Στο Land of Bad η (όποια) ίντριγκα παραπέμπει σε παραγωγές της Cannon. Oι θριλερικές ανησυχίες του Γουίλιαμ Γιούμπανκ εκδηλώνονται κι εδώ, προσθέτοντας ολίγη από αγωνία σε μια γνώριμη συνταγή δράσης, εκτελεσμένη ευπρεπώς για τους φαν του είδους, ειδικά εκείνους που δεν θα λογαριάσουν το δίκαιο και το ιδεολογικά ορθό της αποστολής των Αμερικανών ηρώων στο εξωτερικό. Η βασική ιδιαιτερότητα της ταινίας έγκειται στον καταμερισμό της δράσης μεταξύ της γραμμής του πυρός και του αρχηγείου, όπου ένας αξιωματικός δίνει τον δικό του αγώνα για να προστατεύσει τα μέλη της αποστολής, ελέγχοντας τα συνοδευτικά drones και προστατεύοντάς τους από ψηλά, στον βαθμό που μπορεί.

 

Το crosscutting αξιοποιείται αποτελεσματικά προς όφελος του σασπένς, σε βαθμό που κάνεις τα στραβά μάτια στον εκτροχιασμό προς τη φαιδρότητα, όταν συστήνεται από κοντά ο βασικός ανταγωνιστής. Την κατάσταση βοηθά και ο ηθοποιός που ενσαρκώνει τον παραπάνω αξιωματικό. Ο Ράσελ Κρόου έχει μπει σε μια λιγότερο αστραφτερή, αλλά πολύ ενδιαφέρουσα φάση της καριέρας του. Θυμίζοντας τον Μπράντο όταν δεν έδινε δεκάρα και έκανε την πλάκα του ή τον Τζακ Νίκολσον, όταν καταλαμβανόταν από την περσόνα του, ο Κρόου αναβαθμίζει τα b-movies στα οποία συμμετέχει τελευταία με απίθανες επινοήσεις και ανακυκλούμενα τικ, χωρίς να παίζει και σε διαφορετική ταινία – όταν η κατάσταση το απαιτεί, σοβαρεύει.

 

Ως προς το ιδεολογικό σκέλος, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι μπορεί στο τέλος ο καλός στρατιωτικός να επιπλήττει και να νουθετεί τον κακό, αλλά κι αυτή η (έστω σχηματική) παρουσίαση μιας αρνητικής εικόνας στον πυρήνα του αμερικανικού στρατού ξεχωρίζει την ταινία από αντίστοιχες παραγωγές που θύμιζαν διαφημιστικά του αμερικανικού υπουργείου Αμύνης.