Ο Ρένος Χαραλαμπίδης, ο Τάκης με τ' όνομα, παίρνει εξιτήριο από το ψυχιατρείο αισιόδοξος, πολύ κεφάτος και εντελώς πεπεισμένος πως έχει γεννηθεί για να γίνει ταξιτζής, ενώ ο Κλέων Γρηγοριάδης, επαγγελματίας πιανίστας, δεν μπορεί να πουλήσει ούτε μια σύνθεσή του, χάνει τη δουλειά του στο μπαρ, η γκόμενά του τον κερατώνει λίγο πριν το γάμο και του κλέβουν το αυτοκίνητο. Ο Τάκης γίνεται ο προστάτης του άτυχου άνδρα χωρίς να έχει προσκληθεί και τον οδηγεί σε μια σειρά από παρεξηγήσεις, με ίντριγκα που ξεπερνά κατά πολύ τις καλές προθέσεις, μιας και οι συνέπειες είναι επικίνδυνες σε όλα τα επίπεδα.

Η ιδέα είναι καλή και ο Χαραλαμπίδης, όπως άλλωστε το συνηθίζει, σκορπίζει τη μεταδοτική του αναρχία με την ενέργεια ενός αξιαγάπητου ψυχοπαθή που μπορεί να ποζάρει ως κανονικός τρελός. Ο Κλέων Γρηγοριάδης περιορίζεται επειδή συνήθως αντιδρά και η ταινία ξεμένει από σκηνοθετικές λύσεις, ανεξάρτητα από τα μπλεξίματα και τις φαρσικές τροπές του σεναρίου. Ενώ λοιπόν το Άμα δε σε Θέλει ξεκινάει ως ανεξιχνίαστη παρωδία του ίδιου του είδους της εγκεφαλικής κωμωδίας, μπερδεύεται από πλευράς ρυθμού, κυνηγάει τα αστεία, κάποια γκελάρουν και άλλα πέφτουν στο κενό, και μένει ο Ρένος σαν φιλόσοφος του παραλόγου να υποστηρίζει έναν χαρακτήρα στη μέση μιας άρρυθμης σειράς καταστάσεων που δεν έχουν αποφασίσει αν θέλουν να είναι αφελείς ή ψαγμένες.