Από πολύ νωρίς το πράγμα βρομάει. Όσο κι αν κατά βάθος ελπίζεις ότι παρακάτω θα δεις κάτι εντυπωσιακό. Δεν γίνεται, όλο και κάποιο επιχείρημα θα παίξει.
8 επεισόδια μετά, καταλαβαίνεις ότι έπρεπε να εμπιστευτείς τη διαίσθησή σου, εκεί κάπου στο δεύτερο επεισόδιο, έστω και λίγο λιγότερο απ’ όσο την εμπιστεύεται ο δημιουργός του «ντοκιμαντέρ» Graham Hancock, ελληνιστί Γκράχαμ Χάνκοκ.
Η νέα σειρά Ancient Apocalypse, τίτλος που στα ελληνικά μεταφράζεται ως «Αρχαία Αποκάλυψη», προβάλλεται από τις 11 Νοεμβρίου στο Netflix.
Σε αυτήν, ένας συμπαθής γεράκος διαμαρτύρεται συνεχώς για την παγκόσμια αρχαιολογική κοινότητα, που –δήθεν– δεν εξετάζει αυτό που ο ίδιος έχει θέσει ως σκοπό της ζωής του να «αποκαλύψει»: την ύπαρξη πολύ προηγμένων τεχνολογικά αρχαίων πολιτισμών, πριν από την τελευταία μεγάλη εποχή των παγετώνων.
Για να καταφέρει να προσδώσει κύρος στην υπόθεσή του, ομογενοποιεί την παγκόσμια αρχαιολογική κοινότητα σε μια μονολιθική, δειλή και διανοητικά τεμπέλικη οντότητα, που δεν αντέχει τις σκληρές του αλήθειες.
Στην πραγματικότητα ο Graham Hancock, προσπαθεί με κάθε τρόπο να κρύψει τις πραγματικές του προθέσεις, οι οποίες όμως φανερώνονται προς το τέλος της σειράς, καθώς και με μικρές, σχεδόν αδιόρατες νύξεις, κατά τη διάρκεια της. Η υπόθεσή του τελικά είναι ότι ένας γιγάντιος κομήτης έπεσε στη Γη, πριν από περίπου 12.800 χρόνια, μια πρόσκρουση που είχε ως αποτέλεσμα την ξαφνική άνοδο της στάθμης της θάλασσας και τον «Κατακλυσμό» που αναφέρεται σε πολλές μυθολογίες από διάφορες περιοχές της Γης.
Παράλληλα όμως, κάνει διαρκώς νύξεις για έναν χαμένο πολιτισμό, που –σε κάποια στιγμή που σταματούν οι «ντροπές» του– τον κατονομάζει ως τον πολιτισμό της Ατλαντίδας, ο οποίος δήθεν έφερε την τεχνογνωσία του στους υπόλοιπους πολιτισμούς. Την ίδια ώρα αφήνονται «αθώες» υπόνοιες για διαστημόπλοια και για γιγάντιους ανθρώπους, υπόνοιες στις οποίες δεν επιμένει πολύ, μιας και καταλαβαίνει μετά από τόσες δεκαετίες προσπάθειας, πως η παράνοια χρειάζεται να κάνει ένα βήμα κάθε φορά για να σαγηνεύσει τον θεατή της.
Και αν κρίνουμε από το 8αράκι της σειράς στο IMDb και από τις διθυραμβικές κριτικές της από ένα πλήθος ανθρώπων στο YouTube κάτω από το τρέιλερ της σειράς, μάλλον τα καταφέρνει καλά.
Για να καταφέρει να προσδώσει κύρος στην υπόθεσή του, όπως προαναφέραμε, ομογενοποιεί την παγκόσμια αρχαιολογική κοινότητα σε μια μονολιθική, δειλή και διανοητικά τεμπέλικη οντότητα, που δεν αντέχει τις σκληρές του αλήθειες. Είναι η μάχη ενός ήρωα, μαινόμενου εναντίον ενός γραφειοκρατικού σκιάχτρου, που τον εμποδίζει να μας μεταδώσει το «φως το αληθινό».
Η όλη στάση του είναι στην πραγματικότητα, η αντιστροφή εκείνου του ωραίου στίχου του William Blake, από τα Proverbs of Hell στο The marriage of Heaven and Hell:
What is now proved was once, only imagin’d
Αυτό που τώρα είναι αποδεδειγμένο ήταν κάποτε, μόνο ένα φαντασιοκόπημα
Ο Hancock ενώ θέλει να πει κι αυτός το ίδιο πράγμα, τελικά καταλήγει να θεωρεί με την όλη στάση του, πως ό,τι κι αν φανταστεί, μένει απλά όχι τόσο να αποδειχτεί, όσο να γίνει αποδεκτό. Και μέσω της επίμονης επανάληψής του πιστεύει ότι όντως μπορεί να τα καταφέρει.
Ο ίδιος έχει στη διάθεσή του 4 ώρες περίπου, για να συγκρουστεί η άποψή του με την πραγματικότητα. Δεν διανοείται όμως καν να επιτρέψει σε κάποιον επιστήμονα να εκθέσει στοιχειωδώς την άποψή του, παρά μόνο στον βαθμό που οδηγεί τον θεατή πιο κοντά στην «επίλυση του μυστηρίου». Δηλαδή, πιο κοντά στη δική του «αιρετική» άποψη.
Για να γίνει πιο δεκτικός ο θεατής στην υπόθεσή του, πέρα από την μονότονη απαξίωση της αρχαιολογικής κοινότητας, διαρκώς ξεκινά τα «επιχειρήματά» του με εικασίες, με προτάσεις που ξεκινάνε με φράσεις όπως «σκεφτείτε αν όμως…».
Κι ενώ είναι σωστό ότι κάθε επιστημονική θεώρηση ξεκινά με λελογισμένες εικασίες, αυτός ξεχνά το επίθετο «λελογισμένη» και στη συνέχεια ξεχνά και το ότι έχει ξεκινήσει με μια εικασία, που μένει να τεκμηριωθεί, δεχόμενός τη σιγά-σιγά ως δεδομένη.
Για να καταργήσει λοιπόν τη διάκριση μεταξύ της εικαζόμενης και της –κατά το δυνατόν– αποδεδειγμένης θεώρησης, χρησιμοποιεί αποσπάσματα από τοποθετήσεις άλλων, που συμφωνούν με τη δική του θέση, ενώ μέσω ενός γρήγορου μοντάζ και έντονων ηχητικών, παριστάνει ότι πιστοποιεί έτσι αυτήν του τη θέση.
Οι εικόνες, που περνούν πολύ γρήγορα από την οθόνη μας, περιλαμβάνουν μνημεία, τα οποία η επίσημη επιστήμη (μέινστριμ τη λέει ο ίδιος) χρονολογεί τελείως διαφορετικά από αυτόν. Τελείως αυθαίρετα, σε κάθε ένα από τα μνημεία που επισκέπτεται, σε διαφορετικά μέρη της γης, αποδίδει την χρονολογία που του επιτρέπει να συνεχίσει να λέει και να ξαναλέει τη θέση του.
Όλα ανάγονται στο 10.800 π.Χ. και προς απογοήτευση των εγχώριων συναδέλφων του, κανένα από τα 8 μνημεία που επισκέπτεται δεν είναι ελληνικό.
Ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως ερευνητής δημοσιογράφος, γιατί πολύ απλά μπορεί. Κι ενώ μας ζητάει έμμεσα να είμαστε ανοιχτόμυαλοι –καθόλη τη διάρκεια της σειράς– στο τέλος καταλήγουμε μόνο με το στόμα μας ανοιχτό, για το πως κατάφερε να μας εξαπατήσει επί 4 ώρες. Όπως λέει και ένας ανώνυμος χρήστης του διαδικτύου «υπάρχει μια διαφορά του ανοιχτόμυαλου κι αυτού με το ανοιγμένο κεφάλι».
Βλέποντας αυτή τη σειρά, πραγματικά μετά εύχεσαι να είχες κάνει ένα backup στο μυαλό σου πριν να ξεκινήσει. Στην ανάγκη εκλιπαρείς για μια αποκάλυψη (ακόμα κι αρχαία) του τρόπου επαναφοράς των εργοστασιακών σου ρυθμίσεων.
Ίσως να μας εξηγήσει το πώς, σε μια νέα του σειρά. Λογικά θα έχει και εξωγήινους, που μ’ αρέσουν. Φοβάμαι πως θα την ξαναπατήσω.