Μετά τον πάστορα Τόλερ στις Ακρότητες και τον χαρτοπαίκτη Γουίλιαμ στον Μετρητή Καρτών, έρχεται ο κηπουρός Νάρβελ για να ολοκληρώσει την άτυπη τριλογία των «ανδρών στο τραπέζι», όπως τους έχει χαρακτηρίσει ο ίδιος ο δημιουργός τους, σκηνοθέτης και σεναριογράφος Πολ Σρέιντερ. Όντως, στην πρώτη σκηνή του Master Gardener ο Τζόελ Έτζερτον είναι καθισμένος και γράφει κάτι στο ημερολόγιό του ‒ μπρεσονική κίνηση, όπως άλλωστε πολλές άλλες στη φιλμογραφία του Αμερικανού θεωρητικού και γιου ιερέα.

 

Όπως και οι κεντρικοί χαρακτήρες των δυο προηγούμενων ταινιών του, ο βλοσυρός Νάρβελ Ροθ, που δεν είναι τυχαίο ότι είναι καλυμμένος μέχρι πάνω ακόμα και τις ζεστές ημέρες, θέλει την ησυχία του, ζει αποτραβηγμένος, μοναχικά και ασκητικά, στο μικρό δωμάτιο του δίπλα στην έπαυλη της Νόρμα Χάβερχιλ, με την οποία έχει σποραδικές σεξουαλικές σχέσεις που φαίνονται να ικανοποιούν πρωτίστως τη δική της επιθυμία. Η αποκάλυψη του σκοτεινού παρελθόντος του έρχεται όταν η αυταρχική Νόρμα (υπέροχη η Γουίβερ) τον παρακινεί, χωρίς πολλά περιθώρια επιλογής, να περιποιηθεί, εκτός από τα φυτά της, την ανιψιά της κι εκείνος ανταποκρίνεται με αίσθηση ευθύνης και ερωτικό ενδιαφέρον. Η Μάγια ωστόσο είναι μπλεγμένη και ο Νάρβελ μεσολαβεί σε μια ολική επαναφορά των ειδικών ικανοτήτων που ήθελε να πιστεύει πως είχε αφήσει πίσω του, όπως περίπου και ο Γουίλιαμ Τελ στους αντίστοιχους μπελάδες στο Card Counter. Το Master Gardener είναι καλύτερη ταινία, πιο σφιχτή και συνεπής, και σίγουρα πιο ισορροπημένη σε επίπεδο ερμηνειών και χαρακτήρων. Σε έναν βαθμό πλανάται ο απόηχος του Ταξιτζή με την πατρική παρέμβαση ενός ακόμη άνδρα χαμένου στην ψευδαίσθηση της επίγειας τελειότητας και στιγματισμένου από τη βία. Στον Νάρβελ προστίθεται το σεξ και λείπει η αμφιβολία του περίφημου φινάλε του αριστουργήματος που σκηνοθέτησε ο Σκορσέζε, αν και, όπως κι εκεί, κανείς δεν εγγυάται πως μια αποφασιστική πράξη αυτοθυσίας και λύτρωσης θα αποτρέψει ένα ακόμη μακελειό στο μέλλον.