Πέντε χρόνια κλείσαμε από το ΜeΤoo και το μόνο κινηματογραφικό κάστρο που δεν είχε καν πολιορκηθεί μόλις αλώθηκε! Το βαμπιρικό θρίλερ Η Πρόσκληση παρουσιάζει μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόκληση: ο κυρίαρχος άρχων του σκότους, ο προαιώνιος απέθαντος που μεταμορφώνεται σε βλοσυρό γόη για να σαγηνεύσει τα θύματά του, αφού πρώτα εκβίασε και υποδούλωσε τους αυλικούς του, γίνεται δευτεραγωνιστής, αν όχι κομπάρσος, σε σχέση με τη νύφη που καλεί στην αχανή έπαυλη για προφανείς λόγους.

 

Και αντί για την τυπική, αναλώσιμη, αφράτη σκλάβα του σεξ, το θήραμα που στα χρόνια της Universal και της Hammer ήταν μια ενζενί με απαιτούμενα προσόντα την αρχική αφέλεια, μια γκριμάτσα τρόμου, σίγουρα μια ανάλογη τσιρίδα και βέβαια το πάλλευκο δέρμα για να κοντράρει το αίμα που σύντομα θα κυλούσε από τον τορνευτό λαιμό της, η ηρωίδα έχει αφρικανική καταγωγή (μισή, έστω), ευδιάκριτα τατουάζ, μηδενική συναίνεση και ένα κάποιο μυαλό, θεωρητικά τουλάχιστον, αν και δύσκολα μπορεί κανείς να πιστέψει πώς μια έξυπνη Λονδρέζα, έστω και σε υπαρξιακή κρίση, με την κρύα αίσθηση της ορφάνιας και άδειο το ρεζερβουάρ επιλογών στη ζωή της δέχεται την πρόσκληση ενός χαρωπού, σαχλού ξαδέλφου που δεν έχει ξαναδεί για να γνωρίσει τα απομεινάρια ενός παρακμιακού σογιού που της υπόσχεται πως έχει λόγο να ξανασυστηθεί με τα μέλη του, και φυσικά με τον ευειδή ευγενή, αν και άγνωστο σε όλους, καλοντυμένο φεουδάρχη.

 

Ο οικοδεσπότης είναι ένα φωτογενές κάθαρμα με το που εμφανίζεται, από εκείνους τους γωνιώδεις τύπους που ανασηκώνουν το φρύδι και ψιθυρίζουν οξφορδιανά τίποτα ‒ ακόμα κι ένας άσχετος με το είδος θα αντιλαμβανόταν πως κάτι δεν πάει καθόλου καλά με τον Γουόλτερ ντε Βιλ, ξεκινώντας από το ύποπτο ονοματεπώνυμο. Ο Τόμας Ντόχερτι, που τον υποδύεται, μοιάζει τόσο πολύ με ροκ σταρ ‒και στην πραγματικότητα είναι‒, που σίγουρα θα τον είχε δει online στις κοσμικές στήλες.

 

Η απελπισμένη Έβι (Νάταλι Εμάνιουελ) ταξιδεύει στην αγγλική εξοχή και δοκιμάζει τον εφιάλτη που έχει οραματιστεί γι’ αυτή την κινηματογραφική αντιστροφή ρόλων η Αυστραλή Τζέσικα Τόμσον, η οποία κρατά τον τόνο ελαφρύ, μακριά από τη γνωστή συνταγή και το κλασικό ύφος, δοκιμάζει ένα twist στη μέση για να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον εκεί που δεν διαφαίνεται σωτηρία και χάνει το παιχνίδι στη διασκέδαση, εφαρμόζοντας όλα τα κλισέ, και μάλιστα όχι με ιδιαίτερη δεξιοτεχνία, στην πιο hi tech σύλληψή τους.

 

Σίγουρα η κατάσταση θα ήταν διαφορετική αν ο Σαμ Ράιμι δεν είχε αποχωρήσει νωρίς από το πρότζεκτ της Sony, ακόμα και με τον πιο στιβαρό Γκάρετ Χενλουντ στον ρόλο που, όσο κι αν τα κλειδιά εδώ άλλαξαν χέρια, είναι το μοτέρ του μύθου που επινόησε ο Μπραμ Στόουκερ. Η ευκαιρία χάθηκε. Ο συγγραφέας δεν θα χαιρόταν με τον άσφαιρο ρεβιζιονισμό. Ειδικά στην παρούσα φάση, που η Αν Ράις χαμογέλασε με τη νέα και πιο πιστή στο γράμμα και τις επιθυμίες της εκτεταμένη εκδοχή της Συνέντευξης με έναν βρικόλακα.