ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ που προέκυψαν μετά την απρόσμενη διαγραφή Σαμαρά από τον Μητσοτάκη είναι αν ο πρώτος θα προχωρήσει στη δημιουργία νέου κόμματος, όπως έκανε το μακρινό 1993. Δεκάδες σχετικά σενάρια είδαν το φως της δημοσιότητας, ιδιαίτερα με αναφορές στην Πολιτική Άνοιξη, η οποία δημιουργήθηκε από τον Σαμαρά μετά την πτώση της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη από βουλευτές της επιρροής του Μεσσήνιου πολιτικού αλλά και, όπως έντονα φημολογoύνταν εκείνη την εποχή, από ισχυρούς επιχειρηματίες που είχαν έντονες αντιπαραθέσεις με την κυβέρνηση.
Η Πολιτική Άνοιξη άρχισε να καταρρέει λίγα χρόνια αργότερα και έμεινε εκτός Βουλής και Ευρωβουλής μέχρι να διαλυθεί γρήγορα και οριστικά, αφήνοντας τον Αντώνη Σαμαρά σε μια οκτάχρονη προσωπική πολιτική μοναξιά με μεγάλο κόστος, ιδιαίτερα για έναν τόσο φιλόδοξο πολιτικό.
Ο πρώην πρωθυπουργός είναι ήδη 73 χρόνων. Σε αυτή την ηλικία ακόμα και ένας ιδιαίτερα φιλόδοξος και χωρίς φραγμούς πολιτικός αντικειμενικά δεν δικαιούται να έχει ιδιαίτερες επιδιώξεις και όνειρα για το μέλλον το οποίο δεν είναι μεγάλο.
Οι πιθανότητες να επαναληφθεί μια ανάλογη ιστορία όπως αυτή της Πολιτικής Άνοιξης, ενός κόμματος με εντελώς ευκαιριακό και θολό ιδεολογικό στίγμα (ξεκινούσε από το περίφημο Μακεδονικό, επάνω στο οποίο φτιάχτηκαν πολιτικές καριέρες από εθνοκάπηλους, και έφτανε μέχρι το ιστορικό στέλεχος της αριστεράς Ανδρέα Λεντάκη), είναι ελάχιστες έως μηδαμινές. Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ακόμα και αν πολλοί ισχυρίζονται το αντίθετο. Αυτή η εκτίμηση δεν είναι προϊόν πληροφόρησης αλλά στηρίζεται στη γνώση και στον τρόπο σκέψης και λειτουργίας του συγκεκριμένου πολιτικού.
Συνηγορούν όμως και οι αντικειμενικές συνθήκες σε αυτή την πρόβλεψη. Ο πρώην πρωθυπουργός είναι ήδη 73 χρόνων. Σε αυτή την ηλικία ακόμα και ένας ιδιαίτερα φιλόδοξος και χωρίς φραγμούς πολιτικός αντικειμενικά δεν δικαιούται να έχει ιδιαίτερες επιδιώξεις και όνειρα για το μέλλον το οποίο δεν είναι μεγάλο. Συνήθως του αρκεί να πιστεύει ότι αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο για τη χώρα και προσπαθεί να υποδύεται τον σοφό, επιχειρώντας να διατηρήσει την όποια φήμη και επιρροή, που αντικειμενικά μειώνονται, σταδιακά και αναπόφευκτα.
Επίσης, σίγουρα δεν κάνεις κόμμα, όταν μάλιστα έχεις περάσει από μια αποτυχημένη εμπειρία, η οποία δικαίωσε τον πολιτικό σου πατέρα (Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοσίτσα) που έλεγε ότι όποιος φεύγει από το μαντρί τον τρώει ο λύκος. Δεν τον άκουσε ο Σαμαράς το 1993, δεν πρόκειται να τον παρακούσει δεύτερη φορά. Όμως υπάρχει ένα άλλο δεδομένο που αφορά την κινητήρια δύναμη των πολιτικών σχετικά μεγάλης ηλικίας, η οποία λέγεται υστεροφημία. Ο Σαμαράς, που στην εποχή του ήταν από τους νεότερους σε ηλικία που μπήκαν στην πολιτική και εκλέχτηκε πολύ νέος βουλευτής, έχει ήδη μια μεγάλη πορεία και έχει ικανοποιήσει όλες τις φιλοδοξίες του, ιδιαίτερα τη μεγαλύτερη, να γίνει πρωθυπουργός.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι επειδή ο Σαμαράς δεν θα κάνει κόμμα μετά τη διαγραφή του η περίοδος θα είναι σχετικά ανώδυνη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, και με χαμηλό κόστος, κάθε άλλο. Δεν διέγραψε τον Σαλμά ή κάποιον αντίστοιχο πολιτικό με μικρό ειδικό βάρος αλλά έναν πρώην πρωθυπουργό, γέννημα-θρέμμα της παράταξης, με μεγάλη επιρροή όχι τόσο σε επίπεδο βουλευτών και στελεχών όσο σε ένα μεγάλο ακροατήριο της Νέας Δημοκρατίας που ομνύει στο τρίπτυχο «πατρίς - θρησκεία - οικογένεια» και με έναν τρόπο εκφράζει τον μέσο «νοικοκυραίο» νεοδημοκράτη που έχει γαλουχηθεί με αυτό το ιδεολόγημα. Ο Σαμαράς είναι ο κύριος εκφραστής όλων αυτών.
Η διαγραφή του Σαμαρά από την πλευρά Μητσοτάκη ήταν μια φοβική κίνηση, σίγουρα αναποτελεσματική και με μεγάλο κόστος. Από μια άποψη ο Σαμαράς λειτουργούσε ως φράχτης στις ακόμα μεγαλύτερες διαρροές ψηφοφόρων προς τα δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας πολιτικά μορφώματα, τα οποία ήδη αθροίζουν ποσοστά που φτάνουν στο 20%. Οι μεγάλες συγκριτικά με το 2019 και ακόμα μεγαλύτερες από τις τελευταίες Ευρωεκλογές απώλειες της ΝΔ δεν κατευθύνονται προς τα αριστερά αλλά προς τα δεξιά της. Ο Σαμαράς, υπενθυμίζοντας κάθε τόσο τις «αξίες» της παράταξης, σε έναν βαθμό συγκρατούσε τις ακόμα μεγαλύτερες διαρροές.
Μπορεί, λοιπόν, ο Αντώνης Σαμαράς να μη φτιάξει αυτήν τη φορά ένα δικό του κόμμα αλλά είναι ικανός να λειτουργεί με έναν τρόπο ως η συνείδηση της παράταξης και με τις παρεμβάσεις του να προκαλεί πολλαπλάσια πολιτική ζημιά στον Μητσοτάκη. Και πλέον θα μιλάει ως στέλεχος που βρίσκεται εκτός κόμματος, άρα χωρίς κανέναν περιορισμό. Όσοι είδαν στην απόφαση Μητσοτάκη μια έξυπνη κίνηση πρέπει να το ξανασκεφτούν: απλώς πρόσθεσε ένα ακόμα πρόβλημα στη δεξιά πολυκατοικία.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.