Η 25χρονη Φρέντι φτάνει στη Νότια Κορέα με ένα σακίδιο στην πλάτη και τα ακουστικά στα αυτιά, και το walkman παίζει το Petals από τη Lee Jung Hwa.

 

 
 

 

Το τραγούδι γράφτηκε το 1967, και μετά την ταινία του Ντέιβι Τσου, «Επιστροφή στη Σεούλ», στο reddit το αναζητούν χαρακτηρίζοντάς το ως “κορεάτικο Bohemian Rhapsody”. Με μοναδικό όχημα τον νεανικό παρορμητισμό, η Φρέντι έχει επιστρέψει στη χώρα όπου γεννήθηκε, για πρώτη φορά αφού δόθηκε για υιοθεσία και μεγάλωσε στη Γαλλία. Είναι εδώ σε αναζήτηση των βιολογικών γονιών της, κάτι που πιστεύει ότι θα της δώσει απαντήσεις. Έχει μέσα της κάτι το ανολοκλήρωτο: Είναι Γαλλίδα αλλά με ένα κομμάτι του εαυτού της να λείπει, Κορεάτισσα αλλά αποξενωμένη από αυτή την κουλτούρα. Και σε αυτό το ταξίδι θα συναντήσει πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους και θα ζήσει πολλές διαφορετικές ζωές που αναζητούν συνδετικό κρίκο.

 

 

 

Η «Επιστροφή στη Σεούλ» προβλήθηκε στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του περσινού Φεστιβάλ Καννών και ήταν η πρόταση της Καμπότζης για τα φετινά Όσκαρ.

 

Στην Ελλάδα, προβλήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο σε 2 sold out προβολές στις Νύχτες Πρεμιέρας, όπου κέρδισε τη «Χρυσή Αθηνά» με τον πρόεδρο της επιτροπής Ναντάβ Λαπίντ να λέει για την ταινία: «Λένε ότι ενώ όλα είναι εύθραυστα και στιγμιαία και θα μπορούσαν να εξαφανιστούν σε ένα δευτερόλεπτο, οι μητέρες και τα παιδιά είναι για πάντα. Είναι η βάση της ανθρώπινης εμπειρίας, της ανθρώπινης ύπαρξης. Τι θα απογίνουν εκείνοι που δεν έχουν μητέρα; Εκείνοι των οποίων οι μητέρες αρνήθηκαν να γίνουν μητέρες τους; Που αρνήθηκαν να τα μεγαλώσουν ως παιδιά τους και συνεχίζουν να αρνούνται να τα γνωρίσουν; Πώς θα μάθουν να περπατούν και να μιλούν; Πώς θα χορέψουν και πώς θα κάνουν σεξ; Πώς θα αγαπήσουν και θα μισήσουν; Ίσως με αυτή την αγωνιώδη ελευθερία των αιωνίως αδίστακτων, για τους οποίους, όπως λέει και η ίδια η ταινία, “τα πάντα μπορούν να εξαφανιστούν σε μια στιγμή”».

 

 

Με την εκπληκτική ερμηνεία της πρωτοεμφανιζόμενης (αλλά διακεκριμένης εικαστικού) Παρκ Τζι-Μιν, η «Επιστροφή στη Σεούλ» είναι μια αντισυμβατική ταινία ενηλικίωσης για όλα όσα μας ορίζουν και αυτά που νομίζουμε πως θέλουμε αλλά δεν θα γίνουμε ποτέ, μια πανανθρώπινη σονάτα που αφηγείται μια ολόκληρη ζωή, κινηματογραφικό στοιχείο που συγκινούσε πάντα τον σκηνοθέτη Ντέιβι Τσου.

 

Όπως τονίζει και ο ίδιος, «σε κάθε ένα από τα τρία μέρη της ταινίας, βλέπουμε τη Φρέντι σε μια πολύ συγκεκριμένη στιγμή της ζωής της. Αυτά τα διαδοχικά στρώματα ύπαρξης δίνουν βάθος στον χαρακτήρα. Ήθελα να προκαλέσω και να αντισταθώ στη μάλλον εύκολη ιδέα της αποδοχής του εαυτού ως απώτερου στόχου. Σε ζητήματα ταυτότητας και ενσωμάτωσης, συχνά βλέπουμε αυτό το είδος της κάπως ανόητης φανταστικής πλοκής όπου, με το κούνημα ενός μαγικού ραβδιού, οι χαρακτήρες ξαφνικά αποδέχονται τον εαυτό τους. Σε ιστορίες υιοθεσίας, ίσως σκεφτόμαστε ότι η συνάντηση με τους βιολογικούς γονείς θα μπορούσε να επουλώσει την πληγή. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που έχω ακούσει εγώ, αυτή η συνάντηση τείνει να είναι η στιγμή που αρχίζουν όλα τα προβλήματα. Η Φρέντι περνά τον χρόνο της ανακαλύπτοντας τον εαυτό της, επαναπροσδιορίζοντας τον εαυτό της και επιβεβαιώνοντας ξανά τον εαυτό της. Τη βλέπω ως ένα είδος εκπροσώπου του χάους, που αναζητά τη ζωτικότητα και την αλλαγή που πηγάζει από αυτό.»

 

 

«Επιστροφή στη Σεούλ» του Ντέιβι Τσου, 11 Μαΐου στους κινηματογράφους από το Cinobo και σύντομα στο cinobo.com.

 

Το Cinobo χαρίζει σε όλους τους συνδρομητές του δωρεάν εισιτήρια για τις must-see ταινίες της σεζόν. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Οδηγός Σινεμά