Με τη δεύτερη ταινία του (την οποία αν έβλεπε ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης θα ζήλευε φριχτά, φαντάζομαι), ο Γκιγιόμ Κανέ επιστρατεύει γρήγορο μοντάζ (που βραβεύτηκε) και πολυπρόσωπο καστ, με κεντρικό πρωταγωνιστή τον έμπειρο Φρανσουά Κλουζέ (που επίσης βραβεύτηκε) για να μπερδέψει μέχρι τελικής πτώσεως μια ιστορία λαχανιασμένου μυστηρίου. Τραγικό πρόσωπο ο Άλεξ Μπεκ που δεν έχει συνέλθει από τον βίαιο θάνατο της γυναίκας του και, τη στιγμή που αντιλαμβάνεται πως υπάρχει περίπτωση να είναι ακόμη ζωντανή, θεωρείται βασικός ύποπτος για μια σωρεία νέων δολοφονιών και τρέχει, τρέχει, τρέχει για να σώσει τη ζωή του και να βρει την άκρη.

Ως ένα σημείο, κι εμείς προσπαθούμε να καταλάβουμε τι έχει συμβεί και κάποιες από τις παράπλευρες ερμηνείες, όπως της σκληρής Σκοτ Τόμας στο ρόλο της λεσβίας ερωμένης της αδελφής του Μπεκ και της Ναταλί Μπάι στο ρόλο της πρακτικής δικηγόρου του, φέρνουν ζωντάνια και παραξενιά σε μια έτσι κι αλλιώς ασυνήθιστη και κατά βάση αμερικανόπληκτη αστυνομική ταινία μυστηρίου. Συμφορά από την πολλή πλοκή επέρχεται στο τρίτο μέρος,  σε σημείο να ακυρωθεί το σασπένς από την εξαντλητικά περιφραστική επεξήγηση του φινάλε, όπου τα πάντα αναλύονται με από μηχανής θεούς και παλιούς δαίμονες.

Με αυτά και μ' εκείνα, ο Κανέ πήρε το Σεζάρ καλύτερου σκηνοθέτη και τώρα ποιος τον πιάνει. Στα συν του, ότι κινηματογράφησε το Παρίσι με ακόμη πιο casual τόνο κι από τον Πολάνσκι στο Frantic - δεν συγκρίνεται όμως στο στιλ.