Η αμερικανίδα ηθοποιός Raquel Welch, που πέθανε στις 15 Φεβρουαρίου στα 82 χρόνια της, είχε εμφανισθεί 73 φορές στις οθόνες –όπως πληροφορούμαστε από την IMDb–, σε κινηματογραφικές ταινίες, σίριαλ και τηλεταινίες ανάμεσα στα χρόνια 1964-2017.
Απ’ αυτές όλες τις εμφανίσεις της μία έχει μεγάλο ελληνικό / ελληνοκυπριακό ενδιαφέρον, αφού είχε γυριστεί σ’ ένα αμιγές ελληνοκυπριακό χωριό της Κυρήνειας, το Κάρμι, που μετά την τουρκική εισβολή του 1974 θα περνούσε στα κατεχόμενα.
Η ταινία λεγόταν “The Beloved” (1971) και ήταν σκηνοθετημένη από τον George P. Cosmatos (Yorgo Pan Cosmatos διαβάζουμε στο ζενερίκ), τον έλληνα σκηνοθέτη των ταινιών “The Cassandra Crossing” (1976), “Escape to Athena” (1979) και “Rambo: First Blood part II” (1985), που είχε γεννηθεί στην Ιταλία (από έλληνες γονείς), μεγαλώνοντας στην Αίγυπτο και την Κύπρο, ενώ παραγωγοί της ήταν κύπριοι επιχειρηματίες (Filmex), η εταιρεία Curtwel Productions (της Raquel Welch και του συζύγου της Patrick Curtis) και η Pageant Entertainment (του πρωταγωνιστή Richard Johnson).
Η Raquel Welch είχε πει, ανάμεσα σε άλλα, πως ερχόταν για πρώτη φορά στην Αθήνα, πως δεν την ενοχλούσαν οι γυμνικές εμφανίσεις της στο σινεμά, γιατί ήταν μέρος της δουλειάς της, πως όμνυε στον έρωτα, θεωρώντας «απάνθρωπο» τον πόλεμο στο Βιετνάμ, ζητώντας, επιπλέον, να σταματήσει.
Ήταν η πρώτη ταινία του Cosmatos, o οποίος θα είχε στην διάθεσή του πέρα από την Raquel Welch, τον Richard Johnson (ως Κρέοντας είχε εμφανισθεί σε μιαν άλλη «ελληνική» ταινία, που είχε προηγηθεί, την “Oedipus the King” του Philip Saville, με την μουσική του Γιάννη Χρήστου, για την οποία έχουμε γράψει παλαιότερα εδώ στο LiFO.gr), τον Jack Hawkins, τον Frank Wolff, την Flora Robson και ακόμη πολλούς ελληνοκύπριους ηθοποιούς (με πιο γνωστόν ανάμεσά τους τον Ντίνο Λύρα).
Το ελληνικό ενδιαφέρον ξεκινάει από την Κυριακή 9 Αυγούστου 1970, όταν οι δύο πρωταγωνιστές, η Raquel Welch και ο Richard Johnson, θα προσγειώνονταν στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, στο οποίο θα παρέμεναν για λίγο, πριν την αναχώρησή τους για την Λευκωσία.
Την άφιξη των δύο καλλιτεχνών την είχαν μυριστεί, βεβαίως, οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι θα τους περίμεναν στο αεροδρόμιο για τα σχετικά. Έχει ενδιαφέρον το ρεπορτάζ του Πάνου Σόμπολου, από την «Μακεδονία» της 11ης Αυγούστου 1970:
«Η Ράκελ Γουέλτς, σεξοβόμβα του διεθνούς κινηματογράφου, και ο επίσης διάσημος ηθοποιός Ρίτσαρντ Τζόνσον, έφθασαν το μεσημέρι της Κυριακής στην Αθήνα, προερχόμενοι εκ Ρώμης. Παρέμειναν μόνον μισήν ώρα στην αίθουσα “τράνζιτ” του αεροδρομίου του Ελληνικού, περιμένοντας το αεροπλάνο προκειμένου να αναχωρήσουν για την Λευκωσία. Κατά την ημίωρη αυτή παραμονή τους οι δύο διεθνούς φήμης ηθοποιοί απάντησαν σε διαφόρους ερωτήσεις των ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων, που τους ανέμεναν εκεί».
Η Raquel Welch είχε πει, ανάμεσα σε άλλα, πως ερχόταν για πρώτη φορά στην Αθήνα, πως δεν την ενοχλούσαν οι γυμνικές εμφανίσεις της στο σινεμά, γιατί ήταν μέρος της δουλειάς της, πως όμνυε στον έρωτα, θεωρώντας «απάνθρωπο» τον πόλεμο στο Βιετνάμ, ζητώντας, επιπλέον, να σταματήσει.
Επίσης είχε μιλήσει για την ταινία “The Beloved”, την οποίαν αποκαλούσε «μοντέρνα ελληνική τραγωδία» (δεν είχε άδικο), όπως και για τις αμοιβές της στον κινηματογράφο (ακούγονταν υψηλά ποσά τότε), τις οποίες θεωρούσε κανονικές και πάντως πολύ μικρότερες από εκείνες των μάνατζερ και των συγγραφέων (όπως σημείωνε χαρακτηριστικά).
Σ’ εκείνη την μικρή πρες κόνφερανς στο Ελληνικό είχε μιλήσει και ο Richard Johnson, ο οποίος θα θυμόταν το προηγούμενο (1968) πέρασμά του από την Ελλάδα (Γιάννενα, Δωδώνη), για τα γυρίσματα του “Oedipus the King”, λέγοντας επίσης πως ήταν εκείνος, που είχε διαλέξει για συμπρωταγωνίστριά του την Raquel Welch στην ταινία “The Beloved”.
Στην Κύπρο
Η Κύπρος εκείνο το καλοκαίρι, το καλοκαίρι του 1970, βρισκόταν σε μία τεταμένη, πολιτικά, κατάσταση. Είχαν προηγηθεί απίστευτα γεγονότα, που οπωσδήποτε δυναμίτιζαν την ηρεμία στο νησί – που προσπαθούσε να βρει ένα βηματισμό, λίγα χρόνια πριν την τραγωδία της τουρκικής εισβολής.
Στις 8 Μαρτίου 1970 ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος γλιτώνει την τελευταία στιγμή τη ζωή του, σε μιαν ακόμη απόπειρα εξόντωσής του, ενώ μια βδομάδα αργότερα δολοφονείται ένα από τα πιο σκοτεινά και αμφιλεγόμενα πρόσωπα της κυπριακής πολιτικής ιστορίας, ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης (πρώην υπουργός Εσωτερικών και Άμυνας της Κύπρου).
Το θέμα της μεγαλονήσου καίει τον κόσμο και τις ηγεσίες σε Αθήνα και Λευκωσία, με τον υπουργό Εξωτερικών Σπύρο Κυπριανού να καταφθάνει στην Αθήνα για συνομιλίες (με παράγοντες της δικτατορίας), τον Ιούνιο, ενώ τον Ιούλιο διεξάγονται εκλογές στη μεγαλόνησο, με την σχετική πλειοψηφία να καταλαμβάνει το Ενιαίον Κόμμα του Γλαύκου Κληρίδη.
Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό το να γυριζόταν μία διεθνής παραγωγή, με διάσημους αστέρες στο νησί, ήταν οπωσδήποτε ένα ευχάριστο ιντερμέτζο, σ’ αυτό το περιβάλλον των απίστευτων γεγονότων, που θα εξελίσσονταν στην Κύπρο, μέχρι και τον Αύγουστο του ’74.
Ο Μακάριος το είχε αντιληφθεί αυτό –την ανάγκη του κόσμου, να ξεφύγει από τούτον τον εσωτερικό και εξωτερικό κλοιό– παρέχοντας όλες τις διευκολύνσεις στα κινηματογραφικά συνεργεία, ώστε να κάνουν απρόσκοπτα τη δουλειά τους. Και άρα μόνον τυχαίες δεν ήταν οι φωτογραφήσεις του με την Raquel Welch και τον Richard Johnson στις 12 Αυγούστου 1970, στο Προεδρικό Μέγαρο, που έδιναν το σήμα στα μίντια ότι το γύρισμα του “The Beloved” ήταν κάτι σαν... εθνική υπόθεση.
Παρά ταύτα τα πικρόχολα σχόλια δεν ήταν λίγα – γιατί πάντα θα υπάρχουν αυτοί, που θα επιζητούν το κάτι παραπάνω ή θα είναι απλώς αρνητικά διακείμενοι με όλους και με όλα.
Έτσι, ορισμένοι θα την «έπεφταν», κατά την καθομιλουμένη, στην Raquel Welch, η οποία θα εμφανιζόταν στην συνάντησή της με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, τελείως απροετοίμαστη και ανενημέρωτη για την ιστορία και την μυθολογία της νήσου, αδυνατώντας να «πιάσει» τις αναφορές του Μακάριου στην αναδυομένη, στις ακτές της Πάφου, Αφροδίτη (βλ. σχετικώς στα «Επίκαιρα» της 21-28 Αυγούστου 1970). Ψιλά γράμματα...
Ο George P. Cosmatos, τώρα, δεν ήταν ποτέ αυτό που θα λέγαμε «μεγάλος σκηνοθέτης», «δημιουργός», όμως ήξερε σινεμά και ήταν άριστος επαγγελματίας – νταϊρέκτορας με τα όλα του. Και δεν ήταν τυχαίες, φυσικά, οι μεγάλες εμπορικές επιτυχίες, που θα έκανε τα επόμενα χρόνια (με Sylvester Stallone κ.ά.). Έτσι λοιπόν και σ’ αυτή την πρώτη ταινία του καταφέρνει να δείξει το ταλέντο του, παρότι το σενάριο είναι απλό και υποτυπώδες.
Αντιλαμβάνεται, ο Cosmatos, επειδή είχε ζήσει και στην Κύπρο, πως έπρεπε να δώσει στην ταινία του έναν λαϊκό αέρα, να εκμεταλλευτεί την ηλιοφάνεια και την ξέρα του καλοκαιρινού κυπριακού τοπίου, να «συνομιλήσει» με την μακραίωνη ιστορία του νησιού, να ενσωματώσει στην ταινία του τα «τυπικά» κυπριακά πρόσωπα (δεύτεροι ρόλοι, κομπάρσοι), να δείξει την επαρχιακή Κύπρο, της θάλασσας και της αγροτιάς, αλλά και να αναδείξει ταυτόχρονα τους θρύλους, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου.
Κατόρθωσε λοιπόν ο Cosmatos όλα αυτά μαζί να τα χωρέσει στο “The Beloved”, φτιάχνοντας μια ταινία, όχι βαρυφορτωμένη, που παρακολουθείται με άνεση, από εμάς τους Έλληνες, Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριους (υποθέτουμε και από τους Τουρκοκύπριους) και με ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον, φανταζόμαστε, από τους ξένους θεατές (Άγγλους, Αμερικάνους κ.ά.).
Το ότι η ταινία, εν προκειμένω, δρούσε και σ’ ένα τουριστικό επίπεδο είναι κάτι παραπάνω από προφανές εννοούμε – πράγμα το οποίον διατρανώνει και η πάντα ωραία και κατάλληλη μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου σ’ αυτές τις περιπτώσεις (θα πούμε και στη συνέχεια γι’ αυτήν).
Το σενάριο, όπως προείπαμε, είναι απλό. Ένας Κύπριος που ζει στο Λονδίνο, επιστρέφει στην πατρώα γη για κάποια κληρονομιά, κι εκεί αναγνωρίζει τον έρωτα στο πρόσωπο μιας παντρεμένης, η οποία όμως είχε υπάρξει παιδική φίλη του.
Το «παράνομο» ζευγάρι θα αγαπηθεί –ίσως γιατί η... Κυπριώτισσα Raquel Welch θέλει να ξεφύγει από την μοίρα της, ως δέσμια ενός μικρού χώρου και μιας συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων–, αλλά, στην πορεία, η σχέση θα στραβώσει, καθότι θα βγει από τη μέση ο σύζυγος, σ’ ένα δυστύχημα-δολοφονία, με το «παράνομο» ζευγάρι να χάνει κάπου τον μπούσουλα και να αντιδρά, το ένα μέλος προς το άλλο, μ’ έναν τελείως άγριο και απρόσμενο τρόπο.
Μπορεί προς το τέλος η ταινία να γίνεται και λίγο... γκραν-γκινιόλ εννοούμε, αλλά εν πάση περιπτώσει και αυτές οι απρόβλεπτες τροπές μέσα στη ζωή ανήκουν (κινηματογραφική ή όχι).
Έχοντας στο team του, ο Cosmatos, έναν άξιο ιταλό φωτογράφο, τον Marcello Gatti, που είχε δουλέψει, τότε, και για τις σημαντικές ταινίες τού Gillo Pontecorvo “La Battaglia di Algeri” (1966) και “Queimada” (1969) και ο οποίος γνώριζε πώς να χειριστεί το μεσογειακό φως –κάτι που φαίνεται κυρίως στις σκηνές με σκόνες, χώματα, πέτρες κ.λπ.– και βεβαίως τον σπουδαίο κινηματογραφικό συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο, που είχε ήδη δώσει ισχυρά διαπιστευτήρια, ο έλληνας σκηνοθέτης ξεκινούσε, εκ προοιμίου, από ένα «άλφα» επίπεδο.
(Από πού μπορεί να γνώριζε, τώρα, ο Cosmatos τον Μαρκόπουλο, είναι ένα θέμα. Πιθανώς από το “Vortex” του Νίκου Κούνδουρου – αν και ο ίδιος ήταν βοηθός σκηνοθέτη στις ταινίες “Zorba the Greek” και “The Day the Fish Came Out” του Μιχάλη Κακογιάννη, όπως και στην «Κατάσκοποι στον Σαρωνικό» του Gregg G. Tallas και άρα γνώριζε, από πρώτο χέρι, το τι παιζόταν στην Ελλάδα).
Ο Μαρκόπουλος για το σάουντρακ του “The Beloved” συνθέτει βεβαίως και πρωτότυπη μουσική (είναι φοβερή η επένδυση της σκηνής του ονείρου τού Richard Johnson, κινούμενη σε αβάντ-ψυχεδελική κατεύθυνση), αλλά παραλλάσσει κιόλας θέματα βασικά από το σάουντρακ του «Επιχείρησις Απόλλων» (1968). Λέμε για τα «Ποδήλατα» και «Τρομπόνια», που εδώ ακούγονται σε επιπλέον παραλλαγές, χαρακτηρίζοντας απ’ άκρη σ’ άκρη την μουσική επένδυση.
Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχάσουμε το περίφημο «Ζαβαρακατρανέμια» (και αυτό από το «Επιχείρησις Απόλλων»), που στην ταινία το αποδίδει, απίθανα, η Μαρία Φαραντούρη – και μάλιστα σε μια σκηνή όπου ένα λαϊκό έθιμο, τύπου γυναικοκρατίας, βρίσκεται σε εξέλιξη, με τις γυναίκες, αφού κλειδώσουν τους άντρες στα σπίτια, να γλεντάνε τη ζωή στο ύπαιθρο τρώγοντας, πίνοντας, χορεύοντας σαν ξωτικά, παίζοντας τάβλι σε αυτοσχέδια καφενεία και ομολογώντας πίστη στην ερωτική ικανοποίηση μέσω φαλλικών συμβόλων. Σε όλην αυτή τη σκηνή η διονυσιακή μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου είναι βασικός πρωταγωνιστής.
Η Raquel Welch είναι αλήθεια πως προσπαθεί να είναι ok στον ρόλο της, που δεν είναι εύκολος, και μπορούμε να πούμε πως σε γενικές γραμμές το παλεύει.
Εντάξει, σίγουρα μια ελληνίδα ηθοποιός (η Ελένη Ανουσάκη ας πούμε) ή μια Ελληνοκύπρια ακόμη καλύτερα (φερ’ ειπείν η Μόνικα Βασιλείου) θα ήταν «άλλο πράμα», αλλά... Raquel Welch σήμαινε τότε... Raquel Welch, δηλαδή μία από τις μεγαλύτερες σταρ του πλανήτη. Και εννοούμε με αυτό πως η ταινία δεν θα μπορούσε να είχε την διεθνή προβολή που είχε (την όποια διεθνή προβολή), χωρίς αυτήν. Ούτε θα κινητοποιούσε, τότε, την πολιτική ηγεσία του νησιού και βεβαίως τους επιχειρηματίες-παραγωγούς και τον κόσμο.
Raquel Welch–Sin/The Beloved (1971)
Προβλήθηκε η ταινία “The Beloved” (γνωστή και ως “Sin”) τότε σε Ελλάδα και Κύπρο; Είναι ένα ερώτημα αυτό...
Προσωπικά, και όσον αφορά στην Ελλάδα, το αποκλείω να παίχτηκε στον καιρό της, τη σεζόν 1971-72 δηλαδή, βασικά λόγω Μαρίας Φαραντούρη, που ήταν «κομμένη» από την δικτατορία. Το όνομα της Φαραντούρη φαίνεται στους τίτλους αρχής, και άρα θα έπρεπε να κοπεί και από ’κει, ενώ θα έπρεπε να κοπεί και όλη η σκηνή με το «Ζαβαρακατρανέμια». Και τούτο, παρά το γεγονός πως η Raquel Welch ήταν εξαιρετικά δημοφιλής εκείνα τα χρόνια στη χώρα μας (η τηλεόραση μετέδιδε και το «Ράκελ Γουέλτς Σώου») και η ταινία της θα έκανε, σίγουρα, εισιτήρια.
Η ταινία δεν θα παιχθεί ούτε την επόμενη σεζόν 1972-73, για να βγει τελικά στις αίθουσες τον Δεκέμβρη του ’73 (σεζόν 1973-74) ως «Η Ακόλαστη» και με υπότιτλους του τύπου «η Euro-London Films παρουσιάζει την παράφορη σεξοβόμβα Ράκελ Γουέλς στην πιο συγκλονιστική και τολμηρή δημιουργία της σκηνοθετημένη από τον Έλληνα σκηνοθέτη Γεώργιο Κοσμάτο». Προφανώς στις κόπιες θα ακουγόταν και η Φαραντούρη να τραγουδά το «Ζαβαρακατρανέμια», αφού τα γενικότερα θέματα (σε σχέση με τον Μίκη Θεοδωράκη και τους συνεργάτες του) είχαν οπωσδήποτε χαλαρώσει
Να πούμε, ακόμη, πως στα περιοδικά της εποχής υπάρχουν αναφορές στην ταινία (ως «Η Αγαπημένη»), χωρίς να διαβάζουμε κάπου το όνομα τής Μαρίας Φαραντούρη, προσθέτοντας πως η ηχογράφηση του τραγουδιού του Γιάννη Μαρκόπουλου δεν έγινε φυσικά στην Ελλάδα (ούτε στην Κύπρο), μα στην Ιταλία, και κατά πάσα πιθανότητα στα στούντιο της Cinecittà, στη Ρώμη.
Στην Κύπρο, όμως, προβλήθηκε η ταινία; Εδώ τα πράγματα τα ξεκαθαρίζει, κατά μίαν έννοια, ο κύπριος σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Πατσαλίδης στο ντοκιμαντέρ του «Beloved Days / Πολυαγαπημένες Μέρες» (2015). Φαίνεται λοιπόν πως η ταινία δεν είχε προβληθεί σε πρώτο χρόνο (το 1971) ούτε στην Κύπρο.
Ο Πατσαλίδης θα ετοίμαζε 44 χρόνια μετά, μια ταινία τεκμηρίωσης, ανασκαλεύοντας μνήμες και φέρνοντας ξανά στο φως όλο το παρασκήνιο, μα και το προσκήνιο της ταινίας του George P. Cosmatos “The Beloved” (1971), μιλώντας με κάποιους από τους παραγωγούς, με τον πρωταγωνιστή Richard Johnson (ο οποίος θα πέθαινε τον Ιούνιο του 2015), τον διευθυντή φωτογραφίας Marcello Gatti (θα πέθαινε κι αυτός το 2013) κ.ά. Πρόλαβε με άλλα λόγια ο Πατσαλίδης εν ζωή δύο βασικούς συντελεστές της ταινίας, αλλά όχι και τον σκηνοθέτη Cosmatos, που θα έφευγε από την ζωή το 2005...
Το ντοκιμαντέρ του Πατσαλίδη, να το πούμε κι αυτό, αγαπήθηκε και επαινέθηκε από πολλούς στην Κύπρο, και έξω από την Κύπρο, κάτι που δείχνει πως οι μνήμες δεν σβήνονται εύκολα από την συλλογική συνείδηση, αρκεί να βρει κάποιος τον σωστό τρόπο, για να τις επαναφέρει στο προσκήνιο.
Στη μνήμη λοιπόν της Raquel Welch, μιας καλλονής ηθοποιού, που αγαπήθηκε τρελά απ’ όσους μεγάλωναν στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, σε Ελλάδα, Κύπρο και όπου αλλού...
Beloved Days