Η πρώτη επίσημη παράσταση του Μάριο Μπανούσι στο θέατρο, το Goodbye, Lindita που ανέβασε τον Φεβρουάριο στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού, ήταν ένα δυνατό talk of the town, ένα έργο για την απώλεια και το πένθος που έφτιαξε για να αποχαιρετήσει και να τιμήσει τη Λιντίτα, τη δεύτερη γυναίκα του πατέρα του, η οποία πέθανε τρεις μέρες πριν από εκείνον. Βασισμένο σε προσωπικά στοιχεία και χωρίς καθόλου λόγο, το Goodbye, Lindita ήταν μια παράταση καθηλωτική, μέσα στην οποία μπορούσε ο καθένας να βρει ένα κομμάτι της ζωής που είναι αδύνατο να αποφύγει: τον θάνατο των οικείων του.
Ο τρόπος που τον βιώνουν όσοι μένουν πίσω, τσακισμένοι και με ανείπωτο πόνο, κοινός για όλους, αλλά και ο αποχαιρετισμός του νεκρού που βασίζεται στις βαλκανικές παραδόσεις και όχι στον αποστασιοποιημένο τρόπο που έχουν επιβάλει τα νέα ήθη, έκαναν την παράσταση μια πολύ δυνατή εμπειρία. Για τον Μάριο το Goodbye, Lindita ήταν ένα εντυπωσιακό ξεκίνημα που, εκτός από την ενθουσιώδη υποδοχή των θεατών και της κριτικής, του χάρισε και ένα διπλό βραβείο στο Διεθνές Φεστιβάλ Bitef στο Βελιγράδι (στον ίδιο και στο Εθνικό): το Ειδικό Βραβείο Bitef «Jovan Ćirilov» για σπάνια συνεισφορά στη θεατρική τέχνη και το βραβείο «Politika» καλύτερης σκηνοθεσίας.
«Η επιτυχία έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με το αν είσαι ειλικρινής, με κάποιον τρόπο αυτό βρίσκει ανταπόκριση».
«Στο Goodbye, Lindita τα όρια μεταξύ του ορατού και του αόρατου κόσμου είναι ρευστά, οι νεκροί και οι ζωντανοί μοιράζονται έναν κοινό χώρο που παραπέμπει στην ιδέα της αιωνιότητας του πνεύματος ή της ανυπαρξίας του θανάτου. Η σκηνοθετική προσέγγιση του Μάριο Μπανούσι μάς εκθέτει σε υψηλής συναισθηματικής θερμοκρασίας ονειρικές και ταυτόχρονα ποιητικές εικόνες του θανάτου, όπως και του τρόπου αντιμετώπισης του πένθους», αναφέρει η κριτική επιτροπή του βραβείου Politika.
«Το ταλέντο του Μπανούσι, η διαίσθησή του και η δεξιοτεχνία της δουλειάς του πάνω στον χρόνο και την έννοια του προσωρινού ξεχωρίζουν και συνιστούν μια σπάνια συνεισφορά στις παραστατικές τέχνες. Σε σχέση με την πρόσληψη άλλων παραστάσεων που παρακολουθήσαμε, που είχαν ως στόχο να ενεργοποιήσουν κάποια ή κάποιες από τις αισθήσεις μας, θέλουμε να μοιραστούμε ότι για την κριτική επιτροπή η εναρκτήρια σκηνή με τη συρταριέρα, όπου οι αναμνήσεις της θλίψης αποθηκεύονται με τη μορφή του νεκρού σώματος ενός αγαπημένου προσώπου, ήταν τόσο συναρπαστική ώστε να σταματήσουμε λίγο την αναλυτική μας προσέγγιση και να ανοίξουμε τις καρδιές μας. Και ο Μάριο Μπανούσι τις διαχειρίστηκε με φροντίδα».
Το 2023 δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερο για τον Μάριο, που το αποχαιρετά στο Παρίσι, υπότροφος του Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου του Παρισιού, σε ένα residency στο οποίο αντλεί υλικό για το επόμενο έργο του. Επιπλέον, έχει λάβει υποτροφία και από τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση για το 2023-24.
«Το 2023 ήταν για μένα σαν ένα μεγάλο κύμα που ήρθε κι έφερε πολύ ωραία πράγματα» λέει. «Είναι η αρχή του Goodbye Lindita, γιατί η προετοιμασία είχε ξεκινήσει πιο πριν. Θα τη θυμάμαι για πάντα αυτήν τη χρονιά, γιατί ήρθαν πολύ μεγάλες αλλαγές στη ζωή μου, είχε πάρα πολλές δυνατές στιγμές. Η πρεμιέρα θα μου μείνει αξέχαστη, γιατί ήταν η πρώτη παράσταση που ανέβαζα στο θέατρο, με κοινό, σε σκηνή, γιατί η προηγούμενη, η Ραγάδα, είχε ανέβει πρώτα στο Φεστιβάλ ROOMS από την γκαλερί Kappatos και ύστερα στο Θέατρο στη Σάλα, που είναι στην ουσία ένα σπίτι.
Το 2023 έκανα δύο παραστάσεις, το Goodbye, Lindita και την Taverna Miresia, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, βγήκε η ταινία του Νίκου Πάστρα Τα μπάσταρδα και σκηνοθέτησα ένα αναλόγιο με τον Νίκο Κουρή στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, αλλά είμαι και υπότροφος της Στέγης. Είναι μια πολύ δημιουργική φάση, και το Παρίσι όπου βρίσκομαι είναι μια μοναδική και γεμάτη εμπειρία. Είμαι σε ένα residency και προετοιμάζω την ιδέα της επόμενης δουλειάς μου.
Η υποδοχή του Goodbye, Lindita από το κοινό με ξάφνιασε, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα να πάρω κάτι από την παράσταση, είχα πολύ μεγάλο άγχος για το πώς θα ανταποκριθεί ο κόσμος και συγκεκριμένα τα άτομα που τα αφορά ιδιαίτερα το θέμα, πώς θα τη δουν και πώς θα τη νιώσουν. Αυτό με ενδιέφερε, δεν με άγχωσε το αν θα γίνει επιτυχία ή όχι. Η επιτυχία έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με το αν είσαι ειλικρινής, με κάποιον τρόπο αυτό βρίσκει ανταπόκριση. Παίζουν σίγουρα και πολλά άλλα ρόλο, προφανώς, πέρα από τη θεματική. Σε πολλούς άρεσε εικαστικά, άρεσε το ύφος της παράστασης, ωστόσο θεωρώ ότι η ειλικρίνεια είναι από τα πιο σημαντικά συστατικά.
Το πώς αποχαιρετάς έναν νεκρό σε μια εποχή που ξορκίζεται ο θάνατος προκάλεσε ένα είδος λύτρωσης στους θεατές. Μία πολύ δυνατή στιγμή ήταν όταν, πριν από ένα δίμηνο, ήρθε μια μητέρα η οποία έχει χάσει το παιδί της και μου είπε “την ώρα που πλένατε το σώμα της κοπέλας ένιωσα σαν να πλένω το σώμα του παιδιού μου, κάτι που δεν έκανα, αλλά ένιωσα μια λύτρωση, σαν να το κάνω εγώ στο παιδί μου”. Οπότε κάποιοι το είδαν και λίγο έτσι, σαν να κλαίνε και να πενθούν τον δικό τους άνθρωπο, πέρα από αυτό που βλέπουν στην παράσταση.
Η Taverna Miresia είναι μια παράσταση την οποία αδίκησα πολύ μέσα μου, ήμουν πολύ αυστηρός με αυτή την παράσταση. Αφού είδα το βίντεο και άκουσα σημαντικούς για εμένα ανθρώπους να μου μιλάνε για αυτή, συνειδητοποίησα πως πραγματικά έχει κάτι να πει. Το κοινό ήταν εξίσου εμπλεκόμενο όπως και στη Lindita, για να μην πω ακόμα πιο πολύ, παρότι ήταν μια παράσταση που παίχτηκε μόνο για τρεις μέρες. Αυτό είναι το κρίμα με την Taverna και γενικά με το Φεστιβάλ, ότι φτιάχνεις μια παράσταση και αυτή παίζεται ελάχιστα.
Έγινε sold out σε μία μέρα και υπήρχε πολύς κόσμος που ήθελε να τη δει, γιατί μπορεί να είχαν κοινό κώδικα και έναν κοινό κόσμο, αλλά ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από τη Lindita και αυτό το χάρηκα πάρα πολύ, με έναν άλλον τρόπο. Εμείς αδημονούμε να την ξαναπαίξουμε. Προς το παρόν συζητάμε με θέατρα και φεστιβάλ εκτός Ελλάδας».
Αν στο Goodbye, Lindita ο Μάριο αποχαιρετά τη μητριά του, στο Taverna Miresia αποχαιρετά για πάντα τον πατέρα του και τον χώρο που τον περιείχε, βάζοντας στις αποσκευές του την έννοια του οριστικού τέλους.
«Θα έλεγα ότι υπάρχει όλος μου ο εαυτός στις δουλειές μου», λέει, «γιατί μέχρι τώρα και στις τρεις παραστάσεις που έχω κάνει καταπιάνομαι άμεσα με κάθε τι, όπως το σκηνικό και το τι υφή θέλω να ’χει αυτό. Είμαι δοσμένος ολοκληρωτικά σε αυτό που κάνω, δεν σκέφτομαι τίποτα άλλο. Είμαι επί σκηνής και στα τρία έργα, παρών, οπότε αυτόματα είναι εκεί και το σώμα μου, πέρα από την ψυχή μου.
Δουλεύω πολύ εικαστικά. Πέρα από τη θεματική, η οποία είναι πολύ σημαντική και την ξεκοκαλίζω, η αισθητική παίζει τεράστιο ρόλο, κι αυτή την ξεκοκαλίζω, γιατί νιώθω ότι λείπει πολύ από την εποχή μας. Όχι απαραίτητα από το θέατρο, γενικά από τη ζωή μας. Νιώθω ότι η αισθητική κάπως συσχετίζεται με την επιφάνεια, ενώ είναι ακριβώς το αντίθετο, κατ’ εμέ ξεκάθαρα πηγάζει από κάτι που βγαίνει σιγά-σιγά προς τα έξω.
Σκέφτομαι να πάω να παρακολουθήσω κάποια μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά όχι να σπουδάσω. Με αφορά η ζωγραφική, ήταν το όνειρό μου μικρός, ήθελα πάρα πολύ να το κάνω, εν τέλει δεν έγινε και δεν είναι πλέον το όνειρό μου. Μου έφυγε το να πάω να σπουδάσω στην Καλών Τεχνών από τη στιγμή που ασχολήθηκα με τα εικαστικά με έναν δικό μου τρόπο στο θέατρο.
Στην Taverna έγινε ένα απίθανο σκηνικό, μια γυναίκα που δεν άντεξε σε μια έντονη στιγμή της παράστασης σηκώθηκε και βγήκε έξω, αλλά δεν έφυγε, με περίμενε μέχρι να τελειώσει η παράσταση για να μου μιλήσει, να μου πει “γιατί μου το ’κανες αυτό;”. Η σκηνή που δεν είχε αντέξει τής μίλησε πολύ προσωπικά, την τίναξε από τη θέση της. Έχει τύχει να φύγει και κάποια γυναίκα από τη Lindita επειδή την ενόχλησε που παρουσιάζεται η Παναγία μαύρη. Ή υπήρχαν άνθρωποι που έρχονταν και μου έλεγαν “α, πολύ ωραία η παράσταση, αλλά γιατί δεν βάζετε και λίγα λόγια;”.
Μου αρέσει που άκουγα να συζητιέται η παράσταση, ακόμα και από άτομα που δεν τους είχε αρέσει, που τα προβλημάτισε, με τρελαίνει αυτό, το ότι προβληματίζεται κόσμος. Είναι και ένας στόχος της παράστασης αυτός, δεν χρειάζεται να μας αρέσουν και όλα.
Νομίζω ότι η καταγωγή μου έχει παίξει μόνο θετικό ρόλο στην καλλιτεχνική πορεία μου, είναι σαν να είσαι δίγλωσσος. Όσο θετικό μπορεί να είναι για έναν δίγλωσσο το να μάθει μια νέα γλώσσα, έτσι είναι συν και το να είσαι από δύο μέρη. Να γνωρίζεις την κουλτούρα από δύο μέρη, τον κόσμο.
Μπορεί να είναι κοινοί κόσμοι σε πολλά πράγματα, αλλά παράλληλα είναι και πολύ διαφορετικοί. Και καλλιτεχνικά προφανώς με έχει επηρεάσει, οι εικόνες, οι αναφορές, δεν θα είχα κάνει το Goodbye, Lindita, αν δεν είχα τις αναφορές αυτές.
Αυτές οι δύο παραστάσεις άλλαξαν πάρα πολλά για μένα. Πέρα από το ότι νιώθω ότι με μεγάλωσαν κατά κάποιον τρόπο μέρα με την ημέρα, αυτές οι παραστάσεις και οι πρόβες ήταν ένα τεράστιο μάθημα για μένα. Άλλαξαν και πολλά πράγματα στην προσωπική μου ζωή, φάνηκαν κάποιες σχέσεις, ποιοι άνθρωποι είναι κοντά μου, ποιοι άνθρωποι δεν είναι.
Αυτήν τη στιγμή είμαι σε τρομερά δημιουργική φάση, ετοιμάζω την επόμενη δουλειά μου και την ψυχογραφώ. Προς το παρόν θέλω να δω άτομα, καλλιτέχνες, ηθοποιούς, χορευτές, να γνωρίσω κόσμο δημιουργικό, γιατί δεν έχω προλάβει να γνωρίσω όσα θα ήθελα...».
O Μάριο Μπανούσι φωτογραφήθηκε στο Irish Chaplaincy στο Παρίσι.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.