Αμέσως μετά το εντυπωσιακό lo fi ντεμπούτο του με το Monsters, τα χολιγουντιανά λαγωνικά της ακριβής επιστημονικής φαντασίας τσίμπησαν τον ταλαντούχο Γκάρεθ Έντουαρντς για να υπενοικιάσουν, με το αζημίωτο ελπίζουμε, τη ματιά και την προσοχή του στις λεπτομέρειες σε ταινίες όπως ο φινετσάτος, παρά τον όγκο του, Γκοτζίλα του 2014 και το Rogue One της γνωστής οικογενείας του Πολέμου των Άστρων.
Σε σενάριο δικό του και του Κρις Βάιτζ, ο Δημιουργός είναι ένα θαρραλέο δράμα επιστημονικής φαντασίας, γιατί, μέσα στον ορυμαγδό της εκμετάλλευσης άλλων πηγών και της κατάχρησης των sequels και των spin-offs, βασίζεται σε πρωτότυπη ιδέα και στοχάζεται πάνω στο θέμα της επίκαιρης αντιπαλότητας της τεχνητής νοημοσύνης με την ανθρώπινη ζωή, όπως τη γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Το Λος Άντζελες θρηνεί πολλά θύματα λόγω έκρηξης πυρηνικής βόμβας και ο πρώην πράκτορας των ειδικών δυνάμεων Τζόσουα (Τζον Ντέιβιντ Ουόσινγκτον) έχει χάσει, εκτός από δύο μέλη του σώματός του, την έγκυο σύζυγο και τυπικά «στόχο» του, τη Μάγια. Στην απόπειρά του να εμπλακεί σε μια αποστολή των ανθρώπων εναντίον των μηχανών οδηγείται σε ένα ενστικτωδώς φιλικό προς αυτόν, προικισμένο παιδί στη Νέα Ασία (με πλάνα από την τροποποιημένη, για τις ανάγκες της ταινίας, Ταϊλάνδη), κάτι σαν θηλυκό Δαλάι Λάμα, και στη διαπίστωση πως η Μάγια, ή κάποια με τη μορφή της, μπορεί να είναι ζωντανή. Διόλου τυχαία, αυτή είναι και η μητέρα που ψάχνει η μικρή Άλφι με τις υπερδυνάμεις σε μια τροπή που θυμίζει πολύ τον Χέιλι Τζόελ Όσμεντ στη δική του αγωνιώδη διαδρομή προς τη σεπτή μητρική φιγούρα στο Artificial Intelligence του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Το τι είναι αληθινό, με σάρκα και οστά, και τι υβριδικό τεχνούργημα γεννά μόνιμα ερωτηματικά στην ταινία, που ενίοτε είναι βοηθητικά στη δημιουργία αμφιβολίας και κάποιες φορές θολά στην εκτέλεσή τους.
Δυστυχώς, ο Δημιουργός δεν σώζεται ούτε από τις υψηλές προσδοκίες, ούτε από την καλλιτεχνική επιμέλεια στους τεχνικούς τομείς, ούτε από το περιρρέον hype του, ούτε και από την ασθμαίνουσα ισορροπία που επιδιώκει ανάμεσα σε μια τραβηγμένη πλοκή και έναν υπαρξιακό προβληματισμό ‒ έχει πολλές αναφορές, μια συνεχής αίσθηση Νιλ Μπλόμπκαμπ το διαπερνά και το χειροποίητο sci-fi που ευαγγελίζεται τελικά δεν συγκινεί. Δεν μοιάζει με ταινία που βγήκε από τον απρόσωπο εγκέφαλο ενός υπολογιστή, αλίμονο, αλλά οι προκλήσεις και τα στοιχήματα που θέτει μένουν σε χαμηλή πτήση. Κυρίως ωχριά σε σύγκριση με μια άλλη ταινία, το αποτύπωμα της οποίας είναι ακόμη νωπό, και που, παρότι δεν θίγει ευθέως το φλέγον «διακύβευμα» της A.I., μιλά για την προσωπική ευθύνη και τον διάλογο με την κοινωνία ενός αυτουργού που εργάστηκε ως επιστήμονας για να σώσει κόσμο και όταν το σκέφτηκε καλύτερα περιθωριοποιήθηκε ως προδότης περίπου για το ίδιο πράγμα: το Οπενχάιμερ, φυσικά.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0