Βγαίνοντας από το «πέρασμα» της νέας παράστασης του Ευριπίδη Λασκαρίδη, Lapis Lazuli, και μετά το συγκλονιστικό, ποιητικό τέλος, το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι είναι ένα ακόμα αριστούργημα. Διαφορετικό από τις προηγούμενες δουλειές του, με κεντρικό χαρακτήρα έναν λυκάνθρωπο, φλερτάρει περισσότερο με τον τρόμο αλλά και με το γκροτέσκ και τον λόγο ως έναν συνδυασμός συγκίνησης, γέλιου και της μοναδικής αισθητικής του Ευριπίδη που μπορεί να τα χωρέσει όλα: το μιούζικαλ, τον Μουρνάου, τον γερμανικό εξπρεσιονισμό και τις μεταμορφώσεις, που είναι πλέον βασικό χαρακτηριστικό στο έργο του. Η παράσταση ήταν ακόμα στη διαδικασία της διερεύνησης και το πιο πιθανό είναι η πρόβα που είδα να μην έχει και μεγάλη σχέση με το τελικό αποτέλεσμα (το συνηθίζει αυτό ο Ευριπίδης), οπότε δεν θα την περιγράψω, ελπίζω μόνο να μην την αλλάξει πολύ…
— Ποια ήταν η αφετηρία του Lapis Lazuli; Πώς προέκυψε ως ιδέα;
Η αφετηρία μου ήταν ένα όνειρο στη Λιέγη. Ήταν η πρώτη παρουσίαση του Εlenit μετά τη λήξη των περιορισμών της πανδημίας, οπότε το όνειρο αυτό ήρθε σε μια στιγμή που η ελπίδα για επιστροφή στη ζωή είχε αρχίσει να αναγεννιέται. Με πλησίασε ένας καινούργιος χαρακτήρας, γύρω από τον οποίο εξελίχθηκε, και θα συνεχίσει να εξελίσσεται, το σύμπαν της παράστασης. Το πλάσμα αυτό ήταν λουσμένο σε ένα έντονο μπλε φως, το οποίο μου θύμισε το ultramarine blue μιας πετρούλας που είχα ανακαλύψει μικρός σε ένα κουτάκι του πατέρα μου. Ήταν ένα κομμάτι λάπις λάζουλι, ένας μικρός ημιπολύτιμος λίθος. Κάπως έτσι γεννήθηκε ο κεντρικός χαρακτήρας αλλά και ο τίτλος του έργου, ο οποίος διαφοροποιείται από τους μονολεκτικούς τίτλους των προηγούμενων έργων μου, υπογραμμίζοντας πιθανώς μια γενικότερη έννοια δυϊσμού που εξερευνώ τώρα.
Δεν υπάρχει ζωή χωρίς φόβο και για μένα δεν υπάρχει δημιουργία χωρίς τον τρόμο της αποτυχίας. Αυτό είναι κάτι το οποίο με συντροφεύει πολλά χρόνια τώρα, όχι μόνο κάθε φορά που πάμε να φτιάξουμε ένα έργο αλλά και κάθε φορά που πάμε να το παρουσιάσουμε.
Κάτι που βρήκα πολύ χαριτωμένο είναι ότι το λάπις λάζουλι στη γεωλογία χαρακτηρίζεται ως μεταμορφωσιγενές πέτρωμα, καθώς λοιπόν η έννοια της μεταμόρφωσης με έχει απασχολήσει πολύ στη δουλειά μου, η σύμπτωση αυτή μου φάνηκε πολύ καίρια. Επίσης, η ετυμολογία της λέξης, η οποία σε ελεύθερη μετάφραση αποδίδεται ως «πέτρα από τον ουρανό», έχει διττή σημασία, συνδυάζει το γήινο με το ουράνιο, το υλικό με το πνευματικό. Η διττότητα εν γένει είναι έντονα παρούσα στο Lapis Lazuli, όπου συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν πολλά αντιφατικά στοιχεία, τα οποία, ενώ μοιάζουν να ανταγωνίζονται το ένα το άλλο, στην πραγματικότητα, με μια σχεδόν αλχημιστική διαδικασία, συζούν και μετασχηματίζονται διαρκώς. Γενικά, μου αρέσει πολύ να σκέφτομαι αυτή την παράσταση με όρους αλχημείας, όπου στόχος είναι η ανακάλυψη μιας μεθόδου ή ενός μυστικού συστατικού, μιας «φιλοσοφικής λίθου», για τη μετατροπή μη-πολύτιμων ή καθημερινών υλικών σε χρυσό ή, έστω, σε κάτι… που να λαμπυρίζει.
— Ποιες είναι οι αναφορές σου; Βλέπουμε επί σκηνής από το «Ταξίδι στη σελήνη» του Ζορζ Μελιές και τον «Nosferatu» του Μουρνάου μέχρι αμερικανικά μιούζικαλ, με έναν τρόπο που δεν το έχεις ξανακάνει.
Όπως και στο παρελθόν, εμπνέομαι κι εδώ από έργα που έχουν αφήσει το σημάδι τους στην Ιστορία της Τέχνης. Αυτήν τη φορά με απασχόλησε γενικότερα ο τρόμος στο θέατρο και τον κινηματογράφο, η περίοδος γύρω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μοιραία ο γερμανικός εξπρεσιονισμός. Για μία ακόμη φορά απολαμβάνω την απόπειρα συγχώνευσης διαχρονικών αναφορών από την παράδοση του θεάματος, τον κινηματογράφο, τις εικαστικές τέχνες κ.λπ.
Τα προηγούμενα έργα μου, Relic, Τιτάνες και Elenit, είχαν όλα μια φανερή σύνδεση και αφετηρία στον μεταμοντερνισμό και το λεγόμενο «τέλος των μεγάλων αφηγήσεων». Εδώ μοιάζει να επιστρέφω σε κάποια μοντερνιστική στιγμή που τα μεγάλα αφηγήματα καταρρέουν μεν, αλλά είναι ακόμα σε ισχύ. Αυτό το αναχρονιστικό παιχνίδι ίσως να είναι ένα πάτημα για μένα προσωπικά και καλλιτεχνικά έτσι ώστε να μπορέσω να πάω πιο βαθιά σε κάποια ζητήματα που μου μοιάζουν σήμερα λίγο πιο δύσκολα ή δύσβατα από πριν.
— Βλέπουμε έναν διαφορετικό Ευριπίδη στο Lapis Lazuli, παρότι υπάρχουν κι εδώ όλα τα αναγνωρίσιμα στοιχεία σου. Είναι εντελώς διαφορετική παράσταση από τις προηγούμενες, μίλησέ μου γι’ αυτή την αλλαγή.
Μου είναι δύσκολο να μπορέσω να δω ξεκάθαρα αυτές τις διαφοροποιήσεις όταν είμαι ακόμα μέσα στο έργο και ειδικά μέσα στις πρόβες. Το εκ των έσω βλέμμα μου μού δημιουργεί μεν μια διαύγεια σε ένα επίπεδο μη λεκτικό, αλλά κρατάει και πολλά σημεία τυφλά. Το αναμφισβήτητο είναι ότι σύντομα αλλάζω δεκαετία και βλέπω πλέον τον εαυτό μου με έναν τρόπο που δεν είχα τη δυνατότητα να τον δω πριν. Βλέπω τα έργα μου, βλέπω την πορεία μου, από το σχολικό/ερασιτεχνικό θέατρο, το Θέατρο Τέχνης και την ευτυχή θητεία μου κοντά στον Δημήτρη Παπαϊωάννου ως τα διεθνή φεστιβάλ και μοιραία αναστοχάζομαι με το βλέμμα στραμμένο στη ζωή που έχω μπροστά μου. Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτό που μετασχηματίζεται, καταλαβαίνω όμως ότι αναζητώ κάτι πιο δυσπρόσιτο, κρυμμένο πιο βαθιά, κάτι πιο «σκούρο». Σε αυτήν τη φάση της ζωής μου αναρωτιέμαι για τη σχέση ύλης και πνεύματος, τη σχέση της αρχής με το τέλος και για το σημείο όπου συναντιέται ο εαυτός που προσπαθεί να οργανώσει τη ζωή, την πρόβα, την τέχνη, την καριέρα, ακόμη και τον έρωτα με εκείνον που αρκείται στο να «μυρίζεται» τις κατευθύνσεις και θέλει να αφεθεί στην τύχη και στη διαίσθηση. Η σύγκρουση αυτή είναι πλέον απτή, καταλαμβάνει χώρο κι έχει σάρκα και οστά.
— Δεν είχες ξανασχοληθεί με τον τρόμο, για παράδειγμα.
Μπορεί να μην είναι το πρώτο πράγμα που θα σκεφτεί κανείς, έχοντας δει τη δουλειά μου, αλλά η αίσθησή μου είναι ότι ο τρόμος αποτελεί συχνά συστατικό με το οποίο παίζω. Το αστείο που ανατρέπεται απότομα και μας τρομάζει είναι κάτι που απολαμβάνω πολύ και μια αφηγηματική σύμβαση που θυμάμαι κάπως θολά να αναγνωρίζω και να με γοητεύει ακόμα και ως παιδί. Όπως φυσικά και το αντίθετο, το γέλιο ως ένας μηχανισμός που μπορεί να ξορκίσει έναν φόβο ή έναν εφιάλτη.
— Έχει ενδιαφέρον και η χρήση του λόγου, δεν υπήρχε τόσος λόγος σε άλλη παράστασή σου, τουλάχιστον λόγος που να είναι κατανοητός όπως στο Lapis Lazuli, και μάλιστα σε διάφορες γλώσσες.
Φλερτάρω πάντα με την εισχώρηση του λόγου στα έργα μου. Άλλες φορές είναι λίγος και εντελώς ακατάληπτος, άλλες πάλι αρκετά ξεκάθαρος. Ενώ στους Τιτάνες υπάρχουν κάποιες λέξεις που μπορεί κανείς να αναγνωρίσει μόνο από το ηχόχρωμά τους, στο Εlenit, ανάμεσα στις διάφορες επινοημένες λέξεις, ξεμύτιζε πεντακάθαρα η φράση: «Ποιο είναι το πρόβλημα σου; / What is your problem?». Εκεί που σε μεγάλο βαθμό ο λόγος έφτασε να καταλαμβάνει το έργο ήταν στην Τουρνέ, μια παράσταση που φτιάχτηκε για το Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου και καταπιάνεται με τους περιοδεύοντες καλοκαιρινούς θιάσους και την ελληνική θεατρική παράδοση. Αυτό το εγχείρημα μοιάζει να μου «ξεκλείδωσε» κάτι σε ό,τι αφορά τη χρήση του λόγου στα έργα μου, οπότε τώρα νιώθω κι εγώ πιο τολμηρός. Στο Lapis Lazuli δεν έχει κλείσει ακόμα η διαδικασία διερεύνησης, οπότε, όσο συνεχίζουν οι πρόβες, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για τίποτα.
— Πόσο δύσκολο είναι να δημιουργήσεις έναν κόσμο όπου συνυπάρχουν το τρομακτικό, το κωμικό και το γκροτέσκο;
Βρίσκω ακαταμάχητα γοητευτική την ανθρώπινη γελοιότητα που εκθέτει την ευαλωτότητά μας ως είδους, κάτι που είδα ακαριαία μικρός στα έργα του αγαπημένου μου Ιονέσκο. Από παιδί θυμάμαι τον εαυτό μου να γελάει με πράγματα που έκαναν τους δικούς μου να αναρωτιούνται τι ήταν αυτό που έβρισκα αστείο! Μέσα από το γέλιο πάντα έβρισκα έναν τρόπο να αντιλαμβάνομαι και να ερμηνεύω τον κόσμο. Επίσης, στο παιδικό θέατρο που κάναμε στο σχολείο με την καταπληκτική δασκάλα μας, τη Μαρία Χρυσομάλλη-Κατζουράκη, θυμάμαι να υπάρχει κάτι το γκροτέσκο και υπερβολικά θεατρικό που με γοήτευε και μου ταίριαζε πάρα πολύ. Υπήρχε μια εξωστρεφής πρόθεση στην απεύθυνση του λόγου, η οποία τελικά έχει ορίσει σε μεγάλο βαθμό και χωρίς να το καταλάβω τη δουλειά μου. Όσο για το τρομακτικό, δεν υπάρχει ζωή χωρίς φόβος και για μένα δεν υπάρχει δημιουργία χωρίς τον τρόμο της αποτυχίας. Αυτό είναι κάτι το οποίο με συντροφεύει πολλά χρόνια τώρα, όχι μόνο κάθε φορά που πάμε να φτιάξουμε ένα έργο αλλά και κάθε φορά που πάμε να το παρουσιάσουμε. Τέλος, μπορεί να είναι καθαρά συγκυριακό, αλλά το γεγονός ότι πόλεμοι και συγκρούσεις βρίσκονται πιο κοντά από ποτέ στην πρόσφατη ιστορία μας, σίγουρα δεν με αφήνει αδιάφορο.
— Γιατί σε ενδιαφέρει τόσο η έννοια της μεταμόρφωσης;
Νομίζω ότι η μεταμόρφωση είναι μέρος του DNA μας και ότι, ενώ στη φύση συμβαίνει με πολύ αργούς ρυθμούς, υπάρχει κάτι δυναμικό και γοητευτικό όταν τη συναντάμε συμπυκνωμένα και «απότομα» πάνω στη σκηνή. Έχω επιπλέον την αίσθηση ότι η τέχνη η ίδια δεν μπορεί να υπάρξει στο σύνολό της χωρίς την έννοια της μεταμόρφωσης. Μιλάμε και πάλι για μια αλχημιστική διαδικασία, μια προσπάθεια μετάλλαξης, έτσι ώστε να αποκαλυφθεί ένα νόημα: αυτό που βλέπουμε και ξαναβλέπουμε γύρω μας πώς μπορούμε να το δούμε διαφορετικά, να το λυγίσουμε, να το γυρίσουμε, να το δαμάσουμε ή όχι, έτσι ώστε να μας αποκαλυφθεί μια αλήθεια που ίσως, μ’ έναν μαγικό τρόπο, εν τέλει να μας ανανεώσει;
— Είναι το Lapis Lazuli το έργο σου με τις μεγαλύτερες αντιθέσεις ή τουλάχιστον που φαίνονται τόσο έντονα στον θεατή, ακόμα και σε επίπεδο συναισθημάτων, όχι μόνο εικόνων;
Και πάλι, όταν είμαστε στις πρόβες με την ομάδα μου, είναι δύσκολο να μπορέσουμε να το δούμε από απόσταση. Ο τίτλος κρύβει ένα σημαντικό δίπολο, το ουράνιο και το γήινο, το οποίο κατ’ επέκταση φέρνει στον νου κι άλλες αντιθετικές σχέσεις, πνεύμα και ύλη, ανθρώπινο και ζωώδες, τάξη και χάος κ.λπ. Αυτό όμως που με ενδιαφέρει, τόσο πάνω στη σκηνή όσο και στη ζωή, είναι ότι, παρόλο που αυτά εμφανίζονται ως αντιθέσεις, αν τα πλησιάσει κανείς πολύ αντιλαμβάνεται ότι αποτελούν ενότητες. Το ένα μέρος δεν μπορεί να σταθεί χωρίς το άλλο και αλληλοσυμπληρώνονται, κάτι που οι μη-δυτικοκεντρικές κουλτούρες και φιλοσοφίες έχουν εντοπίσει και τονίσει διαχρονικά.
— Το lapis lazuli έδωσε το όνομα στην παράσταση. Είναι η δεύτερη φορά που υλικό βαφτίζει παράστασή σου, μετά το Εlenit. Είναι τυχαίο αυτό ή πηγάζει από κάπου;
Και τα δύο έργα οφείλουν τους τίτλους τους μ’ έναν τρόπο στον αρχιτέκτονα πατέρα μου. Μέσα στο σπίτι μας το θέμα του χώρου και των υλικών είχε πάντα ισχυρή παρουσία. Και μένα τον ίδιο με γοήτευε πολύ η αρχιτεκτονική, οι κατασκευές, τα υλικά. Το Lapis Lazuli, λοιπόν, οφείλει το όνομά του σε μεγάλο βαθμό στο κουτάκι του πατέρα μου με τα δείγματα πετρωμάτων. Όταν έψαξα γι’ αυτό το ορυκτό και ανακάλυψα ότι παρουσιάζει απρόβλεπτη συμπεριφορά κάτω από υψηλή πίεση, μου φάνηκε πολύ ταιριαστή μεταφορά για το έργο μου. Τέλος, να πούμε ότι, ενώ το ελενίτ έχει δημιουργηθεί τεχνητά από τον άνθρωπο για πρακτική χρήση, το λάπις λάζουλι είναι ένα φυσικό πέτρωμα που ο άνθρωπος έχει επιλέξει διαχρονικά να χρησιμοποιεί για να στολίζει τη ζωή του. Αυτή η διαφορά μού φαίνεται σημαντική.
— Πόσο μεγάλο όπλο είναι το γκροτέσκ και το χιούμορ για να μπορέσεις να θίξεις σοβαρά ζητήματα;
Το γκροτέσκο και το αστείο είναι πάντα πολύ κοντά στη γελοιότητα και κινδυνεύουν να παρεξηγηθούν ως κάτι εύκολο ή απλό. Για μένα σίγουρα είναι μονόδρομος. Με ελκύει περισσότερο κάτι το οποίο με αναγκάζει με έναν πιο περιφερειακό τρόπο, πιο ύπουλο, εκεί που δεν το περιμένω, να αναρωτηθώ με τι ακριβώς γελάω, ποιος φόβος ή ποια ανησυχία μου μπορεί να κρύβεται από κάτω. Πιάνω τον εαυτό μου να γίνεται πολύ κυνικός με θεάματα που μοιάζει να παίρνουν πολύ στα σοβαρά τον εαυτό τους και δεν έχουν χιούμορ, με αποτέλεσμα να αποστασιοποιούμαι και να μη με αγγίζουν.
— Πες μου λίγα πράγματα για τους χαρακτήρες που σε πλαισιώνουν στη σκηνή και για τα πρόσωπα που σε βοήθησαν να στήσεις την παράσταση.
Όλα τα πλάσματα του έργου προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από την ίδια στόφα με εκείνου του πρώτου χαρακτήρα που ήρθε να με βρει στο όνειρο της Λιέγης. Είναι πλάσματα που προκύπτουν και παίρνουν μορφή μέσα από τις πρόβες και την έρευνά μας. Πιάνω συχνά τον εαυτό μου να αντλώ υλικό από τους ερμηνευτές και τους συνεργάτες μου, με αποτέλεσμα οι χαρακτήρες των έργων να είναι ένας συγκερασμός ειδικού ταλέντου, έρευνας και παιχνιδιού.
Επί σκηνής θα είμαστε πέντε, ο Δημήτρης Ματσούκας, σταθερός συνεργάτης μου ήδη από τους Τιτάνες, η Μαρία Μπρέγιαννη, ο Σπύρος Ντόγκας, ο Άγγελος Αλαφογιάννης κι εγώ. Όσο για τους υπόλοιπους συνεργάτες, η ομάδα OSMOSIS είχε πάντοτε έναν βασικό πυρήνα γύρω από τον οποίο αναπτύσσονταν περιφερειακοί κύκλοι. Υπάρχουν συνεργάτες με τους οποίους δουλεύουμε μαζί σχεδόν από την αρχή, καθώς και άλλοι που πορευόμαστε μαζί τα τελευταία χρόνια και το ταλέντο τους είναι καθοριστικό. Σε αυτό το έργο έχουμε επίσης και μια νεότερη φουρνιά που έχει έρθει με ωραίο κέφι και φρέσκες ιδέες. Τέλος, υπάρχει και ένας σημαντικός κύκλος στενών φίλων που έρχονται εδώ και χρόνια με ακούραστη διάθεση να μας δώσουν βοήθεια και γνώμη πολύτιμη. Χωρίς τη στήριξή τους δεν θα υπήρχε έργο και τους ευχαριστούμε κι εγώ και όλη η ομάδα για τον χρόνο και την αμέριστη αγάπη τους.
— Πού αλλού θα πάει το Lapis Lazuli μετά τη Στέγη;
Μετά την πρεμιέρα μας στη Στέγη ο επόμενος σταθμός είναι το Teatros del Canal στην Μαδρίτη και ακολουθούν τα θέατρα των συμπαραγωγών μας και όχι μόνο. Μέσα στο καλοκαίρι θα βρεθούμε στο Άμστερνταμ, τη Βαρκελώνη και το Πλόβντιβ, ενώ από φθινόπωρο έχουμε Παρίσι, Τορίνο, Ρετζιο Εμίλια, Λιέγη, Σαρλερουά, Ελσίνκι και Φλωρεντία. Όποιοι δεν μας προλάβουν στην Αθήνα, τους περιμένουμε σε έναν από τους σταθμούς της περιοδείας μας φέτος ή και του χρόνου!
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.