ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΙΟ ΙΣΧΥΡΑ ΙΧΝΗ του Μίλαν Κούντερα –και από τις σταθερές θεματικές του– ήταν η σκληρή κριτική που άσκησε στο λυρικό κιτς της πολιτικής. Για τη δική μου γενιά, που τον ανακάλυψε τη δεκαετία του '80, σε μια εποχή κατάχρησης του προοδευτικού λυρισμού της Μεταπολίτευσης (χρόνια κρατικοποίησης του δημοκρατικού και προοδευτικού «ονείρου»), τα βιβλία του Κούντερα φάνηκαν σαν ένα ευφυές και λυτρωτικό μάθημα σκεπτικισμού. Η υπεράσπιση της ειρωνείας, του γέλιου, της μη πολιτικής στιγμής απέναντι στην ολοκληρωτική πολιτικοποίηση των ανθρώπινων σχέσεων μπορούσε να δέσει με προσωπικές ανησυχίες και αναζητήσεις της εποχής, με την ανία που προκαλούσε πια μια ξύλινη αριστερά – ακόμα και αν βρισκόσουν μέσα σε κάποια από τις οικογένειές της.
Υπάρχει όμως νομίζω μια παρεξήγηση σε σχέση με αυτή την κριτική στον πολιτικό λυρισμό. Η παρεξήγηση είναι ότι, καταδικάζοντας τον λυρισμό, πρέπει, σώνει και καλά, να υιοθετήσουμε έναν στεγνό και χαμηλών προσδοκιών πραγματισμό. Στους μοντέρνους καιρούς, ο πολιτικός συντηρητισμός προωθούσε ένα διπλό σχήμα: μπορείς να είσαι όσο θες λυρικός στην προσωπική ή καλλιτεχνική σου δημιουργία, αρκεί στην πολιτική σου επιλογή να αποδέχεσαι τις συμβάσεις και τα δεδομένα πλαίσια γιατί τα καθαγίασαν ο χρόνος, η εμπειρία ή η σοφία των ηγετών.
Κάπως έτσι, μια μελαγχολική ή ειρωνική ατομική στάση μπορούσε να τα συμβιώσει με μια κακόπιστα αντιδραστική πολιτική στάση. Η λαμπερή ευρύτητα του πνεύματος να συνυπάρχει με την πολιτική παραίτηση στο όνομα της ηλιθιότητας ή της ανοησίας πολλών προοδευτικών λυρισμών (και της αισθητικής ενός εύκολου αριστερού συναισθηματισμού).
Είναι, λοιπόν, η στάση του Κούντερα υπέρ του σκεπτικισμού και κατά του λυρισμού μια συντηρητική φιλοσοφία; Σκοτώνει κάθε οραματική διάσταση στο όνομα του φόβου ή της αηδίας για το πολιτικό κιτς; Κάποιος που θα έβλεπε τον αντικομμουνισμό του Τσέχου συγγραφέα ως έναν κοινότοπο, δεξιόστροφο κομφορμισμό θα απαντούσε «ναι».
Είναι, λοιπόν, η στάση του Κούντερα υπέρ του σκεπτικισμού και κατά του λυρισμού μια συντηρητική φιλοσοφία; Σκοτώνει κάθε οραματική διάσταση στο όνομα του φόβου ή της αηδίας για το πολιτικό κιτς; Κάποιος που θα έβλεπε τον αντικομμουνισμό του Τσέχου συγγραφέα ως έναν κοινότοπο, δεξιόστροφο κομφορμισμό θα απαντούσε «ναι». Θα μπορούσε να πει ότι η φιλοσοφική αφετηρία του Κούντερα είναι ένας φιλελεύθερος σκεπτικισμός που δεν επιτρέπει στη λογοτεχνία να γίνει πραγματικά πολιτική και κριτική απέναντι και στη Δύση (παρά μόνο απέναντι σε απολυταρχικές εκδοχές κράτους και ιδεολογίας).
Έχω την εντύπωση πως αυτή η ιδέα για τον Κούντερα και τη σκέψη του είναι λάθος. Γιατί; Διότι δεν βλέπει το γεγονός πως ο Κούντερα, ασκώντας κριτική στο λυρικό κιτς του κρατικού κομμουνισμού, αντιλαμβανόταν πως αυτό κατέστρεφε ουσιαστικά τον στόχο μιας καλύτερης κοινωνίας. Ο Κούντερα είδε ότι η καταφυγή στον λυρισμό γίνεται μηχανισμός παγίδευσης του ατόμου και της συλλογικής ζωής σε μορφές δυστυχίας και υποκρισίας. Αυτό, βεβαίως, δεν περιορίζεται στις κοινωνίες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού τον εικοστό αιώνα. Αν δούμε πώς ένας κιτς ψεύτικος λυρισμός διαπερνά διαφημιστικά σποτ τραπεζικών ιδρυμάτων, διακηρύξεις εθνικοπατριωτικών κομμάτων, δοκησίσοφες συμβουλές από γκουρού του ψηφιακού καπιταλισμού, αν δούμε πώς διαχέεται η ρηχή αισθηματολογία εδώ κι εκεί, η αίσθηση του μεγάλου Τσέχου αποκτά ευρύτερη σημασία.
Ο ίδιος ο Κούντερα έπλασε τη συνείδησή του στη μάχη με τον ολοκληρωτισμό στη «σοσιαλιστική» του εκδοχή. Η γενιά του μπήκε και βγήκε από τον σοβιετικό κομμουνισμό με χίλια δυο τραύματα και επιπλέον με μια εθνική ταπείνωση (η μοίρα των μικρών εθνών, η Τσεχοσλοβακία κ.λπ.). Ο σκεπτικισμός κατά της ιδεολογίας, η υπεράσπιση του ευάλωτου ατόμου, η προσφυγή στην περίπλοκη αλήθεια των ερωτικών σχέσεων απέναντι στην ψευτομεγαλοπρέπεια και στη θυσιαστική βία των πολιτικών παθών ήταν γι' αυτόν ένας δρόμος εξόδου από μια ιστορικά συγκεκριμένη καταπίεση. Οι γενιές του εικοστού πρώτου αιώνα, οι εικοσάρηδες του 2023 πρέπει να κρατήσουν αυτή την κληρονομιά, να την ανακαλύψουν με τον τρόπο τους και να την κατανοήσουν. Γιατί και σήμερα μπορούμε να δούμε λ.χ. στη ρητορική του Βλαδίμηρου Πούτιν για τη μεγάλη ρωσική ιδέα μία ακόμα φανέρωση αυτού του φονικού λυρισμού.
Από κει και πέρα όμως, οι τωρινοί και οι επόμενοι έχουν να ανακαλύψουν νέες ποικιλίες και γλώσσες της αντιολοκληρωτικής ιδέας, όπως και νέους τρόπους της λογοτεχνίας. Το βέβαιο είναι ότι απέναντι σε παλιές και σύγχρονες εκδοχές καταστροφής της αλήθειας και αποθέωσης της βλακείας το μάθημα του Μίλαν Κούντερα διατηρεί το πολύτιμο και απελευθερωτικό του νόημα.