Οι συγκρίσεις με την πρόσφατη Diana είναι εύλογες: Μια νέα, ωραία, ξανθιά κοπέλα που παντρεύεται έναν πρίγκιπα, μια μυθική γαμήλια τελετή, μια ταραχώδης ζωή, βίαιος θάνατος από αυτοκινητιστικό δυστύχημα, δύο Αυστραλέζες ηθοποιοί, η Ναόμι Γουότς και η Νικόλ Κίντμαν, που μάλιστα είναι κολλητές φίλες, αναλαμβάνουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο και δύο ενδιαφέροντες Ευρωπαίοι σκηνοθέτες με παρόμοιο όνομα, ο Γερμανός Όλιβερ Χιρσμπίγκελ και ο Γάλλος Ολιβιέ Νταάν, επιχειρούν να μη χολιγουντιανίσουν τις ζουμερές αν και ολισθηρές βιογραφίες. Και οι δύο επέδειξαν περισσότερες αδυναμίες παρά αρετές στον χειρισμό και οι κακές αντιδράσεις δεν ήταν καθόλου αδικαιολόγητες. Στην περίπτωση του Γκρέις του Μονακό, υποβόσκει μια πολιτική ίντριγκα ανατροπής του Ρενιέ, που σχετίζεται με την πραγματική ιστορία της έντονης κόντρας του με τον ΝτεΓκολ. Και το γενικότερο πνεύμα της ταινίας προδίδει μεγαλύτερη φιλοδοξία και, θεωρητικά, ψάξιμο στις παραμέτρους της πολύπαθης σχέσης της ηθοποιού με τον άγνωστο κόσμο του Μονακό: για να κατανοήσει τις ευθύνες μιας καινούργιας αποστολής, η Γκρέις Κέλι έπρεπε να οργανώσει τη συμπεριφορά της με τη δομή ενός ακόμη ρόλου, του τελευταίου της, όπως όρισε η μοίρα, απαιτητικού και ψυχοφθόρου σε τέτοιο βαθμό, που το Όσκαρ και οι συνεργασίες της με τον δύσκολο Άλφρεντ Χίτσκοκ έμοιαζαν παιχνιδάκι μπροστά σε αυτό. Το έκανε και, σύμφωνα με την ταινία, αγαπήθηκε από ένα κρατίδιο που φυσιολογικά τη θεωρούσε ξένη προς τη νοοτροπία του. Μόνο που ο Νταάν δεν δοκιμάζει τίποτε καλύτερο ή φρεσκότερο από τις τολμηρές στροφές που έκαναν την προηγούμενη βιογραφία του, το Ζωή σαν Τριαντάφυλλο, να ξεχωρίσει με διαφορά από τον σωρό. Επιμένει σε μια στατική αντιμετώπιση όλων των υπόλοιπων πρωταγωνιστών (φτάνοντας σε ανεπαρκέστατες μιμήσεις της Κάλλας από την Παθ Βέγκα ή ακόμη και του Ρενιέ από τον Τιμ Ροθ) και το γύρισε στην αισθηματική σαπουνόπερα με σύνθημα τη δύναμη της αγάπης, αφού το πολιτικό θρίλερ δεν ήταν αρκετά σοβαρό για να σταθεί παράλληλα και να δώσει αιχμή. Προτίμησε την ευκολία του παραμυθιού από το σκάλισμα μιας πολύπλοκης ζωής. Η Κίντμαν είναι καλή στον ρόλο της, αλλά δεν αρκεί. Έχουμε δει χειρότερες ταινίες ως έναρξη του Φεστιβάλ Καννών (ξεχνιέται το Fanfan la Tulipe;), αλλά σπάνια μια τόσο αριστοκρατική, στα χαρτιά, πρεμιέρα αντιμετωπίζει προβλήματα. Η Νικόλ Κίντμαν είπε πως λυπάται για τα αρνητικά σχόλια των μελών της οικογένειας Γκριμάλντι, αλλά, σε περίπτωση που αποφασίσουν να δουν την ταινία, θα καταλάβουν πως έγινε με αγάπη προς τον Ρενιέ και την Γκρέις. Αμφιβάλλω αν θα συμφωνήσουν, σε περίπτωση που τη δουν ποτέ...
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0