Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας μου ήταν από την Κρήτη, από τα Σφακιά, ένας απλός άνθρωπος με αγροτική καταγωγή, από πολύ φτωχή οικογένεια, τελείως αυτοδημιούργητος. Σπούδασε δύο φορές στη ζωή του, πήγε στην Αγγλία, έγινε διευθυντής στην Τράπεζα της Ελλάδος κι έφυγε στην ηλικία των 57 ετών. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ ιδιαίτερος και φιλόδοξος. Η μητέρα μου ήταν από τη Μικρά Ασία, από άλλη οικογένεια, αστική, κόρη πολιτικού, με πολύ καλές σπουδές, σχολεία, γαλλικά. Ευτυχώς, ζει ακόμη.
• Νομίζω ότι αν μεγάλωνα χωρίς το θέατρο, θα γινόμουν αστροφυσικός. Αυτήν τη στιγμή αυτό θέλω. Βλέπω ότι αγαπώ πολύ τα μαθηματικά και την αστροφυσική. Δεν λέω ότι με ενοχλεί το θέατρο, νομίζω ότι έχω ικανότητες, δεν πρέπει να είναι κάτι που το κάνω χωρίς ικανότητα. Αν κανείς ασχοληθεί από μικρός με ένα πράγμα, δύσκολα βλέπει τη ζωή του μακριά από αυτό. Με έχει βασανίσει όμως πολύ, είναι πολύ βασανιστική δουλειά. Την ώρα που την κάνω ξεχνιέμαι, αλλά υπάρχουν ώρες που θα ήθελα να είχα μια άλλη απασχόληση.
• Το πιο μεγάλο όφελος από το θέατρο είναι στον τομέα της υποκριτικής, δεν είναι ούτε στον τομέα της διδασκαλίας ούτε της σκηνοθεσίας. Αν προσπαθήσεις να μην είσαι νάρκισσος –και εγώ δεν είμαι νάρκισσος, επειδή ασκώ αυτό το επάγγελμα από μικρό παιδί–, σου ανοίγει πολλούς ορίζοντες, επειδή παίζεις πολλούς ρόλους, χάνεις τον εγωισμό σου σε μεγάλο βαθμό, χάνεις τον εαυτό σου και για πολύ καιρό κολυμπάς μέσα σε άλλους ανθρώπους, μέσα σε άλλους ψυχισμούς, σε άλλα «θέλω». Λίγο-πολύ γίνεσαι σαν ανεξίθρησκος, καταλαβαίνεις τους ανθρώπους, καταλαβαίνεις τις δυσκολίες τους και φτάνεις να τους αγαπάς. Αυτό το οφείλω στο θέατρο: ότι τώρα τους αγαπώ τους ανθρώπους και τα βάσανά τους, αλλά αγαπώ και την ευτυχία τους.
Κάθε φορά έβαζα στόχους για το κοινό. Ο πιο ευχάριστος ήταν να παίζω για τους εχθρούς μου, γιατί πιστεύω ότι το θέατρο, εκτός από όλα τα άλλα, είναι πολεμική τέχνη. Είναι μια τέχνη στρατιωτική, θέλει σχεδιασμό και στρατηγική για να είναι αποτελεσματική και είναι βαθιά ανταγωνιστική.
• Έχω μετανιώσει για πάρα πολλά πράγματα. Κάθε μέρα μετανιώνω για κάτι που έχει σχέση με το παρελθόν, γι' αυτό δεν το πολυκοιτάω, γιατί με πιάνουν πολλές ενοχές. Γενικά, δεν είμαι και πολύ υπέρ της ενοχής, γιατί σε τραβάει προς τα πίσω. Το σημαντικότερο είναι ότι μετάνιωσα που έμεινα στον τόπο μου. Ντρέπομαι που το λέω, αλλά θα ήταν ψέματα να πω ότι είμαι ευχαριστημένη εδώ. Όχι μόνο για τη δουλειά που κάνω αλλά και για οποιαδήποτε δουλειά και να έκανα. Είναι αφιλόξενος τόπος η Ελλάδα, μολονότι είναι τόσο όμορφη και την αγαπώ πολύ. Εάν ήμουν σε μια άλλη χώρα, νομίζω ότι θα έκανα πολύ περισσότερα πράγματα και με πολύ μεγαλύτερη ευτυχία, με μεγαλύτερη ελευθερία. Θα μπορούσαν οι άνθρωποι να εκτιμήσουν αυτό που γίνεται με άλλον τρόπο, να μην κρίνουν, δηλαδή, με τον τρόπο που κρίνουν, είτε προς το καλό είτε προς το κακό. Γιατί η κριτική στην Ελλάδα είναι πάντοτε μεροληπτική, ακόμα και όταν είναι καλή. Αυτό δεν είναι χρήσιμο. Υπάρχουν άνθρωποι, βέβαια, που έχουν περάσει σε ένα άλλο μορφωτικό επίπεδο και μπορούν να καταλάβουν διάφορες προτάσεις, οι περισσότεροι άνθρωποι, όμως, εξακολουθούν να κρίνουν καλά όταν σε συμπαθούν και να κρίνουν κακά όταν σε αντιπαθούν. Αυτό δεν σε πάει μπροστά στην τέχνη, δεν υπάρχει διάλογος μεταξύ των καλλιτεχνών, ο διάλογος το πολύ-πολύ να είναι κοινωνικοπολιτικός, αλλά αισθητικός και καλλιτεχνικός διάλογος δεν γίνεται. Οπότε, υπάρχει ένα πνευματικό κενό, προχωράς μόνος σου με τα βιβλία ή τα ταξίδια, αλλά πνευματικούς φίλους στη δουλειά σου δεν έχεις. Αυτό είναι κακό και για μένα και για τους συναδέλφους μου. Έχουμε, φαντάζομαι, το ίδιο υστέρημα.
• Πιστεύω ότι το θέατρο δεν είναι πια υπόθεση των πολλών, είναι των λίγων. Δεν είναι μια τέχνη που μπορεί να κινήσει τις μάζες όπως παλιά – άλλωστε ζούμε στην ψηφιακή εποχή, έχουν γίνει ριζικές αλλαγές, δεν μπορεί το θέατρο να αποτελέσει αυτό που ήταν κάποτε. Εξακολουθεί, όμως, κατά έναν παράδοξο τρόπο, όταν πετυχαίνει, να κινητοποιεί. Όχι για πολύ, για δυο-τρεις μέρες κάτι συμβαίνει και μετά ξαναπέφτουμε στη σιωπή. Αυτό θεωρώ και κριτήριο μιας καλής παράστασης: αν για δυο-τρεις μέρες απασχολήσει τους ανθρώπους, είναι μια καλή παράσταση. Φεύγουν, όμως, αυτά, το Ίντερνετ τα έχει αλλάξει όλα. Είναι μια ιδιοτυπία το θέατρο στην Ελλάδα, οι άνθρωποι με λίγα λεφτά ή χωρίς λεφτά βρίσκουν έναν τρόπο να εκφράζονται μέσα από το θέατρο, αλλά δεν είναι μαζικό φαινόμενο. Σκέψου μόνο τι γίνεται σε ένα γήπεδο. Φυσικά, θα μπορούσε να αποτελέσει μια μεγάλη και σημαντική σύνδεση μεταξύ ανθρωπιστικών τεχνών και πραγματικής επιστήμης, όπως είναι τα μαθηματικά, η φυσική, γιατί μπορεί να αποτελεί ένα πολύ μεγάλο ερευνητικό πεδίο, ιδιαίτερα στη σύγχρονη ψυχανάλυση. Δεν υπάρχουν, όμως, κονδύλια να διατεθούν για έρευνα στο θέατρο. Τα πολύ μεγάλα θεατρικά κείμενα είναι ντιβάνια ψυχαναλυτή, αλλά δεν έγινε ποτέ η στροφή στη μεγάλη δραματική λογοτεχνία, όχι στο μυθιστόρημα, αλλά σε αυτό που λέμε δράμα.
• Κάθε φορά έβαζα στόχους για το κοινό. Ο πιο ευχάριστος ήταν να παίζω για τους εχθρούς μου, γιατί πιστεύω ότι το θέατρο, εκτός από όλα τα άλλα, είναι πολεμική τέχνη. Είναι μια τέχνη στρατιωτική, θέλει σχεδιασμό και στρατηγική για να είναι αποτελεσματική και είναι βαθιά ανταγωνιστική. Κι όταν φτάνεις στο επίπεδο της κοινωνικοποίησης, δηλαδή ανεβαίνεις στη σκηνή και απευθύνεσαι στο κοινό, είναι ένας πόλεμος. Μεγάλος πόλεμος. Γι' αυτό δεν είναι πάντα ευχάριστες οι παραστάσεις. Θεωρώ ότι είναι πιο καλές οι πρόβες, γιατί εκεί γίνεται το μεγάλο ξεδίπλωμα και για τους συναδέλφους και για μένα. Οι παραστάσεις είναι αποδεικτικές, θέλεις να αποδείξεις κάτι και αυτό χαλάει την τέχνη.
• Με ενοχλεί πάρα πολύ το ψεύδος της πολιτικής. Υπερβολικά. Προέρχομαι από πολιτική οικογένεια. Ο παππούς μου, ο Μηνάς Πατρίκιος, ήταν πολιτικός, δύο φορές δήμαρχος Θεσσαλονίκης, πρόεδρος της Βουλής, υπουργός Παιδείας – έχω μεγαλώσει με πολιτικούς και έχω μάθει αλλιώς. Μολονότι ήμασταν αστοί, η ιδεολογία μας ήταν αριστερή. Ο παππούς μου ήταν κομμουνιστής. Δεν μπορώ να πω ότι είναι απλώς απογοήτευση αυτό που αισθάνομαι, είναι κάτι πιο σκληρό που δεν μπορώ να το χαρακτηρίσω. Έχει σχέση με την εξαπάτηση των πολιτικών, η οποία ξεκινάει από την εξαπάτηση του ίδιου τους του εαυτού και από κει και πέρα ψεύδονται σε όλους. Αυτό το πράγμα είναι μια μεγάλη αρρώστια, γιατί αρρώστια θεωρώ τη δειλία του ψεύδους. Πιστεύω ότι είναι σχεδόν ψυχαναλυτικό φαινόμενο, δεν μπορώ να το θεωρήσω αλλιώς. Αφήνουν τη μέρα να κυλάει, γιατί στην Ελλάδα πιστεύουμε ότι έχουμε άπειρο χρόνο για να τοποθετηθούμε, να αλλάζουμε σχέδια, να φτιάξουμε τα κακώς κείμενα, αλλά ο χρόνος είναι ελάχιστος. Η πολιτική αυτήν τη στιγμή έχει μπει σε μια εκρηκτική φάση. Ενώ για χρόνια είχε μια τεράστια εσωστρέφεια, τώρα γινόμαστε πάλι πολίτες, γιατί τα προηγούμενα χρόνια ήμασταν μόνο καταναλωτές. Βέβαια, οι λαοί έχουν δικαίωμα να δικαιολογούν τον εαυτό τους, οι πολιτικοί, όμως, δεν έχουν καμία δικαιολογία.
• Ο πιο μεγάλος μου φόβος είναι η αρρώστια, τη φοβάμαι πάρα πολύ. Όχι τον θάνατο, την αρρώστια. Το κατάλαβα γιατί είχα μια περιπέτεια και όταν ρώτησα τον γιατρό «αυτή η αρρώστια πώς θα αντιμετωπιστεί;», μου είπε «με τον θάνατο». Και το κατάλαβα εκείνη την ώρα, οπότε ξεφοβήθηκα τον θάνατο, γιατί μπορεί να σε γλιτώσει από την αρρώστια.
• Θα πρέπει να υπάρχει ευτυχία. Πρέπει να έχω υπάρξει αρκετές στιγμές ευτυχισμένη, αλλά η ευτυχία πρέπει να είναι κάτι πολύ στιγμιαίο, σαν λάμψεις. Και πρέπει να είναι μεγάλη διαταραχή, δεν είναι κάτι ωραίο, γιατί σου δημιουργεί ταραχή, είναι κάτι εκστατικό, δεν αντέχεται. Είναι σαν τον έρωτα, δεν είναι ωραίο πράγμα. Καλύτερη είναι η δημιουργία και η μελαγχολία, γιατί είσαι πιο ήσυχος. Ο έρωτας έχει παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στη ζωή μου, ο έρωτας με τον άντρα μου. Τον δεύτερο άντρα μου. Πολύ τον αγαπούσα. Τώρα πια δεν παίζει κανέναν γιατί είμαι μεγάλη. Δεν έχω καμία επιθυμία.
• Δεν μου άρεσε αυτό που έγινε με τον Φαμπρ. Δεν έχω καμία ξενομανία, σε αυτό έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, δεν θεωρώ κανέναν ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο, θεώρησα όμως ότι ήταν ξαφνικά μια σχεδόν εγκάθετη απόφαση, χωρίς να ερωτηθεί κανείς από τον καλλιτεχνικό κόσμο – όχι ότι με τον Λούκο είχε κανείς ερωτηθεί ιδιαίτερα. Ο τρόπος όμως, η μυστικότητα που υπήρξε στην αρχή, μου φάνηκε λίγο ρεβανσισμός. Όλο το πράγμα μου φάνηκε ένα στοίχημα, και αυτά τα στοιχήματα δεν μου αρέσει να παίζονται στην πλάτη μου και στην πλάτη κανενός μας – δηλαδή έφυγε ένας διάσημος, να φέρουμε έναν πιο διάσημο. Δεν έχει καμία σχέση όχι με τον πολιτισμό, αλλά ούτε με την κοινωνία πρωτοβάθμια, ώστε να μαζεύουμε τα σκουπίδια από τον δρόμο. Ο πολιτισμός και η παιδεία είναι πράγματα μεγάλα και εκεί θα έπρεπε να έχουμε τελείως άλλους χειρισμούς. Ο Φαμπρ δεν με ενόχλησε. Αντιλήφθηκα ότι είχε τα δικά του σχέδια, τα δικά του προγράμματα, θα του ήταν αδύνατον αυτά τα πράγματα να τα ανατρέψει μέσα σε έξι μήνες και να τα αλλάξει, έτσι σκέφτηκε πρακτικά να φέρει αυτά που μπορούσε να φέρει, να προωθήσει και το δικό του έργο – άλλωστε η Ελλάδα έχει ένα κλίμα, ένα περιβάλλον, πάρα πολύ δημιουργικό, αναπτύσσει τρομακτικά τη φαντασία και τη δυναμική, ειδικά στον πολιτισμό και το θέαμα. Οπότε, ήταν μια ευτυχής συγκυρία, φαντάζομαι, για τον Φαμπρ. Εάν ο ίδιος ή οι άλλοι είχαν μια στοιχειώδη ευφυΐα να μπορέσουν να συνδυάσουν κάποια πράγματα και να μη φανεί ότι έρχεται ένας απ' έξω και φέρνει απλώς το πρόγραμμά του, τους δικούς του, και κινείται με ελληνικά λεφτά μέσα σε έναν χώρο ο οποίος είναι καθημαγμένος, θα ήταν μια χαρά ο Φαμπρ, γιατί είναι ένας άνθρωπος που έχει όραμα, που είναι ικανός. Αλλά ο τρόπος που ενήργησαν δημιούργησε αυτό που επακολούθησε. Ακόμα μια φορά υπήρξαν άστοχοι χειρισμοί και κάποιου είδους μισαλλοδοξία. Και στην πολιτική δεν επιτρέπεται η μισαλλόδοξη στάση.
Πρέπει να έχω υπάρξει αρκετές στιγμές ευτυχισμένη, αλλά η ευτυχία πρέπει να είναι κάτι πολύ στιγμιαίο, σαν λάμψεις. Και πρέπει να είναι μεγάλη διαταραχή, δεν είναι κάτι ωραίο, γιατί σου δημιουργεί ταραχή, είναι κάτι εκστατικό, δεν αντέχεται. Είναι σαν τον έρωτα, δεν είναι ωραίο πράγμα.
• Έχω μια αδυναμία στους αντρικούς ρόλους. Παίζω εύκολα αντρικούς ρόλους, είναι από τις καλές μου στιγμές. Οι γυναικείοι ρόλοι μού φαίνονται πιο εύκολοι. Η Έντα Γκάμπλερ είναι ίσως από τους αγαπημένους μου ρόλους, γιατί ήταν και αυτή πιο πολύ άντρας στη σκέψη. Και η δραματολογία έχει αδυναμία στους αντρικούς ρόλους. Σε όλο το θέατρο, ιστορικά, οι πολύ μεγάλοι ρόλοι είναι αντρικοί, σπάνια είναι γυναικείοι. Ο Μάκβεθ και η λαίδη Μάκβεθ, για παράδειγμα. Προσπαθούν να ωραιοποιήσουν τη λαίδη Μάκβεθ και να πουν ότι είναι όμορφη, η κινητήρια δύναμη, αλλά ο ρόλος είναι ο Μάκβεθ. Η λαίδη Μάκβεθ είναι μια λεπτομέρεια στο έργο αυτό, όπως η Οφηλία και η Γερτρούδη είναι λεπτομέρειες μπροστά στον ρόλο του Άμλετ. Και η Ιοκάστη είναι λεπτομέρεια μπροστά στον Οιδίποδα.
• Μου αρέσει πάρα πολύ να έχω ελεύθερο χρόνο, να κάθομαι στο κρεβάτι και να διαβάζω, να πίνω τσάι και να βάζω γύρω-γύρω μερικές από τις κούκλες μου. Αυτό μου δημιουργεί έναν φανταστικό κόσμο. Έχω μανία με τις κούκλες. Τώρα έπαθα μανία και με τα σκυλάκια, τρέλα. Και τα ζωντανά και τα λούτρινα. Έχω πάθει μεγάλη ταραχή, δεν υπάρχει σκύλος στον δρόμο που να μην του μιλάω...
Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στην έντυπη LiFO τον Απρίλιο του 2016