«Goodbye, Lindita»: Ένας 23χρονος σκηνοθετεί ένα έργο για την απώλεια στο Εθνικό

Μάριο Μπανούσι: Ο 23χρονος που σκηνοθετεί ένα έργο για την απώλεια στο Εθνικό Facebook Twitter
Με αφορά η κακοποίηση της γυναίκας σε όλες τις εκφάνσεις της. Εμπνέομαι από τις ιστορίες της μητέρας μου και των γυναικών με τις οποίες μεγάλωσα στην Αλβανία, καθώς και από τις προσωπικές μαρτυρίες των ηθοποιών με τις οποίες συνεργάστηκα. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LifO
0

Η πρώτη επαφή του με το κοινό έγινε στο Φεστιβάλ ROOMS2022, όταν παρουσίασε την περφόρμανς «Ragada», η οποία ήταν αφιερωμένη στη μητέρα του που ήταν μαία και ξεγέννησε χιλιάδες παιδιά. Ακούγοντας ιστορίες από εκείνη, άρχισε να καταλαβαίνει ότι τον αφορούσε ο άνθρωπος και τα πρώτα του βασικά ένστικτα. Τον περασμένο Μάιο, με τις περφόρμερ Χρυσή Βιδαλάκη, Ξένια Ντάνια και Aulona Lupa παρουσίασαν για δέκα παραστάσεις μια νέα εκδοχή της «Ragada» σε ένα διαμέρισμα στην Ηλιούπολη, στο «Θέατρο στη Σάλα» – από στόμα σε στόμα γέμισε το ιδιότυπο αυτό θέατρο.

Το 2017 βρέθηκε δίπλα στον Ευριπίδη Λασκαρίδη ως βοηθός του στην περφόρμανς THIRIO, στο πλαίσιο της Μπιενάλε της Αθήνας. Από το 2020, που αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, είναι ενεργός στον χώρο των παραστατικών τεχνών και η τελευταία του συνεργασία ήταν με τους Nova Melancholia στο έργο «Μarcel Duchamp» (2022). Με την αποφοίτησή του έφτιαξε την πρώτη του ταινία μικρού μήκους που είχε τίτλο «Pranvera», με την οποία και συμμετείχε το φθινόπωρο του 2021 στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου TIFF.

«Η "Ραγάδα" αφορά ένα πολύ γυναικείο θέμα που εξελίχθηκε με μεγάλες δυσκολίες. Είχα παλέψει πολύ για να την παρουσιάσω. Ως ιδέα ξεκίνησε από την εμπειρία της μητέρας μου όταν γέννησε την αδελφή μου και είναι η ιστορία μιας τραυματικής στιγμής, που παράλληλα είναι και η πιο ιερή στιγμή στη ζωή μιας γυναίκας, η γέννα. Με αυτό ως κεντρικό άξονα επιχειρώ να δείξω τι σημαίνει να είσαι μητέρα, τι σημαίνει να είσαι γυναίκα, τι σημαίνει να είσαι μια ξένη γυναίκα.

Με αφορά η κακοποίηση της γυναίκας σε όλες τις εκφάνσεις της. Εμπνέομαι από τις ιστορίες της μητέρας μου και των γυναικών με τις οποίες μεγάλωσα στην Αλβανία, καθώς και από τις προσωπικές μαρτυρίες των ηθοποιών με τις οποίες συνεργάστηκα», λέει ο Μάριο που γεννήθηκε στην Ελλάδα, τρίτο παιδί μιας οικογένειας μεταναστών, που όταν ήταν μόλις ενός έτους πήγε στην Αλβανία, στη γιαγιά του, έξω από τα Τίρανα.

Θέλω να δουλεύω πάνω σε πράγματα που με καίνε. Αυτήν την περίοδο βιώνω ένα μεγάλο πένθος, έκλεισε ο κύκλος μιας ζωής στην Αλβανία – η ταβέρνα του πατέρα μου, τα φαγητά μας, το άρωμά τους, το σπίτι του. Toν πατέρα μου, τη μητριά μου, που ήταν δεύτερη μητέρα μου, θα ήθελα να τους δω ανάμεσα στους θεατές, μου λείπουν. Δουλεύοντας το υλικό, αυτό το πένθος έχει πάρει μια άλλη διάσταση, αλλά νιώθω ότι θα με απασχολούν πάντα ο θάνατος και η ζωή.

«Υπήρχε η αίσθηση του χωριού εκεί, είχαμε κότες, τα πρόβατα πέρναγαν έξω από το σπίτι, είχαμε τον νερουλά, τον γαλατά. Τα θυμάμαι πολύ έντονα όλα αυτά, όπως και το περιβάλλον, που ήταν παραμυθένιο. Ήμασταν μεγάλη οικογένεια, πολλά ξαδέλφια, είχαμε φτώχεια, έτρωγες με το μέτρο, ένα αυγό κάθε παιδί. Ήταν υπέροχα χρόνια όμως, καθόλου βασανιστικά, τώρα τα καταλαβαίνω περισσότερο».

Η Αθήνα, όταν η μητέρα του τον έφερε τελικά εδώ, δεν του άρεσε καθόλου, του φαινόταν παράξενη και μεγάλη, άγνωστη, με πολλά φώτα. Το τραύμα του αποχωρισμού από τη γιαγιά του ήταν πολύ έντονο, μία από τις πιο δυνατές εμπειρίες της ζωής του. Θυμάται τη μητέρα του να δουλεύει από τις 5 τα ξημερώματα μέχρι τη νύχτα ως καθαρίστρια, ενώ εκείνος έμενε με τις αδελφές του, που σήμερα ζουν στο Λονδίνο και εργάζονται η μια ως ψυχολόγος και η άλλη σε μια πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία.

Μάριο Μπανούσι Facebook Twitter
Ακόμα και τις φωτογραφίες της παράστασης θέλω να κάνω γιατί η φωτογραφία είναι ένα πάθος μου, ασχολούμαι πολύ. Φωτο: Μάριο Μπανούσι
Μάριο Μπανούσι Facebook Twitter
Σχεδιάζω φωτογραφικά πρότζεκτ και αυτό το υλικό είναι στην ουσία και θεατρικό. Goodbye, Lindita/Μάριο Μπανούσι

Στο σχολείο ήταν ζωηρός, μέτριος μαθητής και άτακτος. Το μόνο που τον ηρεμούσε ήταν η ζωγραφική, «έκανα φίλους, μου έμοιαζαν όλα ωραία, ωστόσο, κάτω από το χαλί, υπήρχε το "τι όμορφο παιδάκι είσαι εσύ, δεν μοιάζεις με Αλβανό, τι ωραία μιλάς ελληνικά, δεν μοιάζεις με Αλβανό". Αυτό σκέφτομαι σήμερα όταν γυρνάω στο παρελθόν, όπως και το ότι είχα άλλη αντιμετώπιση από ορισμένους, ακόμα και δάσκαλους. Σαν να μην έβλεπαν την προσπάθεια που έκανα – αυτό με χαρακτήριζε κιόλας. Είχα το παράπονο "μα, δεν βλέπετε τι έκανα"; Ωστόσο, προσαρμόστηκα. Βέβαια, έλεγα ότι θα γίνω ζωγράφος και κανένας δεν μου έδινε σημασία».

Ο Μάριο διάβαζε με μανία Ζωρζ Σαρρή και ταξίδευε μέσα από τις ιστορίες της, έβλεπε πολύ κινηματογράφο, ταινίες παλιές, κλασικές, αλβανικές, σε DVD, αυτό όμως που τον γοήτευε περισσότερο ήταν να κάνει παρέα και να ακούει ιστορίες από γυναίκες πολύ μεγαλύτερές του, γιαγιάδες, με τις οποίες καθόταν ατέλειωτες ώρες. Με μία από αυτές, την Τασία, που ήταν 80 χρονών, έμειναν φίλοι μέχρι τον θάνατό της – έκανε κοπάνα από το σχολείο για να πάει στην κηδεία της και να την αποχαιρετήσει. Στα χρόνια του λυκείου άρχισε να συναναστρέφεται με φίλους που τους ενδιέφεραν τα καλλιτεχνικά, έγραφαν τραγούδια, έβλεπαν ταινίες. Δύο συναντήσεις καθόρισαν σχεδόν «μοιραία» το μέλλον του.

«Ήθελα να μπω στην Καλών Τεχνών, αλλά ήταν δύσκολο να κάνω φροντιστήριο. Ήθελε χρήματα που δεν υπήρχαν και μετά συνάντησα μια φίλη που μου είπε ότι ήταν στη Δραματική. Δεν είχα ιδέα τι εννοούσε, αλλά μου γνώρισε διάφορο κόσμο και κατάλαβα ότι αυτό ήθελα να κάνω. Έτσι έδωσα εξετάσεις και πέρασα στο Ωδείο Αθηνών πριν καλά καλά κλείσω τα δεκαοκτώ. Μου έκανε εντύπωση το ότι υπήρχαν άτομα που ήταν συνειδητά εκεί. Πιστεύω ότι αν κάνεις σπουδές μεγαλύτερος, έχεις άλλη εμπειρία. Και μια και το συζητάμε τώρα πολύ, η αξία των καλλιτεχνικών σπουδών είναι μεγάλη. Εκεί είναι όλη σου η ζωή για τρία χρόνια, εκεί αναπνέεις, δεν κάθεσαι στα καφενεία και απλώς δίνεις εξετάσεις, δουλεύεις νυχθημερόν».

Μάριο Μπανούσι Facebook Twitter
Το μόνο που τον ηρεμούσε ήταν η ζωγραφική, «έκανα φίλους, μου έμοιαζαν όλα ωραία, ωστόσο, κάτω από το χαλί, υπήρχε το "τι όμορφο παιδάκι είσαι εσύ, δεν μοιάζεις με Αλβανό, τι ωραία μιλάς ελληνικά, δεν μοιάζεις με Αλβανό". Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Τα χρόνια της σχολής τα έχει στο μυαλό του ως τα πιο απελευθερωτικά, τα αποκαλεί «μαγικά». Έμπαινε στο κτίριο και χανόταν, ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκε βεβαιότητα. «Στη σχολή άρχισα να νιώθω ελευθερία. Είναι η πρώτη φορά που έλεγα ότι το όνομά μου είναι Μάριο και όχι Μάριος, όπως με έλεγαν στο σχολείο – καταλαβαίνω γιατί όλοι οι μετανάστες εξελληνίζουμε τα ονόματά μας, αλλά είναι μια διαδικασία που μας κάνει να τρέχουμε χρόνια με τα χαρτιά μας. Αυτό το "ς", που σε άλλους φαίνεται ασήμαντο, ήταν η ταυτότητά μου, σαν μια πέτρα στο όνομά μου, ήταν σοβαρό για μένα.

Η μητέρα μου έκανε τα πάντα για να σπουδάσω, αυτό θέλω να το τονίσω. Είναι μια μαχήτρια, πλήρωσε τις σπουδές μου με αίμα, γι' αυτό της αφιερώνω όλα τα έργα μου και γιατί είναι μια γυναίκα που ήρθε με τα πόδια από την Αλβανία, μεγάλωσε τρία παιδιά και τα σπούδασε και βίωσε έναν σεξισμό αδιανόητο από τα αφεντικά της – κι αυτό το έβλεπα με τα μάτια μου, όταν πήγαινα μαζί της και τη βοηθούσα να καθαρίζει. Σήμερα που έχει έναν φούρνο, κάθε μέρα το παλεύει απίστευτα, είναι είδωλο η μητέρα μου», λέει.

Η δεύτερη συνάντηση που διαμόρφωσε τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τις παραστατικές τέχνες συνέβη όταν ήταν στη Γ' Λυκείου, σε ένα ερασιτεχνικό θεατρικό εργαστήριο, όπου γνώρισε τη Χρυσή Βιδαλάκη, ηθοποιό, ψυχοθεραπεύτρια και συνδημιουργό των έργων του. Μαζί έφτιαξαν τη «Ραγάδα».

Η Χρυσή συντόνιζε εργαστήρια με ερασιτέχνες, έκανε θέατρο-ντοκουμέντο και άνοιξε έναν άλλο κόσμο στον Μάριο και στους υπόλοιπους, πηγαίνοντάς τους να δουν Παπαϊωάννου και Τερζόπουλο, δείχνοντάς τους βίντεο με την Αμπράμοβιτς. Ο Μάριο άρχισε να συντονίζει μαζί της εργαστήρια ερασιτεχνών, ήδη από τα χρόνια της σχολής, και εκεί κατάλαβε, μέσω των γυναικών που συμμετείχαν και ήταν πάνω από πενήντα ετών, τι σημαίνει να είναι κάποιος ανοιχτός σε συγκίνηση και συναισθήματα. Εκεί κατάλαβε τι σημαίνει να έχεις δασκάλους που δεν σε αντιμετωπίζουν επιπόλαια, αλλά με ευαισθησία.

«Όσο σπούδαζα και έκανα και τα μαθήματα στους ερασιτέχνες κατάλαβα ότι αυτοί οι "ερασιτέχνες" που καμιά φορά κοροϊδεύουμε κάνουν πράγματα πολύ πιο δυνατά από τα έργα που βλέπω και φέρνουν υλικό που σε κάνουν να μένεις με το στόμα ανοιχτό. Δεν είναι ερασιτεχνικό, είναι αληθινό αυτό που κάνουν», λέει.

Μάριο Μπανούσι Facebook Twitter
Ο κόσμος των γυναικών είναι κάτι που με ενδιαφέρει, με εμπνέει και μου ανοίγει δρόμους. Φωτο: Μάριο Μπανούσι

Το ενδιαφέρον του για τη σκηνοθεσία ξεκίνησε τα χρόνια της σχολής, χωρίς να το συνειδητοποιεί. «Ντρεπόμουν, αλλά ήθελα να τα κάνω όλα, ακόμα και τα σκηνικά, γιατί κατάλαβα ότι η αισθητική με ενδιαφέρει βαθιά. Ακόμα και στις πτυχιακές εξετάσεις έκανα το σκηνικό, αλλά δεν είπα ποτέ "θα γίνω σκηνοθέτης". Ακόμα και τις φωτογραφίες της παράστασης θέλω να κάνω γιατί η φωτογραφία είναι ένα πάθος μου, ασχολούμαι πολύ. Αυτό κάνω και στο θέατρο, είναι εικαστική η παράσταση, σκηνή-σκηνή συντίθεται μια φωτογραφία, ένας πίνακας. Σχεδιάζω φωτογραφικά πρότζεκτ και αυτό το υλικό είναι στην ουσία και θεατρικό.

Έχω μια σειρά με γυναίκες, ανάμεσά τους και κάποιες σε μεγάλη ηλικία – ο κόσμος των γυναικών είναι κάτι που με ενδιαφέρει, με εμπνέει και μου ανοίγει δρόμους. Τις φωτογραφίες θέλω να τις παρουσιάσω και αυτόνομα, αλλά αν δεν είσαι γνωστός, λίγοι τολμούν. Ωστόσο ο Γεράσιμος Καππάτος, με τον οποίο έκανα το πρώτο βήμα, μπόρεσε να με εμπιστευτεί. Κάτι τέτοιο σε κάνει να προχωράς με άλλο θάρρος.

Τη "Ραγάδα" την κάναμε με χρήματα από την τσέπη μας, είχαμε αγωνία αν θα έρθει κόσμο. Εκεί με είδε ο Γιώργος Κουτλής, που έχει αναλάβει την Πειραματική, εκεί με είδε και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού, ο κ. Μόσχος, και μου είπε να κάνω μια πρόταση για την Πειραματική. Έτσι σκέφτηκα αυτό το Goodbye, Lindita για να αποχαιρετήσω και να τιμήσω τη Λιντίτα, τη δεύτερη γυναίκα του πατέρα μου, που πέθανε τρεις μέρες μετά από εκείνον.

Όπως και στη "Ραγάδα", και στη "Λιντίτα" αλλά και στα επόμενα έργα που θα κάνω –δεν θέλω να λέω μεγάλα λόγια–, χρησιμποποιώ προσωπικά στοιχεία, γιατί αλλιώς νιώθω ότι δεν λειτουργεί η διαδικασία. Θέλω να δουλεύω πάνω σε πράγματα που με καίνε. Αυτήν την περίοδο βιώνω ένα μεγάλο πένθος, έκλεισε ο κύκλος μιας ζωής στην Αλβανία – η ταβέρνα του πατέρα μου, τα φαγητά μας, το άρωμά τους, το σπίτι του. Toν πατέρα μου, τη μητριά μου, που ήταν δεύτερη μητέρα μου, θα ήθελα να τους δω ανάμεσα στους θεατές, μου λείπουν.

Δουλεύοντας το υλικό, αυτό το πένθος έχει πάρει μια άλλη διάσταση, αλλά νιώθω ότι θα με απασχολούν πάντα ο θάνατος και η ζωή. Είναι κάτι δικό μου, αλλά ο θεατής δεν θα δει την ιστορία του Μάριο, μια αυτοβιογραφική παράσταση, η ιστορία μου υπάρχει μόνο βαθιά στον πυρήνα. Με αυτήν άνοιξε ένα πεδίο που περιλαμβάνει τη θρησκεία, ταφές, βαφτίσια, αλλαγές ονομάτων. Κατά τη γνώμη μου, αυτά τα έθιμα είναι βαθιά βαλκανικά και δεν κλειδώνουν ποτέ.

Ζωγραφίζω τις σκηνές και δουλεύω σαν να έκανα σινεμά. Από αυτήν τη διαδικασία ξυπνούν μνήμες στον θεατή, κοινές και διαφορετικές, ριζωμένες όμως μέσα μας βαθιά. Είναι μια πρόκληση οι πρόβες, το να γνωρίσεις τους άλλους, θέλω να τους βάλω στον κόσμο μου κι εγώ να μπω στον δικό τους. Εμένα δεν με ενδιαφέρει τόσο να κάνω κάτι όμορφο όσο κάτι που έχει μια ιστορία να πει σε όλους και στον καθένα ξεχωριστά». 

Μάριο Μπανούσι Facebook Twitter
Στη σχολή άρχισα να νιώθω ελευθερία. Είναι η πρώτη φορά που έλεγα ότι το όνομά μου είναι Μάριο και όχι Μάριος, όπως με έλεγαν στο σχολείο – καταλαβαίνω γιατί όλοι οι μετανάστες εξελληνίζουμε τα ονόματά μας, αλλά είναι μια διαδικασία που μας κάνει να τρέχουμε χρόνια με τα χαρτιά μας. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Βρικόλακες» του Ίψεν: Η οικογένεια σκοτώνει την επιθυμία

Κριτική Θεάτρου / «Βρικόλακες» του Ίψεν: Η οικογένεια σκοτώνει την επιθυμία

Μηδαμινό παιχνίδι σκιάς και φωτός, παλιακή υπογράμμιση των «σημαντικών» φράσεων μέσω μουσικής υπόκρουσης, ασήμαντα πήγαινε-έλα-κάθισε υπονομεύουν την παράσταση της Κεντρικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Κάμαρες»: Ο Ευριπίδης Λασκαρίδης μάς καλεί στο παραισθησιογόνο σύμπαν του

Θέατρο / «Κάμαρες»: Ο Ευριπίδης Λασκαρίδης μάς καλεί στο παραισθησιογόνο σύμπαν του

Η νέα δημιουργία του διεθνούς καλλιτέχνη, στο πλαίσιο της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, είναι ένα αναπάντεχο κοκτέιλ ιδεών και υλικών που ερεθίζει τη φαντασία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Νικορέστης Χανιωτάκης

Θέατρο / Νικορέστης Χανιωτάκης: «Να γνωρίζουμε ανθρώπους και να ανταλλάσσουμε ιστορίες»

Ίσως ο πιο παραγωγικός σκηνοθέτης του ελληνικού θεάτρου αυτήν τη στιγμή, ο Νικορέστης Χανιωτάκης υπογράφει τη φετινή σεζόν έξι παραστάσεις και μας λύνει την απορία πώς τα καταφέρνει να είναι τόσο ενεργός και τόσο χαμηλών τόνων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ