Υπάρχουν οι ταξιτζήδες και υπάρχουν και οι ταρίφες – οφείλουμε έναν απαραίτητο διαχωρισμό. Οι πρώτοι εκτελούν τα καθήκοντα τους με ευγένεια και επαγγελματισμό και ευεργετούν όσους από εμάς αποφύγαμε το τιμόνι, πιστεύοντας ότι το τελευταίο που χρειάζονται οι δρόμοι μας είναι ακόμα ένας αδέξιος οδηγός. Οι δεύτεροι κάνουν επιλογή κούρσας, τσεκάρουν από τον καθρέφτη αν είσαι αφηρημένος για να χρεώσουν διπλή ταρίφα και σε χρησιμοποιούν ως δοχείο για να αδειάσουν και να γκρινιάξουν για τις αδικίες που (νομίζουν πως) τους φόρτωσε η ζωή. Αν είσαι και μόνη γυναίκα δε, η παρενοχλητική συμπεριφορά είναι ο λόγος που έχεις κόψει τα ταξί μαχαίρι ή καλείς τέτοια μόνο από apps, ελπίζοντας σε εκκαθάριση μέσω της βαθμολογίας των υπολοίπων πελατών.
O τίτλος της νέας ταινίας του Στέργιου Πάσχου κάνει λόγο για τελευταίο «ταξιτζή», αλλά, με βάση την ως άνω διάκριση, πρόκειται ξεκάθαρα για ταρίφα. Η απρόσμενη αυτοκτονία ενός συνομήλικου πελάτη και η γνωριμία του με μια νεαρή γυναίκα πυροδοτεί μια εμμονική οδύσσεια που φέρνει ταραχή στον Θωμά, έναν οδηγό ταξί που, σωστά μαντέψατε, πιστεύει ότι η ζωή τού χρωστάει και θεωρεί τον εαυτό του «διαμορφωτή συνειδήσεων».
Πέρα από γνώριμα προβλήματα που, έτσι κι αλλιώς, μαστίζουν μεγάλη μερίδα της εγχώριας μυθοπλασίας και σχετίζονται με τη διεύθυνση των ηθοποιών και τη σκηνοθεσία του διαλόγου, ο «Τελευταίος Ταξιτζής» νιώθεις ότι οδηγά διαρκώς στην αντίθετη λωρίδα. Και εξηγούμαστε: Είναι άλλο να μην κρίνεις τους ήρωες σου, όπως ο Ίστγουντ, είναι άλλο να επιχειρείς να τους κατανοήσεις και είναι κάτι τελείως διαφορετικό όταν το βλέμμα του φακού, άρα και του δημιουργού, ταυτίζεται με εκείνο του χαρακτήρα ακόμα και στα αντικειμενικά πλάνα της ταινίας. Εκεί πια δεν πρόκειται για μια ταινία που δεν κρίνει ή που προσπαθεί να μπει στα παπούτσια του αρνητικού ήρωα, αλλά για μια ταινία που ταυτίζεται πλήρως και α(δια)κρίτως μαζί του μέσω της αισθητικής της – και μάλλον δεν τον λογαριάζει για αρνητικό. Όσο ελκυστικά κι αν κινηματογραφείται η νυχτερινή Αθήνα, όσο αφανώς μα επιδέξια κι αν έχει μονταριστεί το υλικό, όσο ανεπιτήδευτα και φυσικά αν εκφέρει η Κλέλια Ανδριολάτου τους επιτηδευμένους διαλόγους της, είναι αδύνατο να παραγνωριστεί η νοσηρότητα όχι του περιεχομένου, αλλά της δημιουργικής στάσης και θέσης προς αυτό. Πολύ δυσάρεστη κούρσα.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0