Δείτε πως γυρίστηκαν τα απίστευτα πλάνα της Δουνκέρκης του Κρίστοφερ Νόλαν
Το επικό πολεμικό φιλμ θα βγει στις αίθουσες στις 24 Αυγούστου
Ο Κρίστοφερ Νόλαν («Interstellar», «Inception», τριλογία «The Dark Knight») σκηνοθετεί και υπογράφει το σενάριο στην επική, δραματική ταινία «Δουνκέρκη», το νέο του κινηματογραφικό project, τρία χρόνια μετά το «Interstellar».
Η ταινία «Δουνκέρκη» ξεκινά, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες των Βρετανών και των Συμμάχων είναι περικυκλωμένοι από δυνάμεις του εχθρού. Παγιδευμένοι στην παραλία, με τις πλάτες τους στην θάλασσα έρχονται αντιμέτωποι με μια ανέφικτη κατάσταση, καθώς ο εχθρός πλησιάζει.
Η ιστορία ξεδιπλώνεται στη στεριά, στη θάλασσα και στον αέρα. Αεροπλάνα spitfires της RAF (Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας της Μεγάλης Βρετανίας) έρχονται αντιμέτωπα με τον εχθρό πάνω από το Κανάλι προσπαθώντας να προστατεύσουν τους ανυπεράσπιστους άνδρες στην στεριά. Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες μικρές βάρκες επανδρωμένες με απλούς πολίτες και στρατιώτες κάνουν μια απέλπιδα προσπάθεια, με κίνδυνο της ζωής τους, σε μια μάχη ενάντια στο χρόνο, προσπαθώντας να σώσουν έστω και ένα μέρος του στρατού τους.
Στην «Δουνκέρκη» πρωταγωνιστεί ένα εντυπωσιακό καστ, ανάμεσα στους οποίους οι Φιόν Γουάιτχεντ, Τομ Γκλιν-Κάρνι, Τζακ Λόουντεν, Χάρι Στάιλς, Ανιουρίν Μπαρνάρντ, Τζέιμς Ντ’Άρσι, Μπάρι Κέογκαν, Κένεθ Μπράνα («My Week with Marilyn», «Hamlet», «Henry V»), Κίλιαν Μέρφι («Inception», τριλογία «The Dark Knight»), Μαρκ Ράιλανς («Bridge of Spies», «Wolf Hall») και Τομ Χάρντι («The Revenant», «Mad Max: Fury Road», «Inception»).
Τα γυρίσματα της ταινίας, που πραγματοποιήθηκαν στην Γαλλία, την Ολλανδία, την Μεγάλη Βρετανία και το Λος Άντζελες, έγιναν με έναν συνδυασμό καμερών IMAX® και φιλμ 65mm.
Στη στεριά: μία εβδομάδα
Τα γυρίσματα της ταινίας χωρίζονται και επικεντρώνονται εκεί ακριβώς όπου εκτυλίσσεται και η πραγματική ιστορία: στη γη, στη θάλασσα και στον αέρα. Η απόφαση των δημιουργών να επικεντρωθεί η χερσαία κινηματογράφηση στον τόπο όπου συνέβησαν τα γεγονότα πριν από περίπου οκτώ δεκαετίες ήταν μία από τις πιο σημαντικές αλλά και δημιουργικές.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που έπρεπε να κάνουν για την προετοιμασία των γυρισμάτων στην ιστορική παραλία ήταν να ψάξουν εξονυχιστικά την περιοχή για τυχόν χειροβομβίδες που μπορεί να βρίσκονταν ακόμα θαμμένες στην άμμο. Ωστόσο, μακράν η δυσκολότερη δουλειά ήταν να αποκαταστήσουν ό,τι είχε παραμείνει από τον ανατολικό μόλο του 1940. Η παραλία της Δουνκέρκης είναι εξαιρετικά ρηχή, καθιστώντας αδύνατο για τα μεγάλα πλοία να προσεγγίσουν ακτή. Έτσι, οι στρατιώτες στοιβάχτηκαν σ’ αυτό το στενό κυματοθραύστη, περιμένοντας τη σωτηρία τους.
Οι καιρικές συνθήκες ήταν ακόμα μία πρόκληση για την παραγωγή. Παρότι, τα γυρίσματα γίνονταν αρχή του καλοκαιριού και ήλπιζαν ότι ο καιρός θα ήταν καλός, δυστυχώς διαψεύστηκαν. Οι ημερομηνίες των γυρισμάτων συνέπεσαν με τις ημερομηνίες της επετείου της πραγματικής εκκένωσης (27 Μαΐου - 4 Ιουνίου). Αλλά παρόλο που τις κρίσιμες εκείνες μέρες της πραγματικής εκκένωσης του 1940 ο καιρός ήταν ήρεμος, τις ημέρες των γυρισμάτων, η Δουνκέρκη χτυπήθηκε από μεγάλη κακοκαιρία. Μια καταιγίδα ήταν τόσο δυνατή που γκρέμισε κομμάτια του μόλου που είχε μόλις ξαναχτίσει η παραγωγή.
Ο καιρός δεν ήταν το μόνο πράγμα που δυσκόλεψε τα γυρίσματα στην ακτογραμμή. Η παλίρροια ήταν και αυτή ένα εξίσου μεγάλο εμπόδιο για την παραγωγή όπως και για τον στρατό εκκένωσης το 1940. Και όπως ήταν αναμενόμενο, η απότομη μεταβολή των καιρικών συνθηκών δημιουργούσε πολλά προβλήματα και στο script της ταινίας.
Ακόμα ένα δύσκολο εγχείρημα ήταν αυτό του ενδυματολόγου Τζέφρι Κούρλαντ, καθότι έπρεπε να ντύσει εκατοντάδες κομπάρσους. Ο ίδιος έκανε εκτεταμένες έρευνες. Διάβασε βιβλία, επισκέφτηκε το eBay και αγόρασε παλιά περιοδικά της περιόδου. Επίσης, παρακολούθησε παλιά δελτία ειδήσεων, με σημαντικές μαρτυρίες και ντοκουμέντα της εποχής. Η κύρια πρόκληση για την ομάδα του Κούρλαντ ήταν ότι κάθε στολή έπρεπε να ραφτεί από το μηδέν. Η παραγωγή δεν νοίκιασε κανένα ρούχο γιατί φοβήθηκε ότι μπορεί να καταστρέφονταν κατά τη διάρκεια των δύσκολων γυρισμάτων.
Η προσοχή στη λεπτομέρεια δεν περιορίστηκε μόνο στα ρούχα, αλλά και σε πιο μικρές λεπτομέρειες. Ο Στάιλς θυμάται την πρώτη μέρα που έβαλε τη στολή του και βγήκε έξω και ο Κρις Νόλαν του επεσήμανε ότι τα κορδόνια στις μπότες του ήταν δεμένα με λάθος τρόπο. Του εξήγησε ότι οι Βρετανοί στρατιώτες δεν έδεναν σταυρωτά τα κορδόνια τους, ακόμα μία απόδειξη ότι είχε ερευνήσει εξονυχιστικά την περίοδο.
Στη θάλασσα: Μια μέρα
Ενώ μερικές από τις σκηνές στη θάλασσα γυρίστηκαν κοντά στη Δουνκέρκη, οι περισσότερες από τις σκηνές στο Moonstone γυρίστηκαν στην Ολλανδία σε μια ρηχή τεχνητή λίμνη που ονομάζεται Ijsselmeer (το βάθος της είναι 12 με 14 πόδια). Προετοιμάζοντας τα γυρίσματα στο νερό, ο Νόλαν οργάνωσε πολλές εξορμήσεις με το συνεργείο του. Η ιδέα ήταν να πραγματοποιηθούν τα γυρίσματα με κάμερα χειρός, όπου και όσο αυτό ήταν δυνατόν. Το σκάφος κάμερας που χρησιμοποιήθηκε για την ταινία, ήταν μια έξυπνη προσαρμογή του εξοπλισμού Edge που ο Νόλαν είχε χρησιμοποιήσει για τις σκηνές με τις «οδομαχίες» στο σίκουελ του Σκοτεινού Ιππότη.
Για να βοηθήσει στη συγκέντρωση όλων των πλοίων και σκαφών που απαιτούνταν για την παραγωγή, ο Νέιθαν Κρόλεϊ συνεργάστηκε με τον Νιλ Άντρεα, ο οποίος τον βοήθησε να εντοπίσει δεκάδες εναπομείναντα σκάφη εκείνης της περιόδου, σε εννέα διαφορετικές χώρες. Κατά τη διάρκεια της μέρας των γυρισμάτων στη θάλασσα συγκεντρώθηκαν 62 σκάφη στη Μάγχη. Η ομάδα ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένη καθώς μεταξύ αυτών ήταν και μερικά από τα σκάφη που είχαν πραγματικά αποπλεύσει από την Αγγλία το 1940 για να διασώσουν τους άνδρες από την παραλία της Δουνκέρκης, τα οποία είχαν συντηρηθεί από τον σύλλογο Dunkirk Little Ships.
Η παραγωγή αγόρασε και ένα γραφικό γιοτ 40-ποδιών, που ναυπηγήθηκε το 1939, για να χρησιμεύσει ως το Moonstone του κ. Ντόσον. Στο σκάφος θα κυκλοφορούσαν ηθοποιοί, το συνεργείο, ενώ θα έπρεπε να τοποθετηθούν πάνω του κάμερες, οπότε δεν ήθελαν να έχουν περιορισμούς για το πώς θα το χρησιμοποιήσουν. Ο Βαν Χόιτεμα αναφέρει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για αυτόν ήταν να βρει τρόπο να χωρέσει τις ογκώδεις και βαριές κάμερες στο μικρό του κατάστρωμα.
Τα γυρίσματα των σκηνών στο κανάλι της Μάγχης και στη λίμνη σήμαιναν ότι και άλλα τμήματα του συνεργείου παραγωγής έπρεπε να είναι στο νερό, σχηματίζοντας το δικό τους στόλο. Εκτός από τα σκάφη κάμερας, υπήρχαν βάρκες ασφαλείας, σκάφη για το μακιγιάζ και τα χτενίσματα, σκάφη για την γκαρνταρόμπα και πολλά ακόμα. Ακόμη και τα γεύματα του συνεργείου και των ηθοποιών έπρεπε να μεταφέρονται στο νερό.
Ωστόσο, δεν ήταν εφικτό να γίνουν όλα τα γυρίσματα στα νερά της Μάγχης ή του Ijsselmeer. Κάποια από αυτά πραγματοποιήθηκαν στο Stage 16 στο στούντιο της Warner Bros., που διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες δεξαμενές νερού στον κόσμο. Εκεί έγιναν τα γυρίσματα στους εσωτερικούς χώρους πλοίων. Κάποια εξωτερικά έγιναν και στη λίμνη Falls Lake στα Universal Studios, όπου μεταξύ άλλων, προκλήθηκε η βύθιση και ενός πλοίου αξίας 120.000 λιρών.
Στον αέρα: μία ώρα
Καθώς το Moonstone κατευθύνεται προς την Δουνκέρκη, ο κ. Ντόσον, ο Πίτερ και ο Τζορτζ είναι ενθουσιασμένοι βλέποντας ένα RAF Spitfire να πετάει πάνω από τα κεφάλια τους. Για τους ηθοποιούς, αυτό δεν ήταν οπτικό εφέ: όντως τρία vintage Spitfires βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στον ουρανό, ακριβώς από πάνω τους. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της παραγωγής, ο Νόλαν μπήκε ο ίδιος σ’ ένα Spitfire και παρότρυνε τόσο τον Βαν Χόιτεμα όσο και τον Κρόλεϊ να τον συνοδέψουν, ώστε να νιώσουν πραγματικά τη δυναμική των θαυμάσιων αυτών αεροπλάνων που βοήθησαν στη σωτηρία των ανδρών στη Δουνκέρκη.
Για να καταγράψει τις έντονες εναέριες μάχες της ταινίας, ο Νόλαν έφτασε και πάλι στα άκρα, αξιοποιώντας στο έπακρο ό,τι θα μπορούσε να επιτευχθεί με μεγάλες κάμερες. Αναφέρει, «Θέλαμε να δείξουμε τα πάντα από την άποψη των πιλότων, αλλά χρησιμοποιώντας κάμερες IMAX. Ήταν μια μεγάλη πρόκληση να έχουμε αυτήν την τεράστια κάμερα στο πιλοτήριο του Spitfire, αλλά ήμασταν αποφασισμένοι να το καταφέρουμε.»
Το πρώτο βήμα ήταν η απόκτηση των αεροπλάνων. Ο Νέιθαν Κρόλεϊ εξασφάλισε τρία Spitfires - δύο Mark 1s και ένα Mark 5 - καθώς και ένα ισπανικό HA-1112 Buchón για να ντουμπλάρουν τα γερμανικά ME-109s, γνωστότερα ως Messerschmitts. Για να είναι πιο κατανοητή η κινηματογραφική αφήγηση, η παραγωγή αποφάσισε να βάψει κίτρινη τη μύτη των ME-109 Messerschmitts, παρόλο που αυτό συνέβη στην πραγματικότητα μετά το 1942. Ωστόσο, σκέφτηκαν ότι με τον τρόπο αυτό το κοινό θα μπορούσε να τα ξεχωρίζει ευκολότερα από τα γερμανικά αεροσκάφη.
Για να γυρίσει αυτές τις σκηνές δράσης, ο Βαν Χόιτεμα συνεργάστηκε με τον άνθρωπο που ονομάζεται "γκουρού του φακού" της Panavision, τον Νταν Σασάκι. Ο Σασάκι σχεδίασε έναν περιστρεφόμενο φακό τύπου periscope που του επέτρεψε να χωρέσει κάθετα τη μεγάλη κάμερα IMAX στον περιορισμένο χώρο ενός cockpit. Με τον τρόπο αυτό μπορούσαν να κινηματογραφήσουν το οπτικό πεδίο του πιλότου, τη στιγμή που κοιτάζει το τζάμι του αεροπλάνου. Ο Βαν Χόιτεμα προσέλαβε επίσης τον μηχανικό αέρος Άντι Μακ Κλάσκι για να δημιουργήσει μια πλατφόρμα που να επιτρέπει στην IMAX κάμερα να τοποθετείται με ασφάλεια στο Yak.
Επίσης, κάμερες τοποθετήθηκαν και σε ένα ελικόπτερο, αλλά και σ’ ένα αεροπλάνο Αerostar. Ο Νόλαν για αυτό το κομμάτι της ταινίας, αποφάσισε να μην χρησιμοποιήσει green ή blue screens. Προτίμησε να γυρίσει τις σκηνές με τέτοιο τρόπο, ώστε πάντα να έχουν φόντο πραγματικό νερό, πραγματικό ουρανό και φυσικό φωτισμό.
Η ταινία θα βγει στις αίθουσες στις 24 Αυγούστου 2017 από την Tanweer.