O Γιώργος Κουμεντάκης μας εξηγεί πώς μεταμόρφωσε σε όπερα την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη.

O Γιώργος Κουμεντάκης μας εξηγεί πώς μεταμόρφωσε σε όπερα την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Facebook Twitter
0
O Γιώργος Κουμεντάκης μας εξηγεί πώς μεταμόρφωσε σε όπερα την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Facebook Twitter
Κατά τον συγγραφέα αυτή η αγράμματη γυναίκα είχε «εξαρθεί εις ανώτερα ζητήµατα». Που σημαίνει ότι οι φόνοι της ανήκουν στην τάξη του συμβολικού και της θεολογίας... Φωτό: Βασίλης Μακρής

Μια ελαφριά κατασκευή, ένας οικισμός δίπλα στη θάλασσα, κυριαρχεί στη σκηνή της αίθουσας Τριάντη. Η σκηνική εγκατάσταση του Πέτρου Τουλούδη λειτουργεί στον αντίποδα της βαριάς ψυχικής διάθεσης της Φραγκογιαννούς, της Φόνισσας, αυτού του συναρπαστικού προσώπου που συνέλαβε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης το 1903 και που, τόσα χρόνια μετά, εξακολουθεί να εμπνέει νέα έργα τέχνης. Τώρα μια όπερα, που πήρε τρία χρόνια στον Γιώργο Κουμεντάκη να την ολοκληρώσει. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά γεμίζουν τον σκηνικό χώρο, αφού η φιλόδοξη πρόταση απαιτεί τέσσερις χορωδίες (ανδρών, γυναικών, παιδιών και τέσσερις μοιρολογίστρες που τραγουδούν πολυφωνικά της Ηπείρου) για να ζωντανέψει το ανθρώπινο τοπίο, απέναντι στο οποίο θα σταθεί, σαν άγγελος-τιμωρός, η Φόνισσα.

Το μήνυμα θα μπορούσε να είναι το εξής: όταν εμποδίζεται η ζωή, ο φόνος είναι πέραν του καλού και του κακού, είναι αποκάλυψη-μάθημα και προειδοποίηση.


Η Φραγκογιαννού σκοτώνει τα κοριτσάκια για να τα προφυλάξει από τα δεινά που τους επιφυλάσσει η ζωή. Λίγο πριν από τον φόνο της εγγονής της εκφράζει την εξής απορία: «[...] δεν έπρεπε τω όντι, αν δεν ήσαν τυφλοί οι άνθρωποι, να βοηθούν τη µάστιγα, τη διά πτερών Αγγέλων πλήττουσαν, αντί να ζητούν να την εξορκίσουν; [...] ∆εν έπρεπεν ηµείς, ως καλοί χριστιανοί, να βοηθώµεν το έργον των Αγγέλων;». Η Εγκληµατολογία αναγνωρίζει στη σκέψη της «τεχνικές εκλογίκευσης ή εξουδετέρωσης», με τη βοήθεια των οποίων ο φόνος µικρών κοριτσιών επιβάλλεται ως προέκταση του έργου των αγγέλων και άρα ως οιονεί θρησκευτικό καθήκον.


Κατά τον συγγραφέα, όμως, αυτή η αγράμματη γυναίκα είχε «εξαρθεί εις ανώτερα ζητήµατα». Που σημαίνει ότι οι φόνοι της ανήκουν στην τάξη του συμβολικού και της θεολογίας. Ίσως γι' αυτό ο Παπαδιαμάντης δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να πιάσουν τη Φόνισσα και να την τιμωρήσουν με τους νόμους τους: η γυναίκα γυρίζει πίσω, εκεί όπου ανήκει, στη φύση, στη θάλασσα. Το μήνυμα θα μπορούσε να είναι το εξής: όταν εμποδίζεται η ζωή, ο φόνος είναι πέραν του καλού και του κακού, είναι αποκάλυψη-μάθημα και προειδοποίηση.
Οι πρώτοι στίχοι του έργου, πάντως, ξεγελούν για το θρίλερ που ακολουθεί: ανακαλούν νανουρίσματα από τη δημοτική παράδοση («Ο ύπνος τρέφει τα μωρά κι η γη τα μεγαλώνει, κι η Παναγιά Κυρα-Ψηλή τα καλοξημερώνει»). Και σε άλλα σημεία το λιμπρέτο του Γιάννη Σβώλου αξιοποιεί στίχους από τη δημοτική ποίηση – πρόκειται για στοιχείο που ανταποκρίνεται στις αναζητήσεις του Γιώργου Κουμεντάκη τα τελευταία δέκα χρόνια. Ο λόγος στον συνθέτη.

O Γιώργος Κουμεντάκης μας εξηγεί πώς μεταμόρφωσε σε όπερα την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Facebook Twitter
Η σκηνική εγκατάσταση του Πέτρου Τουλούδη λειτουργεί στον αντίποδα της βαριάς ψυχικής διάθεσης της Φραγκογιαννούς, της Φόνισσας, αυτού του συναρπαστικού προσώπου που συνέλαβε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης το 1903 και που, τόσα χρόνια μετά, εξακολουθεί να εμπνέει νέα έργα τέχνης... Φωτό: Βασίλης Μακρής

«Η Φόνισσα ξεκίνησε ως ιδέα του Γιάννη Σβώλου. Αρχικά σκεφτόμασταν μια όπερα δωματίου, κάτι σαν σύμπτυξη της ιστορίας του Παπαδιαμάντη. Όταν ο Μιχαηλίδης μου έκανε πρόταση συνεργασίας με τη Λυρική και συμφωνήσαμε για τη Φόνισσα, το σχέδιο άλλαξε και προσανατολιστήκαμε στη δημιουργία μιας κανονικής όπερας. Οπότε, ξεκινήσαμε από την αρχή, αφήνοντας στην άκρη τη αρχική ιδέα.


Έγραψα τη μουσική με γραμμικό τρόπο, δηλαδή δεν ανακάτευα τις πράξεις. Προχωρούσα βήμα-βήμα, ακολουθώντας την εξέλιξη της πρωτότυπης ιστορίας. Ο Σβώλος μου έδινε σωρευτικό και εκτενές υλικό, από το οποίο κατέληγα στο κείμενο που χρειαζόμουν για το μουσικό έργο. Η σύνθεση της μουσικής, η ενορχήστρωση, η μελοποίηση και η δραματουργία γίνονταν ταυτοχρόνως, τα έκανα όλα μαζί, σκηνή τη σκηνή, με τρόπο τέτοιο, που όλα τα στοιχεία να έχουν οργανική σχέση και εξέλιξη. Γι' αυτό και δεν μπορεί να λείπει τίποτα από τη μορφή που πήρε τελικά το έργο. Είναι μια δομή ακριβής, που απαιτεί καλή συνεργασία απ' όλους όσους συμμετέχουν στη σκηνική του πραγμάτωση – και δεν είναι λίγοι: ορχήστρα, σολίστες, τέσσερις χορωδίες, όργανα επί σκηνής».
-Η σκηνική πράξη φωτίζει, αλλάζει, την εντύπωσή σας για το δημιούργημά σας; Γιατί, φαντάζομαι, ότι πρέπει να είναι αποκαλυπτική εμπειρία το να βλέπεις κάτι που έχεις συλλάβει εγκεφαλικά να αποκτά σώμα κι ανάσα.

O Γιώργος Κουμεντάκης μας εξηγεί πώς μεταμόρφωσε σε όπερα την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Facebook Twitter
Άνδρες, γυναίκες, παιδιά γεμίζουν τον σκηνικό χώρο, αφού η φιλόδοξη πρόταση απαιτεί τέσσερις χορωδίες (ανδρών, γυναικών, παιδιών και τέσσερις μοιρολογίστρες που τραγουδούν πολυφωνικά της Ηπείρου) για να ζωντανέψει το ανθρώπινο τοπίο, απέναντι στο οποίο θα σταθεί, σαν άγγελος-τιμωρός, η Φόνισσα... Φωτό: Βασίλης Μακρής


Στο καθαρά μουσικά μέρος, αυτό που φαντάστηκα δεν έχει απόκλιση από αυτό που ακούω. Δεν έκανα καμία διόρθωση. Στο κομμάτι της σκηνικής απόδοσης, όμως, η εμπειρία είναι συγκλονιστική. Μέχρι πρότινος έβλεπα τα πρόσωπα ως ιδέες, δεν τα είχα προσωποποιήσει μέσα μου, μου ήταν αδύνατο να φανταστώ πώς μπορούσε να είναι η όψη αυτού του έργου. Όταν ο Τουλούδης έφερε τα σκηνικά, έγιναν τα κοστούμια και ο Αλέξανδρος Ευκλείδης άρχισε να στήνει την παράσταση, μπόρεσα επιτέλους να αναπληρώσω αυτό που μου έλειπε τρία χρόνια που δούλευα τη Φόνισσα: είδα το έργο να ζωντανεύει και το φαντασιακό να γίνεται υλικό με καθαρότητα και σαφήνεια. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα μπορούσε να πάρει μια τέτοια όψη και μια τέτοια προέκταση. Πάντα σκεφτόμουν κάτι λιγότερο απ' αυτό που τελικά έδωσαν οι συνεργάτες μου.

Η ταχύτητα, το να καταναλώνεις γρήγορα και να προχωράς παρακάτω, έχει επηρεάσει και τον τρόπο που προσεγγίζουμε την καλλιτεχνική δημιουργία.

Και απ' όσο είδα στην πρόβα, αποφεύχθηκε ο κίνδυνος να ξεφύγει η όψη προς «φολκλορικές» λύσεις.
Δεν υπάρχει τίποτα φολκλόρ ούτε στην όψη, ούτε στη σκηνοθεσία. Αυτό, βέβαια, έχει να κάνει με τη μουσική. Δηλαδή, ο τρόπος που δουλεύω το μουσικό μέρος έχει τη δύναμη να υπερβεί τη συνήθη οπερατική σύμβαση. Η μουσική μου προσπαθεί να φτάσει στα έγκατα, στο βάθος των πραγμάτων. Είναι κάτι σαν ψυχολογικό ταξίδι αυτό το έργο. Νιώθω ότι η μουσική της Φόνισσα, ακολουθώντας τον ψυχισμό της ηρωίδας, σε βάζει σε μια ατμόσφαιρα σαν σε ταινία θρίλερ.


Μια δεκαετία τώρα δοκιμάζετε τον τρόπο που η ελληνική παραδοσιακή μουσική μπορεί να γονιμοποιήσει ένα σύγχρονο μουσικό ιδίωμα, μοντερνιστικό, όπως το δικό σας. Αυτό προσπαθείτε και στη Φόνισσα. Πώς αποτυπώνεται αυτή η αναζήτηση στη μουσική σας;
Η παραδοσιακή μουσική αφορά ένα κομμάτι της ζωής μου πολύ ζωντανό, επειδή έχω μεγαλώσει στην Κρήτη. Κουβαλούσα την κρητική μουσική, το βυζαντινό μέλος, τα λαϊκά ακούσματα μιας γειτονιάς στο Ρέθυμνο, αλλά ήταν μια παρακαταθήκη που είχα καταπιέσει, ακολουθώντας τη γραμμή του ευρωπαϊκού μοντερνισμού, με τις συγκεκριμένες εγκεφαλικές επιταγές του. Έπρεπε να ωριμάσουν διάφορα μέσα μου ώστε να μπορέσω να ελευθερώσω το μεσογειακό ταμπεραμέντο και να ανταποκριθώ στην πρόκληση της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής χωρίς συμπλέγματα και δισταγμούς. Αυτό συνέβη την τελευταία δεκαετία και η «απελευθέρωση» ήρθε εύκολα και φυσιολογικά, ζώντας αναλόγως (επιλέγοντας να ζήσω στην Τήνο). Η ίδια η μουσική μού έδειξε πώς μπορούσε να συμβεί η συνάντηση του παραδοσιακού με το σύγχρονο.

O Γιώργος Κουμεντάκης μας εξηγεί πώς μεταμόρφωσε σε όπερα την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Facebook Twitter
Νιώθω ότι η μουσική της Φόνισσα, ακολουθώντας τον ψυχισμό της ηρωίδας, σε βάζει σε μια ατμόσφαιρα σαν σε ταινία θρίλερ... Φωτό: Βασίλης Μακρής


Σε τι διαφέρει ο δικός σας τρόπος από ανάλογες προσπάθειες του παρελθόντος, του Καλομοίρη ή του Σκαλκώτα;
Δεν υπάρχει η εναρμόνιση με τον τρόπο των κλιμάκων και των διαστημάτων και των συγχορδιών που χρησιμοποιούν εκείνοι. Εγώ δεν παίρνω ένα παραδοσιακό μουσικό θέμα για να το αναπτύξω μέσα από τον δυτικό τρόπο, έρχεται ως μνήμη. Παρά τον πλούσια ενορχηστρωμένο ήχο, η σύνθεση βασίζεται στον απόλυτο μινιμαλισμό, στη χρήση του ελαχίστου. Δεν υπάρχουν συγχορδίες. Όλη η μουσική μου βασίζεται σε νότες, υπάρχουν μέρη που βασίζονται μόνο σε μία νότα. Κάθε νότα είναι σαν κουκούλι – γύρω της κινούνται κι άλλες δέκα-δεκαπέντε. Βρήκα έναν τρόπο, και στη σημειογραφία μου, να φτιάχνω τέτοιου είδους ποικίλματα γύρω από την κάθε νότα, ώστε να δημιουργείται πολύ μεγάλη ενέργεια. Έχουμε δηλαδή ένα ισοκράτημα και τα μουσικά θέματα που προκύπτουν από τη μνήμη – τα δύο δεν εναρμονίζονται αλλά συνυπάρχουν και «συνεργάζονται» στη χρήση του πιο βασικού πράγματος, της νότας που συγκρατεί όλο αυτό το σύμπλεγμα. Κάθε μουσικό θέμα είναι σαν ένα λάστιχο. Τεντώνοντας και χαλαρώνοντάς το, έχεις όλη την πλοκή της μελωδικής γραμμής – η οποία κινείται μόνη της, ομοφωνικά και μονοφωνικά.


Λέμε μινιμαλισμό κι έρχονται στο μυαλό μας Αμερικανοί και Ευρωπαίοι συνθέτες, αλλά η έννοια του ελαχίστου και της επαναληπτικότητας μας είναι οικεία από τη δική μας μουσική παράδοση, που έχει ακριβώς τις ίδιες συστατικές αρχές. Η κρητική μουσική βασίζεται σε μικρούς πυρήνες (κοντυλιές), όπως και η ποντιακή ή τα πολυφωνικά τραγούδια της Ηπείρου, που κι αυτά βασίζονται σε μικρούς πυρήνες αενάως επαναλαμβανόμενους. Οι απειροελάχιστες διαφορές, αποτέλεσμα των αυτοσχεδιασμών, δίνουν όλον αυτό τον πλούτο σε κάτι σχετικά μονότονο. Τι να τον κάνω, λοιπόν, τον αμερικανικό μινιμαλισμό, όταν μπορεί να με οδηγήσει η ελληνική μουσική; Αυτή η σκέψη με οδήγησε την τελευταία δεκαετία, και στρεφόμενος στην παραδοσιακή μουσική, διαπίστωσα πόσο γενναιόδωρη ήταν, πόσα μου ανταπέδωσε.

Ξέρω ότι αυτό που κάνω δεν είναι λαϊκό είδος κι έχω συναίσθηση ότι δεν απευθύνομαι στο μεγάλο κοινό. Δεν ήταν ποτέ συγκάτοικός μου, συνοδοιπόρος μου.


Κάποιοι δημιουργοί, και εσείς, υποστηρίζουν μια διαφορετική, ποιητική χρονικότητα, που δεν έχει σχέση με τον χρόνο όπως τον βιώνουμε στην καθημερινότητα. Το κοινό είναι κακομαθημένο, όμως, δυσκολεύεται...
Η ταχύτητα, το να καταναλώνεις γρήγορα και να προχωράς παρακάτω, έχει επηρεάσει και τον τρόπο που προσεγγίζουμε την καλλιτεχνική δημιουργία. Στην τέχνη δεν μπορεί όλα να είναι άμεσα καταναλώσιμα και εύπεπτα. Το καλλιτεχνικό έργο πρέπει να σε κρατάει σε μια απόσταση, ώστε να σε απασχολήσει για ένα διάστημα, να σε προκαλέσει να το κατακτήσεις. Τα πράγματα που μου αρέσουν τα κράτησα μέσα μου για μήνες, για χρόνια. Έχω ακόμη ακέραιη μέσα μου τη μνήμη του συναισθήματος που μου προκάλεσε πριν από χρόνια μια ταινία του Ταρκόφσκι. Γι' αυτό και αγαπώ τις τέχνες, γιατί οι καλές στιγμές τους γίνονται και στιγμές της προσωπικής μας ιστορίας. Τα έργα των σημαντικών δημιουργών αφήνουν το αποτύπωμά τους στη ζωή μας.
Το ζήτημα του χρόνου με απασχολεί χρόνια. Η πίεση της ταχύτητας ήταν ο λόγος που επέλεξα να ζήσω για 10 χρόνια στην Τήνο – ήθελα να ζήσω σ' έναν άλλον συμπαντικό χρόνο. Μακριά από την πόλη, την προχειρότητα των επαφών, τη βιασύνη, το φαστ στο φαγητό, στη φιλία, στον έρωτα. Έχανα τον προσανατολισμό μου – μεταφορικά μιλώντας. Αυτό που μένει στη ζωή μας δεν είναι απλώς και μόνο αυτό που αξίζει αλλά αυτό που θα του δοθεί ο χρόνος για να κατασταλάξει μέσα μας. Οι μεγάλες σχέσεις είναι με ανθρώπους με τους οποίους μπορείς να συζητήσεις ώρες. Είναι κάτι που αφορά την τέχνη, τη θρησκεία, την πολιτική, όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Με τρομάζει όλη αυτή η πίεση χρόνου για να βγουν τα νούμερα στο πεδίο της πολιτικής και της οικονομίας – μόνο αποτυχία υπόσχεται.

O Γιώργος Κουμεντάκης μας εξηγεί πώς μεταμόρφωσε σε όπερα την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Facebook Twitter
Αυτό που μένει στη ζωή μας δεν είναι απλώς και μόνο αυτό που αξίζει αλλά αυτό που θα του δοθεί ο χρόνος για να κατασταλάξει μέσα μας. Οι μεγάλες σχέσεις είναι με ανθρώπους με τους οποίους μπορείς να συζητήσεις ώρες... Φωτό: Βασίλης Μακρής


Δημοσιεύθηκε τις προάλλες μια έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών που χαρτογραφούσε το πολιτιστικό προφίλ των Αθηναίων. Αυτοί που πηγαίνουν σε κοντσέρτα ή σε παραστάσεις όπερας αγγίζουν ένα ποσοστό γύρω στο 9% του συνολικού δείγματος. Και, γενικά, τις πιο δύσκολες, τις πιο απαιτητικές μορφές τέχνης τις ακολουθούν οι λιγότεροι. Αποθαρρυντικό;
Ξέρω ότι αυτό που κάνω δεν είναι λαϊκό είδος κι έχω συναίσθηση ότι δεν απευθύνομαι στο μεγάλο κοινό. Δεν ήταν ποτέ συγκάτοικός μου, συνοδοιπόρος μου. Αυτό που συμβαίνει, πάντως, είναι ότι η δύσκολη τέχνη, αυτή που προορίζεται για μικρότερο κοινό, προχωρεί τα πράγματα και συμβάλλει καίρια ακόμα και στην εξέλιξη της ποπ κουλτούρας. Ο Ξενάκης είναι ένα καλό παράδειγμα: τα έργα του προορίζονταν για περιορισμένο κοινό, αλλά στην πορεία του χρόνου οι θεωρίες του και ο τρόπος που χειρίστηκε στη μουσική σε σχέση με τα μαθηματικά, την αρχιτεκτονική και τη φιλοσοφία επηρέασε πολλούς άλλους δημιουργούς, μουσικούς της ποπ και DJs, έγινε installation και μουσικό θέατρο. Έχει, ερήμην του, πολύ μεγάλη επιδραστικότητα. Ελπίζω τέτοιου είδους έρευνες να μη δίνουν άλλοθι στους κυβερνώντες για να μειώσουν κι άλλο την, ούτως ή άλλως ελάχιστη, οικονομική υποστήριξη προς τους πολιτιστικούς οργανισμούς. Η πολιτεία οφείλει να προστατεύει και να υποστηρίζει τους χώρους και τους δημιουργούς που παράγουν την τέχνη που κάνει τα πράγματα να προχωρούν. Άλλωστε, έχουν και τα μικρότερα σύνολα των πολιτών δικαιώματα, εν προκειμένω αυτό το 10% που θέλει να βλέπει όπερα και να παρακολουθεί συναυλίες συμφωνικής μουσικής.

Η φόνισσα
Ποιητικό κείμενο: Γιάννης Σβώλος, βασισμένο στο ομώνυμο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη
Μουσική διεύθυνση: Βασίλης Χριστόπουλος
Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Ευκλείδης

Πρεμιέρα 19 Νοεμβρίου
19, 21, 23, 26 Νοεμβρίου

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη
Παγκόσμια πρώτη παρουσίαση - Παραγγελία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Ώρα έναρξης: 20.00

 

Σκηνικά: Πέτρος Τουλούδης
Κοστούμια: Πέτρος Τουλούδης - Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Βινίτσιο Κέλι
Παραγωγή video: Aνδρέας Δικτυόπουλος
Διεύθυνση xορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Διεύθυνση παιδικής χορωδίας: Μάτα Κατσούλη

Φραγκογιαννού (Φόνισσα): Ειρήνη Τσιρακίδου (19, 23/11), Τζούλια Σουγλάκου (21, 26/11)
Μαρουσώ: Έλενα Κελεσίδη (19, 23/11), Μαρίνα Φιδέλη (21, 26/11)
Ιωάσαφ: Τάσος Αποστόλου
Δελχαρώ: Γεωργία Ηλιοπούλου (19, 23/11), Ζωή Κάππου (21, 26/11)
Γιάννης Περιβολάς: Κωστής Ρασιδάκης (19, 23/11), Κωστής Μαυρογένης (21, 26/11)
Γιαννού: Ινές Ζήκου (19, 23/11), Ελένη Δάβου (21, 26/11),
Μάνα Ξενούλας: Ευδοκία Χατζηιωάννου
Αστυνόμος Α: Νίκος Στεφάνου (19, 21, 26/11), Δημήτρης Ναλμπάντης (23/11)
Ειρηνοδίκης: Βαγγέλης Μανιάτης (19, 21, 23/11, Νικόλαος Καραγκιαούρης (26/11)
Αστυνόμος Β/Πάρεδρος: Δημήτρης Ναλμπάντης (19, 21, 26/11),  Χαράλαμπος Βελισσάριος (23/11)
Kρινιώ: Νίκη Χαζιράκη (19, 23/11), Ζένια Αρτζέντη (21, 26/11)
Toύλα: Βάσια Ζαχαροπούλου (19, 23/11),  Δήμητρα Κωτίδου (21, 26/11)
Μυρσούδα: Θεοδώρα Μπάκα (19, 23/11), Μιράντα Μακρυνιώτη (21, 26/11)
Γιατρός: Διονύσης Τσαντίνης
Αμέρσα: Ινές Ζήκου (19, 23/11),  Ελένη Δάβου (21, 26/11)
Κωνσταντής: Βαγγέλης Μανιάτης (19, 23/11),  Νικόλαος Καραγκιαούρης (21, 26/11)


Πολυφωνικό Σύνολο: Ειρήνη Δερέμπεη, Μαρία Μελαχροινού, Μάρθα Μαυροειδή, Μαρία Κώττη

Συμμετέχουν η Ορχήστρα, η Χορωδία και η Παιδική Χορωδία της ΕΛΣ στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής της αποστολής

0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ