Η Φινλανδία έτοιμη να εγκαταλείψει τη στρατιωτική της ουδετερότητα
Laurent Geslin
Δημοσιογράφος και γεωγράφος, αρχισυντάκτης του "Courrier des Balkans"
Mediapart - 1 Απριλίου 2022
Αναδημοσίευση από τα Nouveaux Cahiers du socialisme
Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, οι Φινλανδοί πολίτες είναι αποφασισμένοι να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, καθώς η εύθραυστη ισορροπία που επικρατούσε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με τον δύστροπο Ρώσο γείτονα φαίνεται να ανατρέπεται.
*
Ελσίνκι (Φινλανδία) - Τα σύνορα είναι αόρατα, πίσω από τις χιονοθύελλες και το σκοτεινό τείχος του δάσους, μερικές εκατοντάδες μέτρα από τη Via Karelia, το δρόμο που διατρέχει τα ανατολικά όρια της Φινλανδίας. Αγροκτήματα εμφανίζονται εδώ κι εκεί, κρυμμένα από ψηλούς όγκους χιονιού, αλλά είναι ακόμα αδύνατο κάτω από τον πάγο να διακρίνει κανείς τις λίμνες που σχεδιάζουν παράξενα αραβουργήματα στους χάρτες.
Ο φετινός χειμώνας ήταν μακρύς, λένε οι Φινλανδοί, και η επερχόμενη άνοιξη θα μπορούσε να ανοίξει μια νέα σελίδα στην ιστορία αυτής της χώρας με 5,5 εκατομμυρία κατοίκους, που συνορεύει στα δυτικά με τον Βοθνιακό Κόλπο και στα ανατολικά με χερσαία σύνορα με τη Ρωσία μήκους 1.340 χιλιομέτρων. Προασπιζόμενος τη στρατιωτική του ουδετερότητα από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο φινλανδικός πληθυσμός τάσσεται σήμερα κατά πλειοψηφία , σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, υπέρ της ένταξης της χώρας του στο ΝΑΤΟ.
Μια ιστορική μεταβολή που κάθε άλλο παρά χαροποιεί τη Μόσχα: "Είναι προφανές ότι η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ [...] θα είχε σοβαρές στρατιωτικοπολιτικές συνέπειες που θα απαιτούσαν αντίστοιχα μέτρα από τη χώρα μας", δήλωσε η Μαρία Ζαχάροβα, εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, στις 25 Φεβρουαρίου.
Στη Φινλανδία, ο πόλεμος στην Ουκρανία απασχολεί τους πάντες και τα βίντεο από τις μάχες που δημοσιεύονται στο TikTok αναμένονται πιο πολύ κι από την τελευταία αμερικανική σειρά. "Τις τρεις πρώτες ημέρες της σύγκρουσης, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο από το να παρακολουθώ τις ειδήσεις στο τηλέφωνό μου", λέει ο Arto, 39 ετών, ο οποίος εργάζεται σε κατάστημα ποδηλάτων στο Ελσίνκι. "Στην αρχή φοβόμουν ότι ο πόλεμος θα εξαπλωνόταν, αλλά μετά λογικεύτηκα, έκανα τη στρατιωτική μου θητεία και θα ήμουν έτοιμος να πολεμήσω αν χρειαζόταν".
Η ουκρανική σημαία έχει κρεμαστεί στους τοίχους γύρω από τον λουθηρανικό καθεδρικό ναό του Ελσίνκι, και το μπλε και το κίτρινο εμφανίζονται στις βιτρίνες των καταστημάτων και στα παρμπρίζ των αυτοκινήτων, κάτι που αποτελεί από μόνο του ένα γεγονός σε μια χώρα που πάντα πρόσεχε να μην προσβάλει τον ισχυρό της γείτονα. Οι ρωσικές βότκες έχουν εξαφανιστεί από τις κάβες και οι τουρίστες από την Ανατολή σπανίζουν πλέον, "μια σημαντική οικονομική απώλεια", παραπονιούνται οι καταστηματάρχες του κέντρου.
"Η Φινλανδία πάντα προσπαθούσε να διαχειριστεί το ρωσικό ζήτημα διατηρώντας πολύ στενούς δεσμούς με τη Μόσχα, αλλά αυτή η στρατηγική τινάχθηκε στον αέρα από την επίθεση της 24ης Φεβρουαρίου", λέει ο Matti Pesu, ερευνητής στο Φινλανδικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων (FIIA). "Εάν το Ελσίνκι ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, θα υπάρξουν περισσότερες τριβές με τη Ρωσία, αλλά στην πραγματικότητα οι τριβές υπάρχουν ήδη. Δεν μπορούμε πια να γυρίσουμε πίσω."
Επί δεκαετίες, όσο η Σοβιετική Ένωση επέκτεινε την επιρροή της στη μισή ευρωπαϊκή ήπειρο, το κύριο μέλημα της Φινλανδίας ήταν να αποδείξει ότι η ύπαρξή της δεν απειλούσε τη Μόσχα. Επιδέξιες διαπραγματεύσεις της επέτρεψαν, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, να διατηρήσει την ανεξαρτησία της, το κοινοβουλευτικό της σύστημα και την οικονομία της αγοράς, παρόλο που βρέθηκε στο στρατόπεδο των ηττημένων.
H Φινο-σοβιετική Συνθήκη φιλίας, συνεργασίας και αμοιβαίας βοήθειας του 1948, η οποία ακολούθησε την ανακωχή της 19ης Σεπτεμβρίου 1944, ενσωματώνοντας τις κύριες διατάξεις της, περιόριζε την εμπλοκή της Φινλανδίας στις συγκρούσεις μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά είχε ως στόχο να οδηγήσει το Ελσίνκι στο στρατόπεδο της Μόσχας σε περίπτωση που η Σοβιετική Ένωση δεχόταν επίθεση από δυτικές χώρες μέσω εδάφων που ελέγχονταν από τις φινλανδικές αρχές. Το Ελσίνκι προτίμησε εξάλλου να μη συμμετάσχει στο Σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο καθυστέρησε την οικονομική του ανάκαμψη και το προσέδεσε περαιτέρω στο άρμα της ΕΣΣΔ.
"Ανάλογα με τα χρόνια, η Φινλανδία πραγματοποιούσε το 15 έως 23% του εξωτερικού της εμπορίου με τον σοβιετικό της γείτονα, εξάγοντας κυρίως φθηνά ρούχα, πράγμα που σημαίνει ότι οι Φινλανδοί πολίτες, όπως και οι αρχές της χώρας, είχαν πάντα μία πολύ διαυγή γνώση της κατάστασης στην άλλη πλευρά των συνόρων", εξηγεί ο Louis Clerc, καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Turku. "Η Σοβιετική Ένωση ασκούσε επίσης μία ορισμένη επιρροή στη φινλανδική εσωτερική πολιτική και το όνομα του Προέδρου της Δημοκρατίας, πριν λάβει την έγκριση του Κοινοβουλίου, επικυρωνόταν γενικά από τη σοβιετική πρεσβεία. Το Ελσίνκι είχε επίσης δεσμευτεί να στέλνει πίσω ατην Ανατολή όλους τους σοβιετικούς αντιφρονούντες που έφταναν στη χώρα."
Η σκιά της Μόσχας δεν εμπόδισε, ωστόσο, τη Φινλανδία να προωθήσει το διάλογο μεταξύ των μπλοκ και να φιλοξενήσει τις Συνομιλίες για τον Περιορισμό των Στρατηγικών Όπλων (SALT I) από το Νοέμβριο του 1969 έως το Μάιο του 1972. και αργότερα τη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ), τον πρόδρομο του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ).
Θα μπορούσε αυτή η "ενεργητική ουδετερότητα", που μερικές φορές αναφέρεται ως "φινλανδοποίηση", να είναι ένας αποδεκτός ορίζοντας για τις ουκρανικές αρχές; "Η "φινλανδοποίηση" ήταν αρχικά μια υποτιμητική έννοια που αναπτύχθηκε στη Δυτική Γερμανία για να επικρίνουν την Ostpolitik που εφάρμοσε ο καγκελάριος Βίλι Μπραντ, ο οποίος ήθελε να εξομαλύνει τις σχέσεις της χώρας του με τη Σοβιετική Ένωση και τις Ανατολικές Λαϊκές Δημοκρατίες, και γι αυτό κατηγορήθηκε ότι είχε ξεπουληθεί στους κομμουνιστές. Ήδη από τη δεκαετία του 1970, το Υπουργείο Εξωτερικών στο Ελσίνκι προσπάθησε να εξαλείψει τη χρήση του όρου, εξηγώντας ότι η Φινλανδία ήταν πάνω απ' όλα μια δημοκρατία που διέθετε μία οικονομία της αγοράς", λέει ο Louis Clerc. "Η "φινλανδοποίηση" συνεπάγεται εξάρτηση από τον Ρώσο γείτονα. Δεν ξέρω λοιπόν αν ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι θα μπορέσει να το πουλήσει αυτό στο λαό του, αν και πιστεύω ότι για τους Ουκρανούς, όπως και για τους Φινλανδούς το 1948, η ειρήνη είναι αυτοσκοπός. Οι ομοιότητες μεταξύ της σοβιετικής εισβολής στη Φινλανδία το 1939 και της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία τις τελευταίες εβδομάδες είναι εξάλλου εντυπωσιακές."
Στις 30 Νοεμβρίου 1939, ο Κόκκινος Στρατός εξαπέλυε 23 μεραρχίες και 450.000 άνδρες εναντίον της μικρής Φινλανδίας, την οποία το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο είχε εντάξει στη σοβιετική ζώνη επιρροής παρά το γεγονός ότι είχε απορρίψει τις εδαφικές απαιτήσεις της Μόσχας. Λίγες ημέρες νωρίτερα, οι σοβιετικές αρχές είχαν σκηνοθετήσει τον βομβαρδισμό του χωριού Mainila, κοντά στα φινλανδικά σύνορα, κατηγορώντας το Ελσίνκι για την επίθεση, και χρησιμοποιώντας τον ως αφορμή για να ξεκινήσουν τον πόλεμο.
Όμως, αντίθετα με τις προσδοκίες του Στάλιν, οι σοβιετικές φάλαγγες αποδεκατίστηκαν από τις κινητές μονάδες των Φινλανδών σκιέρ, οι οποίοι χτυπούσαν τις νηοπομπές ανεφοδιασμού πίσω από τις γραμμές, χρησιμοποιώντας τις περίφημες βόμβες Μολότοφ - που ονομάστηκαν έτσι προς "τιμήν" του τότε σοβιετικού υπουργού Εξωτερικών - εναντίον των εχθρικών αρμάτων μάχης. Ο Βιάτσεσλαβ Μολότοφ εξήγησε ότι η ΕΣΣΔ δεν βομβάρδιζε τον φινλανδικό λαό, αλλά παρέδιδε τρόφιμα στον πεινασμένο πληθυσμό...
Σε μόλις τρεις μήνες μάχης, οι Σοβιετικοί έχασαν περισσότερους από 120.000 άνδρες και υπέστησαν μερικές από τις πιο οδυνηρές ήττες στην ιστορία τους. Στη μάχη του δρόμου της Raate, μεταξύ 4 και 7 Ιανουαρίου 1940, 25.000 στρατιώτες της 44ης σοβιετικής μεραρχίας που κατάγονταν από την Ουκρανία αποδεκατίστηκαν πλήρως, ενώ οι αντίπαλοί τους βρήκαν την ευκαιρία να καταλάβουν δεκάδες άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα.
Πολεμώντας ένας εναντίον τεσσάρων και με έλλειψη όπλων και πυρομαχικών, τα φινλανδικά στρατεύματα αντιστάθηκαν σθεναρά μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου 1940, πριν υποκύψουν σε μια νέα επίθεση του Κόκκινου Στρατού, που ενισχύθηκε από στρατεύματα που είχαν προηγουμένως συμμετάσχει στην πολωνική εκστρατεία.
"Ο Χειμερινός Πόλεμος, όπως τον αποκαλούν οι Φινλανδοί, είναι ένας από τους ιδρυτικούς μύθους της χώρας μας, και το επεισόδιο αυτό θεωρείται σήμερα σαν μια δεύτερη ανεξαρτησία, μετά από εκείνη του 1917", υπενθυμίζει ο Tuomas Tepora, ερευνητής στο τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Tampere. "Το ζήτημα του Συνεχούς Πολέμου, δηλαδή της επανάληψης των εχθροπραξιών κατά των Σοβιετικών από τον Ιούνιο του 1941 και μετά, αυτή τη φορά στο πλευρό της ναζιστικής Γερμανίας, είναι πιο προβληματικό, ακόμη κι αν για πολλούς αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της προηγούμενης σύγκρουσης. Από τη δεκαετία του 1990 και μετά, οι Φινλανδοί άρχισαν να γιορτάζουν ανοιχτά αυτές τις μνήμες, αλλά και την τραυματική εμπειρία της απώλειας της Καρελίας και την άφιξη 400.000 προσφύγων από τα εδάφη που προσαρτήθηκαν από τη Μόσχα το 1940. Ξαφνικά, οι βετεράνοι που ήταν ακόμα εν ζωή πίστεψαν ότι είχαν τελικά κερδίσει τον πόλεμο. Αυτό δεν συνέβαινε την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, μια εποχή που οι άνθρωποι πρόσεχαν να μην προκαλούν τον μεγάλο τους γείτονα."
Για να προστατευτεί από τους Σοβιετικούς στις δεκαετίες του 1930 και 1940, η Φινλανδία έφτιαξε οχυρώσεις υπό την επίβλεψη του στρατηγού Carl Gustaf Emil Mannerheim, τις οποίες όμως το δάσος έχει καταπιεί από καιρό, όπως και τα λίγα μπούνκερ της γραμμής Salpa που είναι ακόμη ορατά νότια της πόλης Lappeenranta. Η χώρα, όμως, δεν έχει χαλαρώσει ποτέ την επαγρύπνησή της. Η στρατιωτική θητεία εξακολουθεί να είναι υποχρεωτική, και ο στρατός μπορεί να κινητοποιήσει 280.000 στρατιώτες, ενώ 900.000 έφεδροι θεωρούνται μάχιμοι.
"Ανά τακτά διαστήματα περιφερειακές ασκήσεις οργανώνονται και οι πολίτες εκπαιδεύονται για να ανταποκρίνονται σε καταστάσεις κρίσης", υποστηρίζει με τη σειρά του ο Charly Salonius-Pasternak, ειδικός σε θέματα ασφάλειας στο Φινλανδικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων (FIIA), "ενώ σε όλη τη χώρα υπάρχουν αποθέματα σιτηρών και βενζίνης για έξι μήνες. Τις πρώτες ώρες μιας σύγκρουσης, το πιο σημαντικό πράγμα είναι να είμαστε οργανωμένοι και να διατηρούμε την επαφή μεταξύ μας, και ο πληθυσμός ξέρει ακριβώς τι πρέπει να κάνει. Οι επικεφαλής των κυριότερων επιχειρήσεων της χώρας, στον τομέα των τηλεπικοινωνιών ή της ενέργειας, συναντώνται αρκετές φορές το χρόνο για να συντονιστούν. Η κυβέρνηση, η στρατιωτική διοίκηση και διάφορες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών παρακολουθούν επίσης πολύ στενά τα τεκταινόμενα στην Ουκρανία. Η χώρα έστειλε 1.500 αντιαρματικά όπλα στο Κίεβο και αρκετές χιλιάδες τουφέκια εφόδου, αν και η Φινλανδία ανέκαθεν αρνιόταν να προμηθεύει στρατιωτικό εξοπλισμό σε εμπόλεμες χώρες, αλλά ο στρατός φροντίζει να διατηρεί καλά τα αποθέματά του."
Η Φινλανδία, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από την 1η Ιανουαρίου 1995, διατηρεί στενές σχέσεις με το ΝΑΤΟ στο πλαίσιο της Σύμπραξης για την Ειρήνη, στην οποία προσχώρησε στις 9 Μαΐου 1994, και οι ένοπλες δυνάμεις της συμμετέχουν σε γυμνάσια της Ατλαντικής Συμμαχίας. Για παράδειγμα, 680 Φινλανδοί στρατιώτες προστέθηκαν τις τελευταίες ημέρες σε 30.000 άλλους στρατιώτες από 26 χώρες για την επιχείρηση "Cold Response", που οργανώθηκε από τη Νορβηγία, στον ίδιο τον τόπο της μάχης του Narvik, το 1940.
"Δύο επιλογές βρίσκονται τώρα στο τραπέζι, αν αφήσουμε στην άκρη το status quo, το οποίο δεν είναι πλέον εφαρμόσιμο: να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας με τη Σουηδία και τις Ηνωμένες Πολιτείες ή να ενταχθούμε στο ΝΑΤΟ", συνεχίζει ο Charly Salonius-Pasternak. "Αλλά αν παραμείνουμε έξω από την Ατλαντική Συμμαχία, τι θα έκαναν οι σύμμαχοί μας αν οι Ρώσοι αποφάσιζαν να ξεκινήσουν μια επιχείρηση χαμηλής έντασης, όπως μια απόβαση μερικών στρατιωτών σε ένα νησί που ελέγχει ένα στενό; Η Στοκχόλμη και η Ουάσινγκτον θα το ξανασκεφτόνταν πιθανώς πριν δεσμευτούν, ενώ η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ εξασφαλίζει την ενεργοποίηση της ρήτρας 5 της συνθήκης του 1949 και, επομένως, τη δυνατότητα επέμβασης των άλλων κρατών μελών.
Γεγονός είναι ότι τα επεισόδια με τη Μόσχα έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια και οι σχέσεις στην περιοχή έχουν γίνει τεταμένες μετά την εισβολή στην Κριμαία και την έναρξη του πολέμου στο Ντονμπάς το 2014. Ρωσικά μαχητικά διεισδύουν τακτικά στον εναέριο χώρο της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Τις τελευταίες εβδομάδες, το δίκτυο GPS μπλοκαρίστηκε κι αυτό μυστηριωδώς αρκετές φορές στις παραμεθόριες περιοχές με τη Ρωσία και οι αρχές στο Ελσίνκι φοβούνται ότι η Μόσχα στέλνει μετανάστες για να αποσταθεροποιήσει τη χώρα, όπως συνέβη στα σύνορα Λευκορωσίας-Πολωνίας το φθινόπωρο του 2021.
Στις 16 Μαρτίου, η ρωσική πρεσβεία στο Ελσίνκι κάλεσε επίσης τους Ρώσους να αναφέρουν στο προξενικό τμήμα της πρεσβείας μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου "περιπτώσεις παραβίασης δικαιωμάτων, διακρίσεων και υποκίνησης μίσους σε βάρος πολιτών της Ρωσικής Ομοσπονδίας και όσων έχουν τη ρωσική γλώσσα ως μητρική τους", μια μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήδη στην Ουκρανία.
Μπροστά στις συζητήσεις που πολλαπλασιάζονται στη χώρα, ο πρόεδρος Sauli Niinistö δήλωσε στις 3 Μαρτίου ότι είναι σημαντικό να "διατηρηθεί η ψυχραιμία" και να "αξιολογηθεί προσεκτικά τον αντίκτυπο της ουκρανικής κρίσης", ενώ ετοιμάζεται μια έκθεση σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της ένταξης στο ΝΑΤΟ, η οποία αναμένεται να παρουσιαστεί στο φινλανδικό κοινοβούλιο στα μέσα Απριλίου.
Ταυτόχρονα, αρκετές πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών απευθύνονται στην ευρεία κυβερνητική πλειοψηφία, η οποία συγκεντρώνει κόμματα με διαφορετικές θέσεις γύρω από το θέμα, με την Πράσινη 'Ενωση να τάσσεται πρόσφατα υπέρ της ένταξης, ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες της πρωθυπουργού Sanna Marin εξακολουθούν να είναι κατηγορηματικά αντίθετοι.
"Κυκλοφορήσαμε ένα διαδικτυακό ψήφισμα λίγες ημέρες πριν από την έναρξη της ρωσικής επίθεσης για να ζητήσουμε ένα δημοψήφισμα για το θέμα αυτό", εξηγεί ο Timo Vartanen, ένας νεαρός μηχανικός. "Μέσα σε μία εβδομάδα συγκεντρώσαμε περισσότερες από 70.000 υπογραφές, κάτι που μας δίνει το δικαίωμα, σύμφωνα με το Σύνταγμα, για να στείλουμε το αίτημά μας στο κοινοβούλιο. Έχω την αίσθηση ότι για πρώτη φορά μετά το δημοψήφισμα για την ένταξη στην ΕΕ το 1994, οι Φινλανδοί πολίτες θέλουν να επηρεάσουν τη διεθνή πολιτική της χώρας τους."