτό δεν σημαίνει ότι μέσα της δεν κινείται κάτι. Νομίζω ότι έχει μεγάλο θυμό και απέναντι σε αυτούς που τη μεγάλωσαν. Και τα τέσσερα παιδιά μεγάλωσαν χωρίς τα εφόδια για να προχωρήσουν στη ζωή. Δεν έμαθαν να αντιμετωπίζουν το πιο απλό πράγμα αλλά και το πένθος, τον έρωτα, το τι σημαίνει αγάπη, το ότι θα πρέπει να δουλέψουν. Στο πέρασμα σε μια άλλη εποχή, ψάχνουν το πώς θα μπουν στη ζωή και το μαθαίνουν με τον σκληρό τρόπο στη διάρκεια των πέντε ετών που βλέπουμε εμείς στην παράσταση.

― Απέχει πολύ αυτός ο ρόλος από την αληθινή ζωή; Σε απασχολεί η μετάβαση από τη μια κατάσταση στην άλλη;
Φυσικά και με απασχολεί το πώς μετά από αυτή την παράσταση γυρίζω στην αληθινή ζωή. Όπως και το πώς φτάνεις από την καθημερινή ζωή μέχρι το θέατρο για να κατανοήσεις αυτό τον χαρακτήρα. Δεν είναι εύκολο. Κάποιες φορές, όταν φτάνουμε στην τελευταία ευθεία πριν από την πρεμιέρα, απομονώνομαι. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα πως μπορεί μια σκέψη από την πραγματική ζωή να με παρασύρει εύκολα έξω από αυτό που υποδύομαι. Είναι κάτι πολύ ισχυρό σήμερα, παλιά δεν ήταν έτσι. Όταν ήμουν πιο μικρή, μου ήταν το πιο φυσικό πράγμα να παίζω, να κάνω πρόβα∙ ίσως ήταν ο μόνος τρόπος να εκφραστώ, σήμερα γίνεται και αλλιώς.
― Ας το πιάσουμε από πιο παλιά. Ως παιδί πώς ήσουν, εκφραζόσουν εύκολα; Μεγάλωσες στην Κρήτη, έτσι δεν είναι;
Ναι, 19 χρονών έφυγα από την Κρήτη για την Αθήνα. Ήμουν ένα παιδί ήσυχο, σιωπηλό, σε έναν μικρό κύκλο, με έναν φανταστικό κόσμο, και στο θέατρο μπήκα νωρίς, 15-16 χρονών, με μια ερασιτεχνική ομάδα στη γειτονιά. Εκεί όχι μόνο άρχισα να νιώθω όμορφα αλλά κατάλαβα ότι είχα κάτι μέσα μου, μια ανάγκη που συνδέθηκε με αυτό που μου συνέβαινε, δεν εννοώ να γίνω ηθοποιός, αλλά να εκφραστώ. Και όταν ήρθε, αυτό το πράγμα δεν μου φάνηκε καθόλου ξένο. Ο χαρακτήρας μου, οι ιδιαιτερότητές μου, ακόμα και η εσωστρέφειά μου έγιναν αποδεκτά και ο κόσμος μου βρήκε διέξοδο. Γιατί αποδέχτηκα τον εαυτό μου, ένιωσα ικανή να κάνω κάτι και να ανήκω κάπου. Αυτά πολύ πριν φανερωθεί η ικανοποίηση που παίρνεις από την ανταπόδοση των άλλων.
― Οι γονείς;
Ήταν πάντα μαζί μου, ήθελαν κάτι που ήξεραν ότι με κάνει χαρούμενη. Τώρα σκέφτομαι ότι ακολούθησαν τη δική μου επιθυμία σαν να ήταν δική τους, έκαναν μεγάλα βήματα, δεν έδειξαν ποτέ τον φόβο τους και αυτό είναι πολύτιμο για μένα.
― Η Μαίρη, η κόρη σου, σπουδάζει και εκείνη για να γίνει ηθοποιός. Μεταφέρεται κάπως η εμπειρία που έχεις από τους γονείς σου;
Αυτό που μου δόθηκε με τόση γενναιοδωρία, το κάνω κι εγώ προς τη Μαίρη. Για εκείνη μπορεί να είναι πιο φυσικό, μεγάλωσε με δυο γονείς καλλιτέχνες. Θα τη στήριζα σε ό,τι και αν επιθυμούσε και θα την έκανε χαρούμενη, πόσο μάλλον όταν επιλέγει οι σπουδές της να είναι πάνω σε κάτι που εγώ λατρεύω. Πατώντας σε κάτι που της είναι οικείο και γνώριμο, και όχι με σκοπό να συνδεθεί μαζί μας, θα πάει παραπέρα, με τον δικό της τρόπο, τη δική της πορεία. Για να γυρίσουμε στους γονείς μου, από παιδί θυμάμαι να είναι ισότιμη η κουβέντα μαζί τους. Το ίδιο κάνω και εγώ με τη Μαίρη, δεν γίνεται να είμαι αλλιώς, για να μπορούμε και να κάνουμε ωραίες κουβέντες και να καταλαβαίνουμε ως γυναίκες η μια την άλλη.
― Θα πιαστώ από αυτό, ως γυναίκα τι πιστεύεις για τη Μάσα;
Από τα πολλά που σκέφτομαι θα σου πω ότι είναι μια γυναίκα που πλήττει αφόρητα, δεν την ενδιαφέρει τίποτα και δεν ξέρω και τι θα την ενδιέφερε. Δεν αντέχει κανέναν στην πόλη που ζει και δεν πρόκειται να εξελιχθεί σε αυτό το περιβάλλον και εγκλωβισμένη σε έναν νεκρό γάμο. Μέχρι που έρχεται ο άντρας, το αρσενικό, και τα αλλάζει όλα. Νομίζω αυτή ερωτεύεται περισσότερο, κάτι που έχει να κάνει με την κίνηση και την κατεύθυνση που θα πάρει, κάτι που ενεργοποιεί τη σκέψη της, την ψυχή της, και αυτό δεν μπορεί παρά να είναι και σωματικό. Αυτός ο έρωτας τής δείχνει προς τα πού θα ήθελε να πάει, δεν έχει σχέση με τη σταθερότητα ή με το να παντρευτεί. Δεν τον αποφεύγει, κι ας ξέρει ότι δεν υπάρχει happy end. Είναι ευτυχισμένη με το ότι ερωτεύτηκε, ότι της συνέβη κάτι πολύτιμο, και ας πονέσει μετά. Γι’ αυτό είναι για μένα ένα πολύ σύγχρονο πρόσωπο που κάνει ένα τολμηρό βήμα. Όταν όλοι συζητούν και ψάχνουν την αγάπη απεγνωσμένα, αυτή τολμά και το ζει και μετά σιωπά για πάντα. Αυτές φυσικά είναι υποθετικές σκέψεις για να νιώσω καλύτερα το πρόσωπο που παίζω. Σε μια περίληψη, όμως, όσων συμβαίνουν στη ζωή, αναρωτιέμαι: τι σημαίνει σιωπή στη ζωή;



― Για σένα τι σημαίνει ο έρωτας; Σε ρωτάω αν τον φοβάσαι.
Ο έρωτας είναι κινητήριος δύναμη· έχεις πενταπλάσια δύναμη, γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, ακούς τους άλλους, είσαι πιο ευαίσθητος, ενεργοποιούνται όλες οι αισθήσεις, μαλακώνουν όλα, αυτό δεν θέλουμε διαρκώς; Να είμαστε ανοιχτοί σε ένα καθαρό αίσθημα που δεν έχει βάρος, ούτε εμπόδια. Αν είναι έτσι, κανένας δεν φοβάται. Πολύτιμο είναι ακόμα και όταν έρχεται κάτι που μοιάζει με έρωτα ή νομίζεις πως είναι, κι εκεί είναι δύσκολα τα πράγματα. Ο έρωτας είναι κάτι πρωτογενές, που μπορεί να έρθει ή να μην έρθει και επαληθεύεται μόνο αν συμβεί, είναι εμπειρικό. Μοιάζει πολύ με το θέατρο, είναι η ίδια λειτουργία, μια εμπειρία σωματική. Ειδικά όταν υποδύεσαι πρόσωπα σαν τη Μάσα, που έχουν αυτή την εμπειρία του έρωτα, έρχεσαι αντιμέτωπος με αυτή και με τα όριά της. Τα πρόσωπα που υποδύεσαι πάνε πολύ πιο πέρα από αυτό που μπορεί να εννοώ εγώ ως έρωτα, είναι πολύ διαφορετικά πράγματα. Και σε βασανίζει πώς θα το στήσεις αυτό στη σκηνή, δεν κάνεις αναπαράσταση, είναι εμπειρία.
― Έρωτα για τη δουλειά ένιωσες;
Έχει συμβεί πολλές φορές, σε διαφορετικές φάσεις. Μικρή, όταν πήγαινα να δω μια παράσταση, είχα χτυποκάρδι. Και όταν άρχισα να δουλεύω, συνέβη πολλές φορές. Όταν συναντούσα κάποιον που έφερνε καινούργια πράγματα, άνοιγε μια πόρτα σε έναν καινούργιο κόσμο. Σε κάθε δουλειά νιώθεις ότι ξαναγίνεσαι νέος, το νιώθω και τώρα. Εσύ ξέρεις όλους αυτούς με τους οποίους έχω δουλέψει και, όπως φαντάζεσαι, με τους περισσότερους συνέβαινε να το νιώθω∙ ηθοποιούς, σκηνοθέτες, τα πρόσωπα αυτά τα κουβαλάω, τα σκέφτομαι και τα αισθάνομαι κάθε μέρα.
― Αυτό είναι βάρος ή λύτρωση;
Εμένα με έχουν καθορίσει οι σκηνοθέτες, είναι οι πιο μεγάλες σχέσεις μου. Ήθελα να μπω στη δική τους γραφή και στον τρόπο που βλέπουν τον κόσμο και το θέατρο, και ακούγοντάς τους άνοιξε μέσα μου ένα παράθυρο πολλές φορές. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια ένιωθα βάρος, έλεγα «πώς κουβαλάω όλους αυτούς τους ανθρώπους στη ζωή μου;». Εδώ και κάποιο καιρό, σχετικά πρόσφατα, αυτό άλλαξε. Μη με ρωτήσεις πώς, δεν είναι κάτι συγκεκριμένο. Ίσως ευθύνεται το ότι η Μαίρη είναι ελεύθερη και αυτόνομη και δεν με έχει έγνοια; Ότι επιτρέπουμε η μια στην άλλη να είναι ο εαυτός της; Ότι όλοι προχωράμε με σεβασμό και ισοτιμία; Μπορεί να είναι και όλα αυτά και άλλα τόσα. Άρχισα να αισθάνομαι και σωματικά πιο καλά, να νιώθω ότι έχω δύναμη.
― Μια και μιλάμε για σωματική αντίδραση, σου συμβαίνει στο θέατρο;
Φυσικά. Όπως και στη ζωή, που η συνάντηση με γεγονότα είναι αναπάντεχη, έτσι και στο θέατρο, όσο προσηλωμένος και αν είσαι σε ένα κείμενο, όσο και αν ξέρεις τη συνθήκη, δεν ξέρεις πώς θα αντιδράσει το σώμα σου, είναι διαφορετικό κάθε φορά. Αυτό δεν σου συμβαίνει πάντα, ούτε σε κάθε δουλειά, αλλά όταν συμβαίνει είναι πολύτιμο. Ας πούμε, η Μαρία Μαγκανάρη, επειδή είναι ηθοποιός, ξέρει ότι δεν μπορεί να ελέγξει τα πάντα. Έχει ενδιαφέρον αυτό. Όπως και στη ζωή δεν τα ξέρουμε όλα, είναι ωραίο να υπάρχει αυτό και πάνω στη σκηνή, να μην υπάρχει βεβαιότητα. Και από αυτό κάτι παίρνεις μαζί σου και συνεχίζεις τη ζωή σου. Μετά από κάθε παράσταση, δεν είμαστε ίδιοι. Κι εγώ αυτό το αποδέχτηκα εδώ και λίγο καιρό.

― Ότι είσαι όλα όσα έχεις παίξει;
Κοίταξε, εμείς κάνουμε μια δουλειά που δεν αφήνει αποτύπωμα, άντε να κάνεις λίγο σινεμά, το θέατρο είναι εμπειρικό, διαρκεί όσο είσαι εκεί μέσα. Όταν τελειώνει, δεν βλέπεις τίποτα, βλέπεις τη Μαρία. Κάποια στιγμή άρχισα να αποδέχομαι ότι όλοι εμείς οι ερμηνευτές, οι ενδιάμεσοι, είμαστε όλα τα έργα που έχουμε φτιάξει, όλοι οι άνθρωποι που έχουμε συναντήσει, και αυτό είναι η πιο μεγάλη φροντίδα. Το αποτύπωμα είμαι εγώ. Όταν το συνειδητοποιείς μετά από δουλειά που έχεις κάνεις μέσα σου για πολλά χρόνια, σου δίνει μεγάλη δύναμη, ξέρεις ότι εσύ είσαι η «προίκα» σου.
― Μιλώντας για τον χρόνο, νιώθεις ότι υπάρχει η αίσθηση του επείγοντος όσο μεγαλώνεις, ότι υπάρχουν πράγματα που δεν θέλεις να καθυστερήσεις να κάνεις;
Όταν είσαι πιο νέος, νομίζεις πως θα ζήσεις για πάντα. Ο χρόνος φέρνει απώλειες, αντιμετωπίζεις μια άλλη πραγματικότητα όταν συνειδητοποιείς το τέλος. Η πρώτη αντίδραση ήταν να τρομάξω. Για ένα διάστημα πίστευα ότι δεν θα βγω ποτέ από τον κύκλο του πένθους και του φόβου. Όταν όμως σηκώσεις κεφάλι, η επίγνωση αυτή σε μαλακώνει, κυρίως σε σχέση με τις αποφάσεις σου. Εγώ πίστευα για χρόνια ότι όλες τις αποφάσεις τις παίρνεις για τον ίδιο λόγο, τώρα ξέρω ότι κάθε φορά αποφασίζεις, όπως και επιλέγεις, για άλλο λόγο. Αυτή η μετατόπιση με καθησύχασε και σε σχέση με τις επιθυμίες μου.
― Σήμερα τι θα επιθυμούσες;
Σήμερα αυτό που θα ήθελα είναι η ζωή μου να έχει μεγαλύτερη ροή. Παλιότερα, όλη μου η ζωή ήταν προγραμματισμένη σε σχέση με τη δουλειά. Δεν υπήρχε κανένα περιθώριο, ούτε για βόλτα, δεν το συζητάμε. Νομίζω ότι αυτό είναι λάθος γιατί σταματάς να έχεις επιθυμίες, που θέλουν και χρόνο και λίγα κενά ανάμεσα για να υπάρξουν. Αυτό προσπαθώ να κερδίσω, χρόνο, να αφεθώ στο αυθόρμητο, στην παρόρμηση, να απολαμβάνω περισσότερο κάποια πράγματα. Είναι ένα μεγάλο βήμα που το προσπαθώ και το θέλω, να ακούω τη φυσική μου ανάγκη, να κάνω πράγματα που δεν έχουν σχέση με τη δουλειά μου, αλλά που τελικά σχετίζονται, γιατί η δουλειά μου είμαι εγώ.
― Αυτή η νέα συνειδητοποίηση τι καινούργιο φέρνει;
Το καινούργιο είναι ότι όταν αποφασίζω για μια δουλειά που θα γίνει μήνες αργότερα, είμαι κι εγώ ένα από τα άτομα που τη συνδιαμορφώνουν, την έχω διαλέξει και είμαι και εγώ κάποια που θα την επηρεάσει, δεν είμαι υπό. Ότι είμαι μέρος της συνθήκης και ότι μπορώ να υπάρχω εκεί ισότιμα. Είμαι τυχερή γιατί κατάλαβα ότι αυτό δεν το επιθυμώ μόνο εγώ, μου το ζητούν. Αυτό καταργεί τον παλιό μου τρόπο. Μπορεί αργότερα να καταργήσει και άλλους φόβους, ώστε να μη στέκονται εμπόδιο όταν είμαι στη σκηνή. Γιατί όταν είσαι νέος, δεν φοβάσαι. Μεγαλώνοντας, όμως, ο φόβος στη σκηνή είναι μεγαλύτερος, γιατί ξέρεις πόσο σημαντικά και κρίσιμα είναι αυτά που μεταφέρουμε εκεί πάνω.
―Η εμπειρία δεν βοηθάει;
Δεν θα με σώσει η εμπειρία. Το να κάνεις μηχανικά κάτι, και στη ζωή και στη δουλειά, σου κόβει τη φόρα. Το θέατρο πάνω στη σκηνή είναι ένα πείραμα, το μελετώ την ώρα της συνάντησης με το πρόσωπο που παίζω και με τους άλλους που είναι εκεί πάνω. Τον φόβο πρέπει να τον πάρεις μαζί σου για να μην είναι ανασταλτικός, και πώς γίνεται αυτό; Τι είναι πιο ισχυρό; Η επιθυμία να το κάνεις. Την είχα χάσει για πολλά χρόνια, κι ας ήμουν χαρούμενη όταν ανέβαινα στη σκηνή.

― Πότε συνέβη αυτό; Είναι παλιό ή πρόσφατο;
Έγινε τη στιγμή που ένιωσα ότι δεν ελέγχω εγώ τα πάντα. Μέχρι κάποια ηλικία πίστευα πως ό,τι επιθυμούσα ερχόταν. Τα είχα όλα, ήμουνα ερωτευμένη, είχα τη δουλειά μου, είχα τη δύναμη του νέου ανθρώπου. Και κάποια στιγμή κατάλαβα ότι δεν μπορώ να ελέγξω τη μεγάλη εικόνα. Αυτό ξεκίνησε πριν γεννηθεί η Μαίρη, είχα δυο αποβολές. Εκεί ένιωσα ότι ήταν η πρώτη μου ήττα. Ήμουν τριάντα χρονών. Υπήρξε ένας τρόμος και μια πρωτόγνωρη σωματική εμπειρία, ήταν μια δύσκολη περίοδος.
― Και μετά ήρθε η Μαίρη. Το θυμάμαι σαν τώρα, α ναι, αυτό το παιδί το γλεντήσαμε στο Αμόρε με απίστευτη χαρά.
Εκεί άλλαξε πάλι η ζωή μου, ήρθε η απόλυτη ευτυχία, δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς τη Μαίρη. Πρόσεξε, δεν φοβόμουν στη ζωή, φρόντιζα τον εαυτό μου γιατί είχα ευθύνη. Στο θέατρο άρχισα να φοβάμαι. Ενώ έπαιζα, δεν ξεχνιόμουνα. Σαν να είχε εδραιωθεί ένας φόβος, μια υπενθύμιση. Είχα χάσει λίγο την αυτοπεποίθησή μου κι ας μη φαινόταν. Αλλά το κατάλαβα πολύ αργότερα.
― Πότε; Στην κομβική στιγμή που δεν είσαι κόρη, δεν είσαι σύζυγος, ενηλικιώνεσαι, αποφασίζεις μόνη σου, αν μπορώ να το πω έτσι;
Στη δική μου περίπτωση η κομβική στιγμή ήταν η πρώτη φορά που έμεινα μόνη μου στο σπίτι. Ενώ το μοντέλο της ζωής μου εξωτερικά κυλούσε ομαλά, με υποστήριξη και από τον πατέρα της Μαίρης και από τους γύρω μου, μεγάλωνα με ένα παιδί, ενηλικιωνόμουν κι εγώ, έγινε μια αλλαγή που αφορά τη δική μου προσωπική πορεία, δεν σχετίζεται με άλλους παράγοντες ή πρόσωπα και δεν αφορούσε κανέναν. Έκανα έναν δρόμο μακρύ που έχει πολύ σκοτάδι και τρόμο και μοναξιά, για να βγω σε κάτι που υπήρχε μέσα μου, δυνατό και φωτεινό, και με κάνει σήμερα να ζω όμορφα. Έγινε με κόπο και εμπιστοσύνη στους ανθρώπους γύρω μου, που τους έχω ανάγκη, αλλά μερικά πράγματα πρέπει να τα κάνεις μόνος σου, για να σταματήσεις να είσαι με την πλάτη στον τοίχο.
― Σκέφτομαι ότι αυτή η διαδρομή άξιζε πολύ και ότι τελικά έχεις βρει και τον δρόμο μέσα από τις λέξεις.
Πολλές φορές φοβάμαι και είμαι πολύ προσεκτική γιατί πιστεύω ότι οι λέξεις έχουν μεγάλη δύναμη. Δίνουν χαρακτηριστικά στον άλλο, έχουν κατεύθυνση, ενέργεια και μεταφέρουν τον τρόπο για να εκφράσω αυτό που έχω μέσα μου και αυτό που είμαι. Και θέλω να είμαι προσεκτική, όχι από φόβο, αλλά γιατί δεν θέλω να προσβάλω ή να ξεπεράσω το όριο του άλλου. Επίσης οι διατυπώσεις ή οι λέξεις μερικές φορές έχουν κάτι οριστικό κι εγώ θέλω να επιτρέπω στον εαυτό μου ένα περιθώριο, να μετακινείται, ακόμα και να μπορεί να αλλάξει γνώμη. Ακόμα και σε μια συζήτηση, ακούω και παίρνω υπόψη μου τον συνομιλητή μου. Δεν είναι πολυτέλεια η μετακίνηση, είναι ανάγκη.
― Θα έλεγες ότι είσαι αισιόδοξη, σου ταιριάζει αυτή η λέξη;
Όχι, δεν μου ταιριάζει, αυτό που επιλέγω σήμερα είναι να έχω επιλογές. Επιλέγω αυτό που δεν σε ακινητοποιεί, που μπορεί να σε κάνει να σηκωθείς και να δράσεις, οτιδήποτε δεν με καθηλώνει στον καναπέ. Αυτό μου κάνει.
«Τρεις αδελφές» του Άντον Τσέχωφ | Εθνικό Θέατρο
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Τρεις αδελφές» εδώ.