Αν δεν έχετε δει το A ghost story, το περσινό υπαρξιακό θρίλερ ανάμεσα στο σινεμά μνήμης και πνεύματος του Βερεσεθάκουλ Απιτσατπόνγκ και τον χαλαρό φορμαλισμό του Τέρενς Μάλικ, σπεύστε: δείχνει καθαρά πως ο Ντέιβιντ Λόουρι, που είχε ξανασκηνοθετήσει τον Κέισι Άφλεκ και τη Ρούνι Μάρα στο επίσης πολύ ενδιαφέρον Ain't them body saints το 2013, μπορεί να φορέσει ένα σεντόνι σε έναν Οscar winner ηθοποιό, χωρίς να τον κάνει να φαίνεται γελοίος, και να αφηγηθεί μια ιστορία φαντασμάτων, υποβάλλοντας, και καθόλου τρομάζοντας, σε ένα σύμπαν στοχασμού, απώλειας και βαθύτερων νοημάτων, με αξιοθαύμαστη αυτοπεποίθηση και σταθερότητα ‒ είναι σίγουρα από τις σπουδαίες «φωνές» του νέου αμερικανικού σινεμά, μαζί με τον Λένι Έιμπρααμσον, τον Ντέιβιντ Ρόμπερτ Μίτσελ και τον Κρεγκ Ζάλερ.

 

Τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ τον έχει σκηνοθετήσει ξανά στο πρόσφατο παρελθόν, για το παιδικό, χαριτωμένο (αλλά μέχρι εκεί) remake του Pete's Dragon, για λογαριασμό της Disney. Ο Κύριος & το Όπλο αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς έχει αναγγελθεί ως η τελευταία συμμετοχή του Ρέντφορντ στον κινηματογράφο μετά από μια ανεπανάληπτη καριέρα. Βασίζεται, περίπου, σε αληθινά γεγονότα και παρακολουθεί έναν γηραιό ληστή τραπεζών, τον Φόρεστ Τάκερ, καλοστεκούμενο, gentleman και πάντα χαμογελαστό, να δρα μαζί με δύο συνομήλικους συνεργάτες και στο μεταξύ να ερωτεύεται μια εύπιστη, καλόκαρδη γυναίκα που γνώρισε τυχαία στον δρόμο. (Αυτή είναι η σωστή ταινία στο συγκεκριμένο θέμα και όχι η Εκδίκηση με στυλ, με τους Φρίμαν, Κέιν και Άρκιν, που «κομεντίζει» με ψευτο-συγκατάβαση).

 

Ο Τάκερ χτυπάει με στυλ και, όπως εκμυστηρεύεται στην αγαπημένη του κυρία, πάντα συμβουλεύεται τον 10χρονο εαυτό του για τις κινήσεις του. Πιστεύει πως η ευγένεια και η προσεγμένη εμφάνιση θα του ανοίξουν τον δρόμο ‒ και όποτε κλείνεται πίσω από τις μπάρες της φυλακής βρίσκει τον τρόπο να διαφύγει και να επανέλθει δριμύτερος στο αγαπημένο του επάγγελμα.

 

Ο «Κύριος & το Όπλο» αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς έχει αναγγελθεί ως η τελευταία συμμετοχή του Ρέντφορντ στον κινηματογράφο μετά από μια ανεπανάληπτη καριέρα

Πολλαπλά, και με χάρη, η ταινία είναι μια μεταφορά για το επάγγελμα του ηθοποιού και την περσόνα του Ρέντφορντ: ένας ευγενικός υποκριτής ζει στο περιθώριο της κανονικά εργαζόμενης κοινωνίας και αντλεί ενέργεια από τη μνήμη της άτακτης νεότητας, υπακούοντας στο παρορμητικό πνεύμα του και υιοθετώντας τους τρόπους ενός ευυπόληπτου κυρίου, για να μη δίνει στόχο.

 

Με τις τζαζ σεκάνς, υπογεγραμμένες από τον εκλεκτό, μόνιμο συνεργάτη του στη μουσική επένδυση όλων των ταινιών του Ντάνιελ Χαρτ, ο Λόουρι υπογραμμίζει με πραγματική αγάπη και αξιοσημείωτη συγκέντρωση τις παρενθέσεις αυτοκριτικής ενός ήρωα που μοιάζει να κινείται μηχανικά και να ενδιαφέρεται βασικά για την ωρολογιακή τελειότητα των ληστειών του. Ως περιπέτεια heist, Ο Κύριος & το Όπλο δεν είναι ακριβώς συναρπαστική, ειδικά προς το στρογγυλεμένο φινάλε.

 

Ωστόσο, ως φινάλε ενός θρύλου στο σινεμά είναι μια χαμηλόφωνη, έξοχη διαδρομή χαρακτήρων, απολύτως ταιριαστή με εκείνη του Ρέντφορντ στην 50χρονη και πλέον καριέρα του ‒ με μια υπερβατική διόραση, ο Λόουρι κατανοεί αναδρομικά τον Ρέντφορντ και τις χειρονομίες του στην ασημένια οθόνη, με ένα story παλιομοδίτικο, αλλά όχι γέρικο. Ο Κέισι Άφλεκ, σταθερά και εκούσια σε χαμηλές στροφές, προσφέρει τον ιδανικό αντίποδα του ισορροπημένου άνδρα στον τυχοδιώκτη, ασταθή Τάκερ.

 

Και η Σπέισεκ είναι πάντα μια αξιόπιστη ήρεμη δύναμη, που κακώς είχαμε καιρό να δούμε, μια υπερήφανη και απροσποίητη γυναίκα ικανή για πολλά πρόσωπα και ειλικρινές συναίσθημα. Εκτός από την αβίαστη χημεία τους στην ταινία, τη συνδέει κάτι ακόμη με τον Ρέντφορντ: η δράση της ταινίας εκτυλίσσεται βασικά το 1981, τη χρονιά που συμπτωματικά αμφότεροι κέρδισαν τα Όσκαρ τους, εκείνος για τη σκηνοθεσία των Συνηθισμένων Ανθρώπων κι εκείνη για το πορτρέτο της Λορέτα Λιν στην Κόρη του Ανθρακωρύχου.