Υπάρχουν πραγματικά χιλιάδες χαρακτηρισμοί που μπορεί κανείς να δώσει στο Τα πάντα όλα των Ντάνιελς: διασταύρωση του Μάτριξ με το χάος, μια πολυσυμπαντική οικογενειακή περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, μια κινηματογραφική βουτιά στα συγκρουόμενα πολυσύμπαντα, ένα μαξιμαλιστικό ταξίδι αυτογνωσίας μέσα σε κουνελότρυπες διαφορετικών διαστάσεων που εκδηλώνονται σχεδόν ταυτόχρονα.

 

Ξέφρενο και ψυχοβγαλτικό (πώς ήταν το μανιακό Hellzapoppin’ από το 1942;), το σινετρίπ που ήδη κάνει αίσθηση στις αίθουσες και την κοινότητα των κριτικών στις ΗΠΑ έχει απλούστατη πλοκή: μια μπαφιασμένη ιδιοκτήτρια καθαριστηρίου μετά βίας διατηρεί τις ισορροπίες ανάμεσα στον καλοπροαίρετο σύζυγό της (Κε Χούι Κουάν, το παιδάκι από τον δεύτερο Ιντιάνα Τζόουνς), τον δύστροπο πατέρα της (ο θρυλικός Τζέιμς Χονγκ) και την καχύποπτη κόρη της, όταν καλείται να ξεκαθαρίσει τις γραφειοκρατικές υποθέσεις του μαγαζιού της με μια εχθρική υπάλληλο του σχετικού τμήματος της εφορίας που υποδύεται η Τζέιμι Λι Κέρτις.

 

Το τι κάνουν οι δύο σκηνοθέτες μ’ αυτό το σχήμα/πρόσχημα πρέπει να το δείτε για να το πιστέψετε. Αν αντέξετε… Η Μισέλ Γεό, πάντως, καταφέρνει να ενώσει τις τελείες του αχανούς ποεντιγισμού, πλοηγώντας τα χρονικά και νοητικά άλματα με κάθε ικμάδα της κουνγκ φου μαεστρίας της αλλά και με μια αναπάντεχη επίδειξη συναισθηματικής ισχύος ‒ συνολικά είναι μια γενναία και καταρτισμένη ερμηνεία που καμία άλλη δεν θα μπορούσε να είχε φέρει εις πέρας.

 

Η ταινία είναι μια οργανωμένη τρικυμία που προκαλεί την αποκωδικοποίηση και απαιτεί απαρέγκλιτη συγκέντρωση, ειλικρινά όμως κουράζει και επαναλαμβάνεται με το ασταμάτητο high της, σαν επτάχρονο που έχει καταναλώσει δέκα παγωτά σε δέκα λεπτά.