ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΠΕΡΙΠΟΥ ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ δεν την ήξερε άνθρωπος. Ήταν άλλη μία ηθοποιός, γεννημένη στη Βουλγαρία, απόφοιτη της Εθνικής Σχολής Τεχνών του Μπουργκάς, είχε παίξει σε κάποιες ταινίες πίσω στην πατρίδα της και το πάμπτωχο βιογραφικό της ανέφερε ότι στον χώρο της υποκριτικής βρίσκεται από τα 6 της χρόνια.
Τίποτα το ιδιαίτερο και καμία άλλη περγαμηνή για την 24χρονη που ήδη θεωρείται ισάξια του Κοέν στη φάρσα και τεχνίτισσα της παγίδας σε ανυποψίαστο, αλλά εξαιρετικά ύποπτο, κόσμο.
Τίποτα το άξιο ειδικής αναφοράς, δηλαδή, μέχρι τα πρώτα ανορθόδοξα δελτία Τύπου για την επικείμενη πρεμιέρα του Borat 2 και τα πρώτα trailer, όπου οι θεατές ενημερώνονταν ότι αυτή τη φορά ο δαιμόνιος ρεπόρτερ από το Καζακστάν θα έχει και συνεργό στο «έγκλημα», την κόρη του, την Tutar.
Κανείς δεν ήταν έτοιμος για το ρεζιλίκι που θα ακολουθούσε. Ενδεχομένως, κάποιοι μπερδεύτηκαν από τα trailer και πίστεψαν ότι ο Κοέν είχε ετοιμάσει ακόμη μερικές ατιμωτικές φάρσες για δημόσια πρόσωπα και πολιτικούς της Αμερικής, στο στιλ του αμφιλεγόμενου "This is America".
Ήρθε από τη Βουλγαρία για να πάρει τον ρόλο, όταν της εξήγησαν ότι θα παίξει με αληθινές καταστάσεις και πραγματικούς ανθρώπους δεν «κόλλησε» πουθενά κι όταν η συνάντηση με τον Τζουλιάνι άρχισε να ξεφεύγει δεν έχασε ούτε στιγμή την ψυχραιμία και το χιούμορ της.
Όμως, το σενάριο ήταν πολύ καλύτερο απ' ό,τι φανατικοί (και μη) της χοντροκομμένης τέχνης του Κοέν θα περίμεναν και πολύ πιο ντροπιαστικό για μια Αμερική που από το '16 και μετά μπολιάστηκε με την ουσία του κινήματος #MeToo, αποδεικνύοντας ότι η σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να έχει κοντά ποδάρια, αν η ντροπή βαραίνει τον θύτη και όχι το θύμα.
Και εδώ έρχεται η Μπακάλοβα. Που σερβίρεται ωσάν αχνιστός μεζές στον πάλαι ποτέ υπερδιάσημο δήμαρχο της Νέας Υόρκης, Ρούντι Τζουλιάνι.
Γιατί άραγε ο Κοέν επέλεξε το συγκεκριμένο πρόσωπο; Μήπως υπήρχαν φήμες, καταγγελίες ή ενδείξεις ότι κάτι θα πάει στραβά εδώ, αν αφήσει μόνη τη συνεργάτιδά του μαζί του; Να μια απορία που πρέπει να απαντηθεί.
Τα υπόλοιπα είναι γνωστά: ο Κοέν παραφυλάει πίσω από κλειστές πόρτες για να εισβάλλει τη σωστή στιγμή, πριν η κατάσταση γίνει επικίνδυνη για την «Tutar», ακριβώς εκεί, όμως που το σκηνικό θα είναι πλέον εξαιρετικά άβολο για έναν άνθρωπο που εδώ και χρόνια στηρίζει τον Τραμπ, τις επιλογές του και τη χυδαία ρητορική του εναντίον των γυναικών.
Ο Τζουλιάνι έχει ήδη «συλληφθεί» με τα χέρια μέσα στο παντελόνι και η Μπακάλοβα αποθεώνεται για την ψυχραιμία, το θάρρος και την τεχνική της στην πιο επώδυνη φάρσα των τελευταίων ετών.
Ο Τζουλιάνι κάτι ψελλίζει στο Twitter –μετά την αποκάλυψη των σκηνών– ότι «σε καμία χρονική στιγμή πριν, στη διάρκεια ή μετά τη συνέντευξη δεν επέδειξε ανάρμοστη συμπεριφορά» (ακόμη να καταλάβει τι συνέβη...) και φυσικά δεν πείθει κανέναν.
Αντιθέτως, η Μπακάλοβα έπεισε τους πάντες ότι το θάρρος είναι γυναικεία υπόθεση και αποθεώνεται από τον Guaridan μέχρι το Vanity Fair: ήρθε από τη Βουλγαρία για να πάρει τον ρόλο, όταν της εξήγησαν ότι θα παίξει με αληθινές καταστάσεις και πραγματικούς ανθρώπους δεν «κόλλησε» πουθενά κι όταν η συνάντηση με τον Τζουλιάνι άρχισε να ξεφεύγει δεν έχασε ούτε στιγμή την ψυχραιμία και το χιούμορ της.
Επίσης, δεν είχε κανένα πρόβλημα να υπηρετήσει το στερεότυπο «χαζή, ξανθιά, εύκολη» που τόσο αγαπά η Αμερική και φροντίζει να το υπενθυμίζει στις περισσότερες κινηματογραφικές επιτυχίες της, είτε πρόκειται για ρομαντικές κομεντί, είτε για νεανικές μπαλαφάρες του κιλού, είτε για δραματικές ταινίες.
Όπως και να 'χει, στην παρούσα φάση, λίγο πριν από τις αμερικανικές εκλογές, η Μπακάλοβα και όχι ο Κοέν έχει βρεθεί στο στόχαστρο του Τραμπ και εξακολουθεί να απολαμβάνει το ξεμπρόστιασμα του πλέον στενού του συνεργάτη.
Από το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών οι ύβρεις δίνουν και παίρνουν, ωστόσο, στη βιομηχανία του θεάματος πολλοί έχουν αρχίσει να κατανοούν την πρακτική του Κοέν.
Μήπως αυτού του είδους οι σκληρές φάρσες είναι ένας τρόπος να μιλήσει η (αμερικανική) κοινωνία για πολύ σοβαρά ζητήματα; Μήπως το χιούμορ, ακόμη και το χοντροκομμένο, είναι το εργαλείο για να αποκαθηλωθούν –με αποδείξεις– και οι πλέον ανέγγιχτοι;
Στο δια ταύτα, η Μπακάλοβα ήδη θεωρείται η εμπέδωση του #MeToo από άλλη μεν χώρα, ωστόσο, στην καρδιά των ΗΠΑ και στην καρδιά της βιομηχανίας του θεάματος, που ναι μεν ξεμπέρδεψε με τυράννους όπως ο Γουάινστιν, αλλά εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις γυναίκες με ανισότητα σε ό,τι αφορά τις αμοιβές, την πρόσβαση σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, τη μεταχείριση στα μεγάλα στούντιο.
Ο δεύτερος ρόλος που της εμπιστεύθηκε ο Κοέν «έφαγε» στη στροφή ακόμη και τον πρωταγωνιστή και απομένει –από το αποτέλεσμα στις αμερικανικές εκλογές– να γίνει σαφές αν οι Αμερικανοί κατάλαβαν την αξία του #MeToo ή εξακολουθούν να κοιμούνται, ξυπνώντας, ωστόσο, με τα παθήματά τους τον υπόλοιπο πλανήτη.