Είναι σίγουρο ότι η Ζόι Κράβιτς θέλει να τινάξει τη ρετσινιά του προνομιούχου nepo baby από τους καλοσχηματισμένους ώμους της. Δεν έχει αρκεστεί στις δυνατές τηλεοπτικές της εμφανίσεις, στο «Big Little Lies» και το «High Fidelity», αλλά έκλεψε την παράσταση ως Catwoman, μια cool και πιο αγριεμένη εκδοχή της Μισέλ Φάιφερ, που νομίζαμε ότι ήταν αναντικατάστατη μέχρι τη Σελίνα όπως την οραματίστηκε ο Ματ Ριβς. Τώρα, με τον Κώδικα κινδύνου έχει στον νου της μια εφιαλτική παιδική χαρά για αγόρια που θέλουν να έχουν υποταγμένες ανήμπορες σκλάβες διαθέσιμες ανά πάσα στιγμή· τον σκηνοθετεί σαν κανονικό πεδίο μάχης με μια in your face επιθετικότητα που μόνο ο Λι Ντάνιελς θα μπορούσε να εκτελέσει, αν δεν είχε σπαταληθεί στους ακροβατικούς, αθυρόστομους εξορκισμούς του πρόσφατου Deliverance.

 

Η ταινία, που πριν ονομασθεί επίσημα Blink Twice είχε τον προσωρινό τίτλο Pussy Island, ξεκινά με τη μίζερη καθημερινότητα της σερβιτόρας Φρίντα (Ναόμι Άκι) που σκρολάρει στο ΤikΤok και τυχαία πέφτει πάνω σε έναν δισεκατομμυριούχο, συγκινητικά μετανιωμένο για τη δημόσια κακή συμπεριφορά του, μέχρι τη στιγμή που σε ένα γκαλά όπου εργάζεται συναντά τον εν λόγω μεγιστάνα της τεχνολογίας, Σλέιτερ Κινγκ (ο Τσάνινγκ Τέιτουμ, αρραβωνιαστικός της Κράβιτς), που προτείνει αυθόρμητα, σ’ εκείνη και τη συνάδελφο και κολλητή της φίλη, να τον ακολουθήσουν μαζί με τους φίλους και συνεργάτες του (ένα άτυπο pussy posse, αντιλαμβανόμαστε από τα συμφραζόμενα) στο ιδιωτικό του νησί για ένα αξέχαστο Σαββατοκύριακο, και όσο πάει.

 

Στον επίγειο παράδεισο που αναποδογυρίζει τη ζοφερή πραγματικότητα η Φρίντα ζει το όνειρο, παραδίδοντας το κινητό και τις έγνοιες της στην είσοδο. Κοιμάται σε μεταξωτά σεντόνια σε μια εξωτική σουίτα, την περιμένει ένα υπέροχο λευκό φόρεμα, ξεκουράζεται, κολυμπά στην πισίνα και πίνει κοκτέιλ με τις άλλες καλεσμένες (μερικά άγρια βλέμματα προδίδουν ανταγωνισμό), επιτέλους χαμογελά και σιγά σιγά ερωτεύεται τον ταλαντούχο ακροατή-τέλειο άνδρα, ο οποίος δεν βιάζεται, παρά μόνο τη ρωτά ξανά και ξανά αν νιώθει καλά με αυτή την ψιθυριστή αυτοπεποίθηση που προσιδιάζει σε Νο1 ύποπτο.

 

Οι γεμάτες υπόνοια για καυτές βραδιές ματιές των εργαζομένων και η φοβιστική επανάληψη της ατάκας «red rabbit» από μια καμαριέρα που δεν μιλά καθόλου αγγλικά και καταναλώνει ένα αγνώστου προέλευσης ποτό όποτε αντικρίζει τη Φρίντα αποτελούν ανησυχητικά σημάδια σε μια μικρή, απομονωμένη ζούγκλα που εγκυμονεί κινδύνους. Γεμάτο στυλ, κορεσμένα χρώματα με έμφαση στο τοξικό κίτρινο και γρήγορες μείξεις εικόνων στους ήχους, και στρατευμένο στο concept της εκδίκησης του θύματος προς τον παντοδύναμο εξουσιαστή του, πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησαν δυο σχετικά πρόσφατες σάτιρες γυναικών, το Υποσχόμενη νέα γυναίκα της Έμεραλντ Φένελ και το Μην ανησυχείς, αγάπη μου της Ολίβια Γουάιλντ.

 

Αντί για spoiler, ο Κώδικας κινδύνου μοιάζει με διασταύρωση του Τρέξε! και του Saltburn: ενσωματώνει την τρέχουσα και ακόμα υπό διαμόρφωση ευαισθησία της εκμετάλλευσης στο είδος του θρίλερ και δεν διστάζει να δοκιμάσει την κωμική φρίκη για να κάνει το point πιο επιτακτικό αλλά και κολακευτικά διασκεδαστικό για όσους έχουν αλλεργία στην σοβαρότητα. Ωστόσο, η Κράβιτς παίρνει το θέμα πιο σοβαρά απ’ όσο το χειρίζεται κι ενώ φαίνεται να ελέγχει αισθητικά το αποτέλεσμα, ο τόνος δεν ισορροπεί ποτέ πραγματικά και το σενάριο δεν στέκει στο ύψος των (ακραίων) περιστάσεων.