Όταν ήμουν μαθήτρια περνούσα έξω από μια καταπληκτική μπουτίκ στην Αναγνωστοπούλου, το Άκου-Άκου και σκεφτόμουνα πότε θα μεγαλώσω να ψωνίζω από εκεί ρούχα. Ήταν ακριβά, ωραία ρούχα, λίγο χίπικα και το είχε μια πολύ ωραία ντυμένη τύπισσα, η Άννα Φόνσου που τη χαζεύαμε στο σινεμά. Μέχρι να μεγαλώσω, το πούλησε για να κάνει το Σπίτι του Ηθοποιού. Με την Άννα Φόνσου πολλά χρόνια αργότερα δουλέψαμε μαζί στο Αμόρε σε μια παράσταση που μόνο εκρηκτική θα μπορούσα να την χαρακτηρίσω σήμερα. Τη συζητάω συχνά με τα κορίτσια από το θέατρο και αυτό που λέμε όλες είναι ότι η Φόνσου δε ξεσπούσε ποτέ τα νεύρα της στα παιδιά του θεάτρου. Το αντίθετο. Μας είχε κάνει και απίθανα δώρα, σε μένα μια κάπα. Για χρόνια τη βλέπω να κάθεται στα θέατρα, στις τελευταίες σειρές γιατί δε τη νοιάζει καθόλου να φωτογραφηθεί ή με τα μίνι της να κατεβαίνει τη Βουκουρεστίου αεράτα. Την συνάντησα για το Lifo και ήταν σαν να μην έχει περάσει μια μέρα από το 1996. Γελάει με τον εαυτό της συνεχώς. Επίσης πάντα μιλάει για τον καϋμό της: θα ήθελε να είναι πολύ ψηλή. Μιλάει καθαρά και έχει στη ζωή της τουλάχιστον ένα σοβαρό σκοπό.
— Έχετε καταγωγή από την Τήνο;
Έχω καταγωγή από την Τήνο. Στις Ουρσουλίνες πήγαινα όχι ως πλούσια, επειδή η γιαγιά μου ήταν καθαρίστρια εκεί και γι' αυτό με πήρανε. Ήμουνα ένα παιδί που όλοι ανησυχούσαν για την ψυχική μου υγεία. Μόνο καταστροφές μπορούσα να κάνω, δεν άφηνα τίποτα όρθιο, με έχαναν, έλεγα ψέματα, πήγαινα στην Παναγία και έκανα ότι είμαι μουγκή και έγινε θαύμα και διάφορα τέτοια τρελά. Ονειρευόμουν πολύ, ήμουνα ονειροπαρμένη και είχα φοβερή φαντασία.
— Αυτά γιατί τα κάνατε;
Γιατί ήμουν εκεί με τη γιαγιά μου. Ο πατέρας μου ήταν εξορία. Έναν κομμουνιστή είχε η Τήνος, ήταν ο μπαμπάς μου. Η μάνα μου εργαζόταν, η αδερφή μου εργαζόταν κάποιος έπρεπε να φροντίζει εμένα. Και με είχε η γιαγιά μου. Μια βασανιστική γιαγιά από αυτές που διαβάζουμε στα παραμύθια. Επειδή με βασάνιζε κοίταζα κι εγώ να τη βασανίσω όσο πιο πολύ μπορούσα. Ήταν πολύ θρήσκα και της «έμπαινα» πάρα πολύ, την ξύπναγα τη νύχτα.
— Στο σχολείο πώς ήταν τα πράγματα;
Οι Ουρσουλίνες μεγάλωναν τα παιδιά πολύ καλά. Κάναμε ποιήματα, θέατρο. Εγώ ήμουνα η χειρότερη. Δεν ήθελα να παίζω θέατρο, ένα ποίημα έμαθα στα έξι χρόνια και αυτό το είπα λάθος στο τέλος. Με ντύνανε μαργαρίτα και εγώ έλεγα παπαρούνα, γιατί το κεφάλι μου ήταν αλλού. Παρόλα αυτά όμως εκεί είχαμε αρχές και εκεί χρωστάω την τάξη και την πειθαρχία μου.
Γεννήθηκα στη Καισαριανή, εκεί στην Παναγίτσα κοντά. Δεν υπάρχει αυτή η γειτονιά γιατί έχουν γίνει κάτι τεράστιες πολυκατοικίες και δεν υπάρχουν και πολλοί Καισαριανιώτες πια. Αλλά μεγάλωσα στην Τήνο. Πήγαινα στο Γαλλικό Σχολείο, στους Ουρσουλίνες.
— Όταν επιστρέψατε στην Αθήνα;
Είχε έρθει ο πατέρας μου από την εξορία και είχε μανάβικο. Αλλά όχι μανάβικο κανονικό, ένα γάιδαρο που τον είχα βγάλει Αδόλφο-Αλφόνσο. Διάβαζα πάρα πολύ, μου άρεσε, αλλά ντρεπόμουνα να το λέω, γιατί θα με περνάγανε ψώνιο. Με έπαιρνε ο πατέρας μου από τις 2 το πρωί και πηγαίναμε μα τη σούστα στη λαχαναγορά και βάζαμε και εφημερίδες μπροστά στο στήθος μας για τον αέρα.
— Σχολείο πήγατε στην Καισαριανή;
Πήγαινα στο τέταρτο γυμνάσιο. Είχα μπει πρώτη γιατί τότε είχαμε εξετάσεις. Αλλά σκεφτόμουνα κιόλας τι θα κάνω να τα βολέψω να γίνω και διάσημη στην Καισαριανή, γιατί με λέγανε του μανάβη η κόρη σαν να ήταν κάτι υποτιμητικό. Έτσι σκέφτηκα τον αθλητισμό. Στην Τήνο έκανα πένταθλο. Και στη Νίαρ Ηστ έκανα πένταθλο. Νόμιζα ότι είμαι και πολύ ψηλή.
— Θα μου πείτε γιατί σας απέβαλαν από όλα τα δημόσια σχολεία;
Στο σχολείο ήμουν πρώτη μαθήτρια και όταν έγιναν οι διαδηλώσεις με την ΕΟΚΑ, πήγα και έδειρα έναν αστυφύλακα, γιατί έβλεπα ότι έδερνε τα παιδιά. Από θυμό, όχι ότι ήμουνα κομματικοποιημένη, την τύφλα μου δεν ήξερα. Έτσι με αποβάλλουν από όλα τα δημόσια σχολεία της Ελλάδας. Με πιάσανε και το κρατητήριο το είδα ο πρώτη φορά στα 14. Όταν το είπαν στον πατέρα μου ότι έπιασαν δυο παιδιά είπε «καλά η μία είναι η δικιά μου σίγουρα, η άλλη ποιά είναι»; Ήταν σίγουρος ότι είχα μπλέξει. Και έτσι αποβλήθηκα και πήγαινα και έπλενα πιάτα σε ένα καφενείο στο Ποσειδών. Έκλαιγα γιατί δεν υπήρχαν χρήματα να πάω σε ιδιωτικό.Μια συμμαθήτριά μου, τότε η Κρίνου μου είπε να πάω κομπάρσα σε θέατρο. Εγώ δεν ήξερα τίποτα από αυτά. Αυτή δούλευε σε παιδικά. Να, μου λέει, πηγαίνεις εκεί κάθεσαι δε μιλάς και παίρνεις μεροκάματο. Είναι εκεί στο Σύνταγμα, στον Κατράκη.
— Πήγατε στον Κατράκη για κομπάρσα; Σας πήρε;
Παρ’ όλο που ήμουν ψηλή τότε για 14 χρονών παιδί, 1.66, με έδιωξε γιατί ήμουν μικρή. Τότε έρχεται ένας άλλος, ο Νότης Περγιάλης και μου δίνει ένα σημείωμα να πάω κομπάρσα στην κυρία Κατερίνα που ανέβαζε το έργο "Μάρτυς Κατηγορίας". Πριν με ρωτήσεις: Φυσικά και δεν είχα ιδέα ποιοί ήταν όλοι αυτοί. Όταν ο Νότης Περγιάλης μου είπε ότι είναι ποιητής, εγώ απάντησα ότι ξέρω τους Γάλλους ποιητές – αυτούς που κάναμε στις Ουρσουλίνες- και με κοίταξε σαν να είμαι το μεγαλύτερο ούφο. Πήρα λοιπόν τον γάιδαρο, γιατί αυτό ήταν το μεταφορικό μου και μια φίλη μου και πήγαμε από την Καισαριανή στη Χέϋδεν στο θέατρο της κυρίας Κατερίνας. Παρκάρω το γάιδαρο και μπαίνω μέσα.
— Σε θέατρο είχατε ξαναμπεί;
Σε τέτοιο θέατρο ποτέ. Αυτή είναι μια εικόνα δε θα ξεχάσω σε όλη μου τη ζωή. Μπαίνω μέσα και βλέπω κάτι άνθρωποι να μιλάνε στη σκηνή και ο κόσμος κάτω να τους κοιτάει. Έμεινα κόκκαλο. Αλλά είχα πάει για άλλη δουλειά και στο διάλειμμα μπούκαρα στο καμαρίνι της κυρίας Κατερίνας. Όταν το σκέφτομαι εκ των υστέρων, δεν ξέρω πώς το έκανα αυτό. Η άγνοια. Η κυρία Κατερίνα σκότωνε όποιον την ενοχλούσε στο καμαρίνι. Μπαίνω μέσα και εκείνη αρχίζει να φωνάζει: μια τρελή, μια τρελή. Της λέω δεν είμαι τρελή και κλαίγοντας της αφηγούμαι την ιστορία μου. Τι να κάνω εγώ; μου απαντά. Να με πάρετε κομπάρσα να πληρώνω τα δίδακτρα, σας παρακαλώ είμαι πρώτη μαθήτρια, πάρτε με για να μου δώσετε λίγα λεφτά να δώσω προκαταβολή σε ένα σχολείο, της λέω. Της κυρίας Κατερίνας κάτι της «έκανα». Μου λέει ξέρεις να πεις τίποτα; Και της λέω το θρυλικό ποίημα, ένα είχα μάθει στη ζωή μου. «Μια μάνα είχε τέσσερα παιδάκια καμωμένα τέσσερα παιδιά....Φωνάζει τον Βανδή και την Αναλυτή και μου λέει «αυτό μπορείς να το πείς;». Ήταν μια φράση. «Αυτός είναι ο ένοχος ήρθε την τελευταία στιγμή για να τον σώσω». Την λέω και έτσι ξεκίνησε η ιστορία μου στο θέατρο.
— Με την κυρία Κατερίνα μείνατε πολλά χρόνια
Η κυρία Κατερίνα όταν έμαθε ότι δουλεύω σε μανάβικο και είχα γάιδαρο, έμεινε. Ήμουν το παιδί που δεν έκανε. Και όταν έκανε μήνυση η Θεανώ Ιωαννίδου, γιατί τότε υπήρχε η άδεια, ότι δεν έχω άδεια και σταμάτησα να παίζω, είπα στην κυρία Κατερίνα να της κάνω δουλειές για να μη χάσω τα χρήματα. Μου λέει «όχι παιδί μου δε μου κάνεις δουλειές. Θα σε στείλω εγώ στο σχολείο θα τα πληρώνω εγώ και θα σε στείλω σε δραματική σχολή, είσαι ένα εξαιρετικό ταλέντο, όλη η ζωή σου είναι ένα ταλέντο». Από την άλλη μέρα εγκαταστάθηκα σπίτι της. Έρχεται και βλέπει που μένουμε στην Καισαριανή, μας αλλάζει σπίτι. Η μεγαλύτερη μου χαρά ξέρεις ποιά ήταν; Προχωρούσα στο δρόμο και έλεγα «η κυρία Κατερίνα μας νοίκιασε σπίτι και έχουμε μπάνιο μες το σπίτι». Νοίκιασε και στον πατέρα μου μαγαζί πίσω από το Κάραβελ μανάβικο και με τακτοποίησε, με έστειλε στο Ροντήρη, πήγαινα μαζί της στο Παρίσι, να αγοράσει ρούχα... Πήγα στη σχολή, ο Ροντήρης έλεγε «αυτή θα με τρελάνει αλλά είναι μεγάλο ταλέντο» και μετά, αφού τελείωσα και έδωσα στην Επιτροπή για εξαιρετικά ταλέντα πέρασα πρώτη με πήρε η κυρία Κατερίνα και στο θίασο σε ρολάκια.
— Στον κινηματογράφο πώς ξεκινήσατε να παίζετε;
Ένα καλοκαίρι που δε θα έπαιζε η κυρία Κατερίνα, είπα να πάω να παίξω στο Βέμπο, με είδε ένας παραγωγός, η Βουγιουκλάκη είχε αρνηθεί να κάνει το "Αγοροκόριτσο" και με πήρε. Έτσι άρχισε η καριέρα μου στον κινηματογράφο.
Δε δε τον αγάπησα τον κινηματογράφο, μου αρέσει να είμαι θεατής του κινηματογράφου.
— Αλλά κάνατε πολλές επιτυχίες....
Έκανα, επειδή είχα αφέλεια. Ενώ στο θέατρο ζορίζομαι. Άσε που ακόμα και σήμερα βαριέμαι τις ελληνικές ταινίες και έπαιζα και λίγο. Ήταν μεγάλη φάμπρικα το σινεμά και κέρδιζες όχι τα λεφτά που κερδίζουν σήμερα οι ηθοποιοί στην τηλεόραση, αλλά για κείνη την εποχή, -επειδή όλοι παραπονιούνται-, ήταν για μένα τουλάχιστον πολλά λεφτά. Γιατί μου έδωσαν τη δυνατότητα να ζήσω καλύτερα, να αγοράσω ένα σπίτι και μετά μου άρεσαν και οι άνθρωποι που δούλευαν στο σινεμά.
— Ισχύουν αυτά που ακούμε ότι ήσασταν όλοι κάθε μέρα μαζί;
Πρώτα από όλα,με τους τεχνικούς ήμασταν φίλοι εγώ δε ξέρω τί είναι βεντετισμός. Και ήταν και η παρέα μας. Ο Σακελλάριος δε μπορούσε να διανοηθεί ότι θα τελειώσει το γύρισμα και μετά δε θα πάμε στη Φωκίωνος Νέγρη να φάμε μαζί. Σου έλεγε: Που ήσουν εσύ; Έλεγες «μα έχω ιδιωτική ζωή» και σου απαντούσε «φέρε την ιδιωτική ζωή σου εδώ». Αυτό μου λείπει, αυτές οι παρέες. Στο θέατρο περνάμε μαζί όλο το χειμώνα και μόλις τελειώνει η σαιζόν όλοι εξαφανίζονται. Τρελάθηκα με αυτό. Ή δε βγαίνουν ποτέ στο τηλέφωνο. Μου φαίνεται τόσο αστείο. Μένω κατάπληκτη. Νομίζουν ότι θα ζητήσεις κάτι. Με ξέρεις, προτιμώ να σφουγγαρίζω παρά να ζητήσω να με πάρει κάποιος σε δουλειά ας πούμε. Ο Ραφαηλίδης μου είχε πει κάποτε ότι έχω γίνει από τα πολλά «όχι» που έχω πει. Μου τέλειωσαν τα ναι.
— Από δουλειές φεύγετε εύκολα;
Αν δε μου άρεσε κάτι έφευγα. Το έθιμο μου έχει μείνει μέχρι σήμερα. Και αδυναμία να σου έχουν είναι για εκείνο το διάστημα. Από τις δουλειές φεύγω γιατί καλόμαθα με την κυρία Κατερίνα, καλόμαθα και με το θέατρο. Έκανα το Προσκήνιο και ήταν όλος αυτός ο κόσμος, ο Σολομός, ο Χατζιδάκις, ο Μόραλης, όλοι αυτοί που λάτρευα και όλα τα υπόλοιπα μου φαινόντουσαν φτηνά πράγματα. Ήταν και η καλύτερή μου περίοδος, με αντιπροσώπευε, αλλά και οι δουλειές με τον Ηλιόπουλο, τον Χατζηχρήστο, τον Κούρκουλο, αυτές τις στιγμές.
— Στον κινηματογράφο με ποιούς θέλατε να παίζετε;
Στον κινηματογράφο μου άρεσε να είμαι με τον Σακελλάριο και γενικώς έχω δουλέψει με πολύ καλό κόσμο. Με το Βέγγο μου άρεσε να δουλεύω γιατί είχαμε και αθλητικό ανταγωνισμό. Πάντα νόμιζε ότι είναι καλύτερος κατοστάρης από μένα και εγώ ήμουνα καλύτερη. Τρελαινόταν με αυτό. Περισσότερο από την κωμωδία, ήθελα να δουλεύω με κωμικούς ηθοποιούς.. Με τον Αυλωνίτη, τον Χατζηχρήστο. Τρελλαινόμουνα που δεν ήξεραν το κείμενο, που έλεγαν δικά τους. Μου άρεσαν αυτοί οι ίδιοι.
— Τη νοσταλγείτε αυτή την εποχή;
Τη νοσταλγώ γιατί ήταν μια εποχή ανεμελιάς και δεν υπήρχε ο σημερινός τρόπος προβολής. Υπήρχε μόνο ο τύπος και όλα ήταν πιο ήρεμα. Τον νοσταλγώ ακόμα, επειδή εγώ δεν πέρασα καλά παιδικά χρόνια, όταν μετά βγήκα στον κινηματογράφο που ήμουν ακόμα νέα μου άρεσε που άλλοι μου άρεσε που έβλεπα να παθιάζονται ενώ εμένα δε με ενδιέφερε. Εγώ ήμουνα ικανή να πηγαίνω από τα μπουζούκια κατευθείαν στο γύρισμα. Δε σεβόμουν πολύ. Ήμουνα μικρή δεν είχα ρυτίδες, τα λόγια τα μάθαινα νερό, δεν ήθελα να αλλάξω τη ζωή μου. Θαύμαζα πολύ τη Βουγιουκλάκη που όταν είχε πρωινό γύρισμα κοιμόταν από τις 9.30.
— Είχατε μεταξύ σας ανταγωνισμούς;
Οι άλλοι το παρουσίαζαν υπερβολικά, αλλά δε θάταν αλήθεια να σου πω ότι δεν είχαμε. Όλα αυτά μας τα χάλασε μόλις ήρθε στη δουλειά η Λάσκαρη που ήταν σαν τουρίστρια σε αυτό τον τόπο, ήταν μια ψηλή, ασυνήθιστη, κούκλα, είχε πολλά επάνω της. Πω, πω έλεγα στην Αλίκη, αν βγούμε με αυτή έξω, θα μπούμε σε κανένα κέντρο και εμείς θα είμαστε πίσω. Η Ναθαναήλ.. Αυτές ήταν από άλλο πλανήτη. Θυμάμαι μια φορά μπήκε η Λάσκαρη σε ένα κέντρο με μια άσπρη γούνα και μια άσπρη φόρμα και ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί.
— Κάνατε μεταξύ σας παρέα;
Με την Αλίκη και τη Τζένη κάναμε πολύ παρέα. Με την Αλίκη είμαστε και κουμπάρες.
— Βγάλατε χρήματα από το θέατρο;
Δεκατέσσερα χρόνια στο προσκήνιο ότι λεφτά έβγαζα εκεί έπεφταν και έκανα και μεγάλες παραγωγές. Όχι από το θέατρο δεν έβγαλα χρήματα. Κάποια άλλα και ένα σπίτι που είχα και το πούλησα τα έβαλα στο «Σπίτι του Ηθοποιού». Αλλά το χρήμα δε το αγαπούσα ποτέ. Δε με νοιάζει, έχω ένα σπίτι είμαι εντάξει. Έκανα ένα σπίτι στην Τήνο, το έγραψα στην κόρη μου, στο παιδί της αδερφής μου που έχω υιοθετήσει. Το χρήμα το χρησιμοποίησα. Ήθελα να έχω για να το χρησιμοποιώ. Σαν τα ψάρια τα τρώω, φρέσκα. Και όταν δεν έχω αισθάνομαι επίσης ελευθερία.
— Όταν έχετε που τα ξοδεύετε; Ταξίδια, λούσα;
Ταξίδια έχω κάνει πάρα πολλά. Και λούσα. Γιαυτό είχα και μπουτίκ 25 χρόνια. Την είχα με την αδερφή μου. Ήμουνα η καλύτερη πελάτισσα. Τάπαιρνα όλα. Μου αρέσουν πολύ τα ρούχα, τα παπούτσια και όχι οι μάρκες. Κάποτε είχα μανία και με τα μπιζού, αλλά τώρα πια χαρίζω. Τα έχω αποκτήσει όλα.
— Eσείς γιατί δεν κάνατε παιδιά;
Δεν ήθελα. Τα αγαπώ τα παιδιά, αλλά δε μπορώ την ευθύνη του παιδιού. Φοβόμουνα και φοβάμαι ακόμα και που πηγαίνω το εγγόνι μου στο λούνα παρκ. Άλλωστε το παιδί της αδερφής μου μαζί το μεγαλώσαμε.
— Το θέατρο πότε θα το αφήσετε;
Θα το παρατήσω όταν δω ότι δε μπορώ να μάθω τα λόγια μου. Γιατί έχω ακούσει και το ακούω συνέχεια από τους νέους ηθοποιούς που είναι πολύ σκληροί «ωχ, μωρέ αυτή δε τα λέει, δε θυμάται» και επειδή είμαι εγωίστρια ξέρω πόσο θα με πειράξει. Την ημέρα εκείνη θα πάψω να δουλεύω.
— Θα μου μιλήσετε για την προσωπική σας ζωή;
Να πω την αλήθεια, αυτό με την προσωπική μου ζωή θάθελα να το σταματήσω, να μη με ρωτάνε, αλλά εσένα σε ξέρω και δε θέλω και πολύ για να μιλήσω.
— Δηλαδή να ρωτήσω; Κάνατε τρεις γάμους...
Εγώ πάντα σκεφτόμουνα ποιός θα είναι ο τελευταίος άντρας στη ζωή μου. Αυτό με βασάνιζε πολλά χρόνια.
— Γιατί;
Δεν ξέρω. Θάθελα να θυμάμαι πάντα τον πρώτο άνθρωπο και τον τελευταίο. Με απασχολούσε πολύ αυτή η σκέψη. Είναι όπως αγαπώ τα παιδιά και τους γέρους. Οι μεσαίοι ας τα βρουν μόνοι τους. Ωστόσο έχω κάνει τρεις γάμους με τρεις καταπληκτικούς ανθρώπους. Δε μου πάει ο γάμος, αυτό είναι σίγουρο. Με καμία κυβέρνηση και ούτε έφταιγαν οι άνθρωποι. Πιο καλά είμαι τώρα. Έχω μια σχέση εδώ και πολλά χρόνια με έναν άνθρωπο που και αυτός δε τάχει καλά με το γάμο, δεν έχει παντρευτεί ποτέ από θέση. Νομίζω αυτό με κρατάει μαζί του. Μ΄ αρέσει γιατί αυτός ο άνθρωπος μου έχει δώσει αυτό που δε μου έχει δώσει κανένας άλλος. Με προστατεύει. Αν γίνει σεισμός και είναι πλάι μου ξέρω ότι θα με σώσει. Είναι ένα δώρο που μου έχει κάνει η ζωή με αυτό τον άνθρωπο. Είναι δίπλα μου, με βοήθησε εδώ στο Σπίτι του Ηθοποιού. Αυτή είναι η προσωπική μου ζωή. Πάντως δε μπορώ, δεν είμαι από τις γυναίκες που μπορεί να σκεφτούν τον εαυτό τους μόνο τους. Και ενενήντα χρονών αν γίνω. Όχι το να είμαι σε ένα σπίτι μόνη μου, γιατί μόνη μου ζω, ο Κώστας είναι στη Θεσσαλονίκη. Βλεπόμαστε σαββατοκύριακα. Γιαυτό κρατάει. Τον σέβομαι φοβερά, τον αγαπάω, είναι άλλου είδους σχέση.
— Έχετε αδυναμία στους άντρες;
Αυτό είναι αλήθεια. Πάντα αγαπούσα τους άντρες. Και επειδή αγαπούσα τον πατέρα μου φοβερά και επειδή χρωστάω πολλά στους άντρες. Είμαι από τις γυναίκες που πάντα παίρνουν το μέρος των αντρών για παράδειγμα σε ένα καβγά. Εγώ έχω ζήσει με τους άντρες καλά. Με τους άντρες μου ούτε τσακωνόμουν, ούτε γκρίνιαζα. Βαριόμουνα. Δυστυχώς είναι μέσα στα ελαττώματά μου. Δε μπορώ την καθημερινότητα. Μου αρέσει η εργένικη ζωή, δε θέλω να πάω σπίτι μου το μεσημέρι να μαγειρέψω. Στο ψυγείο βάζω τα παπούτσια μου. Μου αρέσει η μποέμικη ζωή.
— Σας ερωτεύτηκαν;
Το πρόβλημά μου ήταν πάντα αν εγώ ερωτεύομαι. Είχα έναν εγωισμό και έλεγα «Θα με ερωτευτεί, εμένα δε θα ερωτευτεί»; Νομίζω πάντως ότι δε με απασχολούσε πολύ. Εκείνη κιόλας την εποχή οι νέες γυναίκες είχαμε τρομερές επιτυχίες. Σήμερα βλέπω κούκλες και με γνώσεις και είναι μόνες τους.
— Να μιλήσουμε για το Σπίτι του Ηθοποιού; Πως ξεκίνησε αυτή η ιστορία;
Πήγα να πληρώσω τον ΟΤΕ και είχε χαλάσει το κομπιούτερ. Στην ουρά ήταν ένας ηθοποιός ο Κώστας Σαντοριναίος και μου λέει «Άννα μου, να σου δώσω το λογαριασμό να τον πληρώσεις αύριο;» Του λέω εγώ εντάξει, να σε πάω και στο σπίτι σου; Και τον πάω σε ένα σπίτι ισόγειο στο Μεταξουργείο, ωραίο σπιτάκι, τακτοποιημένο, μη φανταστείς ρημάδι. Και του λέω «τι κάνεις βρε Κώστα εσύ όλη μέρα»; Μου λέει «δε χτυπάει ποτέ το τηλέφωνο, δε ξέρω τι να κάνω. Βρε Άννα εσύ που έχεις λεφτά δε μας κάνεις ένα καφενείο να είναι σαν το Σπίτι του Ηθοποιού»; Τι ήτανε να μου το πεί; Φτάνω στην αδερφή μου και της το λέω. Μου λέει κάντο. Το λέγαμε, το λέγαμε.. Μπαίνει μια κυρία, στη μπουτίκ, μια σουσού πλούσια, μας λέει «κορίτσια τι κάνετε;» «Πουλάμε τη μπουτίκ», λέει η αδερφή μου. «Τη θέλεις;» Και αφήσαμε τη μπουτίκ την επόμενη μέρα. Συμφωνεί και ο πατέρας μου. Κάναμε ένα Σωματείο, αρχίζω να λέω «το σπίτι του ηθοποιού» και «το σπίτι του ηθοποιού», λέει ο Αβραμόπουλος, εγώ θα σου το κάνω. Του κάναμε και γιορτή και τούτο και το άλλο και φωτογραφηθήκαμε μια χαρά, περνάνε τα χρόνια και μας έλεγε και ο Δρακόπουλος από το Νιάρχο ότι θα σας δώσουμε 70 εκατομμύρια και μετά μου λέει ο Αβραμόπουλος δε μπορώ να σας το δώσω τον έβριζα τον είπα ρόμπα, μου έλεγε μη με λες ρόμπα, και με ειδοποιούν και από το Νιάρχο ότι δε μου δίνουν τα χρήματα. Ήμουνα απελπισμένη και βρήκα ένα φίλο μου και μου λέει ότι πουλάει αυτό το κτίριο που ήταν η Πετρογκάζ. Και του λέω «τόσα λεφτά έχω» και μου τόδωσε. Και δε φτάνει που αγόρασα αυτό πήρα και το οικόπεδο δίπλα, τόσο τον τρέλανα, με ήξερε από το μανάβικο να σκεφτείς και μου τόδωσε και το οικόπεδο. Και αρχίζει πάλι αγώνας. Πάω στο Βενιζέλο του λέω το και το και μου λένε θα στο χρηματοδοτήσουμε εμείς με ενάμισι εκατομμύριο δραχμές. Μου έδωσαν 400.000 και μου χρωστάνε τα υπόλοιπα. Βρήκα λεφτά να το τελειώσω να κατοικηθεί γιατί εγώ δεν πιστεύω στις ιδέες. Είμαι πρακτική και αν δεν εφαρμοστούν δεν αξίζουν. Ειδικά αυτές οι ιδέες. Αρχίζω να το χτίζω, αλλά ο δρόμος ήταν γεμάτος τζάνκια, πόρνες και κάνανε σκυλοδρομίες. Μου έδωσε ο Σουφλιάς και έγινε πεζόδρομος, ο Αρχιεπίσκοπος μας δίνει τις μερίδες φαγητού 60 παίρνουμε και δίνουμε και 15 μερίδες στο Σωματείο Ηθοποιών.
— Εδώ, τι υποχρεώσεις έχουν οι άνθρωποι που μένουν;
Εδώ όποιος κάθεται δεν πληρώνει τίποτα και ως επί το πλείστον έχουμε νέους γιατί αν είναι μεγάλοι και έχουν ανάγκη από περίθαλψη, δεν έχουμε την ιατρική υποδομή. Αλλά είμαστε συμβεβλημένοι με νοσοκομεία. Εδώ μόλις χτίσουμε το δίπλα θα μένουν 36. Τώρα ζουν 22. Είναι σαν διαμερίσματα με αιρκοντίσιον, τηλεόραση, έχουμε κάνει ρουφ - γκάρντεν πολλά βιβλία έχουμε ολόκληρες βιβλιοθήκες από δωρεές. Κάνουμε παραστάσεις και γεμίζει το θεατράκι κάτω ακόμα και από ανθρώπους της γειτονιάς.
— Σας βοηθούν άλλοι ηθοποιοί;
Ο Παπαγεωργίου, ο Αντωνίου, ο Καμτσής έχουν κάνει παραστάσεις και θα βάλουν κουμπαράδες στα θέατρα. Ο Χατζάκης μου έχει υποσχεθεί ότι θα βάλει κάτι στο εισιτήριο για το σπίτι του ηθοποιού. Και θέλω να το πω και στο Βούρο. Ο μόνος που είχε βοηθήσει με χρήματα δικά του ήταν ο Μπέζος ο οποίος μου έχει απαγορεύσει να το λέω αλλά εγώ το λέω. Μας βοηθούν κατά καιρούς ιδιώτες. Εμείς χρειαζόμαστε χρήματα όχι είδη. Οι λογαριασμοί είναι τεράστιοι, μόνο της ΔΕΗ είναι απελπιστικός. Η καθαριότητα είναι σχολαστική, απολύμανση κάνουμε κάθε μήνα, έχω εμμονή με αυτό, έχω γίνει νούμερο. Αν δεν τους έπιανα ένα δωμάτιο, θα ερχόμουν να μείνω εδώ. Από το πρωί μέχρι το βράδυ, έτσι κι αλλιώς, εδώ βρίσκομαι.
— Θέατρο βλέπετε;
Είμαι επαγγελματίας θεατής. Το θέατρο που βλέπω δε νομίζω να βλέπει κανένας άλλος. Και το χειμώνα και το καλοκαίρι, το φεστιβάλ. Και πολύ κινηματογράφο στη γειτονιά μου, στη δεξαμενή και στην Αθηναία, μου αρέσει πολύ ο καλοκαιρινός κινηματογράφος, το συνδυάζω με το σουβλάκι, με όλα. Θεάτρο το αγαπώ και τα σπουδαία έργα.
— Υπάρχει κάποιος για τον οποίο θα μπορούσατε να μου μιλάτε με τις ώρες;
Την Άντα, τη βοηθό μου. Είμαστε μαζί 18 χρόνια. Είναι ο άνθρωπός μου, μένει σπίτι μου, έχει το δωμάτιό της, η οικογένειά μου τη λατρεύει, τον Κώστα τον λέει πατέρα. Την πήρα όταν έφυγε η Αλίκη από τη ζωή. Εμένα μου αρέσουν οι άνθρωποι που υπάρχουν στη ζωή μου σταθερά. Έχω φίλους στους οποίους υπολογίζω και αυτοί σε μένα. Δε μπορώ να μη τους έχω. Θα πάθω τρομερή ανασφάλεια. Έχω δέκα ανθρώπους που εμπιστεύομαι και είναι δικοί μου άνθρωποι.
— Είστε ευχαριστημένος άνθρωπος;
Δε μπορώ καθόλου τη μιζέρια. Τους ανθρώπους που έχουν πολλά και όλο και κάτι τους λείπει. τους σιχαίνομαι. Βλέποντας γύρω μου τι γίνεται έχω εξοικειωθεί πολύ με τη δυστυχία και μετά να σου πω κάτι Αργυρώ; Αν σκεφτείς ότι εγώ ζούσα με ένα γάιδαρο στο ρέμα και τώρα έχω την πολυτέλεια να ζω στο Κολωνάκι, να έχω μια κοπέλα να με περιποιείται να έχω το Σπίτι του Ηθοποιού, αν δεν είμαι ευχαριστημένη, όχι θα πρέπει να πέσει το ταβάνι να με πλακώσει, θα πρέπει να με φτύσετε. Δεν έχω κανένα παράπονο. Και έχω την πολυτέλεια να παίζω ό,τι μου αρέσει. Μπορεί και να μη σου αρέσει, αλλά εγώ κάνω αυτό που θέλω, αυτό που επιθυμώ. Και μου αρέσει που δουλεύω.
— Υπάρχει κάτι που απεχθάνεστε;
Ξέρεις τι δε μου αρέσει; Είμαστε σοβαροφανείς, αλλά τα παίρνουμε όλα στην πλάκα, είμαστε των ευκαιριών, πάντα σκεφτόμαστε ότι έχουμε αξία και είμαστε αδικημένοι και ότι τίποτα δε γίνεται και το μόνο που θέλουμε είναι να έχουμε δημόσιες σχέσεις. Αν χρησιμοποιούσαμε το μυαλό μας θα είχαμε θριαμβεύσει γιατί είμαστε πανέξυπνος λαός.
— Η μέρα σας;
Όταν διορθωθούν τα οικονομικά στο σπίτι του Ηθοποιού θα ξαναρχίσω να πηγαίνω τις βόλτες μου, στα μουσεία, τις γκαλερί, να βλέπω ζωγραφική. Δεν τα κάνω και έχω θυμώσει με τον εαυτό μου. Αυτά μου λείπουν. Η βροχή, οι βόλτες στο Μοναστηράκι, να περπατάω στην πόλη. Να τελειώνω τις δουλειές μου γρήγορα και να έχω χρόνο. Να πηγαίνω στο μουσείο της Ακρόπολης και να κάθομαι και να μην κάνω τίποτα.
σχόλια