Θα είναι, άραγε, η συντέλεια του κόσμου τόσο παρωχημένη;

Θα είναι, άραγε, η συντέλεια του κόσμου τόσο παρωχημένη; Facebook Twitter
«Τα δώρα της νύχτας» (όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος) πρέπει να ανοιχθούν με προσοχή: το περιεχόμενο του έργου, η πλοκή και οι ιδέες του, έχουν κάτι θεσπέσια παρανοϊκό. Φωτ.: Πάνος Γιαννακόπουλος
0

Πού θα συμβεί η συντέλεια του κόσμου;

Σ’ ένα δωμάτιο διακοσμημένο σαν τον Πανάγιο Τάφο.

Σ’ αυτό το δωμάτιο όπου επιστρέφει κάθε βράδυ ο Λίνος, έχοντας διασχίσει την πολυώροφη σεξουαλική ζούγκλα του κλαμπ «Master Tower», έχοντας γευτεί αμέτρητες δερματικές επιφάνειες, εκκρίσεις και οσμές, έχοντας σπαταληθεί δίχως ανταμοιβή, έχοντας απολέσει κάθε ελπίδα ανεύρεσης του πολυπόθητου, αυτού που χρόνια τώρα ψάχνει εμμονικά, αυτού που κάποτε είδε ξαφνικά και δεν θα δει ποτέ ξανά, αυτού που τον κυρίευσε ολοκληρωτικά κι έκτοτε τον κατατρώει συστηματικά. Τι κι αν οι γονείς του προσεύχονται πυρετωδώς να ξαναγεννηθεί, τι κι αν η απελπισμένη απ’το κλαμπ δηλώνει πως το παιδί του κυοφορεί, τίποτε δεν τον συγκινεί∙ τόσα δάκρυα, τόσα παρακαλετά, κι όμως δεν λιώνει ο πάγος που του παραλύει την καρδιά.

Θα χρειαστούν πολύ περισσότερα για να γκρεμιστεί το πένθος. Συνειδήσεις πρέπει να μετακινηθούν, αγνοούμενοι να ξαναβρεθούν, μάρμαρα να εξαϋλωθούν, στρατοί να ξεχυθούν, πολλαπλά θαύματα να πραγματοποιηθούν: πώς αλλιώς θ’ αναστηθεί ο νεκρός, πώς αλλιώς θα ξαναπιστέψει ο απολωλός;

Κανένας δεν έχει μπει στον κόπο να δημιουργήσει ένα σύμπαν με νόημα, ένα σύμπαν όπου όλα αυτά τα παράξενα και τα ακραία να σημαίνουν κάτι – ακόμη κι αν στόχος είναι να αποδειχθεί πως δεν σημαίνουν τελικά τίποτα και μόνο μια στάση απέραντης ειρωνείας απομένει σήμερα ως πικρή επιλογή ή ως ταιριαστό σχόλιο.  

Το συναρπαστικό κείμενο του Δημητριάδη προκαλεί επί σκηνής έναν κόσμο υπερβολικό, εξωφρενικό, εκτός ελέγχου, εκτός Νόμου, εκτός πιθανοφάνειας, έναν κόσμο όπου η αχαλίνωτη ορμή της φαντασίας θεριεύει, οργιάζει, επιφέρει πανζουρλισμό, αποσυντονισμό, χάος: το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία ξεπηδάει από το στέρνο ενός εφήβου που επιμένει πως είναι ο γλύπτης Φειδίας∙ ο στυγερότερος εγκληματίας της οικουμένης, ο ηγέτης του Στρατού του Απόλυτου Ήλιου, ο ψυχοπαθής νάρκισσος επιχειρηματίας Αυγουστίνος Ρόδης εκβιάζει και χειραγωγεί τους πάντες, κλέβει το άγαλμα κι εξαφανίζεται για να κυριεύσει τον πλανήτη∙ η απελπισμένη Ντέα σκοτώνει το αγέννητο παιδί της∙ το δωμάτιο ενός μικροαστικού σπιτιού διαστέλλεται σε πεδίο γιγαντομαχίας, οι πατέρες του χριστιανισμού συγκρούονται εκ νέου με τους αρχαίους θεούς, ο χρόνος και ο χώρος ραγίζουν, οι τοίχοι μετακινούνται, τα σκυλιά γαβγίζουν, τα τεθωρακισμένα πλησιάζουν, ένας αθώος σφαγιάζεται από τον πατέρα του κι ένας άλλος αυτοκτονεί παραδομένος στη λύσσα του πλήθους. Μέσα σε λίγη ώρα έχουμε διατρέξει αιώνες τυφλότητας και αιματοχυσίας. Μέσα σε λίγη ώρα έχει στηθεί ενώπιόν μας μια κωμικοτραγική μικρογραφία της Αποκάλυψης.

Θα είναι, άραγε, η συντέλεια του κόσμου τόσο παρωχημένη; Facebook Twitter
Παρακολουθούμε τις εξελίξεις αμέτοχοι, σαν να λογομαχούν μπροστά μας τσιτωμένοι παπάδες, αμήχανα αγόρια και κατσουφιασμένες χορεύτριες. Φωτ.: Πάνος Γιαννακόπουλος

Ούτε οι παλιοί ούτε οι νέοι θεοί μπορούν να μας σώσουν, η κάποτε ολέθρια αναμέτρησή τους φαντάζει πλέον ως παρωδία. Το Κράτος και η Εκκλησία ενώνουν και διαχωρίζουν τις ανάσες τους σε αέναους κύκλους υποκρισίας και δολοπλοκίας. Ο πλανήτης μεταλλάσσεται εν τάχει σε πελώριο «Master Tower». Η οικογένεια διαλύει και διαλύεται, ενώ ο έρωτας, το μόνο πράγμα που διατηρεί ακόμα τη μεταμορφωτική λάμψη του, οδηγεί κι αυτός στον θάνατο. Οι νεαροί εραστές σμίγουν μετά από χρόνια, μόνο και μόνο για να καταλήξουν αιμόφυρτοι κάτω από μια κουβέρτα.

Και είναι ίσως αυτό το τελευταίο ταμπλό που ανοίγει μια χαραμάδα ελπίδας για το μέλλον: ο συντετριμμένος πατήρ Ευσέβιος καλείται από την αφυπνισμένη σύζυγό του να θάψει τα δυο αγόρια, τον Λίνο και τον Φειδία, στον ίδιο τάφο, «για να είναι πάντα μαζί». «Είναι αίρεση», αντιδρά εκείνος, «οι παραδόσεις μας δεν το επιτρέπουν». Κι εκείνη του απαντά: «Αυτό θα τον κάνει αληθινά πανάγιο». Σαν άλλος ευριπίδειος Θησέας, που αναγνωρίζει τον γιο του Ιππόλυτο όταν είναι πια πολύ αργά, ο κλονισμένος Ευσέβιος «γονατίζει και αγκαλιάζει κλαίγοντας τα δύο σώματα», προσφέροντας στο παιδί του τη θαλπωρή και την αποδοχή που του αρνήθηκε ενόσω βρισκόταν στη ζωή.

Θα είναι, άραγε, η συντέλεια του κόσμου τόσο παρωχημένη; Facebook Twitter
Το συναρπαστικό κείμενο του Δημητριάδη προκαλεί επί σκηνής έναν κόσμο υπερβολικό, εξωφρενικό, εκτός ελέγχου, εκτός Νόμου, εκτός πιθανοφάνειας. Φωτ.: Πάνος Γιαννακόπουλος

«Τα δώρα της νύχτας» (όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος) πρέπει να ανοιχθούν με προσοχή: το περιεχόμενο του έργου, η πλοκή και οι ιδέες του, έχουν κάτι θεσπέσια παρανοϊκό. Η σάτιρα συναντά το μεταφυσικό, το σουρεαλιστικό αγγίζει το γκροτέσκο, τα φαρσικά στοιχεία υπονομεύουν το δράμα, οι προσευχές μπλέκονται με ομοερωτικές φαντασιώσεις, πομπώδεις προφητείες και αστραπές, ενώ οι ήρωες διανύουν όλη την γκάμα του «αφύσικου», από τους πλέον «κανονικούς» μέχρι τους σούπερ-σχιζοφρενείς δολοφόνους και τα πανέμορφα παιδιά-θαύματα. Μήπως ο συγγραφέας παίζει με τα όρια του αναπαραστάσιμου; Τι είναι το «θαύμα» και πώς το δείχνουμε; Όλα αυτά απαιτούν ένα μελετημένο σχέδιο δράσης και ένα ισχυρό όραμα εκ μέρους της σκηνοθεσίας – πώς αλλιώς θα τα βγάλει πέρα με την καλπάζουσα «τρέλα» του κειμένου, πώς αλλιώς θα υλοποιήσει αυτό το «υπέρ-θέατρο» (όρος του Βάλτερ Πούχνερ), αυτό το «μπαρόκ κοσμοθέατρο», που ζωντανεύει γη, ουρανό και Κόλαση πάνω στη σκηνή;

Είναι προφανές πώς όλα τούτα τα εξαιρετικά ενδιαφέροντα ζητήματα ουδόλως προβλημάτισαν τον Αντώνη Καλογρίδη. Ο σκηνοθέτης αρκέστηκε σε μια αβασάνιστη διεκπεραίωση, υιοθετώντας μια άκρως στερεότυπη αισθητική, την ίδια που τον χαρακτήριζε και όταν πρωτοεμφανίστηκε στα θεατρικά πράγματα πριν από δυόμισι δεκαετίες. Είναι, μάλιστα, τόσο επιπόλαιος και επιδερμικός ο τρόπος που αντιμετωπίζεται το κείμενο, ώστε μοιραία συμπεραίνει κανείς πως το τελευταίο λειτούργησε περισσότερο ως αφορμή για το στήσιμο ενός νέου, δήθεν underground, κλαμπ-ίστικου θεατρικού χώρου στην άλλοτε αμαρτωλή γειτονιά της Συγγρού (το καινούργιο θέατρο, ονόματι «Συγγρού 33», ήταν παλαιότερα σινεμά πορνό) παρά ως ερέθισμα για μια γνήσια προσπάθεια εξερεύνησης του φλεγόμενου κόσμου που κατοικεί στις σελίδες του Δημητριάδη.

Ένας ημίγυμνος νέος που στήνεται επιδεικτικά πίσω από τις θέσεις των θαμώνων-θεατών, νεαρές ταξιθέτριες με φούτερ και τρέντι κουκούλες που γράφουν «TOWER», λεοπάρ καναπέδες, κόκκινος φωτισμός και μπιτάτη μουσική στη διαπασών επιδιώκουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι βρισκόμαστε στο Master Tower του σατανικού Αυγουστίνου Ρόδη: αυτό, όπως αποδεικνύεται, είναι το μοναδικό σκηνοθετικό εύρημα, ο μόνος προβληματισμός και το μόνο «όραμα», η δημιουργία, δηλαδή, της εντύπωσης ότι εισήλθαμε στο βασίλειο του αρχι-«κακού», αλά Τζόκερ ήρωα. 

Θα είναι, άραγε, η συντέλεια του κόσμου τόσο παρωχημένη; Facebook Twitter
Φωτ.: Πάνος Γιαννακόπουλος

Δε φτάνει που υφιστάμεθα όλη αυτή την ψευτο-σέξι, ψευτο-τρέντι, σημειολογικά και διακοσμητικά παρωχημένη κατάσταση πριν από την «έναρξη» της παράστασης, τη βιώνουμε και μετά. Πολύχρωμα φώτα νέον, ένας υπερμεγέθης κύβος με ημιδιαφανείς τοίχους κι ένας μεγάλος «λοξός» πολυέλαιος στοιχειοθετούν τον χώρο δράσης των ηθοποιών, οι οποίοι, όπως καθίσταται σύντομα προφανές, δεν έχουν λάβει καμία ουσιαστική διδασκαλία ως προς την αποστολή τους και κάνουν απλώς ό,τι καλύτερο μπορούν, ο καθένας ανάλογα με την εμπειρία του (γι’ αυτό και οι νεότεροι μοιάζουν εντελώς χαμένοι).

Το δια-κύβευμα του έργου μετατρέπεται κυριολεκτικά σ’ έναν (άψυχο) κύβο. Παρακολουθούμε τις εξελίξεις αμέτοχοι, σαν να λογομαχούν μπροστά μας τσιτωμένοι παπάδες, αμήχανα αγόρια και κατσουφιασμένες χορεύτριες. Κανένας δεν έχει μπει στον κόπο να δημιουργήσει ένα σύμπαν με νόημα, ένα σύμπαν όπου όλα αυτά τα παράξενα και τα ακραία να σημαίνουν κάτι – ακόμη κι αν στόχος είναι να αποδειχθεί πως δεν σημαίνουν τελικά τίποτα και μόνο μια στάση απέραντης ειρωνείας απομένει σήμερα ως πικρή επιλογή ή ως ταιριαστό σχόλιο.  

Τη στάση αυτή υιοθετεί, πράγματι, και μάλιστα απολαυστικά, ο Ντένης Μακρής/Αυγουστίνος Ρόδης, ο μόνος από τους ηθοποιούς που χτίζει μια γοητευτική και πρωτότυπη περσόνα, προσφέροντάς μας, χάρη στον ρυθμικά δουλεμένο σαρκασμό που εκπέμπουν ο λόγος και το σώμα του, μια, έστω αμυδρή, διέξοδο στη δυσφορία μας.

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

Θέατρο / Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

«Δεν πηγαίνουμε ποτέ στη Μόσχα, όμως η επιθυμία γι’ αυτήν κυλάει διαρκώς μέσα μας» - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για τη sold-out παράσταση «Τρεις Αδελφές» του Τσέχοφ, σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Θέμελης Γλυνάτσης: Ας ξεκινήσουμε με το να είμαστε πολύ πιο τολμηροί με τους ρόλους που δίνουμε στους νέους καλλιτέχνες, κι ας μην είναι τέλειοι

Θέατρο / Μια όπερα με πρωταγωνιστές παιδιά για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Μεταξύ χειροποίητων σκηνικών και σκέψεων γύρω από τη θρησκεία και την εξουσία, «Ο Κατακλυσμός του Νώε» δεν είναι άλλη μια παιδική παράσταση, αλλά ανοίγει χώρο σε κάτι μεγαλύτερο: στη δυνατότητα τα παιδιά να γίνουν οι αυριανοί δημιουργοί, όχι απλώς οι θεατές.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ