Από τις ελληνικές κωμωδίες που σωρεύονται εδώ και μερικά χρόνια, το Γκίνες του Αλέξη Καρδαρά (είχε γυρίσει παλιότερα και τη Ληστεία) διαθέτει το πιο συμπαγές ύφος σε σκηνοθεσία, ερμηνείες και καλλιτεχνική διεύθυνση. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχει ένα μεγάλο πρόβλημα στο σενάριο, από τη στιγμή που ο ήρωας πηγαίνει στην Ευρυτανία για να ψάξει ένα θησαυρό στη μορφή των ράβδων χρυσού, γνωρίζει έναν ταβερνιάρη και ερωτεύεται, χωρίς να το παραδέχεται, τη γυναίκα του, και σκάβει, ενώ γύρω του πεθαίνει κόσμος.

Περνάει πολύ ώρα μέχρι να γίνει κάτι αξιοσημείωτο στην ερημιά - η ταινία για ένα ημίωρο χάθηκε γιατί ρέμβαζε στη νυχτιά. Η αρχή είναι δυνατή, το περιπετειώδες φινάλε εξαιρετικά καλοσκηνοθετημένο με τον Αλεξανδρή να κυνηγάει τον Πυρπασόπουλο και τη Γιαννάτου σε μια πιστολέρο-μονομαχία μηχανής με αγροτικό, δεδομένου και του προϋπολογισμού.

Το Γκίνες ποντάρει στο ελαφρώς φευγάτο χιούμορ, στο στυλ του Καφετζόπουλου, που είναι αποτελεσματικός ως αστυνόμος, και στην αυξομείωση των ρυθμών, όπως υπαγορεύονται από την αντίθεση ενός αγχωμένου γκαντέμη με την υπεροξυγόνωση του βουνού. Ο Πυρπασόπουλος είναι απολαυστικός, όπως και η μουσική του μέγιστου συνθέτη Σταύρου Ξαρχάκου, ο οποίος επανέρχεται μετά από πολλά χρόνια.