Στην Αγγλία του 12ου αιώνα, ο τρυφηλός και δόλιος βασιλεύς Ερρίκος Β' ήταν ο άνθρωπος που εμπιστεύτηκε τη θέση του Αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρι στον φίλο του και συνοδοιπόρο του στις κουβέντες και τις οινοποσίες Τόμας Μπέκετ. Η αφοσίωση του δεύτερου στην Εκκλησία τούς έφερε σε ρήξη, παρά το γεγονός ότι ο Ερρίκος ήταν ο μόνος που του έδειξε θαυμασμό και προτίμηση.

Βασισμένη σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα, η ταινία ήταν καλλιτεχνική επιτυχία το 1964, αν και κέρδισε μόνο ένα Όσκαρ για διασκευή σεναρίου από τον Έντουαρτ Άνχαλτ στο ομώνυμο θεατρικό του Ζαν Ανούιγ, χάνοντας τα υπόλοιπα 11 από την Ωραία μου κυρία και τη Μέρι Πόπινς.Υποψήφιοι για πρώτο ρόλο ήταν ο Μπέρτον ως Μπέκετ και ο Ο' Τουλ ως Ερρίκος Β'- ήταν γραφτό του να επαναλάβει τον ίδιο ρόλο μερικά χρόνια αργότερα στο Λιοντάρι τον χειμώνα, βαρύς και... χειμωνιάτικος, με την ηλικία να έχει προσθέσει πίκρα στον δόλιο ηδονισμό του, και να ξαναχάσει το Όσκαρ, αυτήν τη φορά τελείως άδικα, από τον Κλιφ Ρόμπερτσον.

Πρόκειται για ένα δυναμικό bras de fer που δεν έχει παλιώσει, αντίθετα με το έργο που δείχνει σημάδια του χρόνου, εξαιτίας της στιλβωμένης αντίληψης της εποχής για τη μεταφορά θεατρικών στο σινεμά. Οι δυο ηθοποιοί, στη νιότη και την τρέλα τους, δυνατοί και σωματικά ακμαίοι, πριν το ποτό ειρωνικά κάμψει το λιονταρίσιο υποκριτικό τους σθένος, παλεύουν σε αντίθετες διαδρομές για μια φιλία που εξαϋλώνεται στην ίντριγκα και τα συμφέροντα. Ο Ο' Τουλ καταφέρνει να γίνει ένα συμπαθές τέρας με εκρήξεις συναισθήματος, τύψεων και μεγαλείου, και ο Μπέρτον περιμένει και παραμονεύει σε έναν πιο στέρεο, αν και εξαιρετικά δύσκολο ρόλο. Παίζουν θηριωδώς καλά και αξίζει να τους δείτε.