Ο δεύτερος κύκλος του «Βαλχάλα», της σειράς του Netflix που είναι η συνέχεια των «Βίκινγκς» και παρουσιάζει τα γεγονότα 100 χρόνια αργότερα, φτάνοντας και μέχρι την πρωτεύουσα της βυζαντινής αυτοκρατορίας, τελείωνε με την άφιξη του Χάραλντ και του Λιφ στην Κωνσταντινούπολη λίγα χρόνια μετά το ξεκίνημα της πρώτης χιλιετίας. Ο τρίτος (και τελευταίος, αλλά και καλύτερος) κύκλος που παίζεται ήδη στο Netflix με μεγάλη επιτυχία διαδραματίζεται εφτά χρόνια αργότερα, και ξεκινάει με τον Χάραλντ και τον Λιφ να μάχονται τους Σαρακηνούς στις Συρακούσες της Σικελίας δίπλα στους Βυζαντινούς, προσπαθώντας να ανακτήσουν την πόλη. Μετά από έξι μήνες αποτυχημένων προσπαθειών του στρατηγού Μανιάκη να κατακτήσει τις Συρακούσες, οι Βάραγγοι με ένα τέχνασμα του Λιφ καταφέρνουν να μπουν στην πόλη και να πάρουν πάλι την κυριαρχία της. Ο αυτοκράτορας Ρωμανός κάνει τον Χάραλντ πρωτοπαλίκαρό του και του δίνει τον τίτλο του Σπαθαροκανδιδάτου, δίπλα στον Γιώργο Μανιάκη. Ο Μανιάκης δεν βλέπει με καλό μάτι τον Χάραλντ και τους Βίκινγκς και ξεκινάει μια διαμάχη που συνεχίζεται μέχρι το τέλος του κύκλου, με καταστροφικές συνέπειες.
Στην υπερπαραγωγή του Netflix και της MGM, ανάμεσα στους πρωταγωνιστές που είναι πλέον σταρ εμφανίζεται και ο Κωνσταντίνος Καβακιώτης στον ρόλο του συμβουλάτορα του Μανιάκη. Είναι ο μόνος Έλληνας στο cast, ο οποίος κάνει καριέρα στο Λονδίνο αλλά επέστρεψε πρόσφατα στην Ελλάδα για να ξεκινήσει συνεργασίες κι εδώ, μοιράζοντας πλέον τον χρόνο του μεταξύ των δύο πόλεων. Λίγες μέρες αφού η σειρά ανέβηκε στο νο 1 των προτιμήσεων του κοινού στην πλατφόρμα, συναντηθήκαμε και μιλήσαμε για την εμπειρία του από τα γυρίσματα.
Μεγαλύτερη εντύπωση απ’ όλα μου έκανε το πόσο down to earth ήταν όλοι οι πρωταγωνιστές, όλοι οι ηθοποιοί, ευγενικότατοι, μιλούσαν σε όλους, ρωτούσαν αν είσαι καλά και αν χρειάζεσαι κάτι, το βράδυ πηγαίναμε όλοι μαζί θέατρο και βγαίναμε μαζί τα Σαββατοκύριακα, σε έκαναν να αισθανθείς άνετα, γι’ αυτό έκανα και φιλίες.
«Στο “Βαλχάλα” πήγα μετά από οντισιόν», λέει. «Έχω ατζέντισσα εδώ και κάποια χρόνια και μέσω αυτής βρίσκω δουλειές. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά με την Ελλάδα, ότι στο Λονδίνο δεν μπορείς να κάνεις τίποτα χωρίς ατζέντη. Έκανα λοιπόν την οντισιόν και με πήραν. Πήγα στην Ιρλανδία, στην περιοχή Γουίκλοου, μία ώρα από το Δουβλίνο, και κάθισα έναν μήνα για να γυριστούν τα επεισόδια που παίζω. Η πολιορκία των Συρακουσών που βλέπεις γυρίστηκε εκεί, ενώ τα γυρίσματα της Κωνσταντινούπολης είναι στην Κροατία. Γυρίζονται γενικά πολλές παραγωγές στο Γουίκλοου και όλα τα κάστρα που βλέπεις στο “Βαλχάλα”, τα σκηνικά, είναι αληθινά, έχουν γίνει πολύ μικρές αλλαγές.
Όλα τα γεγονότα που παρακολουθείς στη σειρά έχουν ιστορική βάση, ο στρατηγός Μανιάκης υπήρξε, είναι αληθινή ιστορία. Το 1038 οι Βυζαντινοί έστειλαν στρατό για να ανακτήσουν τις Συρακούσες από τους Μαυριτανούς και ο Μανιάκης ήταν το πρωτοπαλίκαρο του αυτοκράτορα Ρωμανού. Και κέρδισαν. Μαζί με αυτούς όμως ο αυτοκράτορας είχε και τους Βαράγγους, 700 επίλεκτους Βίκινγκς, και μαζί κατέκτησαν πάλι τη Σικελία. Εγώ κάνω τον συμβουλάτορα του Μανιάκη.
Είχα διαβάσει ότι ο Μανιάκης ήταν τόσο λαοφιλής που ο αυτοκράτορας φοβόταν ότι θα διεκδικήσει τον θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Ήταν άτυχος, όμως, και κάπου στη Θεσσαλονίκη ένα βέλος τον σκότωσε κατά λάθος. Ήταν πολύ ψηλός, δυνατός, γι’ αυτό έδωσαν στον Φλόριαν Μουντεάνου τον ρόλο του.
Η εμπειρία των γυρισμάτων ήταν ένα όνειρο. Ήταν πολύ προσεγμένη όλη η παραγωγή. Θεωρώ ότι ήμουν πάρα πολύ τυχερός γιατί είναι ευλογία για έναν ηθοποιό να βρεθεί σε ένα σετ του Netflix σε παραγωγή MGM, Metro Golden Mayer, δηλαδή Χόλιγουντ. Είχα σκηνές με 150 κομπάρσους, οι σκηνές των μαχών είχαν 200 κομπάρσους, με άλογα, σκυλιά να κουβαλάνε βαρέλια, ήταν εξωπραγματικό όλο αυτό, ήταν κάτι απρόσμενο. Αυτό που μου έκανε τεράστια εντύπωση, εκτός από το μέγεθος, ήταν ότι το crew ήταν 130 άτομα. 130 άτομα δούλευαν στο σετ και πίσω από το σετ, σε κάμερες, σε υπολογιστές, γι’ αυτή την παραγωγή. Ήμασταν εκεί 300 άτομα την ημέρα, την περίοδο που τελείωνε ο Covid, και κάναμε μέρα παρά μέρα το PCR test όλοι μας.
Το άλλο απίστευτο ήταν ότι, όταν ο σκηνοθέτης φώναζε “cut”, έτρεχαν τέσσερα άτομα πάνω σου, η ενδύτρια, η μακιγιέζ, όλοι οι φροντιστές, να σε περιποιηθούν, να σου φτιάξουν τα αίματα, τις πληγές σου, και ξανά πίσω στο γύρισμα. Αισθανόσουν ότι ήσουν πρωταγωνιστής. Είχα και το δικό μου τρέιλερ, είχα ένα τροχόσπιτο δικό μου, ήταν οι τέλειες συνθήκες.
Η πρώτη μου σκηνή είναι με τον πρωταγωνιστή, τον Χάραλντ, με τον αυτοκράτορα Ρωμανό, που είναι ο γιος του Κλάους Κίνσκι, ο Νικολάι Κίνσκι, και με τον Φλόριαν Μουντεάνου που παίζει στο “Creed”, στο “Bogat”. Μ’ αυτόν γίναμε πολύ φίλοι. Είναι Ρουμάνος και ως Βαλκάνιος είναι πολύ κοντά στους Έλληνες.
Παίζω σε δύο επεισόδια, στο πρώτο και στο δεύτερο. Στην πρώτη σκηνή, που είναι ο αυτοκράτορας Ρωμανός και είναι νευριασμένος, δεν υπήρχε ούτε μισό μέτρο χωρίς έναν άνθρωπο απ' το συνεργείο, είχε ακόμα και άνθρωπο που κρατούσε τις κουρτίνες για να μην πέσουν και χαλάσει το πλάνο, είχε τέσσερις κάμερες, σιδηροδρόμους για να κινούνται, boomen, ήταν καταπληκτικό. Δεν ξέρω πόσο μπορεί να κόστισε αυτή η παραγωγή, αλλά 70 ευρώ είχε το ένα τεστ που κάναμε μέρα πάρα μέρα εκατοντάδες άνθρωποι, και η παραγωγή ήταν ασφαλισμένη, οπότε αν είχε κάποιος Covid η εταιρεία παραγωγής έπαιρνε αποζημίωση.
Τα γυρίσματα έγιναν πριν από δύο χρόνια ακριβώς, στην Ιρλανδία. Άργησαν λίγο να προβάλλουν τον τρίτο κύκλο, προφανώς λόγω του προγραμματισμού του Netflix. Νομίζω ότι καλύπτει ένα μεγάλο μέρος του κοινού, γιατί έχει και δράση, έχει και την ιστορία, πιάνει ένα μεγάλο εύρος και ενδιαφέρει τον κόσμο. Γι’ αυτό έχει τόση επιτυχία.
Την πρώτη μέρα τρεις ώρες ασχολήθηκαν με το μακιγιάζ και το μαλλί μου. Αν προσέξεις, το μαλλί είχε κάποιες πτυχές, σκάλες, ήθελαν να πετύχουν ακριβώς αυτό το ρωμαϊκού τύπου μαλλί που είχαν οι Βυζαντινοί, και το ενδιαφέρον είναι ότι μελέτησαν αγιογραφίες. Μελετούσαν τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό για να δουν τα ρούχα, τα μαλλιά, και γενικά όλη την αισθητική στο βυζαντινό κομμάτι. Τα κοστούμια μας ήταν αληθινά, οι πανοπλίες ήταν από χαλκό, οι χιτώνες μας ήταν από βαρύ ύφασμα, δεν ήταν ψευτοδουλειά, οπότε φαντάζομαι ότι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του budget πάει στα κοστούμια.
Στα διαλείμματα, όταν έστηναν τις κάμερες, για να μη μας κουράζουν φώναζαν από έναν κομπάρσο που ήταν στο ίδιο ύψος με μένα και με τον Φλόριαν (τον Μανιάκη) για ρυθμίσουν την κάμερα στο ακριβές ύψος, και εμείς περιμέναμε στη σκηνή.
Κάτι που μου έκανε μεγάλη εντύπωση είναι ότι η Σοφία Λεμπέντεβα, η πολύ γνωστή Ρωσίδα ηθοποιός που παίζει την αυτοκράτειρα Ζωή, ήταν στο Δουβλίνο μήνες πριν αρχίσουν τα γυρίσματα. Επειδή υπάρχει ο πόλεμος Ουκρανίας - Ρωσίας, την έφεραν στο Δουβλίνο από τις αρχές Απριλίου, και καθόταν τρεις μήνες και την πλήρωναν χωρίς να κάνει τίποτα μέχρι τον Ιούνιο που ήταν το γύρισμά της, επειδή το Netflix φοβόταν ότι θα κλείσουν τα σύνορα και δεν θα μπορούσε να ταξιδέψει.
Τα ελληνικά που ακούγονται στη σειρά είναι κανονικά ελληνικά, όχι ασυναρτησίες. Υπήρχε ένας Αγγλοκύπριος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Δουβλίνου που ήταν ο επιτηρητής των ελληνικών, μετέφραζε τους διαλόγους. Ερχόντουσαν και με ρωτούσαν “τι είναι Σπαθαροκανδιδάτος;” και πραγματικά δεν ήξερα. Ήταν ένας τίτλος τιμής που έδιναν, υψηλόβαθμος αξιωματικός, αλλά είναι λέξεις που δεν γνωρίζεις και αξιώματα που δεν χρησιμοποιούνται πια, οπότε δεν ήξερα τι να πω.
Μεγαλύτερη εντύπωση απ’ όλα μου έκανε το πόσο down to earth ήταν όλοι οι πρωταγωνιστές, όλοι οι ηθοποιοί, ευγενικότατοι, μιλούσαν σε όλους, ρωτούσαν αν είσαι καλά και αν χρειάζεσαι κάτι, το βράδυ πηγαίναμε όλοι μαζί θέατρο και βγαίναμε μαζί τα Σαββατοκύριακα, σε έκαναν να αισθανθείς άνετα, γι’ αυτό έκανα και φιλίες.
Δεν είναι εύκολο να βρεις δουλειά ως Έλληνας, ποτέ δεν ήταν εύκολο, έχω φάει πολλές απορρίψεις, πάρα πολλές. Για να βρεις δουλειά ως ηθοποιός κάνεις οντισιόν και γενικά είναι ένα δύσκολο επάγγελμα, και για μένα εξακολουθεί να είναι δύσκολο. Σίγουρα μια τέτοια δουλειά μπαίνει στο βιογραφικό σου, αλλά δεν κάνει πιο εύκολα τα πράγματα.
Σκέφτομαι να δουλέψω και στην Ελλάδα πια, με ενδιαφέρει πάρα πολύ η Ελλάδα, και ο κινηματογράφος ο ελληνικός και οι σειρές. Και το θέατρο φυσικά, αλλά θα ήθελα να κάνω ελληνικό σινεμά και τηλεόραση.
Πριν από μερικούς μήνες τέλειωσαν τα γυρίσματα μιας σειράς στην οποία συμμετέχω στο Channel 5, λέγεται “Love Rat”. Όταν δεν έχω να ασχοληθώ με γυρίσματα, έχω τη δικιά μου σχολή εδώ και δέκα χρόνια στο Λονδίνο. Είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό, πολύ περήφανος, γιατί ξεκίνησε πολύ χαλαρά στην αρχή, με 15 μαθητές, και τώρα έχω 50 μαθητές και άλλους 5 καθηγητές που την τρέχουμε. Οπότε, όταν δεν είμαι σε κάποια παραγωγή, μπορώ να είμαι με τους μαθητές μου. Είμαι πολύ ευέλικτος, έτσι έχω ξεκινήσει να έρχομαι και στην Αθήνα και να ψάχνω κι εδώ δουλειές, γιατί δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι καλύτερο από το να παίζεις στη γλώσσα σου…».
Ο τρίτος κύκλος του «Valhala» προβάλλεται στο Netflix.