Ανεπισήμως, αν και κάποιες φορές το βλέπεις να γράφεται και «επισήμως», η φράση που κυκλοφορεί ανάμεσα σε σινεφίλ και κριτικούς σχετικά με τον Χονγκ Σανγκ-Σου είναι ότι αν έχεις δει μια ταινία του, τις έχεις δει όλες. Ναι, επιμένει σε ένα αυστηρά διαλογικό DIY σινεμά χαμηλού προϋπολογισμού, κάτι που βοηθά και την παραγωγικότητά του – πρόλαβε κι άλλη ταινία μόνο μέσα στο 2022- και ναι, ο φακός του είναι συνήθως τοποθετημένος κάπου σταθερά και παρακολουθεί διακριτικά τους χαρακτήρες να συνομιλούν, ωστόσο υπάρχουν διαφορές ακόμα κι ανάμεσα σε ταινίες του που μοιάζουν δομικά. Πάρτε για παράδειγμα τη «Γυναίκα που Έφυγε» και κάντε τις συγκρίσεις με την παρούσα. Ναι, έχουμε έναν θηλυκό χαρακτήρα και μια σειρά από συναντήσεις κατά τη διάρκεια μιας μέρας που οδηγούν σε κάποιου είδους επιφοίτηση. Εδώ όμως κεντρικό θέμα είναι εκείνο της καλλιτεχνικής έμπνευσης και τα σημεία που μπορεί αυτή να βρεθεί. 

Οι φρέσκοι στο σινεμά του Κορεάτη δημιουργού θα βρουν στοιχεία μοντερνισμού, έτσι όπως οι χαρακτήρες σχολιάζουν το έργο που θέλει να κάνει η «μυθιστοριογράφος» του τίτλου και ακούγονται σαν να αναφέρονται στο έργο που παρακολουθούμε, για τους φαν τα σχόλια αυτά ακούγονται περισσότερο σαν μεταμοντερνισμός, έτσι όπως μοιάζουν να συνοψίζουν και να συζητούν τη φιλμογραφία του Χονγκ Σανγκ-Σου ή τουλάχιστον το μέρος της που έχουμε παρακολουθήσει – είπαμε, ο σκηνοθέτης είναι παραγωγικός.  Είτε φαν, είτε όχι, πάντως, αν μπορέσετε να συγχρονιστείτε με το ρομερικής λογικής ιδίωμα του έργου, το οποίο εκ των πραγμάτων το καθιστά σινεμά ειδικού κοινού, σας περιμένει μια ήρεμη και με τον τρόπο της πολύ ενδιαφέρουσα φιλμική διαδρομή.