— Ποια εικόνα έχετε για την Αθήνα σήμερα; Τι σας αρέσει και τις σας ενοχλεί;
Πιστεύω ότι η Αθήνα βρίσκεται σήμερα σε ένα κρίσιμο σημείο μετάβασης από μια μεγαλούπολη της νοτιοανατολικής Ευρώπης, με πολύ συγκεκριμένα τοπικά χαρακτηριστικά και τραύματα αλλά και μια ιδιότυπη κουλτούρα, σε μια παγκόσμια μητρόπολη από τις λίγες: ανοιχτή, πολυπολιτισμική, συμπεριληπτική, δημιουργική χωρίς όρια και σύνορα. Τη συγκεκριμένη, κομβική, στιγμή, τα ίδια πράγματα που με συνεπαίρνουν (εκατομμύρια ξένοι επισκέπτες, ενέργεια στους δρόμους, οικονομική ανάπτυξη, ενέσεις διεθνούς κουλτούρας από μετανάστες και urban νομάδες, κοσμοπολιτισμός) είναι εκείνα που με φοβίζουν κιόλας με την άλλη τους όψη (υπερ-τουρισμός, αφόρητες κυκλοφοριακές συνθήκες, ακρίβεια, gentrification και απώλεια ταυτότητας της πόλης). Χρειάζεται επαγρύπνηση, στρατηγική και πλαίσιο για να κερδίσεις από τα μεν χωρίς να λουστείς τα δε. Τι να τους κάνουμε τόσους τουρίστες, αν δεν μπορούμε εμείς να βρούμε πια τη χαρά στην πόλη μας;
— Τι είναι αυτό που σας παρακίνησε να ασχοληθείτε με τα κοινά; Και πώς προήλθε η πρόταση;
Δεν ήταν δική μου ιδέα. Ήταν του Κώστα Μπακογιάννη και της ομάδας του, οι οποίοι είδαν, νομίζω, ότι είμαι ένας αεικίνητος Αθηναίος που έχω οργώσει όλη την πόλη, μέρα και νύχτα, από τα μουσεία, τα πάρκα και τις λαϊκές της μέχρι τα εστιατόρια και τα κλαμπ. Τη γνωρίζω καλά την πόλη μας. Και όχι μόνο τη φωτογενή πλευρά της, όπως θα μπορούσε να μου χρεώσει κάποιος που θα ρίξει μια πρόχειρη ματιά στον λογαριασμό μου στο Instagram, αλλά και τις πιο σκοτεινές γωνιές και τις αποτυχίες της, τις οποίες μπορεί να μην ανεβάζω στα SoMe αλλά τις παρατηρώ, τις καταγράφω, με απασχολούν και με θυμώνουν. Από τη στιγμή, λοιπόν, που μου έγινε η πρόταση, είχα δύο επιλογές: είτε να παραμείνω στο comfort zone της αφ’ υψηλού γκρίνιας για όσα δεν γίνονται σωστά είτε να δοκιμάσω να πάρω ένα μερίδιο ευθύνης και να περάσω στην πράξη. Διάλεξα το δεύτερο. Είναι θέμα mindset.
Τόσο η παράλογη αύξηση των ενοικίων, η οποία διαβρώνει τη φυσιογνωμία των γειτονιών της Αθήνας, όσο και η αλλαγή του μικροκλίματος της Αττικής μόνο μέσα από συνεργασία της κεντρικής κυβέρνησης με τον δήμο θα μπορούσαν να αναστραφούν, αφού δυστυχώς ο δήμος δεν έχει ικανή δικαιοδοσία να πάρει ουσιαστικά μέτρα για τον υπερτουρισμό, τη βραχυχρόνια μίσθωση ή τα διαμερίσματα που μένουν άδεια.
— Πιστεύετε ότι ο Κώστας Μπακογιάννης ήταν ένας καλός δήμαρχος;
Εξαιρετικός. Πρώτα-πρώτα, είδα σε αυτόν τον Κώστα Μπακογιάννη έναν φιλικό ηγέτη, ο οποίος δεν τεμπέλιασε, δεν κρύφτηκε, δεν έκανε μόνο δημόσιες σχέσεις. Ίσα ίσα που προσπάθησε με κάθε κόστος να δώσει λύση σε χρονίζοντα προβλήματα, μαζί πάντα με τις αρμόδιες ομάδες εργασίας, αφού φαίνεται ότι είναι team player. Και επίσης, ενέπνευσε τους περισσότερους ανθρώπους του δήμου να τον ακολουθήσουν σε μια διόλου δημοσιο-υπαλληλική σχέση με τα καθήκοντά τους. Είδα υπαλλήλους καθαριότητας με χαμόγελο και περηφάνια, εξοπλισμένους τόσο με σύγχρονα μηχανήματα όσο και με εργασιακό ήθος. Είδα πρώτη φορά να μου απαντούν γρήγορα, με σαφήνεια και ευγένεια στα emails κάθε είδους που έστελνα ως πολίτης. Γιατί; Μα γιατί τους ενέπνευσε ‒ να τους υποχρέωσε αποκλείεται. Δεν υπάρχει εξαναγκασμός στο ελληνικό Δημόσιο. Μόνο φιλότιμο.
Ύστερα, τα αμέτρητα έργα (πεζοδρόμια, ασφαλτοστρώσεις, πάρκα, φωτισμός, παιδικές χαρές, αθλητικές εγκαταστάσεις, φροντισμένες πλατείες, βυθιζόμενοι κάδοι, ο Λυκαβηττός και πόσα άλλα στα σκαριά), οι κοινωνικές δράσεις (πολυιατρεία σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα, ξενώνες αστέγων, προγράμματα βοήθειας και αλληλεγγύης για τους ευάλωτους συμπολίτες μας), οι ιδιωτικές χορηγίες. Πότε τα είχαμε ξαναδεί όλα αυτά μαζεμένα; Και η Πανεπιστημίου, το μόνο ίσως αγκάθι στην πορεία υλοποίησης των εκατοντάδων έργων του δήμου, την οποία δεν κρύβω ότι κι εγώ σχολίαζα ειρωνικά γιατί είχε γίνει το Γεφύρι της Άρτας, τελειώνει τώρα. Και το αποτέλεσμα, νομίζω, τον δικαιώνει. Το «κάλλιο αργά παρά ποτέ» είναι μια σοφή ρήση που στα δημόσια έργα ταιριάζει γάντι.
— Ποιο πιστεύετε ότι είναι το κυριότερο πρόβλημα της πόλης;
Όσες φορές κι αν το έχω σκεφτεί, πάντα καταλήγω ότι ο τεράστιος στόλος οχημάτων, που δεν έχω ξαναδεί ανάλογο σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, προηγμένο ή υπανάπτυκτο, είναι τεράστιο εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια να γίνει η πόλη πιο βιώσιμη. Σκεφτείτε: πώς να κυκλοφορήσουν τόσα οχήματα στους κατά κανόνα μικρούς δρόμους, πού θα παρκάρουν, πώς να αφήσουν διαβάσεις, πεζόδρομους και πεζοδρόμια ελεύθερα, πώς να φτάσει γρήγορα ένα ασθενοφόρο ή ένα περιπολικό, πώς να γίνει αποκομιδή των σκουπιδιών και ανεφοδιασμός των καταστημάτων με ωράριο, πώς να πιάσουμε τους πράσινους στόχους όταν καταναλώνουμε τη διπλάσια ενέργεια κολλημένοι στην κίνηση ή ψάχνοντας να παρκάρουμε;
Εύκολη λύση δεν υπάρχει, αλλά δεν μπορούμε να αφήνουμε το πρόβλημα να διογκώνεται ‒ γιατί διογκώνεται. Έχουν διατυπωθεί προτάσεις κατά καιρούς που περιλαμβάνουν αντι-κίνητρα (για να μην έχουμε τόσο αυτοκίνητα κατ’ άτομο), έργα (π.χ. parking), αυστηροποίηση ελέγχων και αλλαγή κουλτούρας. Δεν έχει γίνει, όμως, ποτέ κάτι ολοκληρωμένο. Τώρα που και κεντρική κυβέρνηση και δημοτική αρχή θα έχουν ολόκληρες θητείες μπροστά τους είναι ευκαιρία να σκεφτούν ρηξικέλευθα και μακροπρόθεσμα.
— Η αναγνωρισιμότητα αποτελεί διαβατήριο για εκλογική νίκη; Ουσιαστικά μεταφράζεται σε περισσότερες ψήφους;
Η συμπάθεια, νομίζω, είναι αυτή που μεταφράζεται σε ψήφους, όπως είδαμε και πρόσφατα με την περίπτωση της εκλογής του νέου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ. Η αναγνωρισιμότητα απλώς κάνει μεγαλύτερο τον κύκλο της συμπάθειας. Από μόνη της, όμως, δεν λέει πολλά. Όπως συμβαίνει με πολύ διάσημους τραγουδιστές που κανείς δεν ακούει τα τραγούδια τους στο Spotify ή στο YouTube, ηθοποιούς-influencers που το θέατρό τους δεν κόβει εισιτήρια και μάγειρες της τηλεόρασης που μπορεί το βράδυ στο εστιατόριο να έχουν άδεια τραπέζια, το κοινό δεν μεταφέρεται εύκολα από πλατφόρμα σε πλατφόρμα. Έτσι, το TikTok, που πολύ συζητιέται τελευταία στην πολιτική επικοινωνία, δεν παράγει άμεσα ψήφους. Παράγει εντυπώσεις, που μετά μπορείς να αξιοποιήσεις στην κάλπη, ή και όχι.
— Σε ποιο βασικό θέμα θα επικεντρωθείτε αν εκλεγείτε δημοτικός σύμβουλος;
Ένας δημοτικός σύμβουλος δεν μπορεί να επιλέξει από μόνος του πού θα δώσει βάρος, αφού δουλειά του είναι ο έλεγχος και στη συνέχεια η υπερψήφιση ή η καταψήφιση των προτάσεων που έρχονται στο δημοτικό συμβούλιο. Από κει και πέρα είναι στην ευχέρεια του δημάρχου να προτείνει στους δημοτικούς συμβούλους θέσεις ευθύνης (και management) ανάλογα με τα προσόντα τους. Προσωπικά, είμαι ένας μηχανολόγος μηχανικός του ΕΜΠ που έχει για χρόνια ασχοληθεί, αρθρογραφώντας, με θέματα τέχνης, πολιτισμού, σύγχρονης ανάπτυξης, αλλά, ως γνωστόν, έχω δοκιμάσει και όλες τις ομελέτες της Αθήνας. Οπότε ίσως σε κάποιο μαγειρείο;
— Με αφορμή και την εκλογή Κασσελάκη, θεωρείτε ότι η ΛΟΑΤΚΙ+ ατζέντα έχει αποκτήσει μεγαλύτερη ορατότητα στην ελληνική κοινωνία;
Δεν είμαι σίγουρος αν η ορατότητα μπορεί να πιστωθεί τώρα, έτσι στιγμιαία, στον νέο αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ή αν η ανεμπόδιστη νίκη του είναι κατά κάποιον τρόπο προϊόν της ΛΟΑΤΚΙ+ ορατότητας, στην οποία έχουν συμβάλει πολλοί σοβαροί φορείς με την πολυετή, επίμονη και συντονισμένη δράση τους. Αλλά και αρκετοί άνθρωποι με τον προσωπικό τους αγώνα και το παράδειγμά τους, τα προοδευτικά ΜΜΕ με πρωτεργάτρια τη δική σας LiFO, ακόμη και ο νυν δήμαρχος με την αταλάντευτη πολιτική του στάση υπέρ της ΛΟΑΤΚΙ+ ατζέντας και την (πιο ενεργή δεν γίνεται) συμμετοχή του τόσο στη γιορτή του Pride όσο και σε λιγότερο λαμπερές, αν και το ίδιο σημαντικές πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, όπως αυτή της αντιδημάρχου Κατερίνας Γκαγκάκη για των ξενώνα Αστέγων και Ακραία Ευάλωτων ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων. Ξέρετε, όσο κι αν βρήκα εκπληκτική την εικόνα ενός αρχηγού μεγάλου κόμματος να καλεί με περηφάνια και πλατύ χαμόγελο τον σύζυγό του στο πλευρό του, άλλο τόσο θεωρώ ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε κάποιες λιγότερο προνομιούχες ομάδες ΛΟΑΤΚΙ+ συνανθρώπων μας που υφίστανται καθημερινά bullying, ρητορική μίσους και περιθωριοποίηση. Η κοινωνία μας οφείλει να σταθεί με αγάπη και ενδιαφέρον δίπλα τους. Όχι μόνο δίπλα σε όσα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα βγάζουν ωραίες selfie.
— Γιατί οι νέοι στις μέρες μας δεν ασχολούνται με την πολιτική;
Μα εγώ βλέπω ότι ενδιαφέρονται πολύ για την κλιματική αλλαγή, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, την προστασία των ζώων, την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης και τόσα άλλα που είναι πολιτική. Ουσιαστική πολιτική. Και φυσικά δεν αναφέρομαι σε όσους αναπαράγουν lifestyle συνθηματάκια, όπως κάνει κάθε γενιά λίγο πριν ενηλικιωθεί στ’ αλήθεια, αλλά σε όλα αυτά τα καταπληκτικά νέα παιδιά που με εκπλήσσουν με το βάθος της σύγχρονης σκέψης τους, που διεκδικούν διαρκώς με ευφάνταστους τρόπους, που δημιουργούν αποτελεσματικά δίκτυα δράσης, που αυτοχρηματοδοτούνται με έξυπνα εργαλεία. Ξέρετε πόση πολιτική διδάσκομαι καθημερινά από νέα και φρέσκα μυαλά που παίζουν τα παραπάνω θέματα στα δάχτυλα; Τώρα, αν εννοείτε ότι δεν παρακολουθούν το Κοινοβούλιο, έχετε δει το επίπεδο στο Κοινοβούλιο τελευταία;
— Διάβασα στο κείμενο της υποψηφιότητάς σας ότι σας ανησυχεί η αύξηση των ενοικίων και η αλλαγή του μικροκλίματος της πόλης. Υπάρχουν άμεσες και ριζικές λύσεις γι’ αυτά τα δύο ακανθώδη θέματα;
Με έναν νόμο κι ένα άρθρο δεν έγινε ποτέ τίποτα τελικά ‒ θα σας το πει ακόμη κι ο Αλέξης Τσίπρας. Τόσο η παράλογη αύξηση των ενοικίων, η οποία διαβρώνει τη φυσιογνωμία των γειτονιών της Αθήνας, όσο και η αλλαγή του μικροκλίματος της Αττικής μόνο μέσα από συνεργασία της κεντρικής κυβέρνησης με τον δήμο θα μπορούσαν να αναστραφούν, αφού δυστυχώς ο δήμος δεν έχει ικανή δικαιοδοσία να πάρει ουσιαστικά μέτρα για τον υπερτουρισμό, τη βραχυχρόνια μίσθωση ή τα διαμερίσματα που μένουν άδεια. Ούτε φυσικά περιμένει κανείς από τον δήμο Αθηναίων να προστατέψει το δάσος της Πάρνηθας ή να αντιστρέψει την κλιματική αλλαγή. Αυτό που οφείλει να κάνει, όμως, πέρα από τις παρεμβάσεις που του αναλογούν, είναι να απαιτεί πιο επίμονα αλλαγή πολιτικής, να παραγγέλνει σχετικές μελέτες και έρευνες και να κινητοποιεί αποτελεσματικά την κοινή γνώμη, ώστε η φωνή των πολιτών, οι οποίοι κινδυνεύουμε να μένουμε πέντε-πέντε σε σπίτια άθλια και σε συνθήκες ερήμου, να ακούγεται πιο δυνατά από τα συμφέροντα. Κι αυτό η δημοτική αρχή βλέπω ότι το έχει ήδη αφουγκραστεί και το έχει βάλει στις προτεραιότητές της και για την επόμενη θητεία.
— Επειδή ταξιδεύετε συχνά, ήθελα να σας ρωτήσω: πόσο απέχει η πόλη από το να γίνει μια αληθινά ευρωπαϊκή πρωτεύουσα;
Δεν θα την προτιμούσα «αληθινά ευρωπαϊκή πρωτεύουσα», να σας πω την αλήθεια. Είναι υπερβολικά παλ γκρι και λευκό της αγνότητας αυτό το σενάριο, σε σχέση με τη ζωηρή πολυχρωμία της Αθήνας. Ιδανικά θα την ήθελα μια συναρπαστική μεσογειακή μητρόπολη, ένα mille feuille πολιτισμών και τάσεων από τα αρχαία μνημεία μέχρι τους hip φούρνους της, με εμφανείς επιρροές τόσο από την Ευρώπη (το πιο προοδευτικό μέρος του πλανήτη για να ζει κανείς) όσο και από την Ανατολή και τον Λεβάντε, με αρχιτεκτονικό πλούτο (από τον Παρθενώνα μέχρι τις αστικές πολυκατοικίες) που δεν τον βρίσκεις αλλού, με ιδιοσυγκρασιακούς κατοίκους και μια τεράστια παραλία, να κατεβαίνουμε όλοι να βουτάμε όταν πιάνει η ζέστη.
Όλα αυτά τα δικά μας, τα μοναδικά, θα ήθελα, αλλά να έχει μπει, βρε παιδί μου, και μία minimum τάξη «ευρωπαϊκής πρωτεύουσας», που λέτε κι εσείς. Για να τσουλάνε άφοβα τα καροτσάκια στα πεζοδρόμια, να βγαίνουν ασφαλείς μια βόλτα σε ένα φροντισμένο παρκάκι στη γειτονιά τους οι ανήμποροι άνθρωποι, να λειτουργούν άψογα τα φώτα LED, τα νερά στα σιντριβάνια, η καθαριότητα και η αλληλεγγύη του δήμου. Και όχι εκείνη η παρακμή και η παραίτηση που βιώναμε πριν από την τωρινή δημοτική αρχή. Είμαι αισιόδοξος ότι η πόλη μας μπορεί να συνδυάσει τα καλύτερα και από τους δύο ‒τι λέω;‒ τους δεκάδες κόσμους που φέρει στο DNA της. Just wait…