Διαβάζοντας τη σύνοψη ή παρακολουθώντας το τρέιλερ, πολύ εύκολα μπορεί να πιστέψει κανείς ότι το ντεμπούτο της Σενεγαλέζας Ραμάλα Τουλάγιε-Σε περιορίζεται στο ηθογραφικό του σκέλος, ότι είναι από εκείνες τις ταινίες που επιτελούν το (μη μας παρεξηγήσετε, θεάρεστο) έργο της γνωριμίας μας με άλλους πολιτισμούς και κουλτούρες. Ναι, μέχρι το τέλος της προβολής θα έχουμε μάθει περισσότερα για το χωριό της Μπανέλ και του Άνταμα, για τον τρόπο οργάνωσής του, τις συνήθειες των ανθρώπων του και τη σχέση τους με τη φύση, ωστόσο αυτό είναι το έλασσον.

 

Το μείζον είναι μια φιλμική γλώσσα που παντρεύει αρμοστά την πραγματικότητα με τη μεταφυσική, τον ρεαλισμό με τον ποιητικό σινεμά. Η Τουλάγιε-Σε κατορθώνει έναν τόνο αλαφροΐσκιωτο. Το πνευματικό στοιχείο γίνεται αισθητό, δίχως να καταδεικνύεται. Kι ενώ αποδέχεται την ύπαρξη του τελευταίου, η δημιουργός διατείνεται ότι η προκατάληψη είναι καταστροφικότερη δύναμη από οποιαδήποτε υποτιθέμενη θεία τιμωρία και ότι, παραδοσιακά, όταν η συντήρηση νιώσει την απειλή της αλλαγής και του εκσυγχρονισμού, στρέφεται στη θρησκεία και στις δοξασίες για να προστατεύσει τα κεκτημένα της.

 

Και όλα αυτά με όχημα μια ερωτική ιστορία μεταξύ δυο νέων που διεκδικούν ζωή έξω από αυτή που τους όρισαν: της δυναμικής Μπανέλ, που θα στοχοποιηθεί από τους συγχωριανούς της, και του Άνταμα, που δεν επιθυμεί την αρχηγία του χωριού μα ένα (ξεθαμμένο) σπίτι για να ζήσει με την αγαπημένη του. Οι φίλοι του arthouse κινηματογράφου δοκιμάστε άφοβα και σημειώστε το όνομα της Σενεγαλέζας δημιουργού.