Το 1946, ο υπέροχος μαέστρος των λεπτών ψυχολογικών καταστάσεων Γουίλιαμ Γουάιλερ πήρε Όσκαρ σκηνοθεσίας με τα Καλύτερα Χρόνια της Ζωής μας, περιγράφοντας τη δύσκολη προσαρμογή μερικών αντιπροσωπευτικών βετεράνων του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Όσκαρ α΄και β΄ανδρικού ρόλου είχαν επίσης αποσπάσει ο Φρέντερικ Μαρτς για το πορτρέτο του αξιωματικού που το έριξε στο ποτό και απομακρύνθηκε από την γυναίκα και τα παιδιά του, αλλά και ο ερασιτέχνης ηθοποιός Χάρολντ Ράσελ, ακρωτηριασμένος και στα δύο του χέρια από πραγματικές μάχες, ο οποίος στην ταινία προσποιήθηκε πως δεν αγαπούσε πλέον την αρραβωνιαστικιά του για να μην προκαλέσει τον οίκτο και να της χαρίσει το προνόμιο της επιλογής. Ο παραγωγός (Όσκαρ για τον πρώτο Ρόκι) και σκηνοθέτης διακριτικών πολιτικών ταινιών Έρβιν Γουίκλερ όχι μόνο επιχειρεί κάτι παρεμφερές με το φιλμ του Οι Σημαδεμένοι, προσαρμόζοντας την πλοκή στον εν εξελίξει πόλεμο του Ιράκ, αλλά δανείζεται χωρίς να πει και επίσημο ευχαριστώ τους δύο πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες από την ταινία του Γουάιλερ. Στο ρόλο του Μαρτς ο Σάμιουελ Τζάκσον, ο οποίος επιστρέφει από τη Βαγδάτη με προβλήματα αλκοολισμού κα ανεξέλεγκτου θυμού προς πάσα κατεύθυνση και, αντίστοιχα προς τον Ράσελ, η Τζέσικα Μπιλ, η οποία χάνει το ένα της χέρι σε μια ενέδρα και, γυρίζοντας σπίτι της, απορρίπτει τον αρραβωνιαστικό της. Οι μνήμες από τον πόλεμο ήταν πολύ νωπές στα Καλύτερα Χρόνια της Ζωής μας, αλλά στους Σημαδεμένους τα αιματηρά περιστατικά συμβαίνουν ακόμη και την ώρα που μιλάμε και οι τετριμμένες εικόνες της ταινίας συγκρίνονται live με τα αμεσότερα ρεπορτάζ των διεθνών τηλεοπτικών δικτύων. Κάτι που σημαίνει πως ο Γουίκλερ μάλλον προσπαθεί να επηρεάσει την κοινή γνώμη για το προφανές, δηλαδή την επίσπευση του τερματισμού μιας αδικαιολόγητης παρέμβασης. Η μελέτη των χαρακτήρων στην ταινία δεν προσφέρει τίποτε το ενδιαφέρον, ο διάλογος είναι χιλιοακουσμένος και οι ηθοποιοί (πλην του γεμάτου ένταση Τζάκσον) περιφέρονται σε μια υπόθεση με καλές προθέσεις αλλά απολύτως επίπεδα αποτελέσματα.